Αμμόχωστος, Urbs Clarissima, Ενδοξότατη Πόλη. Εκδότης Μέλαθρον Οικουμενικού Ελληνισμού, 2022
Το δίγλωσσο πόνημα στην Ελληνική και Αγγλική συνιστά έργο αξιόλογο συλλογικής συγγραφικής πατρότητας και μιας ευανάγνωστης καλαίσθητης έκδοσης, καθώς αναδεικνύει μέσα από τα κείμενα και τα εποπτικά τεκμήρια που τα πλαισιώνουν την ιστορική διαδρομή της Αμμοχώστου από των αρχαιοτάτων χρόνων της ιδρύσεώς της έως την άλωσή της κατά τη δεύτερη φάση της Τουρκικής Εισβολής, τον τραγικό Αύγουστο του 1974 και άχρι των ημερών μας.
Ως προς την ευσύνοπτη συγκρότηση του τόμου, που διατρέχει με περιεκτικές λεπτομέρειες τους κομβικούς σταθμούς εξέλιξης της πόλης, όπως και το υψίστης σημασίας αίτημα της ευρύτερης κυκλοφορίας του, εύγλωττα τα προλογικά σημειώματα. Επισημαίνει ο τέως Πρόεδρος της Κ.Δ. Νίκος Αναστασιάδης: «Σκιαγραφώντας στα κεφάλαιά του την ταυτότητα της πόλης, έτσι όπως αυτή φανερώνεται μέσα από την πλούσια ιστορική, πολιτιστική και κοινωνική της κληρονομιά, καθιστά τον κάθε αναγνώστη συμμέτοχο της σπουδαιότητάς της ως πνεύμονα πολιτισμού, εκπαίδευσης, αθλητισμού, ανάπτυξης και προόδου, αλλά και εστίας θρησκευτικής κατάνυξης ως της Χερσονήσου των Αγίων.». Στον δικό του Χαιρετισμό ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Β΄, μετά την εύστοχη ανασκόπηση σε περίοπτες πτυχές αναφοράς, συμπεραίνει: «Οι συγγραφείς του επιδιώκουν μέσα από τις σελίδες του να αναδείξουν την λαμπρή ιστορική της πορεία, τα πολιτιστικά της επιτεύγματα και τους ηρωικούς της αγώνες για το πολυτιμότατο αγαθό της Ελευθερίας. Αγώνες, οι οποίοι συνεχίζονται μέχρι σήμερα.». Και ο Πρόεδρος του Μελάθρου Οικουμενικού Ελληνισμού Σταύρος Πανουσόπουλος τονίζει εμφατικώς τον αποχρώντα λόγο του επιτακτικού αυτού εκδοτικού εγχειρήματος: «Γι’ αυτό έκανα αυτή την έκδοση! Για να μεταφέρω σε όλο τον πλανήτη την ντροπή της ανθρωπότητας και του σύγχρονου πολιτισμένου κόσμου, που είναι η πόλη της Αμμοχώστου. Πιστεύω ότι αυτή την προσπάθεια θα την μεγαλώσω με την συμπαράσταση των φίλων μου και θα την κάνω να ριζώσει στα ξένα κέντρα εξουσίας, όπως το κυπαρίσσι [σ.σ.: στο σπίτι του φίλου του Αμμοχωστιανού Τώνη Τουμαζή], που ρίζωσε και άντεξε 50 χρόνια τώρα.».
Το βιβλίο, μετά το εισαγωγικό σημείωμα του Σάββα Νεοκλέους που είχε και την επιστημονική εποπτεία-επιμέλειά του, συναρθρώνεται σε πέντε κεφάλαια, στα οποία ενδιατρίβουν τέσσερεις συγγραφείς μελετητές ως ακολούθως: Α΄ Γιώργος Παπαντωνίου Τα αστικά κέντρα της Αρχαιότητας: Από την Έγκωμη στη Σαλαμίνα/Κωνσταντία (1700/1600 π.Χ.-649 μ.Χ.), Β΄ Γιάγκος Κλεόπας Κωνσταντία-Αμμόχωστος-Famagusta: Από τις αραβικές επιδρομές μέχρι τη βενετική κυριαρχία (649-1571), Γ΄ Γιάγκος Κλεόπας Αμμόχωστος-Βαρώσια υπό οθωμανική κυριαρχία (1571-1878), Δ΄ Χαράλαμπος Αλεξάνδρου Αμμόχωστος 1878-1960: Από κωμόπολη σε αστικό κέντρο, Ε΄ Χαράλαμπος Αλεξάνδρου Αμμόχωστος: Από την Ανεξαρτησία μέχρι σήμερα. Τον Επίλογο υπογράφει επίσης ο συγγραφέας των δύο τελευταίων κεφαλαίων.
