Ο Βέλγος σκηνοθέτης και εικαστικός Γιαν Φαμπρ μιλά με αφορμή την έλευσή του στην Κύπρο και απαντά σε ευαίσθητες ερωτήσεις σχετικά με τα όρια της τέχνης και της ηθικής.

Καταφθάνει στην Κύπρο με την παράστασή του «Είμαι ένα λάθος» μέσα σ’ ένα κλίμα έντονων συζητήσεων σε σχέση με τα όρια της τέχνης και της ηθικής και σε σχέση με την υπευθυνότητα και την ασφάλεια των επαγγελματιών των παραστατικών τεχνών. Η συμμετοχή του στο Διεθνές Φεστιβάλ Θεάτρου Κύπρου προκάλεσε αντιδράσεις που οδήγησαν στην αποχώρηση κυπριακών παραγωγών, με φόντο την καταδίκη του το 2022 μετά από καταγγελίες από μερίδα συνεργατών του και για σεξουαλική βία. Στη χώρα του και τη διεθνή σκηνή, ο Γιαν Φαμπρ παραμένει πάντως μια πολυσυζητημένη, αμφιλεγόμενη και ηγετική φυσιογνωμία στο πεδίο των εικαστικών και παραστατικών τεχνών. Ο ίδιος αντιλαμβάνεται την τέχνη ως μια εξερεύνηση των ψυχικών και σωματικών ορίων. Σ’ αυτό το πλαίσιο, δίνουμε στον Βέλγο δημιουργό βήμα να εκφράσει τις δικές του θέσεις και να τοποθετηθεί πάνω στα ζητήματα που έχουν ανακύψει, αλλά και να μιλήσει για τις φιλοσοφικές αρχές που διέπουν το έργο του, τη σημασία της πρόκλησης, τη σχέση αισθητικής και ηθικής, αλλά και την πολιτική ευημερίας που ακολουθείται πλέον στην ομάδα του για να διασφαλιστεί ένα ανοιχτό, όσο και ασφαλές εργασιακό περιβάλλον.

Ο τίτλος «Io sono un errore» υποδηλώνει μια αποδοχή της ατέλειας, ακόμα και της αποτυχίας. Πώς συνδέεται η βασική ιδέα αυτού του έργου με τη γενικότερη καλλιτεχνική σας φιλοσοφία; Έγραψα το κείμενο το 1988. Εκ των υστέρων, μου φαίνεται ιδιαίτερα διορατικό. Μιλάει επίσης για τη θέση μου ως καλλιτέχνης στη δημόσια σφαίρα. Ταυτόχρονα, είναι ένα θεατρικό κείμενο που αυτή τη στιγμή ερμηνεύει η εξαιρετική Ιταλίδα ηθοποιός Ιρένε Ουρτσόλι. Η φράση «Είμαι ένα λάθος» εκφράζει μια βαθιά δυσφορία απέναντι στην πραγματικότητα του θανάτου. Η σχέση του χαρακτήρα με τον θάνατο αναδεικνύει μια αίσθηση αμφισβήτησης και θάρρους, σαν να προσπαθεί να ξεφύγει από τα όρια που την κρατούν πίσω, στέκεται περήφανη, χωρίς ντροπή. Αυτή η αμφισβήτηση αντικατοπτρίζεται και στην επιλογή της να συνεχίσει το κάπνισμα, μια βλαβερή συνήθεια που, την ίδια στιγμή, συμβολίζει την προσωπική της διεκδίκηση της ελευθερίας. Το κείμενο διαβάζεται ως μια μακρά, ποιητική έκφραση– ταυτόχρονα εξομολόγηση και διαμαρτυρία. Με το να παραδέχεται ότι είναι ένα λάθος και να το αποδέχεται, ο χαρακτήρας αμφισβητεί τους κοινωνικούς κανόνες της ευπρέπειας και της υποκρισίας.

Πώς το έργο αυτό ωθεί τα όρια της σωματικότητας και της κίνησης σε σύγκριση με προηγούμενα δικά σας; Οι δικοί μου «πολεμιστές της ομορφιάς» παίρνουν το επάγγελμά τους πολύ σοβαρά και αναζητούν συνεχώς τρόπους να υπερβούν τα σωματικά και διανοητικά τους όρια. Αυτό που είναι όμορφο σ’ αυτή τη σόλο παράσταση είναι ότι μπορεί κανείς να αναγνωρίσει σ’ αυτή διαφορετικές ασκήσεις της δικής μου κατευθυντήριας γραμμής για τον ηθοποιό του 21ου αιώνα «From Act to Acting». Ερμηνεύει το κομμάτι με τρόπο που εξερευνά κάθε δευτερόλεπτο την αληθινότητα της στιγμής.

