Με αφορμή την πρεμιέρα της ταινίας της «Together Apart», που προβάλλεται σήμερα στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Κινηματογραφικές Μέρες Κύπρος 2025, η Κύπρια σκηνοθέτρια αφηγείται το γεμάτο εκπλήξεις σενάριο της δικής της ζωής και δηλώνει με κάθε βεβαιότητα: «Τίποτα δεν θα έκανα διαφορετικά».
–Με ποια αίσθηση θέλεις να φεύγουν από την κινηματογραφική αίθουσα οι θεατές του «Together Apart»; Έχοντας πάρει απαντήσεις ή θέτοντας νέα ερωτήματα στον εαυτό τους; Θα ήθελα παρακολουθώντας αυτή την ταινία ο θεατής να καταφέρει να νιώσει τους δύο πρωταγωνιστές, οι οποίοι βρίσκονται στο μεταίχμιο μιας κατάστασης ανάμεσα στον χωρισμό και την επανασύνδεση. Σε κάτι πολύ ακατέργαστο. Αυτό το ακατέργαστο είναι ακριβώς και ο στόχος της ταινίας. Η αποτύπωση των συναισθημάτων αυτών των δύο ανθρώπων και ο τρόπος με τον οποίο ο θεατής θα εισπράξει αυτή τη διαδικασία.
–Γιατί επέλεξες να τοποθετήσεις τους πρωταγωνιστές σου σε ένα απομωνομένο νησί; Το νησί λειτουργεί σαν ένας τρίτος χαρακτήρας μέσα στην ταινία, γιατί είναι ένα μέρος μέσα στη φύση, όπου δεν υπάρχουν άλλοι άνθρωποι. Με τον ίδιο τρόπο απομονώνονται και τα συναισθήματά τους, μένοντας μόνοι ο ένας απέναντι από τον άλλο. Για μένα είναι πάρα πολύ σημαντικές αυτές οι εικόνες και αυτός ο χώρος που τους περιβάλλει και που τους αγκαλιάζει να δουν μέσα τους αλλά και τον άλλο.
–Νιώθεις ότι ο καθένας μπορεί να αναγνωρίσει τον εαυτό του στην ταινία; Νομίζω είναι μια ταινία μέσα από την οποία πάρα πολλοί άνθρωποι θα βρουν δικά τους στοιχεία, σε όποια φάση της ζωής τους ή των σχέσεών τους και αν βρίσκονται, γιατί παρόλο που κάποια πράγματα τα βιώνουμε διαφορετικά, σίγουρα υπάρχει ένας κοινός τόπος για όλους στο τι σημαίνει να αγαπάμε κάποιον ή στο τι σημαίνει να μπορούμε ή όχι να είμαστε μαζί του.

–Εμβαθύνοντας σε αυτό, ποιο είναι για σένα το πιο σημαντικό στοιχείο, ώστε μια σχέση να είναι πετυχημένη και ισότιμη; Το να καταφέρουν δύο άνθρωποι μέσα από τον σεβασμό, την αγάπη, την αναγνώριση ο ένας τους άλλου, να διατηρούν την προσωπική τους ακεραιότητα. Και αυτή η ακεραιότητα- το να καταφέρεις δηλαδή να μην χάνεσαι μέσα στον άλλο ή να γίνεσαι ο άλλος ή να συμβιβάζεσαι- να τροφοδοτεί τον άλλο και τη σχέση για να μπορούν μαζί να εξελίσσονται.
–Υπήρχαν και δικά σου, προσωπικά βιώματα, που διείσδυσαν μέσα στην ταινία; Ναι. Σίγουρα αντλώ και από τα δικά μου βιώματα αλλά και από τα βιώματα πολλών ανθρώπων γύρω μου που βρίσκονται σε αυτήν την κατάσταση ή -να το θέσω καλύτερα- σε αυτόν τον προβληματισμό, γιατί η αγάπη των ανθρώπων -ειδικά όταν συνδέονται από παιδιά- δεν σταματάει ποτέ. Όλα αυτά, είναι ένας προβληματισμός της εποχής μας τεράστιος. Βλέπουμε σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη εποχή, το πόσοι άνθρωποι γύρω μας αναρωτιούνται και προβληματίζονται για τις σχέσεις, οι οποίες δεν είναι με τον ίδιο τρόπο δεδομένες, όπως ήταν παλιότερα. Επομένως και σαν προσωπικό βίωμα, ένιωσα ότι ήθελα να το διερευνήσω, να το ψάξω και να το αποτυπώσω σε εικόνα.
