Τα τελευταία δύο χρόνια, εκτός από τις καθημερινές μας συνήθειες, η πανδημία επηρέασε καταλυτικά και την εργασία, αναγκάζοντας χιλιάδες ανθρώπους να μεταπηδήσουν σε εξ αποστάσεως εργασία, να αλλάξουν καριέρα ή και να τεθούν εντελώς εκτός από την αγορά εργασίας. Το φαινόμενο αυτό είναι παγκόσμιο. Η ευέλικτη εργασία φαίνεται ότι ήρθε για να μείνει, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις εκείνες που είναι επιλογή των ιδίων των εργαζομένων και όχι αποτέλεσμα υποχρέωσης που τους επιβάλλει ο εργοδότης. Η ευέλικτη εργασία μπορεί να προωθήσει την αυτονομία σε τομείς όπως η κατάρτιση ενός προγράμματος εργασίας ή η έκτακτη αλλαγή μιας βάρδιας εργαζομένου. Επιπλέον, επιτρέπει στους διευθυντές να προσαρμόζουν τον σχεδιασμό τους με βάση τις μεμονωμένες ανάγκες των εργαζομένων αλλά και των ίδιων των επιχειρήσεων.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Παρέμβαση βουλευτών για τον κατώτατο μισθό
Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τρόποι υιοθέτησης και αξιοποίησης ευέλικτης εργασίας στις εταιρείες. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν διαφορετικές εργασιακές ρυθμίσεις ανάλογα με τις ανάγκες της επιχείρησης, το προφίλ της διοίκησης και του εργατικού δυναμικού, τη βιομηχανία, τις ανάγκες των πελατών και τη δυνατότητα υιοθέτησης ευελιξίας διατηρώντας ταυτόχρονα την ομαλή λειτουργία και τη συνέχεια της επιχείρησης. Δεν έχουν αξιοποιηθεί πλήρως οι δυνατότητες της ευέλικτης εργασίας στην Κύπρο και αυτό είναι κοινά αποδεκτό.
Έτοιμοι για περισσότερους… ψηφιακούς νομάδες
Πρόκειται για εργαζόμενους που έχουν την ευχέρεια να εργάζονται εξ αποστάσεως όχι μόνο από το σπίτι τους αλλά και από το εξωτερικό, στην ουσία ταξιδεύοντας ανά τον κόσμο, εφόσον η τεχνολογία το επιτρέπει πλέον. Είναι οι digital nomads (στα ελληνικά οι «ψηφιακοί νομάδες»), οι οποίοι εξαιτίας της πανδημίας και των lockdowns, όχι μόνο αυξήθηκαν παγκοσμίως αλλά έγιναν και πιο γνωστοί. Η Κύπρος, ωστόσο, μπήκε με καθυστέρηση στον κυνήγι για ψηφιακούς νομάδες γνωστοποιώντας το δικό της σχέδιο βίζας για digital nomads μόλις περί τα τέλη του 2021. Το σχέδιο εντάχθηκε στη νέα στρατηγική προσέλκυσης εταιρειών για δραστηριοποίηση ή και επέκταση των δραστηριοτήτων τους στην Κύπρο και για υλοποίηση του ορίστηκε ως αρμόδια αρχή το υπουργείο Εσωτερικών με το υπουργείο Οικονομικών να είναι επίσης εμπλεκόμενο μέρος. Πέραν τούτου υπάρχουν και τα κενά στο θεσμικό πλαίσιο αλλά και διάσταση απόψεων όσον αφορά τις εργοδοτικές οργανώσεις από την μια και τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων από την άλλη. Ειδικά για αυτό το κομμάτι αυτού που ονομάζουμε ευέλικτη εργασία καλέσαμε την Γενική Γραμματέα της ΠΕΟ, Σωτηρούλα Χαραλάμπους, τον Γενικό Γραμματέα της ΣΕΚ, Ανδρέα Μάτσα και τον Μιχάλη Αντωνίου, Γενικό Διευθυντή της ΟΕΒ να καταθέσουν τις θέσεις τους.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΟΕΒ
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΜΕΘΟΔΟΣ ΜΕ ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΟΦΕΛΗ (WIN-WIN)
Οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης δεν είναι νέο φαινόμενο απασχόλησης, αντίθετα διαχρονικά έχουν συνδεθεί με το μεγάλο και πολύ σημαντικό κεφάλαιο της συμφιλίωσης επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής. Εξάλλου, στην Ευρωπαϊκή Οδηγία «σχετικά με την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής για τους γονείς και τους φροντιστές», με την οποία η Κύπρος πρέπει να εναρμονιστεί μέχρι τον προσεχή Αύγουστο, η αναφορά στις ευέλικτες μορφές απασχόλησης είναι ιδιαίτερα έντονη αφού επιβάλλεται στα κράτη-μέλη να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίζουν ότι οι εργαζόμενοι με παιδιά έως μια ορισμένη ηλικία και οι φροντιστές, δικαιούνται να ζητούν ευέλικτες ρυθμίσεις εργασίας για λόγους φροντίδας.