Το έργο είναι αφιερωμένο στον Λουίς Μπουνιουέλ και τον Αντονέν Αρτώ– δύο καλλιτέχνες γνωστούς για τις ανατρεπτικές τους οπτικές. Πώς έχουν επηρεάσει το έργο σας και πώς εκδηλώνεται αυτή η επιρροή στην παράσταση; Αυτοί οι δύο μεγάλοι οραματιστές ήταν πάντα πηγή έμπνευσης για τα εικαστικά μου, το θέατρό μου και τα γραπτά μου. Ακόμα και σήμερα, το έργο τους παραμένει ριζωμένο στην παράδοση και, ταυτόχρονα, εξακολουθεί να είναι πρωτοποριακό.

Πώς διαμορφώνει η συνεργασία με την Ιρένε Ουρτσόλι αυτή τη σκηνοθετική προσέγγιση; Τι προσφέρει στο έργο; Η Ιρένε είναι στη σκηνή μου από το 2018, εκπαιδευόμενη διεξοδικά σε όλα τα επίπεδα: διανοητικό, σωματικό και πνευματικό. Χρειάζονται πέντε χρόνια εκπαίδευσης και δουλειάς στην ομάδα μου πριν απονείμω σ’ έναν ερμηνευτή τον συμβολικό τίτλο του «Πολεμιστή της Ομορφιάς». Είναι μια πραγματική «Πολεμίστρια της Ομορφιάς» κι αυτό σημαίνει ότι εγώ, ως σκηνοθέτης, γίνομαι υπηρέτης της ομορφιάς για εκείνη. Κατά τη διάρκεια της δημιουργικής διαδικασίας, με καθοδηγεί στην ουσία της τέχνης της υποκριτικής και της κίνησης. Με τους ταλαντούχους ερμηνευτές είναι πάντα εύκολο να συνεργάζεσαι, γιατί σου δίνουν πολλά.

Η Ιρένε Ουρτσόλι στην παράσταση «Io sono un errore» (Είμαι ένα λάθος). © Lieven Herreman

Βρίσκετε το σύγχρονο κοινό πιο ανθεκτικό ή πιο ανοιχτό απέναντι στην καλλιτεχνική πρόκληση και τις διανοητικές- αισθητηριακές προκλήσεις; Ποτέ δεν υποτιμώ ούτε υπερτιμώ το κοινό μου. Δεν είμαι διεθνής καλλιτέχνης, δεν πάσχω από αυτή την ασθένεια που λέγεται «διεθνίτιδα». Είμαι ένας βαθιά επαρχιώτης καλλιτέχνης. Γι’ αυτόν τον λόγο πιστεύω ότι το έργο μου έχει μια οικουμενική δύναμη κι έναν μυστικό δεσμό με κάθε μεμονωμένο θεατή.

Το έργο σας συχνά θολώνει τη γραμμή μεταξύ ομορφιάς και δυσφορίας. Πιστεύετε ότι η τέχνη πρέπει να είναι προκλητική για να είναι ουσιαστική; Κάποιες φορές, το έργο μου προκαλεί έντονες αντιδράσεις από το κοινό ή τους κριτικούς. Όμως, για μένα, η πρόκληση δεν είναι αυτοσκοπός– είναι ένας τρόπος να διεγείρω τη σκέψη. Στόχος μου είναι να κάνω τους ανθρώπους να σκέφτονται και να αισθάνονται διαφορετικά, να ανοίγω το μυαλό τους, να αφυπνίζω το σώμα τους και να πυροδοτώ τη φαντασία τους– τόσο διανοητικά όσο και σωματικά. Αυτό που κάποιοι βλέπουν ως πρόκληση, εγώ το αντιλαμβάνομαι ως έναν κομψό, οργανικό τρόπο να θέτω ερωτήματα για την κοινωνία μας. Όλο το έργο μου είναι μια εξερεύνηση του ανθρώπινου σώματος μέσα από μια φιλοσοφική και κοινωνική οπτική. Αυτό που κάποιοι αποκαλούν «προκλητικό», εγώ το βλέπω ως ενεργητική ζωτικότητα και δύναμη ζωής. Στις θεατρικές και εικαστικές μου τέχνες, όπως και στα γραπτά μου, η ομορφιά– ακόμα κι όταν προκαλεί σύγχυση και είναι ανατρεπτική– φέρνει πάντα το μήνυμα της συμφιλίωσης.

