Αυτή την περίοδο έπεσε τυχαία στα χέρια μου ένα βιβλίο του αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς που μιλά για τον νόμο. Ο άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, στην κατά κόσμο ζωή του ήταν διδάκτωρ Θεολογίας και Φιλοσοφίας στα Πανεπιστήμια της Βέρνης και της Γενεύης αντίστοιχα, και δίδαξε σε διάφορες σχολές των ΗΠΑ.
Κατά τον Άγιο, από την στιγμή που γεννιόμαστε μέχρι την στιγμή που πεθαίνουμε συνέχεια ακούμε για «φυσικούς νόμους». Στο σχολείο, στο Πανεπιστήμιο, από κάθε επιστήμονα, δημοσιογράφο, σκεπτόμενο άνθρωπο που θέλει να είναι σοβαρός και πειστικός θ’ ακούσουμε πολλές φορές να γίνεται αναφορά σε «φυσικούς νόμους». Η έννοια του φυσικού νόμου έχει ταυτιστεί –τουλάχιστον για τον Δυτικό άνθρωπο– με την αντικειμενικότητα, την μόνη και αδιαμφισβήτητη αλήθεια.
Κι αναρωτιέται ο Άγιος, πώς γίνεται σε παλαιότερα χρόνια, όχι μόνο της αρχαιότητας αλλά και πολύ εγγύτερα σ’ εμάς, να μην υπάρχει πουθενά ο όρος «φυσικός νόμος», ούτε καν στην Βίβλο, ένα βιβλίο των 1000 και πλέον σελίδων με αναφορά σε όλα τα σημαντικά θέματα της ζωής, που μεταφράστηκε σε όλες τις γλώσσες του κόσμου, που τυπώθηκε σε εκατομμύρια αντίτυπα πολύ περισσότερα από οποιοδήποτε άλλο βιβλίο στην ιστορία της ανθρωπότητας; Δεν υπήρχαν παλαιότερα φυσικοί νόμοι; Δεν γνώριζαν οι άνθρωποι για τους φυσικούς νόμους; Πώς μιλούσαν για τα φαινόμενα του κόσμου χωρίς αυτό τον όρο; Γιατί άραγε στο ιερό αυτό Βιβλίο, που για τίποτα άλλο δεν μιλά τόσο πολύ όσο για τον νόμο, δεν μπορούμε να εντοπίσουμε έστω και μία περίπτωση που να γίνεται αναφορά στον όρο «φυσικοί νόμοι» ή «νόμος της φύσης»;
Και συνεχίζει: Ο άνθρωπος της Δύσης χωρίζεται σε δύο βασικές ομάδες: Σε αυτούς που πιστεύουν μόνο στους φυσικούς νόμους και απορρίπτουν τους ηθικούς ή πνευματικούς νόμους –άρα επί της ουσίας πιστεύουν ότι η (άλογη) φύση νομοθετεί αφ’ εαυτού της– και σε αυτούς που αποδέχονται μεν τους «φυσικούς νόμους», αλλά ταυτόχρονα παραδέχονται ότι υπάρχουν και οι πνευματικοί ή ηθικοί νόμοι. Νομοθέτης και στις δύο περιπτώσεις (τόσο για τους φυσικούς όσο και για τους πνευματικούς νόμους) είναι μία ενσυνείδητη και έλλογη Αρχή.
Κατά τον Άγιο, και οι δύο απόψεις είναι λανθασμένες. Επειδή οι «φυσικοί νόμοι» δεν υπάρχουν! Και εξηγεί:
Ο νόμος προϋποθέτει κάποιον νομοθέτη και αυτόν που τελεί υπό τον νόμο. Και στις δύο περιπτώσεις, για να μπορούμε να μιλάμε για νόμο, θα πρέπει να μιλάμε για «ενσυνείδητα όντα». Και μάλιστα, που να χαρακτηρίζονται από ελεύθερη βούληση και την δυνατότητα επιλογής. Εάν απουσιάζει ο ενσυνείδητος νους, είτε από την μία πλευρά είτε από την άλλη (νομοθέτη και αποδέκτη του νόμου), δεν μπορούμε να μιλάμε για νόμο αλλά για κάτι άλλο. Ο νόμος τίθεται ακριβώς λόγω της δυνατότητας επιλογών και διατυπώνει τις συνέπειες που μπορεί να έχει η παραβίαση του νόμου σε αυτόν που τον υφίσταται. Χωρίς την ελεύθερη βούληση –βασική ιδιότητα ενσυνείδητων όντων– δεν μπορεί να νοηθεί η έννοια του νόμου.