Τέτοιες μορφές απασχόλησης αποτελούν κατά κανόνα σύγχρονες μεθόδους οργάνωσης της εργασίας, προσαρμοσμένες στις ανάγκες εργαζομένων και επιχειρήσεων με αμοιβαία επωφελή αποτελέσματα (win-win) καθώς, αποδεδειγμένα, συνιστούν αποτελεσματικό μέσο βελτίωσης της παραγωγικότητας και ταυτόχρονα πρόσφορο εργαλείο για την διαχείριση των προσωπικών αναγκών των εργαζομένων και αντιμετώπισης του κινδύνου κοινωνικού αποκλεισμού ευάλωτων ομάδων.
Στην Κύπρο, η πιο διαδεδομένη μορφή ευέλικτης εργασίας είναι η μερική απασχόληση και οι εργαζόμενοι που απασχολούνται στην βάση αυτή προστατεύονται νομικά στην βάση συγκεκριμένης νομοθεσίας, σε σχέση με τους όρους απασχόλησης τους έναντι των εργαζομένων σε πλήρη απασχόληση. Πέραν όμως της μερικής απασχόλησης, στις ευέλικτες μορφές απασχόλησης συμπεριλαμβάνονται και λιγότερο διαδεδομένες μορφές όπως τα ευέλικτα ωράρια εργασίας, ο εξατομικευμένος χρόνος εργασίας, η συμπιεσμένη εργάσιμη ημέρα ή εβδομάδα, η χωρο-ευέλικτη απασχόληση, η κυκλική εργασία και η τηλεργασία.
Ειδικότερα για την τηλεργασία, η εφαρμογή της οποίας αναπτύχθηκε ραγδαία κατά την περίοδο της πανδημίας, η ΟΕΒ από το 2002 προωθεί έμπρακτα την εφαρμογή της στην βάση της Συμφωνίας Πλαίσιο για την Τηλεργασία που υπέγραψαν οι Ευρωπαίοι Κοινωνικοί Εταίροι. Δυστυχώς, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες μας, δεν καταφέραμε να πείσουμε το συνδικαλιστικό κίνημα να προσυπογράψει ώστε να υιοθετηθεί σε εθνικό επίπεδο η σχετική συμφωνία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την ετοιμασία νομοσχεδίου από την κυβέρνηση που ρυθμίζει την τηλεργασία και το οποίο περιλαμβάνει πρόνοιες για τις οποίες η ΟΕΒ διατηρεί επιφυλάξεις.
