Θέκλα Γεωργίου, «Υποθαλάμια», εκδόσεις Σαιξπηρικόν, 2022

Η Θέκλα Γεωργίου, με σπουδές στην κλασική φιλολογία και συμμετοχή σε μια ποιητική ανθολογία το 2017, κυκλοφόρησε την πρώτη προσωπική ποιητική της συλλογή το Δεκέμβριο του 2022. Κάθε άλλο παρά πρωτόλειο θα χαρακτήριζα αυτό το έργο, που θα επιχειρήσω να παρουσιάσω στην συνέχεια. Η νέα ποιήτρια έχει συγκροτημένο ύφος, ομοιογενή εκφραστικά μέσα και ομοειδή θεματική διαπασών.

Θεωρώ πως το θεματικό επίκεντρο της ποίησης της Θ.Γ. είναι ο σύγχρονος άνθρωπος και όλες οι αγωνίες του. Και αναφέρομαι σε κάθε είδους αγωνίες, υπαρξιακής υφής, κοινωνικού άγχους, αβεβαιότητας, συναισθηματικού άλγους και άλλων συναφών καταστάσεων.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Θέκλα Γεωργίου: Ποίηση είναι σκάμμα βαθύρριζο

Και όπως συμβαίνει με όλους τους ποιητές, η Θ.Γ. κοιτάζει πρώτα μέσα της για να δει τον γύρω κόσμο. Ο ποιητικός της κόσμος είναι ταραχώδης, εσωτερικά και εξωτερικά. Βρίσκεται σε μια κατάσταση αέναης τριβής και συντριβής, διαρκούς αγωνίας, ανησυχίας, αναταραχής, αναβρασμού ενδεχομένως και αναμπουμπούλας. Μέσα στον κόσμο της θαρρώ πως τίποτα δεν παραδίδεται στη ρέμβη και τη γαλήνη: «Άλογα – ψυχικά παράδοξα. / Συγκρουσιακές φύσεις / Γυρεύουν τα κομμάτια τους / – εγγενώς. Ταιριάζουν σε μένα». (σελ. 45)

Πιστεύω πως η Θ.Γ. δεν επιδιώκει τη συγγραφή ποίησης που ακούγεται ευχάριστα στ’ αυτιά, που απλώς τέρπει αισθητικά και συναισθηματικά. Στοχεύει στην ποίηση που αφυπνίζει, που διεγείρει, προβληματίζει και ενσπείρει ανησυχίες, υποψίες, ίσως και φόβους: «Στα άδυτα, ό ήλιος / γέρνει ακόμα ασπρόμαυρος  / κι εγώ να χώνω βαθιά το χέρι στη φιδοφωλιά / για ό,τι λείπει». (σελ. 35)

Γενικά, η Θ.Γ. γράφει ποιήματα αυτοπροσδιορισμού και ενδοσκόπησης. Τα ίδια ποιήματα ερωτοτροπούν συνάμα και με τον κόσμο των αντιθέσεων: «Αυτό, που διακτινίζει αγρίμια στο χρόνο / και γειώνει τα άλλα στο χώμα. / Αυτό που ενταφιάζει / για ν’ αναστήσει. / Αυτό, / που μ’ ορίζει / κι ορίζεται». (σελ. 13)

Θέλω ακόμη να σημειώσω πως η ποίηση της νέας αυτής δημιουργού διακρίνεται και για τη διαλεκτική θεώρηση των υπαρξιακών αναζητήσεων. Παράλληλα, η φιλοσοφική διάθεση είναι διάχυτη σε κάθε λογής αναζητήσεις, ανησυχίες, μια και προσδοκίες: «Ο τόπος και ο χρόνος / χίμαιρες. / Αυταπατώνται. / Διασπώνται. / Ξεγελούν, / όπως θέλουν. / Ας είναι. / Δε θα σε κάνουν ποτέ να μην είσαι τίποτα, όσο θα σκέφτεσαι ότι υπάρχεις». (σελ. 18)

Η ποίηση της Θ.Γ. διακρίνεται ακόμη για την μονίμως υπερβατική διάθεση, για την υπερρεαλιστική έφεσή της, τόσο στον κόσμο των ιδεών και των σκέψεων, όσο και σε στυλιστικό, υφολογικό επίπεδο, κυρίως μέσω των εκφραστικών μέσων τα οποία μετέρχεται: «Κάθε πολύτροπος γυναίκα / που επεξεργάζεται τα δέρματα, / για να εξαφανίσει την αλήθεια, / καταλήγει στη  θάλασσα. / Εκεί, συμπυκνώνει το λίγο με το υπερβατικό. / Εκεί, στο πηγάδι του παρελθόντος πνίγει / του μελλοντικού της παιδιού την κούνια». (σελ. 32)

