Για τη Νάντια Μπουλέ πιο σημαντική από το ταλέντο και τη συγκυρία είναι η προσωπικότητα.

Αξίζει να γίνεις διάσημος με κάθε κόστος; Αυτό το ερώτημα επιχειρεί να απαντήσει το μιούζικαλ «Σικάγο», μια βοντβίλ σάτιρα με σύγχρονο πνεύμα που αγγίζει ζητήματα όπως η ευμετάβλητη και εφήμερη φύση της φήμης, η εντυπωσιοθηρία, η διαφθορά, η εκμετάλλευση, η χειραγώγηση της δικαιοσύνης. Θέσαμε αυτό το ερώτημα και στη Νάντια Μπουλέ, που σε μια κορυφαία στιγμή της πορείας της ενσαρκώνει έναν από τους πιο εμβληματικούς ρόλους του μουσικού θεάτρου, σε μια διεθνή παραγωγή που παρουσιάζεται και στην Κύπρο. Με την ερμηνεία της φέρνει στο προσκήνιο την αδάμαστη φιλοδοξία της Ρόξι Χαρτ, μιας αδίστακτης γυναίκας που μάχεται για τη λάμψη και την προσοχή. Το γεγονός ότι είναι κόντρα ρόλος αποτελεί για την ίδια μια συναρπαστική πρόκληση, που περνά μέσα από τη διερεύνηση των αιτιών και των κινήτρων της φαυλότητας, αλλά και μέσα από τις υψηλές σωματικές και ψυχικές αντοχές που απαιτεί από την ηθοποιό που τον ενσαρκώνει.

Τι σημαίνει για σας το να πρωταγωνιστείτε στο κάστ ενός τόσο γνωστού musical και μάλιστα σε διεθνή παραγωγή; Πάρα πολλά. Είναι μια τεράστια πρόκληση– αλλά με την πιο χαρούμενη έννοια. Μιλάμε για ένα από τα πιο διάσημα μιούζικαλ παγκοσμίως, σε μια παραγωγή διεθνών προδιαγραφών, και σε έναν ρόλο που λατρεύω. Τον είχα παίξει και στην ελληνική παραγωγή του Σικάγο πριν από μερικά χρόνια, οπότε νιώθω σαν να συνεχίζεται ένας κύκλος που είχε κλείσει λίγο απότομα τότε λόγω covid. Και τώρα, μάλιστα, συνεχίζεται υπό ακόμη καλύτερες συνθήκες.

Η Ρόξι Χαρτ είναι ένας εμβληματικός και ιδιαίτερος ρόλος, από τους πιο απαιτητικούς στο μουσικό θέατρο. Τι σας γοητεύει περισσότερο σ’ αυτήν και πώς προετοιμαστήκατε για να την ενσαρκώσετε; Αυτό που με γοητεύει περισσότερο είναι ότι η Ρόξι είναι εντελώς διαφορετική από μένα. Είναι μια συναρπαστική αναμέτρηση να υποδύεσαι έναν χαρακτήρα που απέχει τόσο από τη δική σου προσωπικότητα. Ζει στη δεκαετία του 1920, μια εποχή όπου οι γυναίκες «έπρεπε» να είναι αδίστακτες για να κυνηγήσουν τα όνειρά τους- κι εκείνη θέλει πάση θυσία να γίνει σταρ, να βρεθεί στη σκηνή, να ζήσει υπό τη λάμψη των προβολέων. Τότε, πολλές γυναίκες δεν είχαν άλλη επιλογή από το να ακολουθήσουν τον «παραδοσιακό» δρόμο, οπότε κάποιες, όπως η Ρόξι, έκαναν πράγματα έξω από τα κοινωνικά όρια. Αυτό που την κάνει ξεχωριστή είναι ότι έχει τσαμπουκά, αλλά ταυτόχρονα και μια αθωότητα. 

Η Ρόξι είναι γεμάτη αντιφάσεις- αδίστακτη και γοητευτική, θύμα και θύτης, δολοφόνος και σταρ. Πώς μπορεί μια ηθοποιός να «δικαιολογήσει» έναν τέτοιο χαρακτήρα για να τον ερμηνεύσει; Όταν προσεγγίζεις έναν ρόλο, δεν ψάχνεις να τον δικαιολογήσεις, αλλά να τον καταλάβεις. Αν πρόκειται για μια δολοφόνο, δεν λες «είχε δίκιο», αλλά προσπαθείς να δεις πώς και γιατί έφτασε εκεί. Η Ρόξι, για παράδειγμα, είναι γεμάτη ναρκισσισμό, είναι τρομερά εγωίστρια και χρειάζεται θράσος για να κάνει ό,τι κάνει. Αλλά ακόμα κι έτσι, μπαίνεις στο μυαλό της, αναζητάς τα κομμάτια της που μπορείς να καταλάβεις, ακόμα κι αν ο ναρκισσισμός της είναι το κυρίαρχο στοιχείο. 