Η υιοθέτηση ευέλικτων μορφών απασχόλησης στην κυπριακή πραγματικότητα είναι καθόλα εφικτή και γίνεται στην βάση του μεγέθους κάθε επιχείρησης και της φύσης της οικονομικής δραστηριότητας. Είναι βεβαίως αντιληπτό ότι δεν μπορούν όλες οι επιχειρήσεις να επωφεληθούν εξίσου από όλες τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης. Όμως, εκεί και όπου εφαρμόζονται, συνεπάγονται οφέλη για τις επιχειρήσεις καθώς, δίδοντας τα κίνητρα που συνδέονται με τα διάφορα εργασιακά καθεστώτα, μπορούν να προσελκύουν και να συγκρατούν στο δυναμικό τους τα ικανότερα για τις ανάγκες τους στελέχη.
Παράλληλα, εφαρμόζοντας ευέλικτες μορφές απασχόλησης, οι επιχειρήσεις παρέχουν την απαιτούμενη ευελιξία στους εργαζόμενους να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικότερα έκτακτα περιστατικά καθώς επίσης και να βρίσκουν χρόνο και τρόπους βελτίωσης των υπόλοιπων πτυχών της ζωής τους, με κύριο συνεπακόλουθο την ουσιαστικότερη συνεισφορά τους στην επιχείρηση. Θα πρέπει να τονίσουμε ότι η σταδιακή αλλαγή των παραδοσιακών κοινωνικών ρόλων αποδεικνύει πως η συμφιλίωση εργασίας – οικογένειας αφορά τόσο τους άνδρες όσο και τις γυναίκες.
Συνεπώς, η επίτευξη των βασικών στόχων κάθε επιχείρησης που είναι η αύξηση της παραγωγικότητας, η αποτελεσματική αντιμετώπιση του ανταγωνισμού, η αντιμετώπιση των έκτακτων και εποχιακών αναγκών αλλά και η καλύτερη εξυπηρέτηση των πελατών της, καθίσταται πιο δυνατή λόγω της καλύτερης αξιοποίησης του ανθρώπινου δυναμικού. Σημαντικό στοιχείο επίσης είναι ότι μέσα από την δυνατότητα ευέλικτων μορφών εργασίας, μειώνεται το προσωπικό που αποχωρεί για λόγους που συνδέονται με την οικογενειακή του κατάσταση ή/και άλλους λόγους όπως για παράδειγμα η απόσταση μεταξύ της οικίας και του χώρου εργασίας.
Αδιαμφισβήτητα, η επιτυχία μιας επιχείρησης δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα μιας μεμονωμένης και μοναδικής πρακτικής αλλά ενός συνόλου πολιτικών και πρακτικών εστιασμένων στις νέες τάσεις και ανάγκες τόσο της ίδιας της επιχείρησης όσο και των εργαζομένων της. Οι καιροί αλλάζουν και παρά τις αρχικές επιφυλάξεις πολλών για τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης, έχει αποδειχτεί η αξία τους. Έχουν έρθει για να μείνουν.
ΑΝΔΡΕΑΣ Φ. ΜΑΤΣΑΣ ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΣΕΚ
ΑΠΟΔΕΚΤΗ ΥΠΟ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ
Η ευελιξία στην εργασία, αποτελεί μια έννοια που επιδέχεται πολλών και διαφορετικών ερμηνειών και οριοθετείται με διαφορετικό τρόπο, ανάλογα με την προσέγγιση και τη φιλοσοφία που υιοθετείται σε ό,τι αφορά τη χάραξη του πλαισίου λειτουργίας της αγοράς εργασίας. Είναι ακριβώς γι΄ αυτό το λόγο που στις αρχές του 21 αιώνα, υιοθετήθηκε ο όρος «ευελασφάλεια», ο οποίος οριοθετούσε το δικαίωμα στην ευελιξία, με την εφαρμογή νέων μορφών απασχόλησης, διασφαλίζοντας όμως ότι, αυτές δεν θα είχαν ως στόχο την εκμετάλλευση των εργαζομένων, είτε μειώνοντας τα ωφελήματα και τα δικαιώματα τους, είτε θέτοντας υπό κίνδυνο την απασχόληση.
