Η ποιήτρια Δήμητρα Δημητρίου, αγγίζει το απόλυτο θέμα- ταμπού σε σχέση με το 1974.
Όνομα και πρόσωπο στον βιασμό της Κύπρου επιχειρεί να δώσει η Δήμητρα Δημητρίου με την πρώτη της πρώτη ποιητική συλλογή «Αγωνίες». Η ποιήτρια, αριστούχος διδάκτωρ Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης, θεωρεί τον βιασμό ως το ειδεχθέστερο των εγκλημάτων, χειρότερο κι από τον φόνο. Έτσι, επιχειρεί να ρίξει φως σε μια πτυχή της τραγωδίας που αποσιωπήθηκε όσο καμία άλλη. Κάθε ποίημα εκκινεί από βιώματα που κλειδαμπαρώθηκαν στα συρτάρια της Ιστορίας και το όλο εγχείρημα ψηλαφεί το διαχρονικό ζήτημα της σεξουαλικής βίας, ιδίως κατά τη διάρκεια ένοπλων συγκρούσεων. Μαρτυρίες παραδομένες στη λήθη βρίσκουν τη δική τους χαραμάδα στην επιφάνεια, με όχημα την εμπράγματη όσο και στη συμβολική τους διάσταση. Για την ίδια, πρόκειται για την εκπλήρωση ενός χρέους απέναντι σ’ αυτές τις γυναίκες για τις οποίες δεν γράφτηκε ποτέ κανένα κεφάλαιο δόξας.
-Ποια ανάγκη σας οδήγησε σ’ αυτή την έκδοση; Πρώτιστη ανάγκη του ξεσπάσματος που υπήρξαν για μένα οι «Αγωνίες» είναι η μόνιμη αγωνία μου για το Κυπριακό και το μέλλον της χώρας, το οποίο, μεγαλώνοντας και ωριμάζοντας, μελετώντας επισταμένα και αντιλαμβανόμενη πιο εποπτικά τα τεκταινόμενα, προδιαγράφεται ζοφερό. Πρόκειται για ένα φορτίο που είχε συσσωρευτεί μέσα μου από καιρό και αναπόφευκτα κάποια στιγμή αναζήτησε διέξοδο. Η λογοτεχνία υπήρξε για μένα η πλέον θεραπευτική δίοδος: με την πολιτική προσκρούεις συνήθως σε τοίχους· με τη λογοτεχνία μπορείς τουλάχιστον ν’ ανοίξεις, αν είσαι τυχερός, μια μικρή τρύπα για να βλέπεις απέναντι ή για να μπαίνει μέσα το φως.
–Πώς καταλήξατε στο δύσκολο θέμα των βιασμών του ’74; Δεν είχα κανένα πρόγραμμα ή κάποια εξαρχής συνειδητοποιημένη πρόθεση. Τα πράγματα με οδήγησαν εκεί από μόνα τους. Καθώς προχωρούσα από ποίημα σε ποίημα, διαπίστωνα πως το μοτίβο του βιασμού ως φαλλικής/ εξουσιαστικής επιβολής σε κάθε πολιτισμικό πλαίσιο ήταν ήδη και πάντα εκεί. Ο βιασμός αποτελεί το ειδεχθέστερο των εγκλημάτων, σοβαρότερο κι από τον φόνο, με ανυπολόγιστη ψυχική, δια βίου επενέργεια στο θύμα, ενώ σε ζώνες πολέμου χρησιμοποιείται στρατηγικά προς εξευτελισμό (δια της «εκθήλυνσης») του αντιπάλου: «Ο βιασμός είναι λιγότερο κάτι που έχει να κάνει με τη σεξουαλική πράξη και περισσότερο ένα ζήτημα εξουσίας» γράφει σ’ ένα βιβλίο της η Cynthia Enloe.
