Αδάμος Κόμπος, Ο Αγώνας της ΕΟΚΑ 1955-59 στη Λεμεσό, Εκδόσεις Ηλία Επιφανίου, 2024

Το παρόν βιβλίο του Αδάμου Κόμπου, που έρχεται να προστεθεί στην πληθωρική βιβλιογραφία του Απελευθερωτικού μας Αγώνα, συνιστά τον δεύτερο τόμο τής υπό ολοκλήρωση τριλογίας του «Συγκρούσεις και Μάχες στη Λεμεσό 1912-1974». Μια συγκεντρωτική αναδρομή λεπτομερούς αποτύπωσης της δράσης πλειάδας κατονομασμένων αγωνιστών σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές και με τοπογραφικά στοιχεία περιοχών, δρόμων και υποστατικών, που προσδιορίζουν επακριβώς τα συγκλονιστικά εκείνα συμβάντα, όπως καταγράφονται στη γενέτειρά του πριν ακόμη από την έναρξη και κατά τη διάρκεια της επικής τετραετίας, συγκεφαλαιώνοντας γνωστές έως άγνωστες πτυχές της.

Εκ προοιμίου προεξαγγέλλεται το περίγραμμα του συγγραφικού εγχειρήματος, ήτοι η επικέντρωση στα σημαντικότερα γεγονότα του Αγώνα της ΕΟΚΑ στη Λεμεσό και μερικώς στα περίχωρά της. Τόσο στον Πρόλογο όσο και στο πρώτο εκτενές εισαγωγικό κεφάλαιο ανακαλεί με ευσύνοπτες τεκμηριωμένες επισημάνσεις την αναγκαιότητα διεξαγωγής του, κατόπιν των επίμονων διαχρονικών διεκδικήσεων του Κυπριακού Ελληνισμού για απαλλαγή από τον αποικιακό ζυγό και την επανειλημμένη κατηγορηματική απόρριψη του δίκαιου αιτήματός του για εφαρμογή του στοιχειώδους ανθρωπίνου δικαιώματος της ελευθερίας του.

Σημαίνοντα ρόλο στην προετοιμασία του Αγώνα, μετά το Ενωτικό Δημοψήφισμα του 1950, διαδραμάτισε η Εθναρχούσα Εκκλησία και τα ηθικοπνευματικά της φυτώρια ΟΧΕΝ και ΠΕΟΝ, καθώς και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, δημόσια και ιδιωτικά, που καλλιεργούσαν τα εθνικά ιδεώδη στη συνείδηση των νέων. Προανάκρουσμα της επικείμενης μαζικής εξέγερσης οι αντιβρετανικές διαδηλώσεις των μαθητών του Λανιτείου Γυμνασίου, της Εμπορικής Ακαδημίας Πολυδωρίδη και του Εμπορικού Λυκείου Ματσάκη στις 18 του Δεκέμβρη του 1954 με τον θαρραλέο τελειόφοιτο Άλκη Αργύρη να κατεβάζει την αγγλική σημαία στον Κεντρικό Αστυνομικό Σταθμό και να υψώνει την ελληνική, ενώ από τους τρεις σοβαρά τραυματισμένους νεαρούς ο δεκαεννιάχρονος Ρένος Πουγιούκας παρέμεινε από σφαίρα στη σπονδυλική στήλη παράλυτος σε τροχοκάθισμα.

Εξάλλου, σε μιαν από τις συχνές διαδηλώσεις στο κέντρο ώς επί το πλείστον της πόλης, στις 27 Οκτωβρίου του 1955, δέχτηκε τα θανάσιμα πυρά των Άγγλων ο δεκαεξάχρονος ήρωας Ανδρέας Γεωργίου από τη Διερώνα. Οι μαχητικές συγκρούσεις μεταξύ των Βρετανών στρατιωτών και της μαθητιώσας νεολαίας του Λανιτείου συνεχίστηκαν με αυξανόμενη ένταση στις 14 Δεκεμβρίου 1955. Μαθητές και μαθήτριες από την οροφή του τμήματος θηλέων είχαν αποδυθεί σε άγριο λιθοβολισμό εναντίον των Άγγλων και των Τουρκοκύπριων επικουρικών, ρίχνοντας τους ακόμη εν μέσω καταιγιστικών δακρυγόνων δύο χειροβομβίδες και τραυματίζοντας μερικούς στρατιώτες. Ως αντίποινα δεν κατεδάφισαν μόνο τη στήλη των ηρώων των Βαλκανικών Πολέμων στο προαύλιο του Σχολείου, αλλά επέβαλαν το κλείσιμό του για ένα χρόνο, με αποτέλεσμα οι μαθητές να παρακολουθούν τα μαθήματα στα σπίτια των καθηγητών τους.