–Έπειτα από 20 χρόνια κοινής ζωής με τον ίδιο άνθρωπο, πώς ήταν για σένα να ξεκινάς ξανά τη ζωή σου από την αρχή; Η δική μου προσέγγιση στη ζωή είναι ότι ούτε ξεκινάει αλλά ούτε και τελειώνει κάτι· απλώς μεταβάλλεται. Παίρνει άλλη μορφή. Οι άνθρωποι είναι εκεί, και αυτό δεν αλλάζει. Πάντα θα είμαι σε σχέση με τον Γιάννη, γιατί έχουμε δύο υπέροχα παιδιά που μας συνδέουν αλλά και ένα παρελθόν 20 χρόνων, το οποίο έχουμε μοιραστεί. Επομένως, τίποτα δεν τελειώνει και τίποτα δεν ξεκινά. Απλώς μεταβάλλεται, έτσι ώστε να μπορούμε να είμαστε ακέραιοι.
–Στις δουλειές σου νιώθω ότι αναζητάς το βάθος των πραγμάτων, δεν λες απλώς μια ιστορία. Επαναπροσδιορίζεις και η ίδια τον εαυτό σου μέσα από τη συγγραφή και τη σκηνοθεσία των ταινιών και των παραστάσεών σου; Καθημερινά. Και αυτός είναι και ο πρώτος λόγος που το κάνω. Υπάρχουν πάρα πολλά επαγγέλματα, αλλά ειδικά στην τέχνη και για μένα προσωπικά, αυτή η διαδικασία, είναι ένα ταξίδι προσωπικής εξέλιξης πρώτα από οτιδήποτε άλλο. Επαναπροσδιορίζω συνέχεια τον εαυτό μου μέσα από τον προβληματισμό του πώς εκφράζει κανείς τα πράγματα.

–Γυρνώντας τον χρόνο πίσω, τι θα απέφευγες και τι θα έκανες πιο γρήγορα; Δεν θα άλλαζα τίποτα, γιατί κάθε τι που γίνεται έχει αποτέλεσμα. Δηλαδή, κάποια διαφορετική επιλογή που θα έκανα, πιθανότατα θα με οδηγούσε σε μια τελείως άλλη ζωή από αυτήν που έχω τώρα. Η ζωή μου, μ’ αρέσει. Αγαπώ τη ζωή μου, αγαπώ τους ανθρώπους που έχω γύρω μου, τα βιώματά μου, άρα είναι πολύ δύσκολο να πω ότι θα έκανα τα πράγματα αλλιώς. Τα δέχομαι και τα αγκαλιάζω σαν αυτά που είναι και με αυτά προχωρώ.
–Το 1996, με το «Δρόμοι και πορτοκάλια», υπήρξες η πρώτη Κύπρια γυναίκα σκηνοθέτρια που έκανε την πρώτη της ταινία σε ηλικία 23 χρονών. Συγκριτικά μιλώντας, τι σημαίνει να είσαι σήμερα γυναίκα σκηνοθέτρια και τι σήμαινε όταν ξεκινούσες; Όταν ξεκινούσα ήταν πάρα πολύ δύσκολο, γιατί 23 χρονών, στην πραγματικότητα πέρα από τους ανθρώπους που έφερα κοντά μου και τη χρηματοδότηση που είχα πάρει από το κράτος, από τους υπόλοιπους δεν νομίζω ότι με πήρε κανείς στα σοβαρά όταν είπα ότι θα κάνω ταινία. Δηλαδή, ήμουν σε ένα τοπίο που έβλεπαν ένα κορίτσι 23 χρονών και το αντιμετώπιζαν με καχυποψία. Έχω περάσει άπειρες ώρες σε γραφεία ανθρώπων που πήγαινα για υποστήριξη για την ταινία, που δεν ήξεραν πώς να με αντιμετωπίσουν. Άκουγα πράγματα του στυλ, «Εντάξει, είσαι μικρή ακόμα. Έχεις χρόνο». Όλα αυτά, παρόλο που με «δυσκόλεψαν» πρακτικά, δεν επηρέασαν καθόλου τη δική μου πεποίθηση ότι μπορούσα να το κάνω και να το ολοκληρώσω. Δεν σκεφτόμουν ποτέ η ίδια, είμαι γυναίκα άρα πώς θα το κάνω αυτό ή πώς με αντιμετωπίζουν. Σήμερα, μπορώ να σου πω ότι τους συγχωρώ όλους αυτούς τους ανθρώπους, γιατί είναι μέσα σε ένα κοινωνικό πλαίσιο πατριαρχικό, το οποίο χρειάζεται πάρα πολλή δουλειά, για να αλλάξει.