–Πιστεύετε ότι στην Κύπρο το θέμα αυτό αποσιωπήθηκε; Περισσότερο απ’ όλα τα υπόλοιπα. Υπήρξε και παραμένει το απόλυτο θέμα-ταμπού. Και βιασμοί δεν έγιναν μόνο και άπαξ κατά την περίοδο της εισβολής· ορισμένες από τις πλέον συγκλονιστικές ιστορίες προέρχονται από τα στρατόπεδα κράτησης γυναικών (λ.χ. στη Βώνη και στη Γύψου) ή από εγκλωβισμένα χωριά (λ.χ. στη Μόρφου και τη Λευκωσία), όπου γυναίκες βιάζονταν συστηματικά από Τούρκους στρατιώτες για μέρες ή μήνες. Ο βιασμός χρησιμοποιήθηκε μετέπειτα κι ως μέσο εκφοβισμού από τον τουρκικό στρατό στους εγκλωβισμένους μας, κατά παράβαση της συμφωνίας της Τρίτης Βιέννης, προκειμένου να υλοποιηθεί –όπερ και εγένετο– η πάγια τουρκική στρατηγική εθνοκάθαρσης και ομοσπονδοποίησης της Κύπρου. Μόλις τα τελευταία χρόνια κάποιες γυναίκες, σε μεγάλη πλέον ηλικία, αποφάσισαν ν’ ανοιχτούν και να μιλήσουν.
–Θα λέγατε ότι αυτή η «ηχηρή» σιωπή επιδείνωσε το τραύμα; Οι γυναίκες αυτές δεν έλαβαν τότε -ούτε έκτοτε- την απαραίτητη ψυχολογική στήριξη, ενώ παράλληλα στιγματίστηκαν από την ίδιά τους την οικογένεια και τον κοινωνικό τους περίγυρο. Πολλές αναζήτησαν διέξοδο μεταναστεύοντας ή διενεργώντας εκτρώσεις εκτός Κύπρου. Κάποια παιδιά που γεννήθηκαν δόθηκαν για υιοθεσία. Οι εκτρώσεις επιτράπηκαν στην Κύπρο για πρώτη φορά μετά το ’74, χωρίς ωστόσο την απαραίτητη συναίνεση της εγκύου, καθώς προείχε, βάσει της σχετικής νομοθεσίας, η αποκατάσταση της «τιμής» της οικογένειάς της. Πολλές γυναίκες αρραβωνιασμένες ή παντρεμένες εγκαταλείφθηκαν από συζύγους ή συντρόφους. Γυναίκα εξαναγκάστηκε ακόμα και σε κολπορραφή. Στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας με συγκλόνισε η είδηση πως ζητήθηκαν «πιστοποιητικά βιασμού» από γυναίκες που είχαν υποστεί αυτή τη βαρβαρότητα το ’74, προκειμένου να λάβουν ένα κάποιο επίδομα μέριμνας, όπως αυτό που λαμβάνουν λ.χ. οι αιχμάλωτοι πολέμου. Κλήθηκαν να «αποδείξουν» με άλλα λόγια, σαράντα τόσα χρόνια μετά, τον βιασμό τους! Εννοείται πως οι περισσότερες δεν είχαν κάνει καμία επίσημη κατάθεση στο κράτος ή στον Ερυθρό Σταυρό.
–Αυτό το βιβλίο προσδοκά σ’ ένα είδος «δικαίωσης» αυτών των γυναικών; Αισθάνομαι ότι εκπληρώνει ένα χρέος απέναντι σ’ αυτές τις γυναίκες, για τις οποίες δεν γράφτηκε ποτέ κανένα κεφάλαιο δόξας, ενώ καθιστά ορατό και εισακτέο στη δημόσια συζήτηση και την ιστορική καταγραφή ένα ζήτημα που παρέμεινε διαχρονικά, με ευθύνη της πολιτείας και της κοινωνίας, βουβό και αόρατο. Αν ανατρέχω ωστόσο στο τότε, είναι γιατί έχω ανάγκη να μιλήσω περισσότερο για το σήμερα.

