Η Τουρκοκύπρια ποιήτρια διδάσκει γλώσσα και λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και γράφει κάθε εβδομάδα στην τουρκοκυπριακή εφημερίδα Γενί Ντουζέν. Με αφορμή τη βράβευσή της με το βραβείο Γιώργου Φιλίππου Πιερίδη, η κόρη του ποιητή Οζκέρ Γιασίν μιλάει για την επιλογή της να ζήσει στις ελεύθερες περιοχές, τις πικρές μνήμες από την Περιστερώνα και την Κατωκοπιά, αλλά και τη δύναμη της ποίησης. 

– Πώς νιώθετε για το γεγονός ότι, ως Τουρκοκύπρια ποιήτρια, βραβευθήκατε πρόσφατα με το βραβείο Γιώργου Φιλίππου Πιερίδη, μαζί με τον Κώστα Κατσώνη; Είμαι χαρούμενη που αυτό το βραβείο απονέμεται για πρώτη φορά σε ποιήτρια που γράφει στα τουρκικά. Είναι επίσης συμβολικό ότι βραβεύονται μαζί λογοτεχνικές προσωπικότητες από τις δύο γλώσσες της Κύπρου. Νιώθω τιμή για το βραβείο και για το γεγονός ότι το παρέλαβα με τον Κώστα Κατσώνη.

– Η περίοδος της πανδημίας και του εγκλεισμού ήταν μια ευκαιρία για ενδοσκόπηση;  Στην αρχή της πανδημίας ήταν σαν να βρισκόμουν σε μια κατοικία συγγραφέων όπου μπορούσα να συγκεντρωθώ περισσότερο στο γράψιμο, αλλά αργότερα ένιωσα κατάθλιψη για το τι συμβαίνει στον κόσμο. Η κατάσταση γινόταν πιο τραγική μέρα με τη μέρα. Η ενδοσκόπηση ήταν μια τρέχουσα πρακτική στη ζωή μου ούτως ή άλλως, αλλά οι τραγικές στιγμές επηρέασαν την αντίληψή μου για τη ζωή. Ίσως έφτασα σε διαφορετικό βαθμό ωριμότητας.

– Ζήσατε τα παιδιά σας χρόνια στην Περιστερώνα μέχρι το 1963 που έγιναν οι διακοινοτικές ταραχές. Γυρίζοντας πίσω στο χρόνο ποιες εικόνες ανακαλείτε στη μνήμη σας από εκείνα τα χρόνια; Αυτή ήταν μια πολύ μικρή περίοδος γιατί ήμουν τεσσάρων όταν φύγαμε από την Περιστερώνα. Αλλά θυμάμαι ξεκάθαρα τα αιματηρά γεγονότα των Χριστουγέννων. Θυμάμαι τη μέρα που μαζεύτηκαν όλοι οι χωριανοί στο σπίτι μας, τρομοκρατημένοι. Δεν είχαμε πολύ φαγητό. Όταν ανέβηκα πάνω για να μαζέψω τις κούκλες μου, είδα άνδρες με όπλα στα χέρια. Ο πατέρας και ο παππούς μου που είχαν πάει στο βιβλιοπωλείο, δεν επέστρεψαν γιατί ήταν επικίνδυνο. Οι άνδρες έφυγαν από τους δρόμους και ήταν άφαντοι. Τα οστά ορισμένων από αυτούς βρέθηκαν πρόσφατα. Ένας μεγαλύτερος άντρας και ένας νεαρός από την οικογένεια, με τη μητέρα και τη γιαγιά μου, μπήκαν στο αυτοκίνητο του παππού μου για να πάνε στην κλινική. Τους σταμάτησαν στον δρόμο παραστρατιωτικές δυνάμεις. Οι δύο άνδρες συνελήφθησαν. Η μητέρα και η γιαγιά μου μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο, όπου η μητέρα μου γέννησε τον μικρότερο αδερφό μου ενώ ένας στρατιώτης με όπλο περίμενε εκεί κοντά. Το μωρό δεν είχε τίποτα να φορέσει γιατί οι αποσκευές με τα ρούχα του έμειναν στο αυτοκίνητο. Οι δύο άνδρες της οικογένειας επέστρεψαν, αλλά δεν είδαμε ξανά το αυτοκίνητο. Η μητέρα μου δεν ήταν ποτέ η ίδια μετά από αυτό. Έπεσε σε κατάθλιψη.

