Πέτρος Τσερκέζης

Η συλλογή διηγημάτων του Γιώργου Μολέσκη «Όταν ο ήλιος μπήκε στο δωμάτιο» περιλαμβάνει 18 ιστορίες που εκτυλίσσονται στην Κύπρο και σε μέρη όπως η Ελλάδα, η Ρωσία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Σουηδία, η Γεωργία και το Βέλγιο. Πρόκειται για ένα μωσαϊκό πραγματικών και φανταστικών γεγονότων, όπου καθημερινοί άνθρωποι και μικρές στιγμές της ζωής αποκτούν καθολική σημασία. Άλλες ιστορίες επικεντρώνονται σε ένα και μόνο γεγονός, ενώ κάποιες διατρέχουν μεγαλύτερες περιόδους της ζωής των ηρώων.

Τα διηγήματα κινούνται γύρω από θεματικές όπως η ανθρώπινη μνήμη, η καθημερινότητα, οι πολιτισμικές διαφορές, η νοσταλγία, και οι κοινωνικές παρατηρήσεις.

Η ποικιλία των θεμάτων αγκαλιάζει τη ζωή στην Κύπρο και στον υπόλοιπο κόσμο, δημιουργώντας έναν πολυπολιτισμικό καμβά.

Μέσα από ιστορίες που είναι άλλοτε προσωπικές και άλλοτε παρατηρητικές, ο συγγραφέας φέρνει στο φως τις διαφορετικές όψεις του ανθρώπινου βίου, από τη γέννηση και τον θάνατο μέχρι τις μικρές στιγμές που φέρνουν νόημα στη ζωή.

Οι ήρωες της συλλογής, είτε πρωταγωνιστές είτε παρατηρητές, είναι άνθρωποι καθημερινοί, με πάθη, αδυναμίες, και δύναμη. Είναι χαρακτήρες με τους οποίους ο αναγνώστης ταυτίζεται, ανεξάρτητα από το πολιτισμικό ή γεωγραφικό τους υπόβαθρο.

Η έμφαση στη μοναδικότητα κάθε ανθρώπου και στη δύναμη των λεπτομερειών καθιστά τις ιστορίες διαχρονικές.

Η αυτοβιογραφική διάσταση δίνει στη συλλογή έναν ιδιαίτερο τόνο. Οι αφηγητές μοιάζουν να βρίσκονται συχνά κοντά στον ίδιο τον συγγραφέα, με έναν στοχαστικό ή οικείο τρόπο και άλλες φορές  μοιάζουν να είναι ο ίδιος ο συγγραφέας που σε παίρνει από το χέρι να σε οδηγήσει μέσα από ιστορίες γεμάτες ρεαλισμό αλλά και μυθοπλαστικά στοιχεία. Ο Μολέσκης προσφέρει μια έμμεση βιογραφία όχι μόνο του εαυτού του αλλά και της εποχής και του κοινωνικού πλαισίου όπου ζει.

Ο συγγραφέας αναδεικνύει μέσα από τις αφηγήσεις του την πανανθρώπινη διάσταση των απλών ανθρώπων. Οι ήρωές του, αν και προέρχονται από διαφορετικές χώρες και πολιτισμούς, είναι τόσο ζωντανοί και οικείοι που μοιάζουν να ανήκουν στο δικό μας περιβάλλον. Από τη νοσταλγική ανάμνηση της εφηβείας έως τη βαθιά παρατήρηση της φύσης και των γεγονότων, οι ιστορίες του Μολέσκη είναι γεμάτες συναίσθημα, ενσυναίσθηση και ποιητική ματιά.

Μερικά διηγήματα, όπως «Όταν σταμάτησε ο χρόνος» και «Ο φίλος μου ο Σεργκέι», εστιάζουν στη δυναμική των ανθρώπινων σχέσεων, τις αντιφάσεις τους και τις διαχρονικές αξίες που τις συντηρούν. Άλλα, όπως «Ο παππούς μου ο αγιογράφος» και «Οι ελιές του πατέρα μου», πλέκουν τον μύθο με τη μνήμη, μεταφέροντας τη σοφία και το βάρος της παράδοσης. Σε αφηγήσεις όπως «Μια φωτιά καίει μέσα στη νύχτα» και «Όταν η σφαίρα εξοστρακίστηκε», κυριαρχεί η ένταση της στιγμής και ο στοχασμός γύρω από τη δύναμη της ζωής και τον θάνατο.

Το διήγημα «Όταν η Σφαίρα Εξοστρακίστηκε» είναι ένα βαθιά υπαρξιακό και κοινωνικό αφήγημα που εξερευνά ζητήματα ταυτότητας, ηθικής και προσωπικών επιλογών στο πλαίσιο μιας ταραγμένης ιστορικής περιόδου. Ο αφηγητής, ένας νεαρός τεχνίτης, έρχεται αντιμέτωπος με τον πειρασμό της βίας, τον φόβο και τις κοινωνικές πιέσεις, ενώ παράλληλα βιώνει τη μετάβαση από την αθωότητα στην ενηλικίωση.

