Λέων Α. Ναρ, «Να βρω ξανά του νήματος την άκρη… Σχεδίασμα ποιητικής βιογραφίας του Θανάση Παπακωνσταντίνου», εκδόσεις Πατάκη, 2022

Οι στίχοι του Θανάση Παπακωνσταντίνου πάντοτε με σαγήνευαν, για τη θελκτικότητα, τη θαλπωρή και τη δοτικότητά τους, για τη μυστηριακή τους μαγεία, για το άρωμα της ανατολής που τους κατακλύζει, για τη βαθύρριζη δημοτικογενή πνοή που αποπνέουν και για πολλά άλλα. Ο Θ.Π. είναι πρώτα και κύρια ποιητής, δεν είχα ποτέ καμιά αμφιβολία περί τούτου. Όλα τα άλλα έπονται, τραγουδοποιός, μουσικός, ερμηνευτής, οργανοπαίκτης.

Εν αρχή ην ο λόγος. Και ο λόγος είναι ευρηματικός, υβριδικός, σύνθετος, άτακτος και συνάμα τακτοποιημένος, ρεαλιστικός αλλά και την ίδια ώρα υπερρεαλιστικός. Με δυο λόγια, είναι ένας λόγος ποιητικός, καλοδουλεμένος, εμπνευσμένος και αχαλίνωτα ευφάνταστος.

Παρακολουθώ το έργο του Θ.Π. εδώ και δεκαετίες. Νοιώθω τόσο εξοικειωμένος μαζί του που ενδόμυχα τον αποκαλώ κι εγώ «Θανασάρα» όπως πολλοί ένθερμοι θιασώτες του έργου του. Δεν καταφέρνω πάντα να ξεκλειδώνω τα νοηματικά κλειδιά των δημιουργημάτων του, είτε γιατί δεν γνωρίζω πολλά από τα υλικά υποδομής που χρησιμοποιεί, είτε γιατί, ως Κύπριος που ζει μόνιμα στο νησί, δεν έχω όλες τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις που αξιοποιεί ποιητικά.

Έτσι, το βιβλίο του Λέοντα Α. Ναρ: «Να βρω ξανά του νήματος την άκρη…», που φέρει υπότιτλο: «Σχεδίασμα ποιητικής βιογραφίας  του Θανάση Παπακωνσταντίνου» υπήρξε για μένα διπλά και τριπλά χρήσιμο, ενδιαφέρον και επωφελές.

Διαβάστηκε απνευστί μέσα σε δυο νύκτες, όχι ως αισθητικό δοκίμιο, αλλά ως συναρπαστικό μυθιστόρημα με συνεχή ροή γεγονότων, εξελίξεων και ανατροπών. Διότι υπήρξαν και ανατροπές αρχικών εντυπώσεων. Ο Λέων Α. Ναρ με έβγαλε από αρκετές πλάνες ή και αστοχίες που είχα για το βαθύτερο νόημα κάποιων από τα ποιήματα του Θ.Π. Και του είμαι ευγνώμων γι’ αυτό. Είναι λες και μπήκα στο βαγόνι μιας ταχείας, με συνεπιβάτη το συγγραφέα του βιβλίου, που με ξεναγούσε και με μυούσε στα έργα του Θ.Π. τα οποία ξεπρόβαλαν συνεχώς πότε δεξιά και πότε αριστερά της σιδηρογραμμής, απ’ τα παράθυρα του τρένου. Το ταξίδι ήταν συναρπαστικό και ευχάριστο. Και ο «επιβάτης» νιώθει πολύ πιο πλήρης με την αποβίβαση του.

Παρουσιάζοντας αυτό το βιβλίο, θέλω να μοιραστώ μαζί σας κάποιες από τις πολύ καίριες επισημάνσεις του συγγραφέα, τις οποίες και συμμερίζομαι απόλυτα: α) «Το βίωμά του εδράζεται άλλοτε στον κοινωνικό προβληματισμό και άλλοτε σε μια υπαρξιακή αγωνία». (σελ. 20) β) «Οι στίχοι του διακρίνονται για τη συναισθηματική τους ένταση, τις τραχείες εικόνες και τους, ανακόλουθους συχνά, συνειρμούς». (σελ. 21) γ) «Παράλληλα, πέρα από το πάντρεμα παραδοσιακού και σύγχρονου, ο Θανάσης προβαίνει επίσης στον επιτυχή συγκερασμό Ανατολής και Δύσης». (σελ. 31) δ) «Οι στίχοι του δεν παρουσιάζουν τυποποιημένες οπτικές εικόνες, ούτε εξυπηρετούν συγκινησιακές ανάγκες μιας χρήσεως». (σελ. 68)