Αυτό το «κάτι άλλο» για το οποίο μιλά ο Άγιος, τι θα μπορούσε να ήταν άραγε; Ίσως «μηχανισμοί λειτουργίας της φύσης», «αρχές», «αξιώματα», ή οτιδήποτε άλλο που να ερμηνεύει γιατί όταν αφήνω από ψηλά ένα κομμάτι σίδηρο ή μια πέτρα, θα πέφτει πάντα προς τα κάτω και ποτέ δεν θ’ ανέβει προς τα πάνω. Σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει ούτε βούληση, ούτε συνείδηση, ούτε βέβαια ελευθερία επιλογής…
Κατά τον Άγιο, οι λεγόμενοι «φυσικοί νόμοι», καθώς και όλος ο ορατός κόσμος, δεν είναι παρά η σκιά των πνευματικών ή ηθικών νόμων. Αυτό μας θυμίζει τον μύθο της σπηλιάς του Πλάτωνα, ή και την σύγχρονη επιστήμη που αποφαίνεται ότι το μόνο που υπάρχει είναι καθαρή ενέργεια και πως ό,τι βλέπουμε, ό,τι ακούμε και ό,τι προσλαμβάνουμε με τις πέντε αισθήσεις μας δεν είναι παρά ένα matrix, μία ψευδαίσθηση, ένα δημιούργημα αυτού του τέλειου βιοϋπολογιστή που είναι το ανθρώπινο μυαλό.
Υπόμνηση της ανομίας που συντελείται δίπλα μας
*Μου έχει συμβεί αρκετές φορές, για να μην πω σχεδόν πάντα, όταν με απασχολεί κάτι έντονα, να βλέπω γύρω μου παράλληλες αναφορές ή νύξεις σε σχέση με το συγκεκριμένο θέμα. Έτσι και σε αυτή την περίπτωση, παρακολουθώντας την παράσταση «Ορέστεια» του Αισχύλου από το Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Θεόδωρου Τερζόπουλου, συνειδητοποίησα πως όλο το έργο περιστρέφεται γύρω από τον νόμο και την έννοια του νόμου.
Όλα τα άλλα υποχώρησαν μέσα μου κι έβλεπα πίσω από τα γεγονότα τον νόμο ως κινητήρια δύναμη. Οι πράξεις των ηρώων ιδωμένες μέσα από το πρίσμα του νόμου καθιστούν πιο διάφανη την πλοκή και την εξέλιξη του μύθου. Και το έργο ξεκινά πολύ πριν τα τεκταινόμενα επί σκηνής, όταν ο Ατρέας, σ’ έναν αγώνα αντεκδίκησης και διεκδίκησης του θρόνου της πόλης των Μυκηνών, καλεί σε τραπέζι τον αδελφό του Θυέστη για να γιορτάσουν –υποτίθεται– την συμφιλίωσή τους και τον ταΐζει με τις ίδιες τις σάρκες των παιδιών του. Κάτω από το βάρος της ανομίας (παιδοθυσία, παιδοφαγία, μοιχεία, αιμομιξία… και όλα στον βωμό της εξουσίας) ο οίκος του Ατρέα ξεκληρίζεται.
Το παρελθόν, μέσα από την αμετανοησία και την επανάληψη της ανομίας, είναι το κλειδί (ή ένα από τα κλειδιά) για κατανόηση αυτού του έργου και του μύθου των οίκου των Ατρειδών. Το έργο τελειώνει παρουσιάζοντάς μας το πώς από τα ακατέργαστα ένστικτα και την αντεκδίκηση περνάμε στον λόγο και την συγχώρεση, με μια εντελώς άλλη βέβαια έννοια απ’ αυτήν που μας διδάσκει ο Χριστός, οι Απόστολοι και οι Πατέρες της Εκκλησίας.
*Όποιος θα ήθελε ν’ ασχοληθεί σοβαρά με αυτό το θεμελιώδες έργο του αρχαίου ελληνικού πνεύματος, δεν μπορεί να μην τον απασχολήσει η έννοια του νόμου. Και ο Θεόδωρος Τερζόπουλος, που πιάνει απ’ τα μαλλιά το κείμενο και μας το παρουσιάζει γυμνό και με απαράμιλλη αμεσότητα, δεν θα μπορούσε να μην προβληματιστεί με το πώς αυτό προβάλλει σε μας σήμερα, στην δική μας εποχή, στην δική μας βιοτή, τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό/πολιτικό επίπεδο.
Η θέση του είναι σαφής και ξεκάθαρη: Το έργο τελειώνει με υπόμνηση της ανομίας που συντελείται εδώ δίπλα μας από τον ελεύθερο και πολιτισμένο –υποτίθεται– δυτικό άνθρωπο. Μία στεντόρεια φωνή διαμαρτυρίας για την γενοκτονία που διαπράττεται στην Γάζα και την κατάφορη παραβίαση του νόμου από το κράτος του Ισραήλ, χωρίς κανέναν ηθικό φραγμό ή αναστολή.
*Κατά το ίδιο το ιερό βιβλίο του Εβραϊκού λαού, ο Θεός από την ανομία αυτών επέτρεψε να διασκορπιστούν «εις πάντα τα έθνη απ’ άκρου της γης έως άκρου της γης» μέχρι τις μέρες μας, που κατάφεραν να επανασυστήσουν ένα νέο κράτος στην γη των προγόνων τους. Ποιο θα είναι το μέλλον αυτού του κράτους, σύμφωνα με τα προλεχθέντα, περισσότερο εξαρτάται από την σχέση του με τον (ηθικό) νόμο, παρά από την δύναμη των όπλων…
* Ο Γιάννης Αγησιλάου είναι αρχιτέκτονας και συγγραφέας