– Οι προσωπικές σας εμπειρίες, το τραύμα της τουρκικής εισβολής, καθόρισαν τις πρώτες σας ποιητικές συλλογές; Η εισβολή του 1974 άλλαξε πολλά από αυτά που είχα στο μυαλό μου για την Κύπρο. Είδα τρομερά πράγματα να συμβαίνουν στους Ελληνοκύπριους. Κατάλαβα ότι το κακό δεν έχει εθνικότητα. Μας παραχώρησαν ένα ελληνοκυπριακό σπίτι στην Κατωκοπιά για να αντικαταστήσουμε το σπίτι μας στην Περιστερώνα. Δεν ξεχνώ ποτέ τη στιγμή που μπήκαμε σε αυτό το σπίτι. Οι ιδιοκτήτες του μας κοιτούσαν επίμονα από τις φωτογραφίες στους τοίχους. Ένιωθα ότι ήμασταν σαν κλέφτες. Αυτό που έζησα ήταν ένα μεγάλο σοκ. Η ιδέα στο μυαλό μου, ότι εμείς ήμασταν τα θύματα και οι Ελληνοκύπριοι ήταν οι θύτες, είχε αλλάξει. Τότε κατάλαβα ότι η άλλη πλευρά του νησιού δεν ήταν πια προσβάσιμη. Η Περιστερώνα ήταν πλέον ένα χωριό πιο μακριά από τ’ αστέρια. Το όμορφο νησί μου είχε γίνει τόπος εγκλημάτων και ψευδαισθήσεων. Άρχισα να γράφω ποιήματα για τον πόλεμο στην Κύπρο. Έγραψα και για τον πόνο των Ελληνοκυπρίων. Κατάλαβα ότι ο εθνικισμός κατέστρεψε τη χώρα μας. Αυτός ήταν ο δικός μου τρόπος να απορρίψω την εθνικιστική ποίηση του πατέρα μου.

– Πώς είναι για ένα παιδί να μεγαλώνει σε ένα σπίτι με πατέρα ποιητή; Η ποίηση έγινε μέρος της ζωής μου. Μπόρεσα να γνωρίσω ποιητές όταν πήγαμε στην Κωνσταντινούπολη για να αγοράσουμε βιβλία για το βιβλιοπωλείο του πατέρα μου. Δεν θυμάμαι ότι αποφάσισα ποτέ να γίνω ποιήτρια, ήταν σαν πεπρωμένο μου. Γεννήθηκα μέσα στην ποίηση.

– Με τον πατέρα σας Οζκιέρ Γιασίν, που θεωρείται εθνικός ποιητής των Τουρκοκυπρίων, ήρθατε σε σύγκρουση. Τι προκάλεσε αυτή την αντιπαράθεση; Με τον αδερφό μου γράψαμε ένα άρθρο για το περιοδικό Sanat Emegi στην Τουρκία. Σ’ αυτό το άρθρο, που θεωρήθηκε ως μανιφέστο της γενιάς μας, κάναμε κριτική σε πολλούς ποιητές και το είδος της ποίησης που είχαν γράψει πριν από εμάς. Αλλά το μεγαλύτερο μέρος της κριτικής αφορούσε στην εθνικιστική ποίηση του πατέρα μας. Ήταν έξαλλος μαζί μας. Έγραψε ένα άρθρο για να μας απαντήσει στη στήλη του στο περιοδικό Olay λέγοντας: «Μερικοί νεαροί νεοσσοί επιτίθενται σε όλους και κρύβονται πίσω από το διάσημο επώνυμό τους». Αλλά με τον καιρό συντάχθηκε στην ίδια γραμμή με εμάς.