–Από τη δική σου θέση, νιώθεις ότι έχεις μια μεγαλύτερη ευθύνη για το πώς επηρεάζεις τον κόσμο μέσα από την τέχνη σου; Ναι. Οι άνθρωποι που ασχολούμαστε με τον κινηματογράφο, έχουμε ευθύνη να αποτυπώνουμε τη γυναικεία ευαισθησία και τον γυναικείο τρόπο σκέψης -που είναι πολύ διαφορετικός από τον ανδρικό-, μέσα στις ταινίες μας. Που και πάλι αυτό είναι ένα πρότυπο και μια εικόνα επηρεασμένη από αιώνες ανισότητας της γυναίκας και του άντρα. Και δεν χρειάζεται να πάει κανείς πολύ πίσω: Μια ταινία του ’80 ή του ’90 να δει κανείς σήμερα, θα σοκαριστεί με τον τρόπο που παρουσιάζονταν τότε οι γυναίκες. Επομένως, έχουμε ευθύνη να προβληματιστούμε γι’ αυτό και να το αποτυπώσουμε στην τέχνη μας.
–Τριάντα χρόνια από την πρώτη σου ταινία, σήμερα γιατί κάνεις σινεμά; Δεν ήταν ποτέ επιλογή το να κάνω σινεμά. Νιώθω σαν να ήταν κάτι στο οποίο απλά οδηγήθηκα μέσα από μια εσωτερική δύναμη και ποτέ δεν αναρωτήθηκα γιατί το κάνω και γιατί συνεχίζω να το κάνω. Για μένα δεν ήταν ποτέ πραγματική ερωτήση το γιατί κάνω σινεμά. Κάνω σινεμά γιατί αγαπώ τις εικόνες, αγαπώ τον ήχο, αγαπώ να δουλεύω με τους ηθοποιούς. Είναι μια ζωτική ενέργεια, που με βοηθάει να καταλάβω τον κόσμο και να τον μοιραστώ με τον τρόπο που τον καταλαβαίνω.
–Είσαι μαμά δύο παιδιών. Πώς βιώνεις τη μητρότητα; Η μητρότητα είναι μια υπέροχη κατάσταση, κατά την οποία ξαφνικά κανείς σταματά να βρίσκεται μέσα στο δικό του, εγωκεντρικό σύμπαν και ξεκινά να είναι για κάποιον άλλο. Όλη αυτή η αγάπη, η τρυφερότητα, το νοιάξιμο και η φροντίδα την οποία πρέπει να δώσει κανείς στα παιδιά του, νομίζω είναι κάτι που δίνει στον άνθρωπο ένα τεράστιο μάθημα, για να τον κάνει να εξελιχθεί, να βγει από τον δικό του εγωκεντρισμό και να δει πιο έξω από τον εαυτό του. Επίσης, το γεγονός ότι από τη μία υπάρχουν δύο παιδιά και από την άλλη η επιθυμία για δημιουργία, με έμαθε να διαχειρίζομαι διαφορετικά τον χρόνο και να αντιλαμβάνομαι ότι οι δυνατότητές μου είναι πολύ μεγαλύτερες από αυτές που νόμιζα ότι είχα. Το τι παίρνω από τα παιδιά μου, όλη αυτή την αυθεντικότητα, την αγνότητα, την αλήθεια τους, με κάνει να θέλω να γίνομαι κάθε μέρα ένας άνθρωπος δυνατός, που να μπορεί να δίνει στα παιδιά του. Να είμαι μια μαμά που αξίζουν να έχουν.