Έχετε μια μακρά ιστορία στο να ωθείτε τους ερμηνευτές στα όριά τους. Πώς έχει εξελιχθεί η μέθοδός σας με την πάροδο του χρόνου; Η εκπαίδευση ενός «Πολεμιστή της Ομορφιάς» συνδυάζει διανοητικές και σωματικές δεξιότητες, συνδέοντας την τέχνη, την περφόρμανς, το θέατρο και τον χορό. Έχω αναπτύξει μια κατευθυντήρια γραμμή που βοηθά τους ερμηνευτές να παίζουν βασισμένοι σε πραγματικές σωματικές αισθήσεις και σε αυξημένη επίγνωση. Ένας «Πολεμιστής της Ομορφιάς» δεν προσποιείται, δεν μιμείται και δεν βασίζεται σε ψυχολογικά κίνητρα. Στη σκηνή μου, μόνο η αλήθεια του σώματος έχει σημασία. Είμαι ενθουσιασμένος που παρουσιάζω την ελληνική έκδοση του «Από την Πράξη στη Θεατρική Πράξη– Κατευθυντήριες γραμμές του Γιαν Φαμπρ για τους περφόρμερ του 21ου αιώνα», η οποία κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Νήσος στην Αθήνα. Εργαστήκαμε πάνω σ’ αυτό το βιβλίο για περισσότερα από δέκα χρόνια. Το συγγράψαμε με τον Βέλγο ειδικό του θεάτρου Λικ φαν ντεν Ντρις και με τους πιο έμπειρους από τους περφόρμερ μου, οι οποίοι αποτελούν επίσης μέρος της Jan Fabre Teaching Group.

Το εξώφυλλο του βιβλίου που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Νήσος.

-Τι μπορούμε να πούμε γι’ αυτό το βιβλίο; Το βιβλίο εξηγεί ότι οι ερμηνευτές δεν ωθούνται στα άκρα τους, αλλά ενθαρρύνονται να εξερευνήσουν τα όριά τους με τον δικό τους ρυθμό. Οι ασκήσεις που παρουσιάζονται αναπτύχθηκαν μέσα από 40 χρόνια έρευνας και αποτελούν τη βάση της «φυσιολογικής» υποκριτικής. Η διαδικασία αυτή περιλάμβανε επίσης συνεργασία με το Πανεπιστήμιο της Αμβέρσας, όπου μετρήσαμε επιστημονικά τις ασκήσεις για να κατανοήσουμε πώς ανταποκρίνονται το σώμα, τα όργανα και οι μύες και πώς μπορούν να ελεγχθούν μέσω της σωστής αναπνοής. Οι περφόρμερ καλούνται να μάθουν ότι τα συναισθήματα δεν είναι εξωτερικά, αλλά φυσιολογικές αντιδράσεις μέσα στο σώμα. Το βιβλίο απευθύνεται τόσο στους θεατρόφιλους όσο και σε ηθοποιούς, χορευτές, σκηνοθέτες και χορογράφους. Στο ευρύ κοινό προσφέρει μια ματιά στα παρασκήνια της προετοιμασίας των σύγχρονων περφόρμερ. Θέλω να ελπίζω ότι το βιβλίο και η διδασκαλία μου συμβάλουν στην κατανόηση ότι ο σύγχρονος περφόρμερ- ερμηνευτής ξεφεύγει από τη μπουρζουά έννοια του 19ου αιώνα για τον ηθοποιό ή τον χορευτή και ότι ανοίγει την πόρτα προς το θέατρο του μέλλοντος, με βαθιά γνώση του παρελθόντος. Διότι η πραγματική πρωτοπορία είναι ριζωμένη στην παράδοση.