Η Νάντια Μπουλέ σε σκηνή από την παράσταση.

Το μιούζικαλ έχει τεράστιες σωματικές απαιτήσεις, ειδικά όταν υπάρχουν συνεχόμενες ή διπλές παραστάσεις. Πώς ανταποκρίνεστε σε αυτόν τον ρυθμό; Το μιούζικαλ μοιάζει με τρίαθλο- όπως είπε εύστοχα ένας φίλος. Είναι τρία διαφορετικά πράγματα μαζί και έχει μια ξεκάθαρη αθλητική διάσταση: χορός, τραγούδι, υποκριτική. Για να αντέξεις, πρέπει να προετοιμάσεις το σώμα σου, να είσαι σε καλή φυσική κατάσταση, γιατί είναι τρομερά απαιτητικό και κουραστικό. Η Ρόξι, ειδικά, βρίσκεται στη σκηνή σχεδόν συνέχεια. Οι διπλές παραστάσεις είναι ακόμα πιο δύσκολες. Έτσι, πριν ξεκινήσουμε, κάνω πάντα αθλητική προετοιμασία για να ανταποκριθώ. Οι πρώτες δύο εβδομάδες είναι οι πιο δύσκολες- νιώθεις λες και έχεις φάει ξύλο. Μετά, το σώμα και η φωνή μπαίνουν σε ρυθμό και συνηθίζουν. 

Το «Σικάγο» είναι γνωστό για τις εντυπωσιακές του χορογραφίες στο στιλ του Μπομπ Φος. Πόσο ψηλά είναι ο πήχης για μια χορεύτρια; Οι χορογραφίες του Μπομπ Φος είναι ακριβώς αυτό: αναγνωρίσιμες, εμβληματικές, κομψές- και ταυτόχρονα τρομερά ζόρικες. Το μεγάλο στοίχημα είναι να φαίνονται εύκολες και αβίαστες. Είχα ξαναβρεθεί αντιμέτωπη με τέτοιες χορογραφίες στο «Sweet Charity» και συνειδητοποιείς αμέσως στην πρόβα πόσο απαιτητικό είναι. Όσο για το «Σικάγο», για μένα είναι το τέλειο μιούζικαλ. Συνδυάζει την απλότητα με την αισθητική, που συμπορεύονται με τις απαιτήσεις των χορογραφιών, τα εμβληματικά τραγούδια, τη μουσική, τη δραματουργία. Πολλά μιούζικαλ βασίζονται στην υπερβολή- με την καλή έννοια-, στα φαντασμαγορικά φώτα, σκηνικά και κοστούμια. Αλλά αν σου ζητήσουν να διαλέξεις τα τρία αγαπημένα σου μιούζικαλ, σίγουρα το «Σικάγο» θα είναι ένα από αυτά. Είναι κλασικό, λιτό και ταυτόχρονα τόσο ζουμερό. 

Τι διαφορετικό έχετε βιώσει σ’ αυτή την ευρωπαϊκή περιοδεία; Πώς είναι να συνεργάζεστε μ’ ένα cast με εμπειρία από το West End και το Μπρόντγουεϊ; Είναι πολύ ενδιαφέρον για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί επισκεφθήκαμε χώρες που δεν είχαν φιλοξενήσει ποτέ τέτοιες παραγωγές- ήταν μεγάλη υπόθεση και για εκείνους. Και δεύτερον, γιατί κάθε κοινό αντιδρά εντελώς διαφορετικά. Για παράδειγμα, όταν ήμασταν στο Ταλίν της Εσθονίας, το κοινό ήταν τρομερά ήσυχο καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης. Στην αρχή αγχωθήκαμε, σκεφτήκαμε μήπως δεν τους αρέσει. Όμως, στο τέλος οι θεατές ήταν εξαιρετικά θερμοί, χειροκρότησαν έντονα και έδειξαν ότι το απόλαυσαν.  Μιλώντας μετά με μια Εσθονή από την παραγωγή, μάς εξήγησε ότι από παιδιά μαθαίνουν να παρακολουθούν ένα θέαμα με απόλυτο σεβασμό και σιωπή. Θεωρούν πως αν αντιδράς πολύ κατά τη διάρκεια, μπορεί να αποσπάς τον καλλιτέχνη. Η φασαρία γίνεται στο τέλος. Μου έκανε εντύπωση, γιατί εμείς ως λαός είμαστε πιο εκδηλωτικοί, πιο «φασαριόζοι» θεατές. Είναι απλώς μια διαφορά νοοτροπίας. 

