Ο Κύπριος κινηματογραφιστής εστιάζει με την πρώτη του ταινία στον ανθρώπινο αγώνα για αυτογνωσία και ελευθερία.
Με μια αξιοσημείωτη πορεία στην κινηματογραφία ως μοντέρ και καλλιτέχνης οπτικών εφέ και με δύο βραβευμένες ταινίες μικρού μήκους στο ενεργητικό του, διέβη με τη «Σμαράγδα» τον Ρουβίκωνα της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας. Έχοντας ήδη κάνει παγκόσμια πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Tallinn Black Nights 2024, το φιλμ αποκαλύπτεται και στο κοινό της Κύπρου ανοίγοντας το 23ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογραφικές Μέρες 2025. Η ιστορία της Σμαράγδας, που τοποθετείται στην Αγία Νάπα, επικεντρώνεται στον κοινό πυρήνα της ανθρώπινης εμπειρίας. Με προσωπική αφετηρία, ο Αιμίλιος Αβραάμ προσφέρει ένα κινηματογραφικό σχόλιο για την ανθεκτικότητα και την ανάγκη να βαδίζουμε με τους δικούς μας όρους στη ζωή.
–Αν έπρεπε να συμπυκνώσεις το θέμα της ταινίας σε μια μόνο εικόνα, ποια θα ήταν αυτή; Σε μια σκηνή βγαλμένη από όνειρο ή εφιάλτη, η Σμαράγδα ξεπροβάλλει από τη θάλασσα ουρλιάζοντας, με στάλες αλμύρας να κυλούν στους ώμους της. Πίσω της, μια αγέλη άγριων ζώων ξεπροβάλλει σαν σιωπηρός στρατός, έτοιμος να ορμήσει. Πίσω τους, απλώνεται ένα κύμα από ηλιοκαμένους τουρίστες με τα μάτια καλυμμένα, λες και δεν θέλουν ή δεν μπορούν να δουν τι εκτυλίσσεται μπροστά τους, ενώ τα παιδιά τους, αμέριμνα, μασουλάνε άμμο σαν να είναι το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο.
-«I Got Thick Skin and I Can’t Jump». Πώς συνδέεται αυτός ο τίτλος με την ιστορία της Σμαράγδας και τη θεματική του φιλμ; μΗ φράση αυτή ξεστομίζεται από την ηρωίδα της ταινίας, η οποία παρομοιάζει τον εαυτό της με τον ελέφαντα, το μόνο θηλαστικό ζώο της ξηράς με τόσο σκληρό δέρμα, που δεν μπορεί να πηδήξει. Μέσα από αυτή τη φράση δηλώνει πως, όσο κι αν τρώει σφαλιάρες, συναισθηματικές ή μη, δεν πρόκειται να κάνει αυτό που περιμένει η κοινωνία απ’ αυτήν.
–Πόσο κοντά νιώθεις εσύ στη διαδρομή της ηρωίδας και πόσο σε επηρέασε η πραγματική ιστορία που αποτέλεσε την έμπνευση; Θα έλεγα πως η ηρωίδα προσωποποιεί αυτό που πάντα θα ήθελα να είμαι. Ένα άτομο με ψυχική ανθεκτικότητα, που βαδίζει στη ζωή με τους δικούς του όρους, χωρίς να νιώθει την ανάγκη να απολογείται, εφόσον δεν βλάπτει κανέναν. Αυτό ακριβώς ήταν και το κύριο χαρακτηριστικό του κοντινού μου ανθρώπου, η πηγή έμπνευσης που οδήγησε στη δημιουργία της Σμαράγδας. Ένα άτομο με ηθική πυξίδα και αίσθηση ευθύνης, που κρατά την ελευθερία του μακριά από τον εγωισμό και την αδιαφορία.