– Η διαμάχη μαζί του ήταν και μια δική σας αντίδραση ενάντια στο πατριαρχικό σύστημα; Σίγουρα ήταν. Όφειλα να επαναστατήσω ενάντια στον πατέρα μου, ο οποίος αντιπροσώπευε την εικόνα της εξουσίας. Αυτό αποτυπώνεται και στα ποιήματά μου.

 

– Από ποια ηλικία ξεκινήσατε να επαναστατείτε ενάντια στην εθνικιστική εκπαίδευση; Αν και ήμουν πολύ καλή μαθήτρια, άρχισα να μισώ τα μαθήματα Ιστορίας. Εκείνες τις μέρες διάβαζα Ναζίμ Χικμέτ και Ορχάν Κεμάλ και είχα αρχίσει να έχω διαφορετική άποψη για τον κόσμο. Εξαιτίας αυτού έχασα την ευκαιρία να γίνω η κορυφαία μαθήτρια στο κολέγιο. Έγινα η δεύτερη. Αν ο βαθμός μου στην Ιστορία ήταν υψηλότερος, θα έπαιρνα την πρώτη διάκριση.

– Θυμάστε το πρώτο σας ποίημα; Το θυμάμαι πολύ καθαρά. Επειδή αργότερα, ως αντι-καπιταλίστρια, ντρεπόμουν γι’ αυτό, γιατί επρόκειτο για την Coca-Cola. Ήμουν τεσσάρων και δεν ήξερα πώς να γράφω. Το συνέθεσα και το αποστήθισα. Καθώς ο πατέρας μου οδηγούσε από την Περιστερώνα στη Λευκωσία, είδα μια διαφημιστική πινακίδα στην οποία ένας άντρας κρατούσε ένα σάντουιτς στο ένα χέρι και μια Coca-Cola στο άλλο. Αυτή ήταν η έμπνευσή μου. Το ποίημα έλεγε: Μακάρι να μπορούσα να σε φάω σαν σάντουιτς/ Munch munch/ Να σε πιω σαν Coca-Cola/ Σλουρπ, σλουρπ/ Ω! Τι ωραία που θα ήταν/ Ω! Τι ωραία.

– Πότε ήρθε η αναγνώριση του ποιητικού σας έργου;  Ήμουν φοιτήτρια στο Middle East Technical University στην Άγκυρα, όταν ο διάσημος Τούρκος ποιητής Ataol Behramogu ήρθε στην πόλη για να υπογράψει τα βιβλία του. Του έδωσα τα ποιήματά μου, χειρόγραφα σε ένα τετράδιο, με τη διεύθυνσή μου. Μετά από μια εβδομάδα είδα ένα γράμμα του στο γραμματοκιβώτιο της φοιτητικής εστίας όπου έμενα. Είχε γράψει ότι του άρεσαν πολύ τα ποιήματά μου. Τα δημοσίευσε στο περιοδικό Sanat Emegi του οποίου ήταν ο αρχισυντάκτης. Στους λογοτεχνικούς κύκλους της Τουρκίας αυτά τα ποιήματα προκάλεσαν ενθουσιασμό. Οι εκδότες με προσέγγισαν και ζήτησαν να εκδώσουν τα βιβλία μου.

– Το 1997 εγκατασταθήκατε στο ελεύθερο μέρος της Λευκωσίας και έκτοτε διδάσκετε γλώσσα και λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Πόσο δύσκολο ήταν να πάρετε αυτή την απόφαση; Ήμουν υπό μεγάλη πίεση στο βόρειο τμήμα της Κύπρου. Δεν μπορούσα να επιβιώσω άλλο εκεί. Είχα δύο επιλογές, ή να πάω στο εξωτερικό ή να μείνω στο νησί. Σκέφτηκα, γιατί όχι και στην άλλη άκρη της χώρας μου; Όταν το έκανα αυτό, το έκανα ανοιχτά ως πράξη πολιτικής ανυπακοής. Γιατί δεν ήθελα να υπακούσω σε αυτόν τον άγραφο νόμο που λέει πως «αν είσαι Τουρκοκύπριος πρέπει να ζεις στο βόρειο τμήμα του νησιού και να ξεχάσεις την υπόλοιπη χώρα σου». Για μένα ήταν μια πράξη για την ελευθερία: Όταν ο πατέρας σε καταπιέζει και σου στερεί την ελευθερία σου, μπορείς να δραπετεύσεις από το σπίτι. Όταν ο άντρας σου το κάνει αυτό, μπορείς να πάρεις διαζύγιο. Τι θα συμβεί αν ένας άλλος άνδρας, ένα κράτος, σου αρνηθεί την ελευθερία να δεις ένα μέρος της χώρας σου; Και τότε περνάς τα σύνορά τους.