Την ίδια χρονική περίοδο, η ευελιξία και οι εν γένει ευέλικτες μορφές απασχόλησης, διασυνδέθηκαν με την προσπάθεια προώθησης της συμφιλίωσης οικογένειας και εργασίας, δίνοντας μια πιο κοινωνική διάσταση στην όλη προσέγγιση. Σήμερα, που η αγορά εργασίας αλλάζει με πολύ πιο γρήγορους ρυθμούς απ’ ό,τι αρχικά είχε ενδεχομένως υπολογιστεί, θα πρέπει να καθορίσουμε τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης που μπορούν να δημιουργήσουν ισορροπία στην αγορά εργασίας και εξισορρόπηση ανάμεσα σε εργαζόμενους και εργοδότες σε ό,τι αφορά την εύρυθμη λειτουργία των εργασιακών σχέσεων, συνδράμοντας την ίδια στιγμή στη δημιουργία προοπτικής ανάπτυξης της οικονομίας και της απασχόλησης.
Παράλληλα, ως συνδικαλιστικό κίνημα, θα πρέπει να αφουγκραστούμε και τις ανάγκες αλλά και τις επιλογές της ίδιας της κοινωνίας και κατ’ επέκταση των εργαζομένων, ιδιαίτερα ανάμεσα στους νέους, έτσι ώστε να μπορέσουμε να διασφαλίσουμε τα δικαιώματα και το μέλλον τους.
Η πρόκληση βρίσκεται ενώπιόν μας, μακριά από δογματισμούς και αγκυλώσεις λαμβάνοντας υπόψη τις νέες τάσεις που δημιουργεί η ψηφιοποίηση της αγοράς εργασίας, η καινοτομία στην ανάπτυξη και τα χαρακτηριστικά των νέων εργαζομένων. Ένα πρώτο βήμα έχει ήδη γίνει, στο πλαίσιο της ρύθμισης της τηλεργασίας, ενώ σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, η πρόσφατη Συμφωνία Πλαίσιο για την ψηφιοποίηση, δημιουργεί τις δυνατότητες καλύτερης διαχείρισης των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι πλατφόρμας.
Οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης είναι αποδεκτές μέσα στο κυπριακό εργασιακό πλαίσιο όταν συνυπάρχουν δύο βασικά στοιχεία. Το πρώτο είναι να συνάδουν και να σέβονται σε απόλυτο βαθμό τα ανθρώπινα και συνδικαλιστικά δικαιώματα και το δεύτερο, (εξίσου σημαντικό), να μην δημιουργούν συνθήκες ή καταστάσεις που συμβάλλουν στην απορρύθμιση της αγοράς εργασίας.
Το τελευταίο διάστημα και ως αποτέλεσμα των προβλημάτων που προκάλεσε η πανδημία, η τηλεργασία βρέθηκε στην πρώτη γραμμή των εναλλακτικών μορφών απασχόλησης και έπρεπε να τύχει γρήγορης και αποτελεσματικής διαχείρισης.
Η ΣΕΚ υπέβαλε γραπτές εισηγήσεις στην κυβέρνηση στα πλαίσια των προσπαθειών για νομοθετική ρύθμιση της τηλεργασίας, ενώ κυκλοφόρησε – με σχετική ανακοίνωση στην Εργατική Φωνή – κατευθυντήριες γραμμές που πρέπει να ακολουθούνται για την τηλεργασία. Οι σχετικές κατευθυντήριες γραμμές προκύπτουν από τις πρόνοιες της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας Πλαισίου για την τηλεργασία.
Σημαντικότερο από όλα, είναι το γεγονός ότι η επιλογή της τηλεργασίας, ως μορφή απασχόλησης, πρέπει να γίνεται οικειοθελώς και να μην είναι προϊόν εξαναγκασμού από τον εργοδότη προς τον εργοδοτούμενο. Παράλληλα, στο νομοσχέδιο που έχει συμφωνηθεί μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και της Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, διασφαλίζεται σαφώς, το δικαίωμα των εργαζομένων στην αποσύνδεση.
