Ο σκηνοθέτης Πάρις Ερωτοκρίτου σημειώνει ότι όλα τα θεατρικά έργα είναι πολιτικά και προτιμά αυτά που είναι «ανοιχτά».

Έχοντας μόλις τον περασμένο Μάρτιο παραλάβει το Βραβείο Δημιουργού της Χρονιάς από τον ΘΟΚ, όχι μόνο δεν επαναπαύεται αλλά έχει ήδη διοχετεύσει την ανήσυχη και ασυμβίβαστη σκηνοθετική του ματιά πάνω σε νέες προκλήσεις πολύφωνου και πολύσημου θεάτρου. Μια τέτοια περίπτωση είναι το έργο Γιώργου Τριλλίδη «Το μόνο πράγμα που χρειάζεται να ξέρετε για τον Ντεριντά», που θα ανέβει σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο κοντά στην όχθη της κόκκινης λίμνης του Μεταλλείου Σιας. Με αφορμή τα εγκλήματα σε βάρος ξένων γυναικών που συγκλόνισαν το νησί πριν μερικά χρόνια, ο δημιουργός επιχειρεί να ακτινογραφήσει τη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα της Κύπρου προτείνοντας μια εμβυθιστική εμπειρία σε μια site specific θεατρική εγκατάσταση που συμπεριλαμβάνει τους θεατές.

Πώς θα περιέγραφες το έργο από αφηγηματικής πλευράς; Είναι η πραγματικότητα μιας πόλης της Κύπρου του σήμερα. Αποτελείται από τέσσερις διαφορετικές σκηνές, φαινομενικά διαφορετικές και αυτόνομες, δηλαδή μοιάζει με σπονδυλωτό. Οι ιστορίες δένονται μεταξύ τους βάσει ενός κεντρικού θέματος κι ενός χαρακτήρα, του φωτογράφου που παραπέμπει στο άτομο που διέπραξε τα εγκλήματα. Σημαντική παράμετρος είναι η εμπλοκή των οκτώ γυναικών από τις Φιλιππίνες που παίζουν στην παράσταση. Η πρώτη σκηνή είναι στα τάγκαλογκ, τη γλώσσα που ομιλείται στις Φιλιππίνες. Οι Φιλιππινέζες που ετοιμάζουν ένα τραπέζι για το δείπνο των αφεντικών και υπάρχουν υπόγειες αναφορές στις «Δούλες» του Ζενέ. Σε μια άλλη σκηνή, όπου πρωταγωνιστούν τα αφεντικά και οι καλεσμένοι τους, συναντάμε απόηχους από το «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;» του Άλμπι.

Γιατί θεωρείς το έργο ακτινογραφία της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας; Τα τελευταία χρόνια έχει αλλάξει δραστικά η πληθυσμιακή σύνθεση, η ανθρωπογεωγραφία της Κύπρου. Είναι ένα μωσαϊκό. Οι Φιλιππινέζοι είναι πάνω από 18 χιλιάδες και αποτελούν μια από τις μεγαλύτερες κοινότητες στο νησί. Η κοινότητα αυτή έχει συμβάλει καθοριστικά σ’ αυτή την αλλαγή. Το έργο του Γιώργου Τριλλίδη έχει μόνο ως αφετηρία και αφορμή τα εγκλήματα αυτού του ανθρώπου, αλλά μετά προεκτείνεται. Η λοξή του ματιά γίνεται μέσο για να δούμε την ευρύτερη εικόνα. Δεν αποφύγαμε μόνο για λόγους νομικούς ν’ αναφερθούμε σε ονόματα, τοποθεσίες και καταστάσεις, αλλά και για ηθικούς. Είναι ένα αρνητικό σύμβολο κι αυτό μάς είναι αρκετό. Το έργο δεν είναι καταγγελτικό και δεν αφορά τα εγκλήματα ενός κατά συρροή δολοφόνου. Ούτε ο Γιώργος θα έγραφε ποτέ ένα τέτοιο έργο, ούτε κι εγώ θα το σκηνοθετούσα. 

Οι γυναίκες από τις Φιλιππίνες που συμμετέχουν στην παράσταση τι σχέση έχουν με το θέατρο; Μερικές είναι ερασιτέχνες ηθοποιοί και κάποιες ούτε καν αυτό. Η μία, η Κοραζόν, είναι και σκηνοθέτρια στη φιλιππινέζικη εκκλησία στην Κύπρο όπου κάνουν τα μεσαιωνικά passion plays, τις αναπαραστάσεις των Παθών, το Πάσχα. Κάποιες έκαναν θεάτρο όταν ήταν στις Φιλιππίνες και το άφησαν όταν ήρθαν στην Κύπρο. Είναι πραγματικά ένας παράλληλος κόσμος, ελάχιστα ορατός σε μας. Είναι μια πολύ δεμένη κοινότητα και αρκετά κλειστή, αλλά έχει τους λόγους της που είναι έτσι. Οι κοπέλες αυτές ευχαριστούνται πολύ που συμμετέχουν σ’ αυτή την παράσταση και το δείχνουν. Οι αντοχές των γυναικών αυτών είναι εξωπραγματικές. Τις βλέπεις ακούραστες στην πρόβα, απορείς πού βρίσκουν την ενέργεια. Επίσης, δεν παραπονιούνται ποτέ. Στ’ αλήθεια χαίρομαι στις πρόβες, γιατί είναι μια ευκαιρία να έρθουμε και πιο κοντά με την κοινότητά τους. Στο διάστημα αυτό είχα την ευκαιρία να γνωρίσω την πρόεδρο της κοινότητας Έστερ Μπίτι, μια φανταστική κυρία και την επίτιμη πρόξενο των Φιλιππίνων στην Κύπρο, Σαρμάν Γκαρσία- Λακόνικο, καθώς η παράσταση τυγχάνει υποστήριξης από το προξενείο.

