Η θεατρική τέχνη αποτελεί ένα ψυχολογικό καταφύγιο και την κατεξοχήν μορφή ανάτασης του ανθρώπινου πνεύματος. Οι δημιουργοί αναλαμβάνουν το καθήκον και την ευθύνη να μας προσφέρουν ένα πολιτιστικό αγαθό που σε καμία περίπτωση η εμπορικοποίηση δεν πρέπει να υποβιβαστεί σε προϊόν.
Ένα παράδειγμα που δεν ολοκλήρωσε τον στόχο του, η δραματοποιηση των διηγημάτων του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Όνειρο στο κύμα» και «Έρως ήρως» στο Θέατρο Αθηνών σε σκηνοθεσία Δήμου Αβδελιώδη.
Η παρουσίαση δεν περιέλαβε καμία μορφή ενσάρκωσης, ώστε το εγχείρημα να συμπεριληφθεί στο είδος του μονόλογου ή του μονοδράματος. Ήταν απλά αποστήθιση του κειμένου. Ο σκηνοθέτης στον πρόλογό του προειδοποίησε ότι δεν τον ενδιαφέρουν τα ευρήματα και ότι εστιάζει στο να ακουστεί ο λόγος. Το ερώτημα που προκύπτει σε μια τέτοια διακήρυξη είναι: «Ποια η συμβολή της σκηνικής πράξης στην ανάδειξη του λόγου του Παπαδιαμάντη;». Δυστυχώς, απολύτως καμία. Νοείται πως το κείμενο του Παπαδιαμάντη είναι αριστουργηματικό. Ωστόσο, η παρουσίαση ήταν εξαιρετικά βαρετή.
Στον αντίποδα αυτού, το συγκλονιστικό επίτευγμα του Δημήτρη Καραντζά στο Θέατρο Προσκήνιο. Το «Λεωφορείο ο Πόθος» θεωρείται το πιο δημοφιλές έργο του Τενεσί Ουίλιαμς. Παρουσιάστηκε άπειρες φορές. Τις πλείστες αποτυχημένα. Κύρια αιτία της ματαίωσης η σκηνοθετική αλαζονεία. Ο κάθε σκηνοθέτης διαβάζει το κείμενο, θεωρεί ότι το κατάλαβε και προχωρεί στο ανέβασμά του αποδομώντας ή αλλοιώνοντας βασικές δραματουργικές του αξίες. Με αφορμή τον λόγο του Ουίλιαμς ο σκηνοθέτης συγκολλά δικές του πεποιθήσεις, οι οποίες δεν παντρεύονται με το έργο.
Ο Καραντζάς εργάστηκε σοβαρά, με επιμέλεια και μεθοδικότητα. Μελέτησε τη βιβλιογραφία και έθεσε ερωτήματα προκειμένου να κατανοήσει τι εννοεί ο συγγραφέας. Το αποτέλεσμα ήταν ένας θεατρικός θρίαμβος. Μια ολότελα καινούρια σκηνική ανάγνωση ενός κλασικού έργου με απόλυτο σεβασμό στο πνεύμα του θεατρικού συγγραφέα. Το παιγνίδι πόκερ ανάμεσα στον Στάνλεϊ και την Μπλανς υπερβαίνει τους μελοδραματικούς τόνους ή τις μεταμοντέρνες κορώνες άλλων ανεβασμάτων και οδηγεί τον θεατή σε μια διανοητική διαδρομή στο υπόρρητο κείμενο, στη δράση κάτω από τον λόγο.
Η Μπλανς δικαιώνεται γιατί δεν συντρίβεται. Περνάει απλά από τον κόσμο της λογικής για να βρεθεί στον κόσμο της μαγείας, όπου εκεί όλα είναι λουσμένα στο φως και το ασφυκτικό περιβάλλον του σπιτιού εγκαταλειπεται για μια πολύχρωμη απεραντοσύνη.
Κάτω από την Sacre Coeur στην Μονμάρτη μια άλλη Μπλανς λογοδοτεί στην συνείδησή της για εγκλήματα που διέπραξε. Είναι η ηρωίδα της Μαργκερίτ Ντιράς, Κλαίρη Λαν. «Ήταν γελοία η ζωή μου» θα πει η ηρωίδα αποκαλύπτοντας στον θεατή την πραγματική της ταυτοτητα, αυτή του θύματος και όχι του θύτη. Η μεγάλη ανατροπή στην «Αγγλίδα ερωμένη» διαλύει τον θεατή, για να τον οδηγήσει σε μια αναγκαστική αναθεώρηση που προκύπτει μέσα από την αντιμετώπιση της ουσιαστικής αλήθειας που κρυβόταν πίσω από την φαινομενική αλήθεια.
Στο Theatre de l’ Atelier, το έργο της Ντιράς υπονομεύει τη ζώνη άνεσης του θεατή για να του δείξει το βάθος των πραγμάτων. Οδυνηρό, άβολο, ψυχοβγαλτικο, λυτρωτικό. Αυτές οι λέξεις συνοψίζουν το παριζιανικο βίωμα. Αυτές οι λέξεις θα έπρεπε να συγκροτούν και κάποια από το βασικά ζητούμενα του θεάτρου.