Ευτυχία Παναγιώτου, «Μύθοι για το τέλος του κόσμου», εκδόσεις Κέδρος, 2023.
Η ποίηση της Ευτυχίας Παναγιώτου διακρίνεται από μια πανσπερμία υφολογικών προσεγγίσεων, αισθητικών καταβολών, θεματικών αναζητήσεων, αλλά και ποικιλόμορφων ερεθισμάτων. Μέσα από όλη αυτή την κοσμογονική διεργασία συντίθεται το δικό της ποιητικό σύμπαν που φέρει μέσα του ρανίδες από την ποίηση που προηγήθηκε αλλά προσθέτει ευθαρσώς και το δικό της στίγμα. Η Ε.Π. γράφει ποίηση μεγάλης αυτοαναφορικότητας, αλλά με μαστορική δεινότητα καθολίκευσης που κερδίζει τον αναγνώστη, καθώς οι προσωπικές ανησυχίες καθίστανται συλλογικές.
Στο νέο θεμελιακό ποιητικό βιβλίο της Ε.Π. εμπεριέχονται και στίχοι που θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως μνημειακή ποίηση κατά το πρότυπο της μνημειακής ζωγραφικής. Κι αυτό διότι οι εικόνες και οι έννοιες αναπαρίστανται με απόλυτη πιστότητα και ρεαλισμό, την ίδια ώρα και με πλήρες σέβας στον αρχέγονο μύθο.

Πχ. Στο ποίημα που τιτλοφορείται «Άτλας» διαβάζουμε: «Με τα χέρια στερεωμένα στα σύννεφα έδειχνα τα σωθικά μου. Το ένα σχήμα εγκιβωτίζει το άλλο, το μικρό βυθίζεται στο μεγάλο, νέφη βασιλικά να ανεβαίνουν σε ομόκεντρους κύκλους, και ίλιγγος – ο ουρανός ένα πηγάδι απύθμενο – , πλάσματα γυμνά να πέφτουν και να χάνονται, κι ό,τι ήταν κάποτε ανόμοιο με βία να καταβροχθίζεται από το άπειρο». (σελ. 23) Εδώ φαίνεται βέβαια και το βαθύ φιλοσοφικό υπογάστριο στην ποίηση της Ε.Π., στο οποίο θα χρειαστεί να επανέλθουμε.
Η ποίησή της χρειάζεται απόσταξη για να φτάσεις στην ουσία. Είναι ποίηση χυμώδης, που ανοίγει διάπλατα τους αισθητικούς κάλυκες του αναγνώστη, όχι χωρίς βάσανο βέβαια, διότι ο τελευταίος δεν τέρπεται μόνο διαβάζοντας την, δοκιμάζεται κιόλας. Στα ποιήματα της Ε.Π. οι εικόνες δεν είναι στατικές, εμπερικλείουν δυναμική ανάπτυξης και εξέλιξης. Τα πράγματα και οι σχέσεις φθειρίζονται, παρακμάζουν και ενίοτε ανανεώνονται ή ακμάζουν εκ νέου ή έστω η ελπίδα γι’ αυτή την αναγέννηση ακμάζει διαχρονικά, άλλοτε βάσιμα και άλλοτε όχι: «Είσαι ό,τι δείχνεις, είμαι ό,τι μπορώ να δω / Κι ο χώρος της άγνοιας / δένει τον αέρα – ανάμεσά μας – μυστήρια…». (σελ. 45)
Μίλησα όμως πριν για τη φιλοσοφική έφεση της Ε.Π., μια έφεση που συνήθως έχει στο επίκεντρο της την υπαρξιακή αναζήτηση. Μπορεί η ποιήτρια να τιτλοφορεί τη συλλογή της «Μύθοι για το τέλος του κόσμου», αλλά πιστεύω ότι ουδόλως εσχατολογεί. Ούτε και διαποτίζει το έργο της με μια άκρατη πικράδα πεσιμισμού. Πάντα αφήνει μια χαραμάδα φωτός να σπαθίζει το μουντό τοπίο: «Μετά τη μνήμη, μετά τη γνώση, μετά τον πόνο θα υπάρχει κάτι / σε ένα χωράφι με ξεριζωμένα στάχυα / σε ένα λιβάδι πανοραμικών απωλειών / μέσα στο βουβό δράμα / της αμφιβολίας / με ρίζες / -κάτι / που να πιστεύουμε <για να αφηγηθούμε> / ότι / μένει». (σελ.48)
