Σωκράτης Τ. Αντωνιάδης, «Για την τιμή των αόπλων», ιδιωτική έκδοση, 2022.

Ο Σωκράτης Τ. Αντωνιάδης είναι ολιγογράφος ποιητής. Η δεύτερη ποιητική συλλογή του «Για την τιμή των αόπλων», (2022) κυκλοφόρησε οκτώ χρόνια μετά την πρώτη «Ανώνυμη Άνοιξη» (2014). Οι εκδοτικές του προσπάθειες άρχισαν σε ώριμη ηλικία, με κατασταλαγμένο ποιητικό ύφος και ευκρινώς καθορισμένες θεματικές προσεγγίσεις αλλά και αισθητικές αντιλήψεις.

Όπως σημείωνα παρουσιάζοντας το πρώτο του ποιητικό βιβλίο, ο ΣΤ. «συνδιαλέγεται πολύ με την ιστορία, με την ιστορικότητα κάποιων στιγμών, με την αρχή του ιστορισμού, πότε υπηρετώντας την και πότε παραβιάζοντας την δημιουργικά, ποιητική αδεία». (Φιλ. 1η Ιουνίου 2015) Η ίδια μεθοδολογική στόχευση παραμένει σε ισχύ και στο νέο ποιητικό του βιβλίο. Ειδικά στην ενότητα «Μνήμες» που περιλαμβάνει οκτώ ποιήματα, αλλά και στην επόμενη που φέρει τίτλο «Ηρωικά – αντιηρωικά» και επίσης περιλαμβάνει άλλα οκτώ ποιήματα.

Στο ποίημα «Το άγαλμα» ο ποιητής παίρνει μια ιστορική στιγμή, τη θυσία του 7χρονου μαθητή Δημητράκη Δημητριάδη που σκοτώθηκε από Άγγλο στρατιώτη στην περιοχή του Αγίου Λαζάρου το 1956, και τη γειώνει στο σήμερα. Το επιτυγχάνει ραίνοντας τη σύγχρονη πραγματικότητα με την αίγλη, τον ηρωισμό και το ήθος μιας άλλης εποχής.

Οι εικόνες του είναι εκφραστικές και παραστατικές, παρουσιάζουν ευκρινώς, διάφανα και ανάγλυφα αυτό που θέλει να πει, την ατμόσφαιρα που θέλει να μεταδώσει: «Σκούριασες μες στο μικρό ορειχάλκινο σώμα σου / κι ούτε μια λέξη δεν άρθρωσες. / Θα διαρρήξω λοιπόν με τα χέρια μου / το μεταλλικό σου στέρνο / θα κρατήσω απαλά στις παλάμες μου / την τρυφερή σου καρδιά / και θα σε ρωτήσω τι ένιωσες την άνοιξη του ‘56 / όταν εξοστρακίστηκες στα άστρα… / …Έμεινε εξήντα πέντε χρονών άγαλμα / να περιφέρεται φάντασμα στην αυλή / του σχολείου / με το κοντό μαθητικό παντελονάκι / τις μικροσκοπικές γροθιές / κι ένα πανέρι άνθη για περαστικούς και συμμαθητές». (σελ.34)

Αλλού πάλι ο ποιητής ενεργοποιεί τη μνήμη παρατηρώντας παλιές φωτογραφίες. Αναφέρεται στο παρελθόν αλλά πιστεύω ότι στοχεύει στη δυναμική προοπτική του μέλλοντος.  Δεν είναι απλώς κάποιος στατικός και άγονος νοσταλγός, προσπαθεί να είναι γόνιμος οδηγητής προς τα μπροστά. Αυτή είναι η πεποίθηση μου. Ιδού ένα δείγμα γραφής από το ποίημα «Ποδηλάτες»: «Σκαρφαλωμένοι στ’ ακτινωτά άρματα / με τα λοξά πηλήκια / να χαιρετούν τον ήλιο / ξεκινούν απ’ το στιγμιαίο ρετρό / στο αναπότρεπτο πεπρωμένο». (σελ. 27)

Αλλά επανέρχομαι στον τρόπο με τον οποίο θέλγεται από την ιστορία ο ποιητής, που είναι ποικιλόμορφος και πολυδιάστατος, ρέουσα και συνεχής πηγή έμπνευσης. Πχ. ενώ αντλεί από την ιστορικότητα κάποιων στιγμών του παρελθόντος, την ίδια ώρα υμνεί την αισθητική και το ήθος αλλοτινών εποχών, αλλά με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον.

