Τίτσα Διαμαντοπούλου, «Μέχρι να δω τον Άλκη», εκδόσεις Βακχικόν, 2022.

Η συλλογή «Μέχρι να δω τον Άλκη» της Τίτσας Διαμαντοπούλου περιέχει 22 μικροδιηγήματα που κατά κόρον καταπιάνονται με διάφορα ενσταντανέ της καθημερινότητας από την ελλαδική πραγματικότητα. Η συγγραφέας, Κύπρια στην καταγωγή αλλά προφανώς με μακρά παραμονή στην Ελλάδα, τιμήθηκε για το έργο της αυτό με το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το βιβλίο  πρωτοκυκλοφόρησε το 2020 από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης και επανακυκλοφόρησε το 2022 από τις εκδόσεις Βακχικόν.

Η γραφή της Τ.Δ. είναι λιτή, ανάλαφρη και γλαφυρή. Οι προτάσεις της απλές, καθημερινές, θα μπορούσε να πει κανείς και συνηθισμένες. Ωστόσο, μέσα από τον πεζό της λόγο συντίθεται λογοτεχνία, με αισθητική επάρκεια, πνευματική ενάργεια κι ένα ευρύ ιδεολογικό υπόβαθρο με επίκεντρο τον ουμανισμό και τις έγνοιες των απλών καθημερινών ανθρώπων.

Η συλλογή περιλαμβάνει 22 μικροδιηγήματα με θεματικό επίκεντρο τις διαπροσωπικές σχέσεις, εντός οικογενειακού και κοινωνικού ιστού, μέσα στο σύγχρονο αστικό τοπίο. Χαρακτηρίζω μικροδιηγήματα τα αφηγήματα που περιλαμβάνονται στο βιβλίο, όχι μόνο λόγω της έκτασης τους – αφού σχεδόν κανένα δεν ξεπερνά τις τρεις σελίδες – αλλά και λόγω των ειδολογικών τους χαρακτηριστικών. Οι ήρωες της Τ.Δ. δεν «προλαβαίνουν» να ολοκληρωθούν ως προσωπικότητες και χαρακτήρες μέσα στις λίγες αράδες που τους αναλογούν. Θεωρώ πως τα κείμενα αυτά προσομοιάζουν περισσότερο στο χρονογράφημα παρά στο διήγημα. Ούτως ή άλλως όμως, η ειδολογική αυτή ταξινόμηση, είναι ήσσονος σημασίας.

Η συγγραφέας, σχεδόν κατά κανόνα, αφηγείται πρωτοπρόσωπα πότε ως άντρας και πότε ως γυναίκα. Την ίδια ώρα, η Τ.Δ. παρουσιάζεται πότε απλώς ως αφηγήτρια -αφηγητής και πότε ως πρωταγωνίστρια – πρωταγωνιστής στις ιστορίες της. 

Μικρά ενσταντανέ, στη γειτονιά, στο δρόμο, στην πολυκατοικία, στο μετρό, στο συνοικιακό μπακάλικο, στο πάρκο, μεταπλάθονται αισθητικά σε ενδιαφέροντα και γλαφυρά μικροδιηγήματα. Το ερέθισμα, το έναυσμα είναι κάθε  φορά προφανές, αυτόδηλο και διάφανο. Από εκεί και πέρα, η κεντρική ιδέα που αναπτύσσεται έχει να κάμει με την απομυθοποίηση ή τη ψυχολογική ανασύνθεση της ανθρώπινης ιδιοσυγκρασίας και συμπεριφοράς, μέσα στην κοινωνία ή μέσα στην οικογένεια. Οι σχέσεις που ευαισθητοποιούν ιδιαίτερα τη συγγραφέα πιστεύω πως είναι οι διαταραγμένες, οι αμφίρροπες, συχνά οι παράδοξες και αντιφατικές.

Θέλω όμως να πω δυο λόγια και για το χιούμορ της Τ.Δ., που έχει την ίδια απλότητα με τη συνολική γραφή της. Ένα χιούμορ λιτό, απέριττο, ευθύ και ευσύνοπτο, χωρίς πολλές περικοκλάδες ή βαθύτερα νοήματα που πρέπει να αποκωδικοποιηθούν.