Καθότι θα ήταν αδύνατη στην ακροθιγή μας παρουσίαση η έστω περιληπτική απόδοση των ως άνω πέντε ενοτήτων, επιλέγουμε να σταχυολογήσουμε ορισμένα σημεία καμπής και φωτεινά ορόσημα στο πολυδιάστατο αυτό ιστορικό οδοιπορικό της Αμμοχώστου μέσα από την παράθεση ενδεικτικών αποσπασμάτων στην εκτεταμένη εισαγωγή του Ομότιμου Καθηγητή Αθανάσιου Αγγελόπουλου, που εξόχως τεκμηριώνουν την αποτίμησή του για την εμπεριστατωμένη σύνθεση της πολυσχιδούς ιστορικότητας του έργου.
Από την Έγκωμη στη Σαλαμίνα/Κωνσταντία: «Στα πλαίσια του 13ου αιώνα π.Χ. η Έγκωμη είναι πια μια τειχισμένη πόλη εντυπωσιακών διαστάσεων για τα δεδομένα της εποχής.». Στη διάδοχή της πόλη, την ιστορική Σαλαμίνα, «ο Ευαγόρας ο Α΄ είναι ο πρώτος Κύπριος βασιλιάς, που χρησιμοποίησε το ελληνικό αλφάβητο στις επιγραφές και στα νομίσματά του.» και «ο Ευαγόρας Α΄, που ανέλαβε την εξουσία γύρω στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ., τιμήθηκε με ψήφισμα από την Αθήνα για τις πολλές και μεγάλες του ευεργεσίες.». Η Κωνσταντία «είχε καθιερωθεί ως Μητρόπολη ή Αρχιεπισκοπή της Κύπρου με την περίφημη βασιλική του Αγίου Επιφανίου, η οποία υπήρξε ο μητροπολιτικός ναός της Κωνσταντίας.».
Κωνσταντία-Αμμόχωστος-Famagusta: «Ο πλούτος, η φήμη και η σημασία της Αμμοχώστου τον 14ο αιώνα συγκρίνονται με της Βενετίας και της Κωνσταντινούπολης», «μια κοσμοπολίτικη πόλη, όπου κατοικούσαν Δυτικοί και Ανατολίτες έμποροι, καταστηματάρχες, τεχνίτες, επιχειρηματίες, σταυροφόροι, στρατιώτες, πειρατές» και αργότερα, επί Ενετοκρατίας, «η Αμμόχωστος (1546) είναι η πιο σπουδαία πόλη και έχει τα καλύτερα οχυρωματικά έργα σε ολόκληρο το βασίλειο της Κύπρου».
Αμμόχωστος-Βαρώσια υπό Οθωμανική κυριαρχία (1571-1878): Αξιοθαύμαστη η σθεναρή αντίσταση των υπερασπιστών της με επικεφαλής τον Μαρκαντώνιο Βραγαδίνο, καθώς «η πολιορκία κράτησε από τον Σεπτέμβριο του 1570 μέχρι την παράδοση της Αμμοχώστου στις 5 Αυγούστου 1571» και «την παλιά, πολυεθνική πολιτεία, τη μέσα στα τείχη, που τούρκεψε το 1571, διαδέχθηκε νεαρή ελληνικότατη πολιτεία, η έξω από τα τείχη, όπου ζουν οι χριστιανοί, που δεν επιτρέπεται να κατοικούν μέσα στην πόλη.».
Αμμόχωστος 1878-1960 και από την Ανεξαρτησία μέχρι σήμερα: Οι Βρετανοί «κατέστησαν την Αμμόχωστο το κύριο λιμάνι του νησιού», ενώ «η εμπορική και κοινωνική ανάπτυξη της Αμμοχώστου στις αρχές του 20ού αιώνα σηματοδοτεί την έναρξη της πληθωρικής πολιτιστικής ζωής της πόλης» με αποκορύφωμα τη συμμετοχή της στους εθνικούς αγώνες και την ένδοξη θυσία των ηρωικών της τέκνων κατά τον Απελευθερωτικό μας Αγώνα του 1955-1959. Η περίοδος μετά την Ανεξαρτησία καθορίζεται από το «τουριστικό θαύμα». «Η Αμμόχωστος επωφελήθηκε ιδιαίτερα από την παγκύπρια αύξηση του τουρισμού, που παρουσιάστηκε μετά το 1960… η τουριστική ανάπτυξη της παραλίας μήκους περίπου 10 χιλιομέτρων είχε ως αποτέλεσμα να αποκτήσει η Αμμόχωστος τη φήμη της πόλης του τουρισμού και της ψυχαγωγίας», αλλά και όπως υπογραμμίζεται, της πνευματικής ακτινοβολίας σε ποικιλώνυμους τομείς πολιτισμικών επιτευγμάτων. Ως προς την ενεστώσα κατάσταση και παρά τα ψηφίσματα των Διεθνών Οργανισμών η πάλαι ποτέ ενδοξότατη πόλη παραμένει επί μισό αιώνα αιχμάλωτη των έκνομων τουρκικών σχεδιασμών.