Παρά τη γενική αίσθηση τρυφεράδας που αποπνέουν οι στίχοι της, η Ε.Π. γίνεται συχνά σκληρή, κυνική, ωμή, αβάσταχτα ρεαλιστική. Δεν κρύβει λόγια. Λέει όλες τις πικρές αλήθειες. Ωστόσο, δεν θα την χαρακτήριζα πεσιμίστρια. Ούτε βέβαια και τρέφει φρούδες ελπίδες για τους ανθρώπους, για την ανθρωπότητα γενικά: «Κάνε μας ξανά εικόνα. / Δεν είμαστε ό,τι καλύτερο πέρασε από δω. / Τέτοια τέρατα δεν θα ξαναβρείς. / Δεν θα μπορέσεις καν να τα συλλάβεις. / Μήτε αν σκάψεις βαθιά / <πολύ βαθιά> / στον άπειρο νου της φαντασίας». (σελ. 59)
Ιδιαίτερη αναφορά θα ήθελα να κάμω και στους ποιητολογικούς στίχους που εμπεριέχονται στα ποιήματα της Ε.Π., σχεδόν σε όλα. Κι αυτό συμβαίνει άλλοτε στην επιφάνεια των στίχων και άλλοτε υποδόρια. Ιδού ένα δείγμα διάφανης ποιητικής: « …το ποίημα είναι σπίθα που διεκδίκησε τη δόξα / της φλόγας, όταν αναδύθηκε / από το θεωρούμενο τίποτα». (σελ. 32)
Το ολοκληρωτικό δόσιμο θεωρώ πως είναι η βασική συνιστώσα στην ποιητική της. Η ίδια λειτουργεί ως ανατόμος της δικής της θεώρησης των ποιητικών πραγμάτων: «Κοινώς, κανείς δεν νοιάζεται αν έπεσες, / ή αν, σε πείσμα της βαρύτητας, / για λίγο έστω πέταξες. / Τις νίκες και τις ήττες έχουν κατορθώσει άλλοι. / Λίγοι τεχνίτες όμως που, αν και πέσανε, / – γιατί θα πέσουν – / για πάντα πέφταν ως τα σπλάχνα». (σελ. 29)
Θα ήθελα να κάμω μια αναφορά και στην ερωτική υφή των θεματικών της Ε.Π. Ο αισθησιασμός, η τρυφερότητα μα και μια δυναμική εκρηκτικότητα είναι τα κύρια χαρακτηριστικά των ερωτικών προδιαγραφών στίχων της: «Στο δέρμα χαραγμένος ένας αριθμός. / Στίγμα ερωτικής ιστορίας… / …Όπως όταν τα δάχτυλα ξηλώνουν αντιστάσεις / και μας διαπερνά ηλεκτρισμός. / Όπως όταν ένα φράγμα αλλάζει σε ρέμα / και εκφορτίζει νεύρα, πάθη και ουλές… / …Επειδή σώμα μου απειλημένο [.] / είχες φωνή, / πάτησες το κουμπί του πανικού. / Κι από μέσα χύθηκαν νερά, πολλά νερά». (σελ. 26)
Συνειδητά και σκόπιμα, τόσο κατά την πρώτη ανάγνωση του βιβλίου όσο και κατά την μετέπειτα μελέτη του, δεν κατέφυγα στις 15 αντηχήσεις, που παρατίθενται στο τέλος του βιβλίου υπό μορφή υποσημειώσεων. Είναι όλες χρήσιμες διότι παρέχουν τα γνωσιολογικά εφόδια για τα ερεθίσματα της ποιήτριας και τις πηγές απ’ όπου άντλησε το πρωτογενές υλικό για τις εμπνεύσεις της. Δεν το έπραξα διότι προσωπικά προκρίνω πρωτίστως την εσωτερική διύλιση των ποιημάτων που διαβάζω. Έτσι η ποίηση αποκτά την αυθεντική, αυτόνομη πορεία της μέσα στα μάτια και την καρδιά κάθε διαφορετικού αναγνώστη. Αυτή η πρακτική, συχνά – πυκνά, μπορεί να με οδηγεί σε πλάνες, είναι όμως πάντα ατόφια και ειλικρινής.