Μια άλλη μορφή απασχόλησης που βρίσκει αρκετό έδαφος στην Κύπρο είναι η μερική απασχόληση. Το τέταρτο τρίμηνο του 2021, συνολικά 49,848 άτομα (ποσοστό 11.2% του συνόλου των απασχολουμένων) εργάζονταν με μερική απασχόληση.
Υπάρχουν βέβαια και άλλες μορφές ευέλικτης απασχόλησης, ενώ είναι γνωστό πως στην Κύπρο σε συνεργασία της Κυπριακής Δημοκρατίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση λειτουργεί «Σχέδιο χορηγιών για ένταξη στην απασχόληση με ευέλικτες ρυθμίσεις», π.χ. ευέλικτα / ελαστικά ωράρια εργασίας, συμπιεσμένη εργάσιμη εβδομάδα, δηλαδή ο εργαζόμενος να μπορεί να εργαστεί τις συνολικές του εβδομαδιαίες ώρες σε διάστημα λιγότερων ημερών κλπ. Η ΣΕΚ στηρίζει τις εναλλακτικές μορφές απασχόλησης, με τις προϋποθέσεις που έχουν προαναφερθεί στην εισαγωγή και υπό την αδιαπραγμάτευτη αρχή πως αυτές θα πρέπει να είναι προϊόν κοινωνικού διαλόγου και συμφωνίας ανάμεσα στους κοινωνικούς εταίρους, αποτρέποντας σαφώς, τις άτυπες και επισφαλείς μορφές απασχόλησης, την ασυδοσία και την εκμετάλλευση των εργαζομένων.
ΣΩΤΗΡΟΥΛΛΑ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΠΕΟ
Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΛΕΙΣΤΕΣ ΧΩΡΕΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΗ
Η συζήτηση για τις λεγόμενες ευέλικτες μορφές απασχόλησης διεξάγεται εδώ και χρόνια στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επισημοποιήθηκε ως πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Στρατηγική της Λισαβόνας, η οποία συνέδεσε της ευέλικτες μορφές απασχόλησης με την καταπολέμηση της ανεργίας, την αύξηση της συμμετοχής των νέων, των γυναικών και των μεγαλύτερων σε ηλικία στην απασχόληση, του στόχου του συνδυασμού εργασίας και οικογένειας, και την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης. Σε μια προσπάθεια δε να υπογραμμίσουν οι δυνάμεις που καθορίζουν την πολιτική της Ε.Ε. ότι οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης μπορεί να είναι θετικές για όλους και μπροστά στις ανησυχίες των εργαζομένων για τις επιπτώσεις της ευελιξίας, εφηύραν και ένα ευφάνταστο όρο, ευελιξία με ασφάλεια και μας προέκυψε η «ευασφάλεια».
Η εμπειρία από τις περισσότερες χώρες της Ε.Ε. είναι ότι κάθε άλλο παρά ασφαλή και αξιοπρεπή εργασία προσφέρουν στους εργαζόμενους οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης. Ιδιαίτερα στα χρόνια της βαθιάς οικονομικής κρίσης, από το 2008 και μετά, με τις ακραίες νεοφιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές που εφαρμόστηκαν, την ψηλή ανεργία που δημιουργήθηκε, οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης αξιοποιήθηκαν ως ακόμα ένας μηχανισμός υπόσκαψης της ρυθμισμένης με δικαιώματα εργασίας. Στις παλιές μορφές ευέλικτης εργασίας προστέθηκαν καινούριες, η εργασία με μηδενικά συμβόλαια (zero-contracts ) η εποχιακή απασχόληση, η ψευδοαυτοαπασχόληση. Το αποτέλεσμα, η δραματική διεύρυνση των εργαζομένων φτωχών.