© Δημήτρης Λούτσιος

Ποιες ήταν οι εντυπώσεις σου από τις ακροάσεις; Ήταν φοβισμένες από την αρχή, παρόλο που ήξεραν περί τίνος πρόκειται. Και είναι λογικό. Μου είπαν πολλά πράγματα για όσα βίωσαν, ειδικά το διάστημα των δολοφονιών. Το κατάλαβα από τότε που μοίραζα flyers στον Δημοτικό Κήπο σχετικά με την ακρόαση. Πήγαινα προσεκτικά να ρωτήσω και αρκετές απ’ αυτές κουμπώνονταν αμέσως μόλις τις πλησίαζα. Είναι εύκολοι στόχοι αυτές οι γυναίκες, είναι ευάλωτες. Είναι δικαιολογημένος αυτός ο φόβος. Κανείς δεν γεννιέται φοβισμένος. Σίγουρα παίζει ρόλο η κουλτούρα ως προς την εξωστρέφεια, αλλά εδώ έχει να κάνει με τον τρόπο που τις συμπεριφερόμαστε, πώς τις βλέπουμε σχετικά με τον ρόλο που έχουν στην κοινωνία μας. Εύλογα, αυτός ο φόβος έχει μεγαλώσει από το 2019 και μετά.

Ο Ντεριντά πού κολλάει;  Είναι μια ατάκα στο έργο που εστιάζει στο πώς οι άνθρωποι έχουμε την περιέργεια και την ανάγκη να καταλάβουμε ένα γεγονός, όπως λ.χ. ένα έγκλημα. Είναι βασική συνθήκη. Όπως αναφέρεται, υπάρχει εξηγήση για όλα, εκτός από την ανάγκη μας να θέλουμε να βρούμε για όλα μια εξηγήση.

Πόσο έχει ωριμάσει και προσγειωθεί στην πραγματικότητα η κυπριακή κοινωνία πέντε  χρόνια μετά την υπόθεση «Ορέστη»; Καθόλου, μάλλον. Οπωσδήποτε, υπάρχουν ορισμένοι ανθρώποι που τους επηρέασε ή τους διαμόρφωσε και είδαν με διαφορετικό μάτι κάποια πράγματα. Αλλά δεν νομίζω ότι καταγράφηκε κάποια αξιοσημείωτη μεταβολή στη γενική στάση μας, λ.χ. απέναντι στις κοπέλες που έρχονται να δουλέψουν ως οικιακές βοηθοί. Το τραύμα στη φιλιππινέζικη κοινότητα είναι σαφώς πιο βαθύ, επειδή οι άνθρωποι αυτοί έχουν επιπλέον να διαχειριστούν το γεγονός ότι λείπουν χρόνια από τον τόπο τους, ήρθαν να δουλέψουν ως προελεταριάτο, ζουν σε δύσκολες συνθήκες και κάποιος άρχισε να τους σκοτώνει. Οι κοινωνίες προχωρούν, είναι η φυσική ροή των πραγμάτων, αλλά δεν σημαίνει ότι η πορεία αυτή είναι γραμμική. Μπορεί να πηγαίνει μπρος- πίσω. Πραγματικά, δεν αισθάνομαι ότι μπορώ να διαβάσω ιδιαίτερα την κυπριακή κοινωνία αυτή τη στιγμή.

© Γιώργος Σαββινίδης

Πώς τίθενται υπό εξέταση οι θεατές- πολίτες;  Όλες οι σκηνές έχουν ένα κοινό: διαδραματίζονται με επίκεντρο ένα τραπέζι. Είτε ως τραπέζι όπου τοποθετείς αντικείμενα πάνω, είτε ως τελετουργικό τραπέζι, είτε ως τραπέζι ύπνου, τραπέζι ανάκρισης κ.λπ. Είναι ένα έργο που μιλά στον καθένα και αναπόφευκτα μάς εμπλέκει. Οι χαρακτήρες έχουν σαφείς ταξικές διαφορές. Υπάρχει μια πυραμίδα. Η ταξική ανάγνωση είναι, νομίζω, ξεκάθαρη. Εκεί ο καθένας μπορεί να τοποθετήσει τον εαυτό του και να δει και τους άλλους.

