Άντρος Λυρίτσας: «Δοκίμια αδόκητα», ιδιωτική έκδοση, 2022.
Το βιβλίο του Άντρου Λυρίτσα «Δοκίμια αδόκητα», είναι ένας συγκεντρωτικός τόμος από δημοσιεύσεις του ιδίου στον Τύπο, ημερήσιο και περιοδικό, με ευσύνοπτες μελέτες λογοτεχνικού και ευρύτερα αισθητικού περιεχομένου.
Στον τόμο, που αριθμεί 137 σελίδες, έχουν περιληφθεί 25 δοκίμια-μελέτες του συγγραφέα που έχουν πρωτοδημοσιευθεί κατά καιρούς σε εφημερίδες και περιοδικά του τόπου μας. Τα τελευταία οκτώ κείμενα, πιο ευσύνοπτα από τα υπόλοιπα, έχουν περισσότερο χαρακτήρα φιλοσοφικής αναζήτησης, αλλά και δημοσιολογική υφή.

Ιδιαίτερα ενδιαφέρων είναι ο τρόπος που εξηγεί ο συγγραφέας «Γιατί γράφουμε;» στο προλόγισμα του βιβλίου του. Με ποιητική διάθεση και ανεπιτήδευτη ειλικρίνεια ανάμεσα σε άλλα, σημειώνει: «Θεωρείστε με ως έναν ενήλικα που αρνείται να εγκαταλείψει τα παιδικά του όνειρα. Που κυνηγά φαντασιώσεις και χίμαιρες με την παράλογη πεποίθηση ότι κάποτε θα πραγματοποιηθούν. Έγραψα ό,τι έγραψα επειδή πίστευα ότι αυτό θα έδινε νόημα στην ύπαρξή μου και ότι θα με βοηθούσε στο να κατανοήσω τον εαυτό μου» (σελ. 5)
Τα πλείστα κείμενα του Α.Λ. διακρίνονται από τα κύρια ειδολογικά χαρακτηριστικά της κλασικής δοκιμιακής γραφής, με παραπομπές, τσιτάτα και παραθέματα, αλλά και με αναλύσεις, συγκρίσεις και συμπεράσματα. Στην αρχή του βιβλίου ο συγγραφέας καταπιάνεται με τα μεγάλα κεφαλαιώδη ζητήματα της ευρύτερης θεματικής του. Στη συνέχεια προχωρεί σε πιο εξειδικευμένα και επί μέρους ζητήματα.
Από τα μεγάλα γενικά ζητήματα με τα οποία καταπιάνεται ο Α.Λ. ενδεικτικά αναφέρω: «Η επανάσταση της ποίησης», (σελ. 6) «Τέχνη και εξουσία», (σελ. 10) «Φιλοσοφία και λογοτεχνία» (σελ. 16) ειδικά στο τελευταίο δοκίμιο δεσπόζουν τα ελληνικά παραθέματα, από την αρχαιοελληνική γραμματεία μέχρι τις μέρες μας.
Ο συγγραφέας δεν αφήνει εκτός της θεματικής του διαπασών ούτε τη ψυχανάλυση, πάντα όμως σε σχέση με τη λογοτεχνία και τις τέχνες. Π.χ. «ψυχανάλυση, τέχνη και λογοτεχνία», (σελ. 20) όπου το δοκίμιο εδράζεται και αναπτύσσεται στη βάση της σχετικής θεώρησης του Σίγκμουντ Φρόϊντ. Άμεσα συνδεδεμένο με αυτό και το αμέσως επόμενο δοκίμιο που φέρει τίτλο «Όταν ο Φρόϊντ ανέβηκε στην «Ακρόπολη». (σελ. 26) Πρόκειται για ένα καλογραμμένο, ενδιαφέρον και σχεδόν λατρευτικό κείμενο για τον πατέρα της ψυχανάλυσης και τη σχέση του με την Ελλάδα.
Τα τέσσερα δοκίμια που ακολουθούν αφιερώνονται εξολοκλήρου στον έρωτα και τη λογοτεχνία. Θεωρώ πως είναι από τα πιο ενδιαφέροντα στο βιβλίο διότι εκτός από αισθητικό χαρακτήρα, έχουν και γνωσεολογική εγκυκλοπαιδική υφή. Στο «Η πορνεία στη λογοτεχνία» (σελ. 31) γίνεται μια άριστη επιλογή παραδειγμάτων από την παγκόσμια κλασική λογοτεχνία. Το ίδιο αντιπροσωπευτικό είναι και το «Ερωτικές επιστολές στη λογοτεχνία». (σελ. 40) Στο «Οι Αμαζόνες της λογοτεχνίας» (σελ. 48) γίνονται αναλυτικές ονομαστικές αναφορές στη Σαπφώ, τη Σιμόν ντε Μποβουάρ, τη Βιρτζίνια Γουλφ, τη Ρίτα Μπούμη Παπά.