Δεν είναι νοσταλγικός υμνητής του παρελθόντος, αλλά ένθερμος ζηλωτής: «Ήταν κοκέτα η ιστορία παλιά. / Στις σκοτεινές αίθουσες των κινηματογράφων / αναμετρούνται οι αναπνοές / με την ασπρόμαυρη έξαρση / καθώς μες τους πνιχτούς καπνούς από τσιγάρα / τ’ αθώα αγγίγματα / η φωτεινή χοάνη ταξίδευε τραίνα / εμβατήρια αποχωρισμών / και των υποδοχών τα σμιξίματα / ξέχυνε πλήθη στους δρόμους / σμάρια να αμολούν στον ουρανό / γροθιές και συνθήματα / κι εκείνα τα παιδιά που πετροβολούσαν το άδικο / από τις ταράτσες των σχολείων». (σελ. 30)

Η υπερβατικότητα στη αισθητική μετάπλαση απλών καθημερινών στιγμών στο αστικό τοπίο δημιούργει προϋποθέσεις για λειτουργικό, ευφάνταστο και επαρκές ποιητικό αποτέλεσμα. Αυτό επιχειρεί ο Σ.Α. στη δεύτερη ενότητα της συλλογής του που τιτλοφορεί «Στιγμές». Προσπαθεί να δει πίσω από την αρχική εικόνα, πίσω από τις πρώτες ευδιάκριτες γραμμές.

Οι βαθιές αλήθειες, η μεγάλη ομορφιά, η αγάπη και τόσες άλλες αρετές και αξίες δεν φαίνονται πάντα με την πρώτη ματιά, ενίοτε δεν διακρίνονται διά γυμνού οφθαλμού. Πρέπει να επιστρατευτεί και η φαντασία. Αυτό κάνει η ποίηση. Πχ στο ποίημα του Σ.Α. «Στο ασανσέρ»: «Στον κλωβό μιας τυχαίας ανάβασης / καραδοκεί ενίοτε / στα μάτια ενός άγνωστου συνταξιδιώτη / μία αιωνιότητα. / Καθώς η ανάληψη / υπερβαίνει τον αριθμό των ορόφων / αναρωτιέσαι / για τη χαμένη γενιά των αγγέλων». (σελ. 16)

Ο Σ.Α. αναδεικνύει ωραίες ποιητικές στιγμές και μέσα από εικόνες της φύσης, ενσταλάζοντας μέσα τους την ποιητική του, τη φαντασία και τη ευαισθησία του: «Έφυγαν τα χελιδόνια από την πόλη / παίρνοντας μαζί τους τις αντιστίξεις / των απαλών πεταγμάτων / στα ηλεκτροφόρα πεντάγραμμα / των δρόμων… / …Απέμειναν στα μπράτσα των ποιητών / τα σπαθιά του Θεού / να εφορμούν και να χαρακώνουν / το αδειανό αζούριο τ’ ουρανού». (σελ. 32)

Οδεύοντας προς το τέλος αυτής της παρουσίασης θέλω να πω δυο λόγια και για την πρώτη ενότητα του βιβλίου που φέρει τίτλο «Ποιητικά». Εδώ περιλαμβάνονται οκτώ ευσύνοπτα, λιτά, παραστατικά ποιήματα ποιητικής, με κύρια εκφραστική μανιέρα την παρομοίωση. Αυτή εμβαθύνει καίρια και αποτελεσματικά στα μηνύματα και στα νοήματα.

Στο πρώτο ποίημα της συλλογής ο Σ.Α. υμνωδεί τη μαγεία της οικονομίας του λόγου στην ποίηση: «Το μικρό ποίημα / εμπιστεύεται τις λιγοστές του λέξεις / όπως ο μελλοθάνατος / τον ολιγόλογο αποχαιρετισμό[ του / καθώς σ’ ένα κομμάτι / τσαλακωμένο χαρτί / διαστέλλει την ύπαρξη του». (σελ. 7) Στο δεύτερο ποίημα της συλλογής θα έλεγα ότι ο Σ.Α. μάλλον οικτίρει τον συρμό του πολιτικού λόγου που μπορεί να παρασύρει ή και να διασύρει το κάλλος του ποιητικού λόγου: «Στις παιγνιώδεις πολιτικές δηλώσεις / παρεισφρέει ενίοτε ένας στίχος / για να τονώσει το νόημα. / Όμως τα λόγια τον παρασέρνουν / όπως ο αμύητος ναυαγός / καταποντίζει μαζί του / τον υποψήφιο σωτήρα του». (σελ. 8)

g.frangos@cytanet.com.cy