-Για το σήμερα; Υπό ποια έννοια; Αυτό που συμβαίνει διαχρονικά στην περίπτωση της Κύπρου είναι για μένα ένας βιασμός σε μεταφορικό, συμβολικό και σε καθ’ όλα υλικό επίπεδο. Πάρτε για παράδειγμα την Αμμόχωστο: οι Τούρκοι, που παράνομα άνοιξαν την περίκλειστη περιοχή, την οποία διατηρούσαν μέχρι πρόσφατα ως «όμηρο» στις διεκδικήσεις τους στο Κυπριακό, έχουν βάλει λευκές πινακίδες στο Λύκειο Ελληνίδων και στο Ελληνικό Γυμνάσιο, για να κρύψουν τις ελληνικές επιγραφές, τις οποίες «στόλισαν» από πάνω με τουρκικές σημαίες. Αν αυτό δεν συνιστά βιασμό του πολιτισμού -όχι ενός πολιτισμού, αλλά εγγενώς για ό,τι στον άνθρωπο παραμένει ακόμα ευγενές και ανθρώπινο- τότε δεν αντιλαμβάνομαι τι άλλο χρειάζεται, για να γίνει αντιληπτό από τους «εταίρους», τον ΟΗΕ, τις «εγγυήτριες» δυνάμεις –και μιλώ για όλες ανεξαιρέτως-, την παγκόσμια διανόηση, την ελλαδική κοινή γνώμη, από εμάς τους ίδιους, πως εδώ συντελείται κάτι ανόσιο.
–Από πού αντλήσατε αυτές τις ιστορίες, που αφορούν σε φυσικό βιασμό; Αντλήθηκαν σε πρώτο στάδιο από αυτούσιες μαρτυρίες, που είδαν το φως της δημοσιότητας πρόσφατα στον ημερήσιο τύπο και υπάρχουν διαθέσιμες και στο διαδίκτυο. Πρόκειται για γυναίκες που έσπασαν τη σιωπή τους μετά από όλα αυτά τα χρόνια. Δεν είναι πολλές. Στην πορεία, καθώς εξελισσόταν και θέριευε μέσα μου το θέμα, αναζήτησα πληροφορίες σε κάθε δυνατή πηγή. Πρωτίστως, σε βιβλία, όπως το «Bloody Truth» (2009), όπου δημοσιεύεται απόρρητη έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης για τις θηριωδίες της εισβολής με αναφορά και σε πολλούς βιασμούς (πρωτοδιέρρευσε στους Sunday Times του Λονδίνου, 23/1/1977), «Ο άλλος πόλεμος των γιατρών» (2015) του Χρύσανθου Χρυσάνθου, «Τα στρείδια που έχασαν το μαργαριτάρι τους» (2003) της Τ/κ δημοσιογράφου Σεβγκιούλ Ουλουντάγ και το βιβλίο της Σοφίας Ιορδανίδου, «Νταλγκά νταλγκά: Η μαρτυρία ενός Τούρκου αξιωματικού για τη δεύτερη εισβολή στην Κύπρο» (1998). Στο τελευταίο, με συγκλόνισαν όσα αναφέρει ο Γιαλτσίν Κιουτσούκ, που υπηρέτησε στην εισβολή ως έφεδρος αξιωματικός και σήμερα ζει εξόριστος στη Γερμανία. Ανάμεσα σε άλλα φριχτά και αφότου περιγράφει ως αυτόπτης μάρτυρας βιασμούς νεαρών Ελληνίδων, γυναικών και παιδιών, αναφέρει πως εκείνες που υπέφεραν περισσότερο κατά την εισβολή… ήταν οι κατσίκες. Κτηνοβασία μαρτυρείται και στον κυπριακό τύπο της εποχής, από όπου και το ποίημά μου «Μαργαρίτα». Ως πηγή μου είχα επίσης το δημοσίευμα της Sun, «Barbarians» (5 Αυγούστου 1974), έπειτα δημοσιεύματα της εποχής κατόπιν έρευνας που έκανα στο αρχείο του ΓΤΠ. Πηγή μου υπήρξαν ακόμα και τα Πρακτικά της Βουλής των Αντιπροσώπων ή αρχεία των Βρετανικών Βάσεων. Όπως επίσης και μαρτυρίες τρίτων, με τους οποίους έτυχε να συνομιλήσω σχετικά με το θέμα και ζήτησαν να παραμείνουν ανώνυμοι.