Ώρα όμως να δώσω και κάποια ενδεικτικά παραθέματα από τη γραφή της Τ.Δ. τόσο για να τεκμηριώσω όσα προείπα, όσο και για να προεκτείνω περαιτέρω τις σκέψεις και απόψεις μου για το έργο της. Στο απόσπασμα που ακολουθεί πιστεύω πως καταδεικνύεται η δύναμη της απλότητας, ο συγκινησιακός φόρτος που εμπερικλείει μια πραγματικά σπαρακτική εικόνα: «Τη μέρα που πέθανε ο πατέρας μου είχαμε μαγειρέψει φάβα. Δεν έχω ξαναφάει φάβα από τότε. Στο φέρετρο δεν με άφησαν να πλησιάσω. Ήμουν μικρή και φοβήθηκαν μην  πετάγομαι στον ύπνο μου, μη μου μείνει κανένα κουσούρι». (σελ. 19)

Κάποτε οι εικόνες της διακρίνονται και για την έντονη ποιητικότητά τους. Ουδόλως τυχαίο το γεγονός ότι η συγγραφέας ξεκίνησε την πορεία της στα γράμματα με ποίηση. Και συγκεκριμένα με δυο ποιητικές συλλογές που κυκλοφορήσαν το 1983 και το 1991. Ιδού ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα: «Ο Αμίρ έχει ερωτευτεί τη Μαρία. Κάθονται δίπλα δίπλα στο φροντιστήριο. Δεν ξέρει πως να της το πει. Ένα κρυφό δάκρυ που δεν θα τρέξει, μπορεί να φέρει πάλι τη βροχή. Κάποτε αυτή η πόλη θα είναι ολόκληρη ένα δάσος». (σελ. 23)

Άλλα αφηγήματα – μικροδιηγήματα που ξεχώρισα στη συλλογή της Τ.Δ. είναι το «Τυπωθήτω», (σελ. 24) για την ειλικρίνεια και τον αυτοβιογραφικό του χαρακτήρα, το «Ποιος σκότωσε τον τοκογλύφο», (σελ. 32) που έχει μια εσάνς αστυνομικής λογοτεχνίας και από αισθητικής άποψης το θεωρώ ίσως το αρτιότερο στο βιβλίο. Ξεχώρισα τέλος και το «Στην οδό Καλλιρόης» (σελ. 58) για το ανάλαφρο και διακριτικό χιούμορ που το διαπνέει.

Ομολογώ ότι δεν είμαι γνώστης του συνολικού έργου της Τ.Δ. που έχει προηγηθεί του βιβλίου, το οποίο παρουσιάζεται με αυτό το σημείωμα. Έτσι, με την αδυναμία αυτού που δεν γνωρίζει τι προηγήθηκε, θέλω να σημειώσω ότι σ’ αυτή τη συλλογή δεν υπάρχει η παραμικρή κυπριακή ή κυπρολογική αναφορά. Η επισήμανση δεν διατυπώνεται με οποιοδήποτε πρόσημο, θετικό ή αρνητικό, παρά μόνο ως ένα γεγονός, μια πραγματικότητα. Η συγγραφέας βιώνει την καθημερινότητα της, μάλλον αθηναϊκή. Από αυτή εμπνέεται και ελαύνεται. Άρα τα πράγματα είναι φυσιολογικά. Αν η σύγχρονη καθημερινότητα της απέχει ουσιαστικά από την Κύπρο και τα δρώμενα της, δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς.

Θεωρώ ότι η Κύπρος ενυπάρχει στο προηγηθέν έργο της συγγραφέως, δυο ποιητικές συλλογές του 1983 και 1991 και δυο συλλογές διηγημάτων του 2008 και 2011. Η Κύπρος σίγουρα θα επανέλθει. Είτε ως θεματικό και αισθητικό επίκεντρο, είτε ως θεματικό και αισθητικό υπόβαθρο. Δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά, διότι η λογοτεχνία από τις ρίζες τρέφεται και σε αυτές επιστρέφει.

g.frangos@cytanet.com.cy