Σε άλλη διαδήλωση, στις 20 Νοεμβρίου του 1956, μαθητής του Λανιτείου επίσης υπήρξε ο δεκαεπτάχρονος ήρωας της ΕΟΚΑ Ανδρέας Βλάμης από το Βουνί της επαρχίας Λεμεσού, ο οποίος δολοφονήθηκε στην περιοχή της Τζιαμούδας από Τουρκοκύπριο επικουρικό, όταν προσπάθησε να του αποσπάσει το περίστροφο αρπάζοντάς τον από τον λαιμό.  Εκτός όμως από τους Γυμνασιόπαιδες, στον αντιαποικιακό αγώνα είχαν εμπλακεί και οι μεγαλύτερες τάξεις των Δημοτικών Σχολείων. Στις 4 Απριλίου του 1956 οι μαθητές της Δ΄ Αστικής Σχολής, χωρίς να υπακούσουν σε ανώτερες εντολές, είχαν ανυψώσει αυτοσχέδια ελληνική σημαία στη θέση της αγγλικής, σχηματίζοντας επί πλέον ατομικές σημαίες με τις μπλε κυλόττες τους της γυμναστικής και φωνάζοντας συνθήματα όταν έφτασαν οι Άγγλοι, που έκλεισαν το σχολείο για μερικές μέρες.

Οι ομάδες δολιοφθορέων, εκτελεστών, μεταφορέων, συνδέσμων και υπευθύνων νεολαίας δρούσαν αποτελεσματικά υπό το γενικό πρόσταγμα των αποφάσεων του Αρχηγού της ΕΟΚΑ Γεωργίου Γρίβα και τις οργανωτικές του οδηγίες προς τους τομεάρχες, με πρώτο κατά σειράν τον Ανδρέα Ιωαννίδη, δεύτερο τον Χριστάκη Τρυφωνίδη από τις 9 Μαΐου 1955 μέχρι τη σύλληψή του στις 19 Ιανουαρίου 1956 και τον Δήμο Χατζημιλτή που τον διαδέχθηκε μέχρι το τέλος του Αγώνα.

Ο ίδιος διευθέτησε τη μεταφορά του Γρίβα από κρυψώνες στα βουνά του Τροόδους στη Λεμεσό τον Ιούνιο του 1956 μαζί με συναγωνιστές και οδηγό τον υπαστυνόμο Κωστή Ευσταθίου, για να διαμείνει αρχικά σε κρησφύγετο του σπιτιού του Δάφνη Παναγίδη, η σύζυγος του οποίου και πολύ έμπιστη αγωνίστρια Μαρούλα υπήρξε η μόνιμη σύνδεσμος της αλληλογραφίας από και προς τον Αρχηγό. Στην ενοικιαζόμενη οικία του Μάριου Χριστοδουλίδη ανήκε το δεύτερο κρησφύγετό του και αυτό ξαναχρησιμοποίησε κατά το διάστημα δυστυχώς της εγκληματικής δράσης της ΕΟΚΑ Β. Με εξ ίσου άκρα μυστικότητα οργανώθηκε η μεταφορά του Αυξεντίου από τον Μαχαιρά σε χειρουργική μικροκλινική στη Λεμεσό τον Απρίλιο του 1956.   

Με παραστατικότητα κινηματογραφικών θρίλερ εξιστορούνται οι βομβιστικές επιθέσεις αστυνομικών σταθμών, στο βρετανικό στρατιωτικό χωριό Βερεγγάρια στα Πολεμίδια, εναντίον του Διοικητηρίου και φρουρών των Δικαστηρίων, κατά ξενοδοχείων ως χώρων διαμονής, εστίασης και διασκέδασης Άγγλων αξιωματικών, δολιοφθορές και εμπρησμοί σε βρετανικές περιουσίες, όπως μπαρ, εμπορικά καταστήματα και αποθήκες στρατιωτικών ειδών της υπεραγοράς ΝΑΑFI, αλλά και εκτελέσεις Βρετανών πρακτόρων και στρατιωτικών, επικουρικών και ενίοτε προδοτών της Οργάνωσης από τολμηρούς αγωνιστές που έθεταν το καθήκον προς την πατρίδα υπεράνω της ζωής τους. Στην κατά λάθος όμως ανατίναξη αυτοκινήτου τον Νοέμβριο του 1956 τους δύο αιμορραγούντες Γάλλους στρατιώτες έσπευσε να βοηθήσει ο θείος του συγγραφέως Νεόφυτος Καθητζιώτης.

Δραματικές οι σκηνές στα κεφάλαια με τις περιγραφές των κρατητηρίων, των ανακριτηρίων και των χώρων βασανιστηρίων των αγωνιστών από τους Άγγλους δήμιους, όπως και οι βιαιοπραγίες και οι εν ψυχρώ δολοφονίες αθώων πολιτών από φανατισμένους Τουρκοκύπριους ιδίως κατά τις τουρκοκυπριακές ταραχές του 1957-58. Ενδιαφέρουσες οι τελευταίες σελίδες του βιβλίου για τα μέσα και τους τρόπους διεξαγωγής του Αγώνα, της ένδοξης εποποιίας του 1955-1959.