Ούτε και η Κύπρος έμεινε ανέπαφη από αυτό το φαινόμενο. Ιδιαίτερα μετά το 2013 και το σοκ που υπέστη η κυπριακή οικονομία από το κούρεμα και το μνημόνιο, με την ανεργία να πλησιάζει το 17% και να είναι ακόμα ψηλότερη ανάμεσα στους νέους, η ανάγκη για μια δουλειά, και πολιτικές αποφάσεις όπως η φιλελευθεροποίηση των ωραρίων εργασίας στα καταστήματα, οδήγησαν στην δραματική αύξηση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης. Η μερική απασχόληση έφτασε στο 18% ενώ το 90% των εργαζομένων με εργασία ορισμένου χρόνου εργαζότανε με αυτή την μορφή εργασίας όχι από επιλογή, αλλά γιατί δεν έβρισκε άλλη εργασία πλήρους απασχόλησης.
Η άλλη σημαντική μας εμπειρία από τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης είναι η αναγκαστική τηλεργασία μέσα στην πανδημία, όπου καταδείχθηκε ότι στην απουσία ρυθμιστικού πλαισίου και ελέγχου αυτό που φάνταζε ότι ως η ιδεώδης λύση συνδυασμού εργασίας και οικογένειας δεν ήταν ακριβώς έτσι, αφού το όριο μεταξύ χρόνου εργασίας και ιδιωτικού χρόνου έγινε δυσδιάκριτο, ενώ το εργασιακό άγχος ήταν πολύ ψηλό.
Επισημαίνουμε αυτά τα στοιχεία για να καταδείξουμε ότι αυτό με το οποίο η νεοφιλελεύθερη θεωρία έντυσε την προώθηση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, δηλαδή από την μια η επιλογή συνδυασμού εργασίας και οικογένειας και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας ουσιαστικά λειτούργησε μόνο στο ένα σκέλος, στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας με την χρησιμοποίηση των ευέλικτων μορφών εργασία για συμπίεση του εργατικού κόστους.
Καταγράφοντας αυτές τις πραγματικότητες δεν σημαίνει ότι ρίχνουμε στην πυρά κάθε πλαίσιο εργασίας που είναι διαφορετικό. Εκείνο που επισημαίνουμε είναι την ανάγκη κάθε μορφή απασχόλησης και ειδικότερα αυτές που ονομάζονται ευέλικτες, να τίθενται κάτω από ένα ρυθμισμένο πλαίσιο. Να είναι πραγματικά εθελοντική επιλογή των εργαζομένων, να έχουν επιλογή και προτεραιότητα να εργαστούν με πλήρη απασχόληση, να έχουν ίδιες ευκαιρίες ανέλιξης, κατάρτισης και βεβαίως να έχουν ρυθμισμένους όρους απασχόλησης, οι οποίοι να μην είναι υποδεέστεροι από τους όρους απασχόλησης των υπόλοιπων εργαζομένων που εργάζονται είτε με πλήρη απασχόληση, είτε εργάζονται από τους χώρους εργασίας. Αυτές είναι για παράδειγμα οι αρχές πάνω στις οποίες κινηθήκαμε για να ρυθμίσουμε το πλαίσιο διεξαγωγής της τηλεργασίας στη CYTA, καθιστώντας την μέρος ρυθμίσεων που περιλαμβάνονται στη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. Αυτές είναι και οι αρχές που καταθέσαμε στον κοινωνικό διάλογο για τη θέσπιση του Νόμου για την Τηλεργασία.
Η πυξίδα με την οποία η ΠΕΟ προσεγγίζει το κεφάλαιο των ευέλικτων μορφών απασχόλησης είναι πολύ συγκεκριμένη. Αγωνιζόμαστε για προστασία των εργαζομένων από μορφές εργασίας που εντατικοποιούν την εργασία, εντείνουν την εκμετάλλευση και εμβαθύνουν την απορρύθμιση. Αγωνιζόμαστε ενάντια στην φθηνή εργασία.
Από το τεύχος Ιουνίου του περιοδικού Insider