Η διασταύρωση μεταξύ τέχνης και ηθικής βρέθηκε στο επίκεντρο των συζητήσεων γύρω από το έργο σας τα τελευταία χρόνια. Ένας καλλιτέχνης θα πρέπει να κρίνεται ξεχωριστά από την προσωπική του συμπεριφορά; Όχι μόνο τα τελευταία χρόνια, αλλά εδώ και πάνω από 40 χρόνια οι εικαστικές μου τέχνες, οι παραστατικές μου τέχνες και τα γραπτά μου έχουν δεχθεί επιθέσεις από κάποιες ομάδες ανθρώπων. Από ριζοσπαστικά κινήματα υπεράσπισης των ζώων που δεν γνωρίζουν τίποτα περί εντομολογίας, μέχρι ακραίες φεμινίστριες που δεν είναι εξοικειωμένες με την ιστορία του θεάτρου και του χορού. Συνήθως, αυτοί οι ακραίοι είναι πολύ κλειστοί· δεν ενδιαφέρονται για τον διάλογο, θέλουν μόνο να καταστρέψουν. Υπερασπίζονται πάντα την ιδεολογία του μίσους και ποτέ την ιδεολογία της αγάπης. Εάν ήταν ανοιχτοί στον διάλογο, θα ανακάλυπταν ότι η δική μου αντίληψη της ομορφιάς ήταν πάντα μια σύνθεση αισθητικών αρχών και ηθικών αξιών. Αν η ομορφιά αφορούσε αποκλειστικά την αισθητική, τότε θα ήταν απλώς μακιγιάζ.

Κάποιοι θεωρούν ότι η τέχνη διαχωρίζεται από τον δημιουργό της, ενώ άλλοι επιμένουν ότι η προσωπική ευθύνη είναι αδιάσπαστο κομμάτι του δημόσιου καλλιτεχνικού έργου. Ποια είναι η δική σας θέση; Ευτυχώς, όλη η μεγάλη τέχνη στην ιστορία ξεπερνά και υπερβαίνει τον δημιουργό της. Η αληθινή τέχνη θα τρέφει τις επόμενες γενιές σε διάφορα επίπεδα. Θα προέτρεπα τον καθένα να θυμηθεί την όμορφη βιβλική φράση «Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθο βαλέτω». Ως ανθρώπινο ον και ως καλλιτέχνης πάντα αποτυγχάνω. Αποδέχομαι την αποτυχία ως μέρος της δημιουργικής διαδικασίας και της ζωής. Με άλλα λόγια, «είμαι ένα λάθος» και μαθαίνω από αυτό. Στην πορεία μου υπερασπιζόμουν πάντα την ευαλωτότητα της ομορφιάς και επομένως υπερασπιζόμουν την ευαλωτότητα της ανθρωπότητας και του ζωικού βασιλείου. Πιστεύω στον τίτλο του πρόσφατου φεστιβάλ στην Αμβέρσα, που ήταν αφιερωμένο στο θεατρικό μου έργο: «Η Αγάπη και η Ομορφιά είναι οι Υπέρτατες Δυνάμεις».

© Silvia Varrani

Μετά τη διαμάχη γύρω από το όνομά σας, δεν έχετε αισθανθεί κάποια αλλαγή στον τρόπο που οι θεσμοί και το κοινό αλληλεπιδρούν με το έργο σας; Είναι δύσκολο να αγνοήσει κανείς ότι ζούμε σε μια εποχή οπισθοδρόμησης. Νιώθω ότι κινούμαστε αργά προς μια πιο συντηρητική περίοδο, παρόμοια με τη βικτωριανή εποχή. Ξεκίνησα την καριέρα μου τη δεκαετία του ’80, όταν τα φεστιβάλ και οι παραγωγοί θεάτρου ήταν πιο ανοιχτοί σε ρηξικέλευθα, ριψοκίνδυνα και πρωτοποριακά έργα. Σήμερα, όμως, οι παραγωγοί και το κοινό παίζουν περισσότερο εκ του ασφαλούς. Οι παραγωγές πρέπει να μην είναι ούτε υπερβολικά ριψοκίνδυνες ούτε πολύ περίπλοκες. Σήμερα, το κοινό τείνει να προτιμά πράγματα οικεία και εύκολα αναγνωρίσιμα. Ζούμε σε συντηρητικούς καιρούς κι αυτό αντανακλάται στη σύγχρονη σκηνή. Στις μέρες μας, η πολιτική ορθότητα συχνά προηγείται της ποιότητας της τέχνης. Οι άνθρωποι φοβούνται μήπως φανεί ότι κάνουν λάθος ή μήπως δεχθούν επιθέσεις οι ίδιοι. Αυτός ο φόβος επηρεάζει την καλλιτεχνική ελευθερία με πολλούς τρόπους. Η τέχνη δεν πρέπει να κρίνεται με βάση το χρώμα του δέρματος, το σώμα ή τη σεξουαλική ταυτότητα κάποιου. Δεν πρέπει να αφορά το τι είναι σωστό ή λάθος. Πιστεύω ότι η τέχνη πρέπει να είναι ελεύθερη από κάθε ιδεολογία και να υπερασπίζεται το χρώμα της ελευθερίας. Βλέπω τα εικαστικά και θεατρικά μου έργα ως γράμματα σε γυάλινο μπουκάλι που ρίχνω στη θάλασσα του χρόνου· δεν θα μάθω ποτέ πού θα φτάσουν και ποιος θα τα διαβάσει. Έχω πίστη στη ποιητική, οραματική δύναμη του έργου μου να εμπνέει και να μεταμορφώνει σώματα και μυαλά· να ανοίγει νέες πόρτες στη σκέψη και τον στοχασμό των ανθρώπων.