Η νέα ποιήτρια θεματοποιεί συχνά τον χρόνο, κυρίως ως φιλοσοφική κατηγορία μέσα σε υπαρξιακό φόντο, παρά ως συναισθηματική έννοια. Ο χρόνος διαρρέει, επανέρχεται, αλλά δεν αποχωρεί ποτέ τελειωτικά. Η σχετικότητα και η διαλεκτική αλληλουχία των πάντων τυγχάνουν επαρκούς αισθητικής μετάπλασης: «Η τροπικότητα μιας σχετικής ανθρωπότητας / Στο εδώ. / Στο τότε, / Στο τώρα, / Στο πάντα. / Αναδιπλούμενος κόσμος». (σελ. 47)

Τονίζω όμως ξανά ότι η ποιήτρια αποπειράται συνεχώς την ιχνηλάτηση του σύγχρονου ανθρώπου μέσα στο συρφετό του αστικού τοπίου. Την ίδια ώρα, με αισθητική επάρκεια, συνδυάζει άρτια την αφαιρετικότητα με την παραστατικότητα: «Άνθρωποι – απάνθρωποι, / Πρόσωπα – απρόσωπα. / Άνθρωποι χωρίς πρόσωπα, / φαινομενικά άναυδα, / χρωματιστά φλύαρα / σε χρώμα μαβί αραχνήσιο». (σελ. 27)

Βρίσκω ιδιαίτερα ενθαρρυντικό το γεγονός ότι η νέα ποιήτρια πειραματίζεται. Και πειραματίζεται συνεχώς και επί παντός επιστητού. Πειραματίζεται με τις προθέσεις σε ουσιαστικά και ρήματα, επιχειρώντας – και συχνά επιτυγχάνοντας – λεκτικούς τραμπαλισμούς, νοηματικές ταλαντεύσεις, αλλά και υφολογικές αμφιταλαντεύσεις: «Του γυάλινου τοιχώματος, οι ασκούμενες  δυνάμεις / στην πρέσα: / Πίεση / Συμπίεση / Αποπίεση / Καταπίεση». (σελ. 48)

Και ως νέα ποιήτρια δεν θα μπορούσε παρά να κάνει αναφορά και στις ρίζες, τις καταβολές, αλλά και στη μεταβλητότητα και την ευπλασία τους. Τίποτα το στατικό και το αναλλοίωτο δεν εμπεριέχει η ποίησή της. Είναι όλα ρευστά, διαλεκτικά, σε εγρήγορση και αέναη εξέλιξη: «Οίκος είναι όπου η καρδιά ορίζει. / Οίκος ρευστός, υβριδικός». (σελ. 50)

Ως κατακλείδα στην παρουσίαση αυτή θεωρώ πως έντιμα οφείλω να εκφράσω την άποψή μου ότι γενικά η ποίηση της Θ.Γ. είναι μια δύσβατη ποίηση. Αρκετά συχνά έχει κλειδαριές σφικτά κλειστές, συμβολισμούς δυσνόητους, παραλληλισμούς μετέωρους, μεταφορές και παρομοιώσεις αιωρούμενες, αλληγορίες ομιχλώδεις και δυσδιάκριτες. Επίσης, σε πληθωρικό βαθμό απαντώνται μιας μορφής σκοτεινότητα και ανάλογη εσωστρέφεια. Με απλά λόγια, χρειάζεται πολλή προσπάθεια και πολλή προσοχή για να εξοικειωθεί κανείς με την ποιητική και την αισθητική υπόσταση της γραφής της.

Πιστεύω πως στο μέλλον η Θ.Γ. θα γράψει ακόμη πιο επαρκή ποίηση απ’ όλες τις απόψεις. Εκφράζω τη βεβαιότητα ότι θα υπάρξει συνέχεια. Κι αυτή η συνέχεια πιστεύω πως θα είναι πιο διαυγής, πιο εύληπτη και πιο βατή ακόμη και για τους λιγότερο μυημένους αναγνώστες. Όπως έλεγε κι ο Σεφέρης «Δε θέλω τίποτε άλλο παρά να μιλήσω απλά, να μου δοθεί ετούτη η χάρη». Αυτά είναι τα θετικά παρεπόμενα με την ωριμότητα που επιφέρει ο χρόνος στην ποιητική γραφή.

g.frangos@cytanet.com.cy