Αντρέας Καρακόκκινος: «Αποδημητικά όνειρα», εκδόσεις Γερμανός, 2022.
Το νέο ποιητικό βιβλίο του Αντρέα Καρακόκκινου, Κύπριου ποιητή μόνιμου κάτοικου Θεσσαλονίκης, είναι το τέταρτο στη σειρά από το 2007 που πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα. Περιλαμβάνει μόλις 22 ποιήματα και τιτλοφορειται, εύστοχα κατά την άποψή μου, «Αποδημητικά όνειρα». Γιατί και τα όνειρα μοιάζουν με τα πουλιά που συνεχώς ταξιδεύουν. Αναζητούν κι αυτά τη θαλπωρή μιας στέγης, μιας καρδιάς. Ίσως αυτό να είναι το κύριο, το κατ’ εξοχήν θεματικό μοτίβο του νέου βιβλίου.
Παρουσιάζοντας από αυτήν εδώ τη στήλη την προηγούμενη ποιητική συλλογή του Α.Κ. «Λαθρεπιβάτες σε πειρατικό», 2017, ανάμεσα σε άλλα σημείωνα: «Η ποίησή του αιωρείται ανάμεσα στο σκοτάδι και το φως, την πανδαισία των χρωμάτων και τη μονοτονία του γκρίζου». (Φιλ. 2 Ιουλίου 2018) Η εκτίμηση αυτή θεωρώ πως εδραιώνεται περαιτέρω με τη νέα ποιητική δουλειά του Α.Κ.

Θεωρώ πως η ποίησή του όσο ωριμάζει γίνεται ολοένα και πιο ενδοσκοπική. Ταυτόχρονα, δεν χάνει τον λυρικό οίστρο και τη νατουραλιστική υποδομή της: «Η άνοιξη με λευκή φορεσιά / αφουγκράζεται τις ανάσες / των επισκεπτών του δειλινού / κι ο λόγος της ένα χελιδόνι / που ραμφίζει τα ενδότερα / σώματος και ψυχής». (σελ. 10)
Την ίδια ώρα, στη νέα συλλογή του Α.Κ. πυκνώνουν και οι ποιητολογικές αναφορές. Ακόμα μια ένδειξη ποιητικής ωριμότητας, αλλά και αισθητικής αυτοπεποίθησης. Διότι χρειάζεται και θάρρος να μιλάς για την τέχνη της ποίησης μέσα στα ποιήματά σου: «Χτίζουμε το ποίημα λέξη τη λέξη / με υλικά της ψυχής που ξεχάσαμε / σ’ ένα παλιό σακίδιο σχολικής εκδρομής». (σελ. 18)
Οι ποιητολογικές αναζητήσεις του Α.Κ. διακρίνονται για την ευκρίνεια των εικόνων και των συμβολισμών τους, για την τρυφεράδα που αποπνέουν, αλλά συχνά και για την ερωτική διάστασή τους: «Οι ερωτευμένες λέξεις χαράζονται / πάντα σε πρώτη σελίδα. / Τις νύχτες ανθοβολούνε έρωτα / και το πρωί μαραίνονται / στις άνυδρες ρωγμές της μέρας. / Ύστερα στοιβάζονται στα ράφια / φτηνών βιβλιοπωλείων. / Πωλούνται σε τιμή ευκαιρίας». (σελ. 26)
Ο Α.Κ. παραμένει και σ’ αυτή τη συλλογή ένας τροβαδούρος της ζωής και της καθημερινότητας που ξετυλίγεται, συνήθως, σε γκρίζο φόντο. Και με της θλίψης το πέπλο, λεπτό μα όχι διάφανο, να απλώνεται παντού. Ο έρωτας μα και το νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης, το καίριο ερώτημα που ταλανίζει μονίμως τη σκέψη του ποιητή: «Μετέωροι ταξιδιώτες / στη μοναξιά του θανάτου / περπατάμε τη ζωή βιαστικά / αναζητώντας φλέβες έρωτα / πίσω από πόρτες κλειστές / και σκοτεινές βεράντες». (σελ. 36)