–Όλη αυτή η μελέτη για ένα βιβλίο ποίησης; Στόχος μου δεν υπήρξε ποτέ να κάνω μια συνολική μελέτη για το θέμα: μερικές και μόνο περιπτώσεις είναι υπεραρκετές, για να αναδείξουν το ζήτημα. Θα μπορούσαν να είναι αυτές ή κάποιες άλλες, είμαι σίγουρη πως υπάρχουν εκατοντάδες. Ομολογώ ότι κάποιες ιστορίες που διάβασα ήταν τόσο σκληρές, που υπήρξε αδύνατο να τις μεταφέρω. Εντούτοις, είναι ξεκάθαρο πως με αυτό το βιβλίο διεκδικώ την αλήθεια μιας ιστορικής μαρτυρίας. Τη σχέση μου με την ιστορία δεν τη συγκαλύπτω. Οι γυναίκες για τις οποίες γράφω είναι πραγματικές. Ο λόγος τους κατατίθεται για μένα ως αδιαπραγμάτευτο τεκμήριο κι όχι ως «αφήγημα».
-Είναι η ποίηση πεδίο συνάντησης του ατομικού και του συλλογικού τραύματος; Η λογοτεχνία ευρύτερα δεν είναι καταρχήν πεδίο συνάντησης του ατομικού και του συλλογικού τραύματος. Σε μία κατεχόμενη πατρίδα, ωστόσο, θεωρώ πως έχουμε χρέος να επιστρέφουμε στο συλλογικό πεδίο και να επιδεικνύουμε, αν χρειαστεί, την ανάλογη γενναιότητα. Αυτό προϋποθέτει ρίσκο και προσωπική έκθεση. Υπάρχει και η λογοτεχνία που εξαντλείται σε μεμονωμένα, ατομικά πυροτεχνήματα. Δεν ζούμε όμως στο Λουξεμβούργο ή στην Ελβετία. Ο Σεφέρης χρειάστηκε να επανασυνδεθεί με τον «ομφάλιο λώρο της κοινωνίας», κατά την έκφρασή του, προκειμένου να γράψει έργα όπως το «Κύπρον ου μ’ εθέσπισεν». Η ιδιωτεία, ο ακραίος, με άλλα λόγια, ατομικισμός, σύμπτωμα αφενός του νεοφιλελεύθερου, παγκοσμιοποιημένου κόσμου μας και αφετέρου του μεταμοντέρνου, «προοδευτικού» πολιτισμικού υποδείγματος, αποδομητικού κάθε έννοιας που προσδιορίζει έθνη, αξίες και συλλογικότητες, είναι επιζήμια, όταν τίθεται υπό αίρεση ή αφανισμό μια χώρα ή η επιβίωση ενός ολόκληρου λαού. Υπενθυμίζω μόνο την τροπή της έννοιας του «ιδιώτη» στην αγγλική γλώσσα.