–Πόσο περίπλοκη συναισθηματικά είναι η μετατροπή μιας βιωματικής αφετηρίας σε σενάριο και ταινία; Αν και η Σμαράγδα δεν ανήκει απόλυτα σε εκείνη την κατηγορία, μπορώ να πω με σιγουριά πως είναι αρκετά πολύπλοκη και πολυεπίπεδη. Σίγουρα συμμερίζομαι όσα νιώθει, γι’ αυτό και ήθελα να δημιουργήσω αυτή την ταινία. Σκοπός μου ήταν να εξερευνήσω πώς τα τραύματα του παρελθόντος, η αίσθηση ευθύνης να συμβαδίζουμε με τη σύγχρονη κοινωνία και η αβεβαιότητα του μέλλοντος επηρεάζουν τις πράξεις μας και ενδεχομένως έρχονται σε σύγκρουση με τις βαθύτερες ανθρώπινες ανάγκες μας.

–Πώς εξερευνάς τις πτυχές των προσωπικών σου αναζητήσεων; Η επόμενη ταινία μου (σ.σ. «Boys Of Summer»), που βρίσκεται ήδη στο στάδιο ανάπτυξης σεναρίου, είναι βαθιά προσωπική. Αντικατοπτρίζει τόσο όσα βίωσα όσο κι όσα νιώθω. Όταν βουτάς σε μια τέτοια διαδικασία, μπαίνεις εύκολα στη λογική του «θέλω να τα πω και να τα δείξω όλα». Και κινδυνεύει να υπερφορτωθεί το σενάριο με προσωπικές λεπτομέρειες που, όσο κι αν είναι σημαντικές για σένα, μπορεί να μη δένουν φυσικά στην ταινία. Εκεί έπρεπε να κάνω ένα βήμα πίσω και να δω τα πράγματα με φρέσκια ματιά. Μετά από αρκετές σκέψεις, γραφές, συμβουλές και διαρκή αυτοκριτική, νομίζω πως κατάφερα να βρω την ισορροπία ανάμεσα στην ειλικρίνεια και την αφηγηματική συνοχή, δίχως να χάσω τη βαθιά προσωπική της ταυτότητα.
–Πώς η ταινία επαναπροσδιορίζει την τοπική κουλτούρα και την ταυτότητα της Αγίας Νάπας πέρα από το στερεότυπο του τουριστικού προορισμού; Μέσα από την ιστορία της Σμαράγδας, η ταινία προσεγγίζει την Αγία Νάπα όχι απλώς ως τουριστικό προορισμό, αλλά ως έναν τόπο γεμάτο ανθρώπινες ιστορίες, προσωπικά τραύματα και εσωτερικές συγκρούσεις. Η κεντρική ηρωίδα βιώνει την πόλη της ως πεδίο καθημερινών προκλήσεων, καθώς αναζητά αυτογνωσία και ελευθερία μέσα σε έναν μικρό τόπο, όπου παραδοσιακά στοιχεία και σύγχρονες αντιφάσεις συμπορεύονται και συχνά συγκρούονται.
–Αν η Σμαράγδα ήταν άνδρας, πόσο διαφορετική θα ήταν η αντιμετώπισή της από την κοινωνία και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; Παρόλο που το φύλο μπορεί να επηρεάζει τις κοινωνικές αντιδράσεις, η ιστορία της Σμαράγδας επικεντρώνεται τελικά στον ανθρώπινο αγώνα για αυτογνωσία και ελευθερία, στοιχεία που υπερβαίνουν τα έμφυλα στερεότυπα. Αν ο χαρακτήρας ήταν άνδρας, θα αντιμετώπιζε πιθανότατα διαφορετικές προσδοκίες από το περιβάλλον του, ωστόσο η ουσία της διαδρομής του, δηλαδή η ανάγκη για προσωπική ολοκλήρωση και ξεπέρασμα παλιών τραυμάτων, θα παρέμενε ίδια. Σ’ ένα πιο παραδοσιακό κοινωνικό πλαίσιο, οι επιλογές της Σμαράγδας μπορεί να πυροδοτούν εντονότερες κριτικές, επειδή είναι γυναίκα. Από την άλλη πλευρά, ένας άνδρας θα είχε να αντιμετωπίσει άλλα εμπόδια ή στερεότυπα. Η διαφορά έγκειται κυρίως στον τρόπο με τον οποίο ο περίγυρος και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αντιμετωπίζουν την εκάστοτε επιλογή.