Μετά από αυτή την εμπειρία, επαναπροσδιορίζονται οι επαγγελματικοί σας στόχοι; Ο προσανατολισμός μου ήταν και παραμένει το μουσικό θέατρο- αυτό δεν αλλάζει. Όμως, μέσα από αυτή την περιοδεία και τη συμμετοχή σε μια τέτοια παραγωγή, το βλέμμα ανοίγει. Βλέπεις τα πράγματα σε άλλη κλίμακα, με άλλη προοπτική. Δεν έχω μια συγκεκριμένη απάντηση για το τι θα ακολουθήσει, γιατί ειλικρινά δεν ξέρω. Προσπαθώ να απολαύσω το «τώρα». Πάντως, είναι συναρπαστικό να συνεργάζεσαι με ανθρώπους από διαφορετικές χώρες, με άλλες νοοτροπίες, άλλες εμπειρίες, άλλες προσλαμβάνουσες. Και να παίζεις μπροστά σ’ ένα κοινό που είναι πολύ πιο εξοικειωμένο με το μιούζικαλ, πιο «μυημένο» απ’ ό,τι στη δική μας χώρα. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον αυτή η αλληλεπίδραση. 

Σε Ελλάδα και Κύπρο το μιούζικαλ κερδίζει θεατές, αλλά δεν υπάρχει η παράδοση άλλων χωρών. Τι χρειάζεται για να αναπτυχθεί περισσότερο η σκηνή του μουσικού θεάτρου στα μέρη μας; Είναι κάτι που με απασχολεί κι εμένα, γιατί δραστηριοποιούμαι στο μιούζικαλ και θέλω να το ανακαλύψει και να το αγαπήσει περισσότερος κόσμος. Το είδος έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες, αλλά πιστεύω ότι όλα είναι θέμα εξοικείωσης, εκπαίδευσης. Όντως δεν έχουμε μεγάλη παράδοση στο μιούζικαλ, αλλά ειδικά στην Αθήνα έχουμε έντονη θεατρική δραστηριότητα κι ένα κοινό που είναι απαιτητικό και καλλιεργημένο. Όσο περισσότερες ποιοτικές παραγωγές μιούζικαλ παρουσιάζονται, τόσο περισσότερο το κοινό θα αγαπήσει το είδος. Χρειάζεται, λοιπόν, συνέπεια και συνέχεια. Όταν ο κόσμος βλέπει κάτι προσεγμένο, καλοκουρδισμένο, όπως το μιούζικαλ που παρουσιάζουμε τώρα, θα το αγκαλιάσει και μελλοντικά. Το διαπιστώνουμε από θεατές που έρχονται και μας λένε ότι αυτή ήταν η πρώτη τους επαφή με το είδος και θέλουν να ξαναδούν κάτι αντίστοιχο. Αυτό είναι το κλειδί: σταθερή παρουσία και υψηλό επίπεδο παραγωγών. 

Το «Σικάγο» μιλά για φήμη δύναμη και τη διαχείριση της εικόνας. Σε μια εποχή που τα social media διαμορφώνουν το δημόσιο πρόσωπο ενός καλλιτέχνη, εσείς πόσο έλεγχο νιώθετε ότι έχετε πάνω στην εικόνα σας; Το έργο γράφτηκε πριν από τόσες δεκαετίες, είναι κλασικό γιατί αγγίζει διαχρονικές αλήθειες. Τότε, ο στόχος ήταν να γίνεις πρωτοσέλιδο στις εφημερίδες, τώρα είναι να γίνεις viral στα social media. Ο μηχανισμός, όμως, παραμένει ο ίδιος: πώς θα τραβήξεις την προσοχή. Όσο μεγαλώνεις, αποκτάς μεγαλύτερο έλεγχο πάνω στην εικόνα σου, γιατί μαθαίνεις τον εαυτό σου και ξέρεις τι σε εκφράζει πραγματικά. Στην αρχή, όταν είσαι 20 χρονών κορίτσι, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Είναι εύκολο να παρασυρθείς, να επηρεαστείς από εξωτερικές πιέσεις, ειδικά αν είσαι γυναίκα. Τα media μπορούν να είναι σκληρά, αμείλικτα, ιδίως με τις νέες κοπέλες. Η δημοσιότητα μπορεί να σε καταπιεί αν δεν ξέρεις πώς να τη διαχειριστείς. Είναι εύκολο να γίνεις βορά. Αλλά μεγαλώνοντας μαθαίνεις, αποκτάς φίλτρα και αντιστάσεις. 

