Του Τάσου Τουμασή

Η επικείμενη θέσπιση εθνικού κατώτατου μισθού, θα επηρεάσει θετικά περίπου το 9% του συνόλου των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα. Ο κατώτατος δεν μπορεί να είναι στο ύψος του σημερινού που είναι €924, μετά από πάροδο έξι μηνών στον ίδιο εργοδότη. Η θέσπιση κατώτατου σε περισσότερα επαγγέλματα θα βοηθήσει μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μελλοντικούς συνταξιούχους  που είχαν χαμηλά εισοδήματα να τυγχάνουν καλύτερων και πιο αξιοπρεπών συντάξεων.

Ο κατώτατος μισθός είναι η χαμηλότερη ωριαία, ημερήσια ή μηνιαία αμοιβή που οι εργοδότες μπορούν νόμιμα να καταβάλλουν στους εργαζομένους. Ο κατώτατος μισθός είναι ένα θέμα που αποτελεί αντικείμενο σημαντικής θεωρητικής και πολιτικής αντιπαράθεσης για τη σχέση του με την ανάπτυξη, τη φτώχεια και την ανεργία. Σήμερα, χαρακτηρίζεται ως ένα αμφιλεγόμενο θέμα, διότι παρόλο που έχει κερδίσει την υποστήριξη και αποδοχή από ένα ευρύ φάσμα ηγετών, οικονομολόγων και φορέων συνεχίζει να έχει πολέμιους.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Παρέμβαση βουλευτών για τον κατώτατο μισθό

Οι υποστηρικτές του τον προωθούν ως μέσο βελτίωσης των εισοδημάτων των χαμηλόμισθων εργαζομένων και των οικογενειών τους. Οι επικριτές παρουσιάζουν τον κατώτατο μισθό ως εργαλείο που στρέφεται εναντίον των ανθρώπων που υποτίθεται ότι θα βοηθούσε αυξάνοντας το μισθό τους και τελικά μειώνει παρά ενισχύει την ευημερία των εργαζομένων. Όπως ισχυρίζονται οι ίδιοι, αυτό συμβαίνει διότι ο κατώτατος μισθός στην πραγματικότητα αυξάνει τη φτώχεια και την ανεργία και είναι επιζήμιος για τις επιχειρήσεις.

Συνοπτικά, οι επικριτές χαρακτηρίζουν τον κατώτατο μισθό ως λανθασμένη κοινωνική πολιτική, επειδή μειώνει την απασχόληση και το προϊόν, ενώ οι υποστηρικτές επικεντρώνονται στον αναδιανεμητικό σκοπό του κατώτατου μισθού, υποστηρίζοντας ότι αυξάνει το εισόδημα των χαμηλόμισθων.

ΑΠΩΛΕΙΕΣ ΘΕΣΕΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Σε γενικές γραμμές, η θεσμοθέτηση του κατώτατου μισθού ενδέχεται να οδηγήσει σε απώλειες θέσεων εργασίας. Ιδίως μεταξύ των νεαρών, ανειδίκευτων εργατών. Με βάση όμως πιο πρόσφατες διεθνείς μελέτες, διακρίνεται μία οριακά πλέον εμφανή θετική σχέση μεταξύ του κατώτατου μισθού και της απασχόλησης. Στην Κύπρο όμως, όπου εκατοντάδες θέσεις εργασίας παραμένουν κενές, κυρίως στη γεωργία και στον τουρισμό, ενδέχεται να έχουμε διαφορετικές αντιδράσεις ανάλογα με τον κλάδο.

Επιπλέον ο κατώτατoς μισθός έρχεται σε μια περίοδο που ο πληθωρισμός βρίσκεται στα ύψη και αρκετές επιχειρήσεις ανεβάζουν τις τιμές, επικαλούμενες πραγματικούς ή μη λόγους. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, είναι πιθανό πολλοί να επιχειρήσουν να περάσουν την αύξηση του μισθού στις τιμές, αντί να την απορροφήσουν. Επομένως, λογικά, θα συμβάλει στη διαιώνιση του πληθωρισμού, αν και είναι ασαφές σε τι βαθμό. Θα επιδράσει και στα δημόσια οικονομικά καθώς θα αυξηθούν τα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος, ΦΠΑ κ.λπ. Επιπλέον αναμένεται να έχει θετικό αντίκτυπο στην ιδιωτική κατανάλωση και από εκεί στο ΑΕΠ. Ακόμη κι αν ένα μικρό κομμάτι πάει σε εισαγόμενα προϊόντα.

Ο ΑΔΙΑΦΟΡΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΣ

Μπορεί να αυξήσει τους μισθούς εργαζομένων που βρίσκονται σε υψηλότερα μισθολογικά επίπεδα προκειμένου να διατηρηθούν οι μισθολογικές διαφορές σε σχέση με τον κατώτατο μισθό ως κίνητρο παραγωγικότητας. Επιπλέον ενδέχεται να αυξηθεί ο μισθός επιφύλαξης (ο μισθός που καθιστά τον εργαζόμενο αδιάφορο ως προς το εάν θα εργασθεί ή όχι) σε ορισμένους κλάδους για άτομα που αναζητούν εργασία, έτσι ώστε οι εργοδότες σε αυτούς του κλάδους να χρειάζεται να πληρώσουν υψηλότερους μισθούς για να προσελκύσουν εργαζομένους.

Ο κατώτατος μισθός είναι πιθανότερο να αποφέρει εισοδηματικά κέρδη στους ανειδίκευτους εργαζόμενους. Επιπλέον, ενδέχεται να τονώσει τη μακροοικονομική ανάπτυξη, εάν η παραγωγικότητα μεταβληθεί σε τομείς με υψηλότερη εξειδίκευση, ενδεχομένως παρακινώντας τους ανειδίκευτους εργαζομένους σε επιπλέον εκπαίδευση. Από την άλλη, μπορεί να επέμβει στην παραγωγικότητα με τρόπο ώστε να βλάπτει μερικούς ανειδίκευτους εργαζόμενους περισσότερο από όσο παράγει καθαρή οικονομική ανάπτυξη.

ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ

Τον Ιανουάριο του 2015 η Γερμανία θέσπισε ενιαίο κατώτατο μισθό 8,50 ευρώ την ώρα. Αυτό συνέβαλε στη μείωση των μισθολογικών ανισοτήτων, βελτιώνοντας παράλληλα την ποιότητα των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην οικονομία. Η εισαγωγή του κατώτατου μισθού αύξησε τους μισθούς των χαμηλόμισθων εργαζομένων, δεν μείωσε την απασχόληση και προκάλεσε ανακατανομή προς πιο παραγωγικές εγκαταστάσεις. Ως εκ τούτου, ο κατώτατος μισθός συνέβαλε στη μείωση της μισθολογικής ανισότητας μεταξύ των εργαζομένων.

Η Iσπανία αποτελεί ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον παράδειγμα πολιτικών ρύθμισης της αγοράς εργασίας, καταπολέμησης της επισφάλειας και αύξησης των μισθών. Τα δύο βασικά εργαλεία που αξιοποίησε η Ισπανία είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού και η παρέμβαση στο εργατικό δίκαιο στην κατεύθυνση ενίσχυσης των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Στρατηγικός στόχος για την Ισπανία είναι ο κατώτατος μισθός να φτάσει το 60% του μέσου μισθού ως το 2023, κάτι που αντικατοπτρίζεται στην εξέλιξη του ύψους του από το 2018 μέχρι σήμερα.

ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑΤΙΚΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Στην Ελλάδα, το ερωτηματικό το 2019 όταν ξεπάγωσε τον κατώτατο μισθό η κυβέρνηση, ήταν αν οι επιχειρήσεις μπορούσαν να τον δώσουν ή όχι. Φάνηκε εκ του αποτελέσματος ότι μπορούσαν, καθώς η ανεργία μειώθηκε και οι προσλήψεις αυξάνονταν. Άρα όχι απλώς μπορούσαν, ενδεχομένως σήκωνε να αυξηθεί από τότε και περισσότερο ο κατώτατος μισθός. Η αύξηση έχει γίνει από την 1η Μαΐου φέτος. Πρόκειται για αύξηση 7,5%, ή 50 ευρώ το μήνα που διαμορφώνει τον κατώτατο μισθό σε 713 ευρώ το μήνα, από 663 ευρώ που ήταν τη 1η Ιανουαρίου 2022.

Ένας υπερβολικά υψηλά κατώτατος μισθός θα είχε αρνητικές επιδράσεις στην απασχόληση. Δεν υπάρχουν συνταγές. Δεν είναι επιστήμη, είναι τέχνη ο καθορισμός του κατώτατου μισθού. Η εφαρμογή του πέραν από τις όποιες οικονομικές και κοινωνικές προεκτάσεις έχει, είναι καθαρά θέμα πολιτικής προσέγγισης. Η αποδοχή και η εφαρμογή του από τους οικονομικούς και εργασιακούς φορείς, αποτελεί το στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί, ώστε όλοι μακροπρόθεσμα να είναι κερδισμένοι.

Από το τεύχος Ιουνίου του περιοδικού Insider