–Με εσένα μαμά σκηνοθέτρια και τον Γιάννη Στάνκογλου μπαμπά ηθοποιό, να υποθέσω ότι και τα παιδιά σας είναι καλλιτεχνικές φύσεις; Είναι. Είναι μέσα στο θέατρο και στο σινεμά από μωρά και είναι πάρα πολύ ωραίο αυτό, γιατί έχουν δικές τους τελείως προσωπικότητες και διαχειρίζονται αυτό το στοιχείο της τέχνης, είτε αυτό είναι μουσική είτε αυτό είναι θέατρο, εικόνα, ζωγραφική, συγγραφή κτλ, με τους δικούς τους τρόπους. Είναι υπέροχα και τα δύο παιδιά και νομίζω ότι θα ακολουθήσουν τον δικό τους δρόμο, γιατί το πιο σημαντικό είναι ότι μέσα από την τέχνη νομίζω οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται έναν κόσμο με άπειρες δυνατότητες.
–Καταφέρνεις να τα μεγαλώνεις με αισιοδοξία, παρά το ζοφερό τοπίο που επικρατεί παντού γύρω μας; Κυρίως με αισιοδοξία. Αισιοδοξία και πίστη στον εαυτό τους ότι μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν. Ότι μπορούν να πετύχουν ό,τι ονειρευτούν. Η ενδυνάμωση και η πίστη στον εαυτό τους για το τι μπορούν να κάνουν είναι το πιο σημαντικό για μένα. Να πιστέψουν στα συναισθήματά τους, να μπορούν να έχουν αυτή την ενδοσκόπηση για τον εαυτό τους και να κρίνουν. Να μην δέχονται τα πράγματα γύρω τους, απλά όπως έρχονται. Ως γονείς και εγώ και ο μπαμπάς τους είμαστε πολύ αισιόδοξοι άνθρωποι. Από εκεί και πέρα, σίγουρα εγώ προσπαθώ παράλληλα, να μην τους κρύβω και τα αρνητικά. Θεωρώ ότι είναι πολύ σημαντικό τα παιδιά να ζουν και να καταλαβαίνουν τι γίνεται γύρω τους και να μην ζουν σε μια φούσκα. Να μάθουν να διαχειρίζονται και τα αρνητικά που συμβαίνουν με μαχητικότητα και μετά με αισιοδοξία και να πηγαίνουν παρακάτω.
–Η ίδια μεγάλωσες από μια πολύ δυναμική μαμά. Βλέπεις στοιχεία δικά της σε σένα ως μητέρα; Σίγουρα. Δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από τον τρόπο που μεγαλώσαμε και όσο περνούν τα χρόνια, τόσο περισσότερο καταλαβαίνουμε το πόσο ποτισμένοι είμαστε, ακόμα και γενετικά από τους γονείς μας. Μεγάλωσα με πάρα πολλή αγάπη και είμαι πάρα πολύ ευγνώμων γι’ αυτό. Είχα μια πάρα πολύ δυναμική μαμά, με τον δικό της τρόπο και μια πάρα πολύ δυναμική γιαγιά. Είχα ανθρώπους γύρω μου, όλη την οικογένειά μου, τον παππού μου, την αδερφή μου, τις θείες μου, που μου έδιναν αυτή την αίσθηση, ότι τα πάντα είναι δυνατά. Ακόμα και σε σχέση με τον πατέρα μου, τον οποίο σχεδόν δεν γνώρισα, μόνο από τα πράγματα που ξέρω γι’ αυτόν, πιστεύω ότι τα γονίδιά του έχουν περάσει μέσα μου και είναι εκεί και με σπρώχνουν και πάντα υπάρχει και ένα αστέρι κάπου που με προστατεύει και μου δίνει τη δύναμη να προχωρώ.