Εσείς πάθατε και μάθατε; Ναι, νιώθω ότι έχω καλύτερο έλεγχο των αντιδράσεών μου και διαχειρίζομαι καλύτερα τις καταστάσεις. Όταν κάνεις τηλεόραση η προβολή είναι πολύ πιο έντονη κι όταν είσαι κορίτσι πολλοί θέλουν να ασχοληθούν με την προσωπική σου ζωή. Με τον καιρό το πράγμα κάπως ηρεμεί. Θεωρώ ότι με την εμπειρία που έχω σήμερα, θα μπορούσα να ελέγξω και να χειριστώ καλύτερα κάποιες καταστάσεις σε σχέση με όταν ξεκινούσα.

Πόσο λεπτή είναι η γραμμή μεταξύ ταλέντου και συγκυρίας ως προς τη διαμόρφωση μιας καλλιτεχνικής πορείας; Για μένα, πιο σημαντική από το ταλέντο και τη συγκυρία είναι η προσωπικότητα. Εξηγούμαι: το ταλέντο είναι καθοριστικό, δε χωράει αμφισβήτηση, αλλά το πιο σημαντικό είναι πώς θα το διαχειριστείς. Έχω δουλέψει με ανθρώπους που είχαν φοβερό ταλέντο, αλλά η συμπεριφορά τους ήταν χάλια. Αν κάποιος νομίζει ότι είναι αναντικατάστατος, ότι είναι το καλύτερο πράγμα που έχει υπάρξει και δημιουργεί συνέχεια προβλήματα, δύσκολα έχει μέλλον. Η τύχη παίζει κι αυτή το ρόλο της, αλλά για μένα, το πιο σημαντικό είναι το πώς αξιοποιείς το ταλέντο και τη συγκυρία χωρίς να τα τινάξεις όλα στον αέρα με τη συμπεριφορά σου. Το έχω δει πολλές φορές. Στοιχείο του χαρακτήρα και της προσωπικότητας είναι και η αποφασιστικότητα ή το ένστικτο να αναγνωρίζεις την ευκαιρία και να παίρνεις τη σωστή απόφαση μπροστά σε δύσκολα διλήμματα. Αλλά, προσωπικά, το λέω και το ξαναλέω, το πρώτο που βάζω είναι ο σεβασμός στους συνεργάτες, στη σκηνή και εκτός σκηνής.

Δηλαδή, δεν υπάρχουν ψώνια και εγωκεντρικοί που επιβιώνουν μια χαρά στον χώρο σας; Ναι, υπάρχουν τέτοιοι τύποι. Αλλά ακόμα κι αυτοί, με όποιο ταλέντο κι αν έχουν, θα μπορούσαν να πάνε πολύ καλύτερα αν είχαν τη σωστή συμπεριφορά.

Το μιούζικαλ συχνά θεωρείται πιο «ελαφρύ» είδος, αλλά το «Σικάγο» είναι ένα βαθιά κοινωνικό και καυστικό έργο. Σας ενδιαφέρει η τέχνη που ψυχαγωγεί ή που προκαλεί ερωτήματα; Μου αρέσει πολύ το ότι το «Σικάγο» έχει έντονα πολιτικά και κοινωνικά στοιχεία. Νομίζω ότι αν δεν τα είχε, δεν θα το θεωρούσαμε κλασικό. Εμένα με ενδιαφέρουν και τα δύο, δηλαδή και να ψυχαγωγεί και να προβληματίζει. Καθώς μεγαλώνω, προβληματίζομαι κι εγώ περισσότερο για κοινωνικά ζητήματα, οπότε πλέον το δεύτερο μ’ ενδιαφέρει ακόμα περισσότερο. Αν με ρωτούσατε όταν ήμουν 20, ίσως να σας έλεγα ότι μ’ ενδιαφέρει περισσότερο το ψυχαγωγικό κομμάτι.

Αν έπρεπε να επιλέξετε ανάμεσα σε μια καλλιτεχνική διαδρομή γεμάτη προκλήσεις αλλά με ουσία και σε μια πιο βατή πορεία με σίγουρη επιτυχία, ποιον δρόμο θα διαλέγατε: της Αρετής ή της Κακίας; Δεν θεωρώ ότι έχω πάρει τον εύκολο δρόμο. Ειδικά το μιούζικαλ, στην Ελλάδα προσπαθούμε να το «χτίσουμε» ακόμα. Ο δρόμος του θεάτρου γενικά δεν είναι εύκολος, αλλά του μιούζικαλ ακόμα περισσότερο. Προσπάθησα να αποφύγω τις ευκολίες τα τελευταία χρόνια- και τις τηλεοπτικές, φυσικά. Ναι, αυτό έχει το κόστος του, αλλά από την άλλη είναι αυτό που με εκφράζει πραγματικά και που μπορώ να υποστηρίξω με όλη μου την ενέργεια. Κι είναι κι αυτό που με γεμίζει.

Ελεύθερα, 16.2.2025