Η έλξη και ο φόβος της βίας: Η εμπειρία του νεαρού αφηγητή με το όπλο του Στέλιου συμβολίζει τον πειρασμό της εξουσίας που μπορεί να προσφέρει ένα όπλο, αλλά και τις συνέπειες της χρήσης του. Το όνειρό του με τον νεκρό αποκαλύπτει την εσωτερική του σύγκρουση.

Ο ήρωας, στοχοποιημένος από συνομηλίκους του, βλέπει το όπλο ως μέσο προστασίας και αναγνώρισης. Αργότερα, η στρατολόγησή του από εθνικιστικούς κύκλους δείχνει πώς οι κοινωνικές πιέσεις μπορούν να σπρώξουν κάποιον σε επικίνδυνες επιλογές.

Το διήγημα διαδραματίζεται την περίοδο των διακοινοτικών συγκρούσεων στην Κύπρο (1963-64). Ο Ιάκωβος, με το προσωπικό του τραύμα από τη βία, λειτουργεί ως αντίβαρο στον Στέλιο, δείχνοντας ότι η προσωπική εμπειρία καθορίζει τη στάση απέναντι στη βία.

Η ηθική της επιλογής: Ο πρωταγωνιστής βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι, καλούμενος να αποφασίσει αν θα ενταχθεί σε μια ομάδα που κατασκευάζει όπλα. Η αμφιβολία, ο φόβος και τα όνειρά του υποδηλώνουν μια συνείδηση που αντιστέκεται στη βία.

Το διήγημα σκιαγραφεί με λεπτότητα τη συναισθηματική και ηθική πάλη ενός νέου ανθρώπου μέσα σε μια κοινωνία που βράζει από συγκρούσεις. Μέσα από τον εξοστρακισμό της σφαίρας και τον αντίκτυπο που αυτός έχει, ο συγγραφέας υπογραμμίζει το πώς οι φαινομενικά μικρές επιλογές μας μπορούν να έχουν απρόβλεπτες συνέπειες

Το διήγημα «Οι ελιές του πατέρα μου» αποτυπώνει την ιδιαίτερη σχέση ενός ανθρώπου με τη φύση, τις παρορμητικές του αποφάσεις και την επιμονή του να κυνηγά τα όνειρά του, παρά τις αντιξοότητες. Ο πατέρας του αφηγητή παρουσιάζεται ως ένας ιδιόρρυθμος και αυθόρμητος άνθρωπος, ο οποίος συχνά ακολουθεί τις ιδέες του χωρίς να τις υπολογίζει πρακτικά ή να συμβουλεύεται άλλους. Μέσα από διάφορα επεισόδια, όπως η αγορά του αλόγου και του λεωφορείου, φαίνεται πως πολλές από τις πρωτοβουλίες του οδηγούν σε αποτυχία και απώλειες. Ωστόσο, η πιο σημαντική απόφαση της ζωής του – το φύτεμα των ελιών – είναι η μόνη που αποφέρει καρπούς, τόσο μεταφορικά όσο και κυριολεκτικά.

Το δέντρο της ελιάς αποκτά έναν ιδιαίτερο συμβολισμό: συνδέεται με την επιβίωση, τη μεταφυσική πίστη, τη δύναμη της φύσης και την ανθρώπινη επιμονή. Ο πατέρας, παρά την ειρωνεία και την αμφισβήτηση των συγχωριανών του, βλέπει το όραμά του να παίρνει σάρκα και οστά. Οι ελιές του γίνονται ένα διαχρονικό σημείο αναφοράς, ένα κομμάτι του εαυτού του που συνεχίζει να ζει ακόμα και μετά τον θάνατό του.

Το διήγημα, με γλαφυρό ύφος και συναισθηματικό βάθος, αφηγείται μια ιστορία για το πείσμα, τη δημιουργικότητα και τη βαθιά σύνδεση του ανθρώπου με τη γη του, αλλά και για τη μετάδοση αυτών των στοιχείων από γενιά σε γενιά.

Σε ορισμένα διηγήματα, οι άνθρωποι απουσιάζουν σχεδόν εντελώς. Ο συγγραφέας στρέφεται στη φύση, στο τοπίο και στα γεγονότα, όπως στο «Καφέ Βιβλιοπωλείο Λάμπα» και «Σ’ ένα παλιό ξενοδοχείο». Με μια ποιητική προσέγγιση, αποτυπώνει την ατμόσφαιρα και τον κοινωνικό ιστό που συνδέει τις ζωές μας, προσφέροντας στον αναγνώστη μια διαρκή υπενθύμιση για τη σημασία της παρατήρησης και της σύνδεσης.    