Την ίδια ώρα, ο λυρισμός, ο νατουραλισμός και οι εικόνες της φύσης δεν εγκαταλείπουν ποτέ την ποιητική του Α.Κ. Αντιθέτως, συντηρούνται, εμπλουτίζονται και συχνά συνδυάζονται με διάφορες υποθεματικές όπως οι υπαρξιακές αναζητήσεις, οι ερωτικές διαδρομές κλπ.: «Λευκές νιφάδες / χορεύουν / το τανγκό του χιονιού / λικνίζονται / στον ρυθμό απ’ τις νότες / ακουμπάνε / στο χώμα με χάρη / και σβήνουν / στην αγκαλιά της πρωινής / σιωπής». (σελ.40)
Στην ποίηση του Α.Κ., συχνά, η ποιητολογική προσέγγιση συνυφαίνεται με τον ερωτικό κραδασμό και μαζί συνδημιουργούν ένα ελπιδοφόρο κράμα προσδοκίας για το αύριο που ξημερώνει, το οποίο και δεν μπορεί παρά να έχει θετικό πρόσημο: «Οι γλάροι τρομαγμένοι / κατέβηκαν στο πλακόστρωτο / κρατώντας στο ράμφος τους / από έναν στίχο ερωτικό / να τον κρύψουν στα παρτέρια / που ξεραμένα περιμένουν / τους σπόρους μιας αλλοτινής άνοιξης». (σελ. 44)
Όμως, η ποίηση του Α.Κ. δεν στερείται ούτε δημοσιολογικού οίστρου. Η ζωή στο κοινωνικό πεδίο και στο ευρύτερο πολιτικό γίγνεσθαι δεν τον αφήνει αδιάφορο. Και μέσα από την αντισυμβατικότητα που συνειδητά επιθυμεί να διακρίνει την ποίησή του ξεχωρίζει κανείς σαλπίσματα αντίστασης κατά των μορφών και των δομών της εξουσίας. Ασφαλώς, και κατά της καθεστηκυίας τάξης: «Στα όχι / στα μη / στα διατάγματα / στα φράγματα / στα ψέματα / στ’ άδικα / στ’ ασύδοτα / στα μέτρα τους / στα μολυσμένα λόγια τους / στην αλαζονεία τους / στ’ ανομήματά τους / αντιδράς / ανάβεις το φυτίλι / βάζεις φωτιά / προκαλείς εκρήξεις / τους αφήνεις τη φωνή σου / τους αφήνεις το θυμό σου / αφήνεις ακόμα / τους οργισμένους / στίχους σου / κόκκινους / σαν το αίμα σου / σαν ηφαίστειο». (σελ. 48)
Παράλληλα βέβαια, ο Α.Κ. γράφει και στίχους πικρούς, στίχους συσσωρευμένης σοφίας και ωριμότητας. Μιλά για τα ακυρωμένα όνειρα, τις χιμαιρικές προσδοκίες, τα ουτοπικά ιδανικά, τις ελπίδες που αποδείχτηκαν φρούδες: «Τα πλακάτ ξεθωριασμένα / στέκονται στα πεζούλια / ανήμπορα φαντάσματα. / Συνθήματα αποχρωματισμένα / σαπίζουν στα πεζοδρόμια…». (σελ. 50)
Γενικά, πιστεύω πως ο Α.Κ. έχει ακόμη να προσφέρει στην ποίηση. Θα υπάρξει συνέχεια, αναντίλεκτα. Εκφράζω την πεποίθηση ότι αυτή η συνέχεια θα είναι ακόμα πιο καλή, ιδίως επί του αστικού πεδίου των κοινωνικών μα και των διαπροσωπικών σχέσεων. Ο Α.Κ. δεν είναι απλώς αφοσιωμένος ποιητής, είναι λάτρης και επίμοχθος εργάτης της ποίησης, διατηρώντας και τροφοδοτώντας συνεχώς συναφή ιστολόγια που ο ίδιος δημιούργησε με επίκεντρο τους Κύπριους ποιητές. Αυτή όλη η εργασία, αυτή όλη η αφοσίωση δεν θα μπορούσε παρά να αποδώσει και ποιητικούς καρπούς.
Τέλος, θα ήταν παράλειψη να μη σημειώσω ότι η υπό παρουσίαση έκδοση είναι δίγλωσση καθώς κυκλοφόρησε με τα ίδια ποιήματα μεταφρασμένα στα γαλλικά από τη γνωστή λογοτέχνιδα της Θεσσαλονίκης Μελίτα Τόκα – Καραχάλιου.
g.frangos@cytanet.com.cy