Μιλούμε όμως για την ποίηση του Θ.Π., για τη στιχουργική του μαεστρία, την αρχιτεκτονική δόμηση των δημιουργημάτων του και την μορφική τους πανσπερμία – πολυμορφία. Και θα ήταν αδιανόητο να το πράξουμε χωρίς έστω αποσπασματικά παραθέματα από κάποια από τα τραγούδια του. Θα ήθελα να δώσω κάποια σπαράγματα της δικής μου εσωτερικής διύλισης των στίχων του. Και συνειδητά θ’ αποφύγω τους πλέον εμβληματικούς στίχους, αυτούς που έγιναν σλόγκαν, συνθήματα στους τοίχους και τις συναυλίες. Διότι αυτοί πλέον αποτελούν κοινοκτημοσύνη ενός μεγάλου πλήθους, έχουν εμπεδωθεί και ενσωματωθεί σε χιλιάδες συνειδήσεις.

Θα σταθώ σε λιγότερο δημοφιλείς στίχους, με έμφαση στο κοινωνικό υπογάστριο της ποιητικής του Θ.Π. Ιδού ένα ενδεικτικό απόσπασμα από το «Άυπνη πόλη» που θα χαρακτήριζα εγερτήριο σάλπισμα αγώνα, το οποίο συνδυάζει τη συλλογικότητα των κοινωνικών διεκδικήσεων με την υπαρξιακή αγωνία: «…ψέμα είναι πως κοιμούνται / στ’ ουρανού τα φυλλοκάρδια / ούτε ένας δε σταλιάζει / μα αν κανείς τα μάτια κλείσει / μαστιγώστε τον αδέλφια / μαστιγώστε τον για να’ χει / να’ χει ορθάνοικτα τα μάτια / και φλεγόμενες πληγές…». (σελ. 126)

Επίσης, δεν μπορώ παρά να μνημονεύσω την ποιητική υπερβατικότητα του Θ.Π., τη ρηξικέλευθη έφεση και τη ριζοσπαστική φαντασία του. Δηλαδή, αυτά που τον μετατάσσουν από ευρηματικό στιχουργό σε σύγχρονο και νεωτερικό ποιητή, βαθιά ριζωμένο στην παράδοση, αλλά με το βλέμμα στο μέλλον: «Η ανάσα είναι σαν πριόνι. / Κόβει τον χρόνο και σκορπά / στην άχραντη σιγή / φωτιά και χιόνι». (σελ. 105)

Αλλά, σε μια από τις πολύ σπάνιες περιπτώσεις, μιλά και ο ίδιος για την ποιητική του, αν και οι αυτοαναφορικοί στίχοι στο συνολικό του έργο είναι ελάχιστοι. Ομοίως, οι εύηχες διακηρύξεις και οι μανιφεστοτικού τύπου τοποθετήσεις, επίσης αποφεύγονται. Να πως ο ίδιος ο Θ.Π. φιλοδοξεί να σημασιολογούνται οι στίχοι του από το κοινό του: « Δε θέλω τα τραγούδια που έγραψα / ν’ ανάβουν αναπτήρες. / Θα ήθελα να σκίζουν τα μέτωπα, / ν’ ανοίγουνε κρατήρες. / Κάτω απ’ τη γλώσσα, / σκυλιά δεμένα, / χιλιάδες λέξεις. / Δε θα σ’ αντέξω, / δε θα μ’ αντέξεις / ανώδυνα». (σελ. 132)

Επιστρέφω όμως στο συγγραφέα του βιβλίου που παρουσιάζεται εδώ, τον Λέοντα Α. Ναρ, για να προσυπογράψω ακόμα μια από τις τόσο καίριες και εύστοχες επισημάνσεις του. Η καθολική αποτίμηση που ακολουθεί είναι για μένα πολύ ακριβή και ουσιαστικά αλλά και συναισθηματικά, ίσως και ιδιοσυγκρασιακά: «Η σαφής αντιεξουσιαστική τάση του Θανάση, η υπεράσπιση των κάθε λογής αδυνάτων, η ανιδιοτέλεια και η αγάπη προς τον συνάνθρωπο, με τη στήριξη κάθε προσπάθειας για καλύτερη ζωή, ήταν και είναι πάντοτε συστατικά πολιτικής στάσης και στοιχεία που χαρακτηρίζουν κάθε γνήσιο δημιουργό, πόσο μάλλον τους ποιητές». (σελ. 141)

g.frangos@cytanet.com.cy