– Διατηρείτε στενούς δεσμούς με τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες σας; Έχω μια εβδομαδιαία στήλη στην εφημερίδα Γενί Ντουζέν, η οποία είναι και ο κύριος δίαυλος επικοινωνίας μου με την τουρκοκυπριακή κοινωνία. Είμαι στο διοικητικό συμβούλιο των Κυπρίων Καλλιτεχνών και της Ένωσης Συγγραφέων στον βορρά. Περνάω στην άλλη πλευρά τακτικά, παρακολουθώ πολιτιστικές εκδηλώσεις και κάνω τις δικές μου παρουσιάσεις βιβλίων.

– Η ποίηση είναι για σας μια επαναστατική πράξη; Η ποίηση είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή μου. Είναι για μένα ένας χώρος που μου δίνει τη δυνατότητα να επαναστατήσω ενάντια σε κάθε είδους αδικία σ’ αυτόν τον κόσμο.

– «Όταν το ποίημα πει τη μεγάλη λέξη/ μονομιάς τα όπλα σταματάνε», γράφετε. Τι ρόλο μπορεί να παίξει η ποίηση σε μια εποχή που γίνεται πόλεμος; Πιστεύω ότι μέσω της ποίησης μπορείς να αφαιρέσεις το δηλητήριο που εγχέεται στους ανθρώπους μέσω του εθνικισμού και της κουλτούρας των συγκρούσεων.

 – «Η αγάπη συνελήφθη στη νεκρή ζώνη», γράφετε. Πείτε μας περισσότερα για τις σκέψεις σας πίσω απ’ αυτόν τον στίχο. Αυτοί οι στίχοι είναι από ένα ποίημα που έγραψα το 1990. Ήταν μια περίοδος μηδενικής επικοινωνιακής πολιτικής μεταξύ των δύο πλευρών. Αυτό το μεγάλο ποίημα μιλάει για την αγάπη σε μια διχασμένη πόλη. Για μένα, το να μιλάς για αγάπη σημαίνει να μιλάς για πολιτική. Πιστεύω στο περίφημο φεμινιστικό μότο, «το προσωπικό είναι πολιτικό». Η σχέση μεταξύ δύο προσώπων αποτελεί πρότυπο για παγκόσμια ζητήματα. Ο χωρισμός των εραστών δεν διαφέρει πολύ από τη διαίρεση μιας χώρας.

– Στην Τουρκία πολλοί άνθρωποι των γραμμάτων διώκονται από την κυβέρνηση Ερντογάν. Πιστεύετε ότι υπάρχει ελπίδα τα πράγματα να αλλάξουν στην Τουρκία; Έχω πολλές ελπίδες. Εάν η αντιπολίτευση ενεργήσει με σύνεση και πάρει διδάγματα από όσα συνέβησαν στην Ουγγαρία, αυτό θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί.