–Δεν είναι το φύλο της καθοριστικό για την εξέλιξη της ιστορίας; Θεωρώ ότι η ιστορία επικεντρώνεται στον κοινό πυρήνα της ανθρώπινης εμπειρίας, την προσπάθεια να βρούμε τον εαυτό μας και να συμφιλιωθούμε με τις ατέλειες και τις ανασφάλειες μας. Άλλωστε, είτε ο χαρακτήρας είναι άνδρας είτε γυναίκα, το πρωταρχικό ζητούμενο παραμένει να παρακολουθήσουμε την πορεία του προς την αυτοπραγμάτωση, κάτι που μας αγγίζει πέρα από κάθε έμφυτη διάσταση.

–Πιστεύεις ότι η ψηφιακή μας παρουσία λειτουργεί ως αποσυμπίεση ή ως ακόμα ένα βάρος στις υπαρξιακές μας ανησυχίες; Θα έλεγα πως μπορεί να λειτουργήσει ταυτόχρονα κι ως αποσυμπίεση, αλλά κι ως επιπλέον βάρος, ανάλογα με τον τρόπο που τη χρησιμοποιούμε. Στην περίπτωση της Σμαράγδας, για παράδειγμα, η ανάγκη για παρουσία στα social media λειτουργεί ως μέσο για έναν σκοπό μεγαλύτερο από αυτή. Από τη μια, η ελευθερία να εκφραστεί δημιουργικά τής προσφέρει μια διέξοδο, ενθαρρύνοντας τη φαντασία της και ενισχύοντας τη δυνατότητά της να επικοινωνεί με το κοινό της. Αυτή η αλληλεπίδραση μπορεί να λειτουργεί ως ανακούφιση, ειδικά όταν καταφέρνει να μεταδώσει ένα μήνυμα για αυτά που πιστεύει, κερδίζοντας την αίσθηση ότι προσφέρει κάτι ουσιαστικό. Από την άλλη, αν η ανάγκη για ολοένα και περισσότερους ακόλουθους και likes γίνει πρωταρχικός στόχος, τότε η όλη διαδικασία μπορεί να εξελιχθεί σε καθημερινό άγχος. Η διαρκής σύγκριση με άλλα προφίλ, η προσπάθεια διατήρησης μιας «ιδανικής» εικόνας ή ο φόβος της αποτυχίας, μπορούν να προσθέσουν βάρος στις υπαρξιακές της ανησυχίες. Σε τελική ανάλυση, η χρήση των ψηφιακών μέσων επιδρά τόσο θετικά όσο και αρνητικά, ανάλογα με το αν επιλέγουμε να τα αξιοποιήσουμε ως δημιουργικό και ενημερωτικό εργαλείο ή αν εγκλωβιζόμαστε στην ανάγκη διαρκούς επιβεβαίωσης.
–Πώς βλέπεις την κυπριακή κινηματογραφία σήμερα και τι χρειάζεται για να γίνει ακόμα πιο εξωστρεφής; Ο κινηματογραφικός τομέας της Κύπρου έχει σημειώσει αξιόλογη πρόοδο τα τελευταία χρόνια, με δημιουργούς που καταφέρνουν να ξεχωρίσουν σε διεθνή φεστιβάλ και να αποσπάσουν σημαντικές διακρίσεις. Αυτό αποδεικνύει ότι υπάρχει επαγγελματισμός, τεχνική αρτιότητα και όλο και περισσότεροι άνθρωποι με όραμα. Με στρατηγικές συνεργασίες, επαρκή υποστήριξη και συνεχή επένδυση σε ταλέντα και ιδέες, μπορεί να γίνει ακόμη πιο εξωστρεφής και να εδραιωθεί ως ένα δυναμικό κομμάτι του παγκόσμιου κινηματογραφικού τοπίου.