Ενώ το διήγημα, που είναι και ο τίτλος της συλλογής: «Όταν ο ήλιος μπήκε στο δωμάτιο», αποτελεί μια βαθιά διείσδυση στις ανθρώπινες ψυχές και την τραγικότητα της ζωής μέσα στις φυλακές, εστιάζοντας στην ένταση των συναισθημάτων και την ευθραυστότητα των καταστάσεων.

Η αφήγηση περιστρέφεται γύρω από μια επίσκεψη του αφηγητή, λογοτέχνη, σε μια γυναικεία φυλακή για μια διάλεξη περί ποίησης. Ο αφηγητής περιγράφει τις συνθήκες στις φυλακές, την ψυχολογία των φυλακισμένων γυναικών, καθώς και την αλληλεπίδρασή του μαζί τους. Η ποίηση, ως τρόπος έκφρασης και στοχασμού, γίνεται το μέσο για να φωτιστούν οι εσωτερικές αναζητήσεις των γυναικών, αλλά και οι δικές του σκέψεις.

Η ιστορία δημιουργεί έναν έντονο αντίθετο διάλογο: από τη μία, ο ήλιος που εισβάλλει στο δωμάτιο και λειτουργεί ως σύμβολο ζωής, φωτός και ελπίδας, και από την άλλη, η σκοτεινή πράξη της απόπειρας αυτοκτονίας μιας νεαρής γυναίκας. Η τραγικότητα της στιγμής αυτής ακυρώνει οποιαδήποτε αίσθηση επιτυχίας για τη διάλεξη, καθιστώντας την προσπάθεια προσέγγισης μέσω της ποίησης φαινομενικά ανεπαρκή μπροστά στον ανθρώπινο πόνο.

Ο ήλιος λειτουργεί ως σύμβολο πολλαπλών αναγνώσεων:

Η ποίηση προσφέρει φως και ελπίδα, η δημιουργία, η προσπάθεια να διατηρηθεί μια αίσθηση ομορφιάς ακόμα και στις πιο σκληρές συνθήκες. Πραγματικότητα και τραγωδία: Ο ήλιος κρύβεται στο τέλος πίσω από τους τοίχους, υπενθυμίζοντας τη σκληρή μοίρα των φυλακισμένων. Η πράξη της νεαρής γυναίκας που επιχειρεί να δώσει τέλος στη ζωή της αντικατοπτρίζει τη συντριβή της ελπίδας, την αδυναμία να διαφύγει κάποιος από τον προσωπικό του πόνο ακόμα και μπροστά σε στιγμές συλλογικής ψυχικής ανάτασης.

Η ποίηση, όπως παρουσιάζεται, αποτελεί εργαλείο νοητικής και συναισθηματικής απελευθέρωσης. Ωστόσο, η ιστορία καταδεικνύει και τα όριά της. Η λογοτεχνία δεν μπορεί πάντα να εξαλείψει την οδύνη που κρύβει η ανθρώπινη ψυχή, ειδικά όταν είναι βαθιά τραυματισμένη.

Το διήγημα πραγματεύεται την ευθραυστότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, τη σύνδεση τέχνης και πραγματικότητας, και την αντίφαση ανάμεσα στη δύναμη της δημιουργίας και την αδυναμία της να θεραπεύσει πλήρως την ανθρώπινη ψυχή. Η αφήγηση είναι συγκινητική και προσεγγίζει θέματα όπως η μοναξιά, ο εγκλεισμός, αλλά και η επιμονή της ελπίδας μέσα στο σκοτάδι.

Η λιτή, αλλά ποιητική γλώσσα του Μολέσκη και ταυτόχρονα γεμάτη συμβολισμούς, προσδίδει βάθος στα απλά γεγονότα και τις καθημερινές σκηνές, φωτίζει τις λεπτομέρειες που διαμορφώνουν την ανθρώπινη ύπαρξη. Κάθε διήγημα είναι ένα ξεχωριστό παράθυρο στη ζωή, έναν κόσμο που μας καλεί να στοχαστούμε πάνω στη δική μας πραγματικότητα.

Η αφήγηση είναι συχνά ατμοσφαιρική, δημιουργώντας εικόνες με συναισθηματική ένταση και μελαγχολική διάθεση.

Ο συγγραφέας αποτυπώνει με δεξιοτεχνία τη συνύπαρξη του ρεαλιστικού με το ονειρικό, μεταφέροντας στον αναγνώστη την αίσθηση της ζωής που κυλά και των στιγμών που μένουν χαραγμένες. Ο συγγραφέας φαίνεται να υπενθυμίζει τη σημασία της σύνδεσης με τη ζωή, την κοινότητα και την εσωτερική μας δύναμη, σε έναν κόσμο που διαρκώς αλλάζει.

Οι ιστορίες γίνονται μια μορφή «συλλογικής μνήμης» που ενώνει ανθρώπους από διαφορετικούς τόπους και εποχές, δίνοντας έμφαση στην παγκοσμιότητα της ανθρώπινης εμπειρίας.

Ελεύθερα 16.3.2025