–Το βάρος του βιασμού μεταφέρεται σε κοινωνικό επίπεδο; Τον βιασμό τον αισθανόμαστε καθημερινά στο επίπεδο της γλώσσας και της εξουσίας και στη μεταξύ τους αλληλεπίδραση, αν όχι αλληλοσυγκρότηση. Ο βιασμός κατοικεί στους μύθους και ενοικεί στο συλλογικό μας φαντασιακό. Όχι τυχαία, η ψυχανάλυση αναζήτησε στον ελληνορωμαϊκό μύθο τα οντολογικά πρότυπα της ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης του ατόμου. Στον Γαλλικό ψυχαναλυτικό φεμινισμό ο βιασμός, ως σεξουαλική μεταφορά, προσδιορίζει τη θέση του θηλυκού υποκειμένου εντός μιας κατεξοχήν αρσενικής λιβιδινικής οικονομίας. Ίσως το πλέον κατατοπιστικό παράδειγμα της αμφίθυμης θέσης του θηλυκού υποκειμένου στην κουλτούρα να είναι αυτό της Περσεφόνης- μοιρασμένης για πάντα ανάμεσα στον μητρικό χώρο της οιδιπόδειας πλήρωσης και στην επιβεβλημένη είσοδό της στον χώρο του πατρικού Λόγου και Νόμου. Οι μύθοι καταγράφουν μια αμνημόνευτη στιγμή περάσματος από τη φύση στον πολιτισμό κι όλα εκείνα τα οποία το άτομο, για να καταστεί εαυτός, έχει απωθήσει στον ψυχικό χώρο του ασυνειδήτου. Όλα αυτά εκκολάπτονται προνομιακά και συνήθως απρόθετα, όπως γνωρίζουμε, στα όνειρα ή στη λογοτεχνία. «Όπου και να έχω πάει» λέει ο Φρόιντ «βρίσκω έναν ποιητή που έχει πάει ήδη εκεί πριν από μένα».
–Πού αποδίδετε το γεγονός ότι η κουλτούρα του βιασμού εξακολουθεί να παραμένει σήμερα τόσο βαθιά ριζωμένη; Σήμερα στον δυτικό κόσμο δίνεται η εντύπωση ότι διανύουμε μια περίοδο μεταφεμινιστικής μακαριότητας και πως τα μόνα ζητήματα που απασχολούν πλέον τον φεμινισμό είναι τα αναπαραγωγικά δικαιώματα ή το #MeToo. Στον πολιτικό λόγο το ζήτημα εκπίπτει στο επιχείρημα της ισάριθμης πολιτικής εκπροσώπησης. Ωστόσο, το τέταρτο φεμινιστικό κύμα, που πλέον διανύουμε, κι οι περί αυτό συζητήσεις, μοιάζουν να χάνουν το δάσος για το δέντρο. Το φύλο– βιολογικό και κοινωνικό– αφορά τόσο στην πολιτική όσο και σε κάθε έκφανση της υποκειμενικότητας και τομέα της ανθρώπινης διάδρασης. Στην πολιτική ζωή ενσαρκώνεται σε μοντέλα πολιτικής ηγεσίας, στις φαλλικές του εκφάνσεις συνιστά μεταφορά ιεραρχίας και ηγεμονικής κατίσχυσης. Η κουλτούρα της αρρενωπότητας διατρέχει κάθε πτυχή της οικονομικής δραστηριότητας, της πολιτικής αρένας, της οικογένειας και της κοινωνικής οργάνωσης.
–Πιστεύετε ότι ο πόλεμος έχει φύλο; Σ’ έναν πόλεμο μιλάμε συνήθως για όπλα, για την οικονομία, για συμμαχίες και συμφέροντα, αλλά δεν μιλάμε ποτέ για το φύλο. Η περίπτωση του Πούτιν είναι μία έκφανση μόνο– πλην όμως αντιπροσωπευτική– της πατριαρχίας ως καθολικής δομής, η οποία ανάγει τον ανδρισμό, τον σεξισμό και την ομοφοβία σε μέσα πολιτικής επικύρωσης. Η άνοδος τοξικών αρρενωπών ηγεσιών σ’ αυτή την καμπή της ιστορίας είναι ένα διεθνές ζήτημα, το οποίο οδηγεί σε εμφανή υποχώρηση των δικαιωμάτων των γυναικών και των ανθρώπινων δικαιωμάτων εν γένει, ακόμα και στις φιλελεύθερες δημοκρατίες. Το φύλο συνιστά τη λυδία λίθο της δημοκρατίας. Όσο υποβαθμίζουμε τη δομική του διάσταση στην πολιτική μας οντολογία, έχουμε ήδη απωλέσει τη ρίζα και την αιτία κάθε διεθνούς σύρραξης.