–Η Κύπρος είναι αναπόσπαστο μέρος της ταυτότητάς σου. Σου λείπει, έπειτα από τόσα χρόνια που ζεις στην Αθήνα; Μου λείπει η Κύπρος και αυτό είναι κάτι ανεξήγητο. Αγαπώ τις θάλασσές της, τη Λευκωσία, τα βουνά, τους ανθρώπους της και τον τρόπο με τον οποίο νιώθω απίστευτη οικειότητα. Είναι σαν να ξυπνά μέσα μου μια άλλη ζωντάνια και μια αίσθηση σύνδεσης με την πραγματικότητα. Αυτά πάντα τα νιώθω όταν έρχομαι στην Κύπρο και γι’ αυτό μου αρέσει τόσο πολύ να δουλεύω εδώ. Νιώθω πάντα πολύ ελεύθερη να δημιουργήσω. Όλα αυτά μου λείπουν όταν είμαι μακριά.
–Πέρασε ποτέ από το μυαλό σου η σκέψη να επιστρέψεις μόνιμα; Ναι, το έχω σκεφτεί, αλλά πάντα νιώθω ότι χρειάζομαι αυτή την αίσθηση της πιο μεγάλης πόλης, με πάρα πολλά πράγματα να συμβαίνουν γύρω μου και με ανθρώπους να περπατούν μέσα στους δρόμους. Αυτή η ζωή η οποία είναι πιο εμφανής και δεν τη ζει ο καθένας μέσα στο σπίτι του.

–Τι νιώθεις ότι λείπει σήμερα από την Κύπρο; Όλα τα προβλήματα, ξεκινώντας από πολύ παλιά -γιατί τώρα δουλεύω πάνω στην επόμενη ταινία μου η οποία έχει να κάνει με το 1960, εκεί που ξεκινάει πραγματικά το πρόβλημα της Κύπρου κατά κάποιο τρόπο- και όλα που έχουμε δώσει πολιτικά, κοινωνικά ως χώρα, ως λαός, και από τα οποία με έναν πολύ αξιοθαύμαστο τρόπο καταφέραμε να επιβιώσουμε, μας έκαναν να μη διεισδύουμε τόσο βαθιά σε αυτό που λέγεται πολιτισμός. Νιώθω ότι είμαστε μια χώρα που ίσως τώρα ξυπνά και βλέπει ότι αυτή η καλλιέργεια η καλλιτεχνική, η πολιτιστική είναι κάτι σημαντικό. Για πάρα πολλά χρόνια νομίζω ήτανε πολύ περιορισμένα τα πράγματα στον τομέα του πολιτισμού, γιατί η εστίαση ήταν αλλού, στην επιβίωση, στα αγαθά, στον πλούτο που, εντάξει, καλά είναι και αυτά, αλλά χρειάζεται και ο εσωτερικός κόσμος και μια πιο βαθιά σχέση με τον πολιτισμό, γιατί τελικά ο πολιτισμός, πέρα από οτιδήποτε άλλο, είναι η μεγαλύτερη επένδυση που μπορεί να κάνει κάποιος για μια χώρα, για τα παιδιά του, για τον εαυτό του.
- Info: Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογραφικές Μέρες Κύπρος 2025, Η ταινία «Τόσο κοντά, τόσο μακριά» (Together Apart) της Αλίκης Δανέζη Knutsen, προβάλλεται την Κυριακή 6 Απριλίου στις 8μ.μ. στο Ζήνα Πάλας στη Λευκωσία και το Σάββατο 12 Απριλίου στις 8μ.μ. στο Θέατρο Ριάλτο Λεμεσού (λήξη φεστιβάλ) Rialto.interticket.com
Συνεργάτες συνέντευξης:
- Styling: Πωλίνα Λαμπόγλου
- Μαλλιά και μακιγιάζ: Κατερίνα Μητροπούλου
- Βοηθός Φωτογράφου: Αλέξανδρος Αλεξανδρής
- Ευχαριστίες στο Astor Hotel για την ευγενή φιλοξενία. Καραγεώργη Σερβίας, 16, Αθήνα. Τηλ: (+30) 2103351000.
DOWNTOWN, 6.4.2025