Το «Io sono un errore» φαίνεται να περιέχει ένα στοιχείο αυτοκριτικής. Θα λέγατε ότι λειτουργεί ως έμμεση απάντηση σ’ αυτά τα γεγονότα; Έγραψα το κείμενο όταν ήμουν 30 ετών. Είναι ένα από τα μανιφέστα που με συνοδεύουν και με καθοδηγούν στη ζωή. Για μένα, ως καλλιτέχνη, είναι εξίσου ακριβές σήμερα όσο ήταν πριν από 35 χρόνια. Πιστεύω ότι οι καλλιτέχνες πρέπει να έχουν την ελευθερία να δημιουργούν χωρίς περιορισμούς. Δεν πρέπει να υπάρχουν ταμπού ή αυτοεπιβαλλόμενα όρια. Στη σημερινή εποχή, με την άνοδο της ακραίας πολιτικής ορθότητας, πρέπει να είναι κανείς πιο διορατικός από εκείνους που θεωρούν τους εαυτούς τους φύλακες της αρετής. Πιστεύω ότι οι εικαστικές τέχνες και το θέατρο πρέπει να παραμένουν τολμηρά και ασυμβίβαστα. Για παράδειγμα, αντιτίθεμαι στην «κουλτούρα ακύρωσης» (cancel culture)- είναι επιβλαβής. Όλοι γνωρίζουμε τη διαρκώς αυξανόμενη παραπληροφόρηση στο διαδίκτυο, και είναι δύσκολο να εμπιστευτούμε όσα διαβάζουμε ή βλέπουμε σήμερα. Βρίσκω αξία στο να ακούω ανθρώπους με διαφορετικές απόψεις, εκείνους που προσφέρουν αντίθετες οπτικές. Εξακολουθώ να αντλώ γνώση από ουσιαστικές συζητήσεις. Εξάλλου, ο διάλογος είναι η βάση και η καρδιά της δημοκρατίας. Το ίδιο ισχύει και για το θέατρο- θέλω μια παράσταση να με προκαλεί, να αμφισβητεί τη σκέψη μου, να πυροδοτεί νέα ερωτήματα στο μυαλό μου.

Αυτή η περίοδος της ζωής σας άλλαξε την αντίληψή σας για τις σχέσεις εξουσίας στον καλλιτεχνικό χώρο; Σας οδήγησε να επανεξετάσετε κάποιες πτυχές της πρακτικής σας; Οι νέοι καιροί απαιτούν μια νέα γλώσσα. Από το 2019, δηλαδή εδώ και έξι χρόνια, μετά από πρόταση του διοικητικού συμβουλίου, η εταιρεία μου έγινε μία από τις πρώτες ανεξάρτητες εταιρείες στην Ευρώπη που εφάρμοσαν μια αυστηρή πολιτική ευημερίας, η οποία θεωρείται υποδειγματική στο Βέλγιο. Κάθε μέλος της εταιρείας έχει δεσμευτεί να εφαρμόζει συνειδητά αυτή την πολιτική ακεραιότητας, δημιουργώντας έτσι για όλους τους εμπλεκόμενους, συμπεριλαμβανομένου και εμού, ένα ανοιχτό και διαφανές, ασφαλές εργασιακό περιβάλλον. Σ’ αυτό το πλαίσιο, οι εργαζόμενοι γνωρίζουν πού να απευθυνθούν αν αντιμετωπίζουν προβλήματα κατά τη διάρκεια της εργασίας τους. Οι παρεξηγήσεις, εάν υπάρχουν, διευκρινίζονται άμεσα. Στην εταιρεία έχουμε δύο άτομα εμπιστοσύνης και κάθε βήμα της καλλιτεχνικής διαδικασίας πραγματοποιείται με τη ρητή συναίνεση όλων των εμπλεκομένων. Πλέον, όλοι στην εταιρεία νιώθουν πολύ ασφαλείς, καθώς κανείς δεν μπορεί αργότερα να επινοήσει καταστάσεις βασισμένες στη δική του υποκειμενική αντίληψη.