Απουσιάζουν όμως οι αναφορές σε Κύπριες λογοτέχνιδες. Στο υπό αναφορά δοκίμιο, κατά την γνώμη μου, θα μπορούσαν κάλλιστα να περιληφθούν η Μαρία Ρουσιά και η Ήβη Μελεάγρου. Ακόμα και νεότερες συγγραφείς όπως η Ρήνα Κατσελλή και η Έλλη Παιονίδου. Έτσι το κείμενο θα αποκτούσε και κυπρολογική υφή. Αφού ο συγγραφέας, κατά κύριο λόγο, στο κυπριακό κοινό απευθύνεται. Παρεμπιπτόντως και στο μόλις προαναφερθέν δοκίμιο «Η πορνεία στη λογοτεχνία» θα μπορούσε κάλλιστα να γίνει μνεία στη συλλογή διηγημάτων της Νίκης Μαραγκού «Ο δαίμων της πορνείας».
Γενικά, ο Α.Λ. ως δοκιμιογράφος θέτει πολύ ψηλά τον πήχη των στοχεύσεων και των προσδοκιών του. Καταπιάνεται με θέματα μείζονος σημασίας, οικουμενικής θα έλεγα. Όπως π.χ. «Ο Μαρξ και η λογοτεχνία». (σελ. 82) Εδώ επιχειρείται μια ανάλυση της αξιοποίησης της λογοτεχνίας, για σκοπούς κατανόησης και παραστατικότητας κυρίως, μέσα στο φιλοσοφικό έργο του Μαρξ. Βλέπουμε να παρελαύνουν ενδεικτικά παραδείγματα από ήρωες έργων του Γκαίτε, του Σαίξπηρ, του Θερβάντες και του Βιργίλιου.
Ομοίως και στο «Γιατί αυτοκτόνησε ο Βαλόντια», (σελ. 88) ένα άκρως ενημερωτικό και πλήρες δοκίμιο για τη αυτοχειρία του Βλαδιμίρ Μαγιακόφσκι, έστω κι αν αυτό δεν κομίζει τίποτα καινούργιο στη σχετική έρευνα για τα αίτια που οδήγησαν στον τραγικό θάνατο αυτού του μέγιστου ποιητή.
Στην ίδια σειρά κειμένων αξίζει να γίνει αναφορά στο λογοτεχνικό πορτρέτο του Έζρα Πάουντ. (σελ. 96) Εδώ φωτίζονται, με ενδιαφέροντα τρόπο, το μεγαλείο, η αντιφατικότητα, τα σκοτεινά και αντιδημοφιλή στοιχεία της προσωπικότητας του Πάουντ.
Το μοναδικό κυπρολογικό στοιχείο σε ολόκληρο το βιβλίο εντοπίζεται στο δοκίμιο «Αλέξης Πάρνης ο Κύπριος» (σελ. 102), το οποίο και εμπεριέχει σημαντικό ενημερωτικό υλικό για την κυπριακή διάσταση στο έργο του συγγραφέα.
Συνολικά και συνοψίζοντας θα έλεγα ότι η κύρια αδυναμία στο δοκιμιακό αυτό έργο του Α.Λ. είναι ότι λανθάνει στο κυπριακό, το κυπρολογικό στοιχείο. Και τα πλείστα δοκίμια που περιλήφθηκαν στον τόμο θα μπορούσαν κάλλιστα να διανθιστούν με κυπρολογικά στοιχεία. Όχι για να βαυκαλιστούμε ως Κύπριοι λογοτέχνες για την …περίοπτη θέση που κατέχουμε στην παγκόσμια λογοτεχνία, αλλά κυρίως για να κατανοήσουμε πως αυτή επέδρασε στα δικά μας δημιουργήματα. Και την ίδια ώρα, η κυπρολογική διάνθιση, θα πρόσθετε και κίνητρα για το κέντρισμα του ενδιαφέροντος στον Κύπριο αναγνώστη, στον οποίο, κατά κύριο λόγο, ο Α.Λ. απευθύνεται.
Τέλος αν υπήρχε στο βιβλίο ημερολογιακή καταγραφή των πρώτων δημοσιεύσεων των 25 δοκιμίων που περιλήφθηκαν σε αυτό, θα μας βοηθούσε να κατανοήσουμε καλύτερα και βαθύτερα το όλο έργο. Η χρονική στιγμή που γράφεται ένα κείμενο έχει τη σημασία και την αξία της. Έστω κι αν μερικά από αυτά κατακτούν διαχρονικότητα και ατελεύτητη αξία.