–Η εγχώρια κοινότητα έχει αναπτύξει στενούς δεσμούς, με τα μέλη της να συνεργάζονται σε πολλαπλά πρότζεκτ. Πώς θα σχολίαζες αυτό το φαινόμενο; Η στενή συνεργασία στην εγχώρια κινηματογραφική κοινότητα μπορεί να θεωρηθεί κάτι ιδιαίτερα θετικό, καθώς ενισχύει το αίσθημα αλληλεγγύης και συμβάλλει στη συσσώρευση και ανταλλαγή τεχνογνωσίας. Όταν οι ίδιες ομάδες επανέρχονται σε διαφορετικά πρότζεκτ χτίζεται μια συλλογική μνήμη και μια αποτελεσματική χημεία ανάμεσα στους συντελεστές, κάτι που μπορεί να ανεβάσει το επίπεδο της παραγωγής και να δημιουργήσει ισχυρές βάσεις για μελλοντικά εγχειρήματα. Ωστόσο, υπάρχει και η πρόκληση της κλειστής κοινότητας. Η διαρκής συνεργασία ανάμεσα στα ίδια πρόσωπα μπορεί να περιορίσει τον πειραματισμό και τη φρέσκια οπτική που θα έφερναν νέοι δημιουργοί ή επαγγελματίες από άλλους χώρους. Αλλά, θεωρώ ότι οι ήδη ισχυροί δεσμοί στην εγχώρια σκηνή μπορούν να γίνουν η βάση για μεγαλύτερο άνοιγμα και εξέλιξη, τόσο δημιουργικά όσο και επαγγελματικά.
-Ως δημιουργός με τεχνικό υπόβαθρο, στο μοντάζ και τα οπτικά εφέ, πώς προσεγγίζεις νέες τεχνολογίες, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, στη δημιουργική διαδικασία; Βλέπω την τεχνητή νοημοσύνη κυρίως ως ένα επιπλέον εργαλείο στη δημιουργική διαδικασία. Οι νέες τεχνολογίες μπορούν να απλοποιήσουν ή να επιταχύνουν χρονοβόρες διαδικασίες. Για παράδειγμα, στην προπαραγωγή ή την επεξεργασία μεγάλου όγκου δεδομένων, απελευθερώνοντας περισσότερο χρόνο και ενέργεια για το καθαρά δημιουργικό κομμάτι. Ταυτόχρονα, όμως, αντιμετωπίζω την τεχνητή νοημοσύνη με αίσθημα ισορροπίας και προσοχής. Από τη μία, είμαι ανοιχτός στη δοκιμή νέων τεχνολογιών που μπορεί να δώσουν ένα boost στην παραγωγή ή να ανοίξουν πόρτες σε καινοτόμα εικαστικά αποτελέσματα. Από την άλλη, προσπαθώ να μη χάνω το ανθρώπινο στοιχείο. Τη διαίσθηση και το συναίσθημα που είναι αναντικατάστατα για τη δημιουργία μιας ταινίας με ουσία.
- INFO Η ταινία του Αιμίλιου Αβραάμ «Σμαράγδα» προβάλλεται στο πλαίσιο του 23ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογραφικές Μέρες 2025: Παρασκευή 4 Απριλίου, 8μ.μ. στο Θέατρο Ριάλτο στη Λεμεσό (ταινία έναρξης), Σάββατο 5 Απριλίου, 8μ.μ. στο Ζήνα Πάλας cyprusfilmdays.com
Ελεύθερα, 30.3.2025