-Μπορεί ένα λογοτεχνικό έργο να κλονίσει κατεστημένες νοοτροπίες; Αυτό έχει να κάνει με τον ρόλο της τέχνης- αν αυτός υφίσταται- και τη σχέση με την εποχή της. Υπάρχουν πολλές απόψεις. Πιστεύω πολύ στον ρόλο της τέχνης και της διανόησης στη διαμόρφωση των συνειδήσεων και εγγενώς της ανθρώπινης ιστορίας. Ο υπερρεαλισμός και το νταντά, για παράδειγμα, μ’ όλη τους την τρέλα και τον αυθορμητισμό, έχουν φέρει μια πραγματική επανάσταση στην τέχνη και τη ζωή. Όχι μόνο στη λογοτεχνία, αλλά συνέβαλαν ευρύτερα στην απελευθέρωση της γλώσσας κι άρα στον ίδιο τον τρόπο που σκεφτόμαστε και υπάρχουμε. Μετέπειτα συναντούμε τα συνθήματα των υπερρεαλιστών στους τοίχους του Παρισιού, τον Μάη του ’68. Έχω δει την έκλαμψη που ένα έργο που υπονομεύει, εν προκειμένω, το πατριαρχικό κατεστημένο μπορεί να προκαλέσει στα μάτια συνομιλητών ή φοιτητών μου. Πιστεύω στη δύναμη της τέχνης. Η τέχνη είναι εγγενώς επαναστατική.
–Πού σταματάει η επανάσταση και πού αρχίζει η προπαγάνδα; Τα όρια είναι πολύ λεπτά. Όταν η τέχνη εκπίπτει σε κομματισμό ή σε δόγμα, έχει χάσει κάτι σημαντικό από την ουσία της. Σέβομαι τις αισθητικές επιλογές ακόμα και της «στρατευμένης» λογοτεχνίας- διατηρώ αυτή την ετικέτα για ό,τι υπήρξε στον σοβιετικό κόσμο ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός, το δόγμα Ζντάνοφ και, στην καλύτερη περίπτωση, το κοινωνικό όραμα το οποίο έθρεψε την τέχνη της εποχής του υπαρκτού σοσιαλισμού. Ωστόσο, ο Ρίτσος της «Τέταρτης Διάστασης» δεν είναι ο ίδιος με τον Ρίτσο των «Συντροφικών τραγουδιών». Αυτό είχε το σθένος να το ομολογήσει ακόμα και ο ίδιος. Η παρατήρηση αυτή έχει να κάνει αμιγώς με την αισθητική. Η εργαλειοποίηση όμως της τέχνης, ειδικά στην Κύπρο του σήμερα, προκειμένου να εξυπηρετήσει μια ορισμένη πολιτική ατζέντα, είναι, κατά την άποψή μου, επικίνδυνη. Κι αυτό γιατί τα πράγματα σ’ αυτές τις προσεγγίσεις τείνουν να υπεραπλουστεύονται, απαλείφοντας το ιστορικό πλαίσιο στη διαχρονία και ισοπεδώνοντας τις πολιτικές και διεθνείς πραγματικότητες στο όνομα του «ανθρώπινου». Η ανθρώπινη δημιουργία μπορεί να κινήσει βουνά ή να οδηγήσει στην αυτοκαταστροφή. Η τέχνη γίνεται πιο αληθινή, όταν θεραπεύει αξίες και όχι δόγματα.
- INFO Η ποιητική συλλογή της Δήμητρας Δημητρίου «Αγωνίες» (εκδόσεις Σμίλη, σελ. 216) παρουσιάζεται την Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου στις 7μ.μ. στο Νέο Δημαρχείο Λευκωσίας (rooftop). Για το βιβλίο θα μιλήσουν Κυριάκος Χαραλαμπίδης, Παντελής Βουτουρής και Γιώργος Γεωργής. Θα ακουστούν μελοποιημένα ποιήματα της συλλογής από τον συνθέτη Γιώργο Καλογήρου με τη μουσικό Ρίτα Σεργίδου στο βιολοντσέλο. Απαγγέλει η ηθοποιός Αντωνία Χαραλάμπους
Ελεύθερα, 10.9.2023