Αλεξία Καλογεροπούλου : Δελτίο Θυέλλης. Εκδόσεις 24 γράμματα, 2022.
Το “Δελτίο Θυέλλης” είναι η τρίτη κατά σειρά ποιητική συλλογή της Αλεξίας Καλογεροπούλου. Πρόκειται για ένα είδος ποιητικής αντίστιξης, στο βαθμό που στις ενότητες του ενιαίου ποίηματος αποτυπώνεται η συνήχηση διαφορετικών περιγραφών ή/και θεμάτων (τοπογραφιών και προσωπογραφιών), οι οποίες ωστόσο υπηρετούν την κεντρική μορφολογική κλίμακα του ποιητικού αναστοχασμού.
Απο την άποψη αυτή η Καλογεροπούλου – αφομοιώνοντας το αισθητικό υλικό της από τη διαχρονία του σύγχρονου ποιητικού λόγου- διευρύνει την εκφραστική της οντολογία, πέρα από την κοινωνική εμπειρία αλλά και τη σωματικότητα των λέξεων.

Καθώς υιοθετεί ένα πολυδύναμο εκφραστικό ιδίωμα -το οποίο ενίοτε διατυπώνεται και ως μια φύση προφορικότητας- προεξαγγέλλει την συνεκτική εικονολογία αρχετυπικών θεμάτων και, κυρίως, ερωτημάτων. Αυτή ακριβώς η ποιητική προσέγγιση και αντίληψη ερωτημάτων γίνεται και η πρωταρχική μήτρα για το σχηματισμό μιας αυτογνωστικής επικράτειας, στην οποία κυριαρχεί η εσωτερίκευση του βιώματος. Είτε αυτό το βίωμα είναι υπαρξιακή μνήμη είτε συνύπαρξη του πραγματικού και γήινου με μορφές συναισθηματικής και ψυχικής ενδελέχειας, η Καλογεροπούλου αναμετράται με την οντολογία των λέξεων χωρίς να παγιδεύεται σε τυποποιημένα σχήματα γραφής.
Οι άνθρωποι κοιμούνται
τα ζώα αναπαύονται
η φύση ηρεμεί
-πόσο χρόνο έχω άραγε στη γη ακόμα; –
κοιτώ τα πουλιά στον ουρανό
με τα λευκά φτερά
τι εκτελούν;
Εν προκειμένω δεν έχουμε κατάληξη αλλά μια διαδικασία, μια περιπέτεια, που καθοδηγείται απο το ερώτημα το οποίο δεν εξαντλείται στο πεδίο της απορίας αλλά επιστρέφει στον τρόπο αντίληψης ενός συμβάντος ή ενός πειρασμού. Η περιπέτεια του ερωτήματος -που είναι και περιπέτει του είναι- αποτελεί το κεντρικό πυλώνα της ποίησης στο “Δελτίο Θυέλλης”. Η Καλογεροπούλου αναζητά και την ανάλογη μορφολογία που διέπει τις οντογενέσεις του λόγου για να εκφράσει τη δική της αισθητική κλίμακα. Έτσι οδηγεί την ανάγνωση στην υπαρξιακή ενδοχώρα, δημιουργώντας ποίηση αναστοχασμού, κυρίως όταν προσφεύγει εμφατικά στη χρονική της αναμέτρηση με το απροσδόκητο, όπου ο λόγος της ανιχνεύει αλλά και διασταυρώνεται με ποιητές καθώς και με πολύτροπες περιπέτειες του ανθρώπινου βίου.
Έτσι μιλά για “ιδιότυπα δόρατα”, για “κορμιά αμείλικτα/τυφλά απο ένστικτα”, για “συμφορές της θνητότητας” για “σώματα που φθίνουν” σ` έναν πολύπλοκο κόσμο που κυριαρχεί η αγελοποίηση, η κρίση και ο φόβος. Και τα τρία αυτά στοιχεία αποτελούν το stimuli για την ανάπτυξη μιας μορφολογίας που διακαώς αναζητά το μυστικό και το μυστήριο με όρους ποιητικού ιδιώματος. Ο όρος αυτός δεν θέτει σε δοκιμασία και δεν υπονομεύει την αξία του ποιητικού ύφους της Καλογεροπούλου. Απεναντίας το αναβαθμίζει, αφού το συναρτά τόσο με την υπαρξιακή ερμηνευτική όσο και με απεικόνισεις και δονήσεις ενός κόσμου υπερ-πραγματικότητας.
{…} όταν ελεύθερη
καίω τα δάση μου
και παίρνω
ανάσα απ` των
Νηρηίδων το
σοφό τραγούδι
κι ας μην ξέρω τι λέει
κι ας μην καταλαβαίνω
αν τα λόγια
είναι εύθυμα
ή πένθιμα {…}
Στο “Δελτίο Θυέλλης” η γλώσσα καταλήγει να μεταμορφώνει τα φαινόμενα που αντικρίζουμε, φτάνοντας σε σημείο ανάγνωσης μιας σύντομης καθημερινής ιστορίας ως σημείου γένεσης σύνθετων ιδεών και υπαρξιακών ιδιοτήτων. Όταν λοιπόν μιλάμε για την ποιητική γλώσσα της Καλογεροπούλου, μιλάμε κυρίως για μια υπαρξιακή αισθητική που βρίσκεται εκτός ορίων της τρέχουσας ποιητικής υπερβολής, του τετριμμένου ύφους και της τυποποιημένης γλώσσας, απλοϊκής και ευεπίφορης στην αφασία, που ωστόσο κυριαρχεί στη σύγχρονη λογοτεχνική παραγωγή, δημιουργώντας την -κατά Roland Barthes- “βολική άσκηση της ανάγνωσης”.
Σε κάθε περίπτωση, η Καλογεροπούλου στο “Δελτίο Θυέλλης” μας εξοικειώνει με την αμφισημία των λέξεων, το ανοικτό τέλος του στίχου, και -σε πολλά σημεία της συλλογής- με την αβεβαιότητα του νοήματος. Πρόκειται στην ουσία για μια συλλογή αυθεντικού χαρακτήρα με αισθητική αξίωση που, ως αναγνώστες, νιώθουμε μέθεξη με την ποιητική κοσμογραφία της Αλεξίας Καλογεροπούλου. Εμφορούμενη από υπαρξιακή ανησυχία, παρατηρεί και αποτυπώνει τις συνδηλώσεις των σημερινών, πλην όμως διαχρονικών προβληματισμών και υπαρξιακών αινιγμάτων.