– Τι σημαίνει για σας το γεγονός ότι η ποίησή σας έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από 30 γλώσσες; Η ποίησή μου έχει μεταφραστεί σε 38 γλώσσες, αλλά έχω μόνο βιβλία στα αγγλικά και ένα στα ελληνικά. Τα βιβλία μου είναι επίσης έτοιμα στα γερμανικά, τα εβραϊκά και τα βουλγαρικά, αλλά οι εκδοτικοί οίκοι δεν έχουν στήριξη από τα υπουργεία Πολιτισμού και προτιμούν να λαμβάνουν χρήματα για μεταφρασμένα βιβλία ποίησης. Αλλά εγώ έχω ένα μειονέκτημα: Έχω τουρκική υπηκοότητα, λόγω του πρώην συζύγου μου, και τα βιβλία μου εκδίδονται επίσης στην Τουρκία. Όμως οι αιτήσεις για επιχορήγηση που ζητούν οι εκδοτικοί οίκοι από την Τουρκία απορρίπτονται λόγω της πολιτικής μου θέσης. Εργάζομαι εδώ και πληρώνω τους φόρους μου, επομένως το υπουργείο Πολιτισμού μου είναι εδώ, όμως το σχέδιο μετάφρασης σε άλλες γλώσσες καλύπτει μόνο βιβλία που έχουν γραφτεί αρχικά στα ελληνικά. Αυτό είναι μειονέκτημα για μένα. Το βρίσκω και πολύ άδικο, αφού γράφω σε μια από τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας.

– Πρόσφατα βρεθήκατε στη Σουηδία με τη Δικοινοτική Χορωδία, όπου τραγουδήθηκε το τραγούδι «Ποιο μισό», που γράψατε σε ηλικία 17 ετών και μελοποιήθηκε από τον Μάριο Τόκα. Σας εκφράζουν ακόμα αυτοί οι στίχοι; Αισθάνομαι τόσο συγκινημένη για το γεγονός ότι οι άνθρωποι νιώθουν αυτούς τους στίχους στην καρδιά τους. Όσο ο πόνος του διχασμού θα συνεχίζεται, νομίζω πως αυτό το ποίημα θα συνεχίσει να φέρνει δάκρυα στα μάτια.

– Πώς αντιδράτε ως ποιήτρια στον πόλεμο που εκτυλίσσεται σήμερα στην Ουκρανία; Η Ουκρανία είναι ένα μεγάλο σοκ για μένα. Δεν μπορώ να το δεχτώ. Με φέρνει πίσω στο 1974. Τόσο οδυνηρό!

– Ποιο είναι το όραμά σας για την Κύπρο; Είστε αισιόδοξη ότι μπορούμε να ζήσουμε σε μια ενωμένη πατρίδα; Η αντίληψή μας για την πατρίδα δεν είναι η ίδια με αυτή που έχουν οι νέες γενιές. Δεν έχουν αναμνήσεις από όλο το νησί. Δεν το έχουν βιώσει ποτέ σαν ένα. Οι μαθητές μου δεν έχουν ζήσει καν τις μέρες που το πέρασμα στην άλλη άκρη του νησιού ήταν αδύνατο. Δυσκολεύονται να καταλάβουν τι συνέβη εδώ. Αν δεν έχεις θάρρος να λύσεις κάτι, ο χρόνος το λύνει με τους δικούς του τρόπους.

– Ποιες αρχές και αξίες σας έχουν καθορίζει;  Η βασική μου αναζήτηση στη ζωή είναι η «ελευθερία». Έχω αριστερές πολιτικές και πολιτιστικές αξίες. Δεν μου αρέσει να αυτοκατατάσσομαι, αλλά όλα τα απελευθερωτικά κινήματα στον κόσμο, όπως ο αναρχισμός, ο φεμινισμός, ο αντιμιλιταρισμός, ο οικολογικός ακτιβισμός είναι στην καρδιά μου.

– Το όνομά σας σημαίνει «Χαρά». Ποια πράγματα σας δίνουν χαρά στη ζωή; Μερικοί άνθρωποι με θεωρούν μελαγχολικό άτομο σε αντίθεση με το όνομά μου, αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Έχω πάντα τη χαρά της ζωής. Αγαπώ τη ζωή τόσο πολύ και αυτός είναι ο λόγος που στεναχωριέμαι τόσο πολύ για την καταστροφή αυτής της γης.

[email protected]

Ελεύθερα, 19.6.2022.