Νιώθεις υποχρεωμένος να κάνεις έργα πολιτικά φορτισμένα; Όλα τα έργα είναι πολιτικά. Ακόμη και τα «απολίτικα». Εμένα μου αρέσουν τα έργα που είναι ανοιχτά. Δηλαδή αυτά που σηκώνουν πολλαπλές ερμηνείες και αναγνώσεις και πολλαπλές προσεγγίσεις.

Άλλαξε κάτι το Βραβείο Δημιουργού της Χρονιάς στον τρόπο που πορεύεσαι καλλιτεχνικά; Τίποτα. Εντάξει, τα βραβεία έχουν κάποια σημασία για λίγες μέρες γιατί αποτελούν ένα είδος αναγνώρισης, σαν ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη. Σού δίνεται κι ένα βήμα να μιλήσεις για τη δουλειά σου δημόσια ενώπιον των ανθρώπων του θεάτρου, του κοινού και της εκτελεστικής εξουσίας. Αλλά δεν είναι ότι άλλαξε κάτι επί της ουσίας. Η μόνη αλλαγή που φοβάμαι είναι να μην επαναπαυτώ. Κατά τ’ άλλα, έχεις ένα αγαλματίδιο στο σαλόνι σου κι αυτό είναι όλο. Για την ακρίβεια, το δικό μου βρίσκεται ακόμη στο σπίτι ενός φίλου που του το είχα δώσει μετά την τελετή για να μην το κουβαλάω και προς το παρόν δεν πήγα ακόμη να το πάρω.

Έχεις κάποια τελετουργία που να σε γειώνει, να σε συνεφέρνει όταν αρχίζεις να παίρνεις τον εαυτό σου στα σοβαρά; Στα σοβαρά παίρνω μόνο τη δουλειά. Ποτέ τον εαυτό μου. Το βρίσκω και λίγο αξιοπερίεργο. Πώς είναι δυνατόν να πάρουν τα μυαλά σου αέρα στην Κύπρο; Χρειάζεται προσπάθεια. Δηλαδή, με ποιον τρόπο; Να λες ότι είσαι στην κορυφή και ο καλύτερος; Ε, και; Για κοίτα πού είμαστε. Δεν διακυβεύεται και κάτι τεράστιο. Βρισκόμαστε στην Κύπρο με τα καλά και τα κακά που έχει αυτή η συνθήκη. Είναι ένας μικρός τόπος στον οποίο υπάρχουν και κάποιοι που τυχαίνει να κάνουν θέατρο. Είναι αστείο και να το συζητάμε. Δεν είμαστε εμείς σημαντικοί, αλλά η δουλειά, την ώρα που γίνεται. 

© Γιώργος Σαββινίδης

Ποιος είναι ο στόχος αυτής της δουλειάς; Να πηγαίνεις λίγο παραπέρα, να θέτεις στον εαυτό σου μια πρόκληση για να ξεπεράσεις λιγάκι τα δικά σου όρια ως μονάδα, αλλά κυρίως ως ομάδα.

Δηλαδή αυτό που κάνεις αφορά μόνο εσένα και την ομάδα; Και κατ’ επέκταση τον κόσμο, προφανώς. Ό,τι κάνεις το κάνεις τελικά για τον κόσμο κι όχι για να το βλέπεις μόνο εσύ και οι συνεργάτες σου. 

Φιλοδοξείς ν’ αλλάξεις κάτι στην κοινωνία και στον τρόπο που προσλαμβάνει κάποια πράγματα; Όχι, καμία σχέση. Απλά καταθέτουμε κάποιες δημιουργίες, κάποιες παραστάσεις που μπορεί να μάς μετακινήσουν λίγο με διάφορους τρόπους. Πρώτα εμάς και μετά το κοινό.

Σχολιάστηκε αρκετά και η καρφίτσα με τη σημαία της Παλαιστίνης που είχες στο πέτο κατά την τελετή βράβευσης του ΘΟΚ… Έκρινα ότι έπρεπε να αναφερθώ σε κάτι που συμβαίνει στη γειτονιά μας, για να μην παριστάνουμε τουλάχιστον ότι δεν συμβαίνει. Δεν είναι κακό να γνωρίζουμε τι γίνεται μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα παραπέρα. Αυτή η πράξη δεν με καθιστά ακτιβιστή. Ένιωσα, όμως, ότι δεν μπορούσα να βγω δημόσια αγνοώντας παντελώς ότι δίπλα μας συντελείται μια γενοκτονία, όπως έχει σχεδόν επίσημα χαρακτηριστεί. Για να προλάβω δημοφιλείς ορολογίες της εποχής, όχι δεν είμαι καθόλου αντισημίτης, όπως δεν είμαι αντι- σε οτιδήποτε, εκτός από τον φασισμό. Ούτε αντιδεξιός, ούτε αντιαριστερός, ούτε αντικεντρώος. Όταν όμως σφάζονται μωρά, στον δικό μου κόσμο δεν γίνεται να μην πάρω θέση. Δεν μπορούσα να το παραβλέψω, απλά ν’ ανέβω στη σκηνή να παραλάβω το βραβείο και να μιλάω για τον «άνθρωπο», την ίδια στιγμή που δίπλα μας ο άνθρωπος σφάζεται.

Ελεύθερα, 2.6.2024