Δένα Αναξαγόρου: Οι πίσω μου σελίδες, Χρονογραφήματα, ιδιωτική έκδοση, 2014
Αν στον Φιλελεύθερο του Σαββάτου η κάθε ιστορία από τη στήλη της Δένας Αναξαγόρου διανοίγει μιαν όαση θελκτικής πνοής ανάμεσα σε πνιγηρές ειδήσεις, ασφυκτικά σχόλια και αρθρογραφικούς προβληματισμούς, διαβάζοντας συγκεντρωμένα τα «χρονογραφήματά» της έχεις την αίσθηση της παρατεταμένης απόδρασης μέσα στην άπνοια των Ιουλιανών μας ημερών. Πρόκειται για ένα απάνθισμα 50 επιλεγμένων κειμένων από 250 υποβλητικές αφηγήσεις, δημοσιευμένες στην εβδομαδιαία της στήλη «Χιμαιρινοί Κολυμβητές» στην εφημερίδα «Πολίτης», που εξέδωσε το 2014 υπό τον τίτλο «Οι πίσω μου σελίδες». Αν μας θυμίζουν το ομότιτλο τραγούδι του Σαββόπουλου, η σύνθεσή τους ευστόχως απηχεί άλλες συνειρμικές μνήμες βιωματικών εμπειριών, νοσταλγικές αναπολήσεις παλαιότερων εποχών και αισθαντικές συνυφάνσεις αναστοχαστικών προεκτάσεων στους σημερινούς ευμετάβολους καιρούς μας.
Παρότι με την τυπική έννοια του είδους το χρονογράφημα αντλεί τη θεματική του από την πολιτικοκοινωνική επικαιρότητα, καυτηριάζοντας τα κακώς έχοντα και παροτρύνοντας επί τα βελτίω, εντούτοις οι ενδιαφέρουσες και γοητευτικές διηγήσεις τής συγγραφέως καταξιώνουν την ειδολογική κατηγοριοποίησή τους. Καθότι, μέσα από σκηνικά στιγμιότυπα, ανεξίτηλες εικόνες και διεισδυτικές παρατηρήσεις, παραστατική η ζωντάνια και η λογοτεχνικότητα του ύφους που τις διαπνέει, αλλά και η κριτική αποτίμηση παρελθοντικών ηθών, νοοτροπιών και διαφορετικών συνθηκών σε σχέση με τα ανατρεπτικά δρώμενα του παρόντος. Επαληθεύοντας έτσι με προσφυείς όρους χρονογραφικής έμφασης την αποφθεγματική ρήση «Ο tempora o mores».
Ανεξάντλητα τα εναύσματα των παιδικών χρόνων και των ζωηρών νεανικών αναμνήσεων που πυροδοτούν την έμπνευση της πρωτοπρόσωπης γραφίδας, μετουσιώνοντας μικρά και ασήμαντα γεγονότα είτε αφανείς, ταπεινούς και αθόρυβους ανθρώπους, προσωπικά αισθήματα και συμβάντα του οικογενειακού, συγγενικού και φιλικού περιβάλλοντος σε κοινωνικά φαινόμενα συλλογικού βίου και αξιόλογες αναφορές πανανθρώπινης συνείδησης. Τις συγγραφικές αρετές της Αναξαγόρου και συνακόλουθα την επικοινωνιακή μέθεξη των μηνυμάτων της απαριθμεί στο εισαγωγικό του σημείωμα ο Ανδρέας Μακρίδης, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων τη διάνθιση του λόγου της με ποιητικά και άλλα λογοτεχνικά παραθέματα. Παραπέμπει επίσης στη συγκεφαλαίωση μιας μεγάλης αλήθειας σε ένα από τα χρονογραφήματά της, όπου νοηματοδοτεί τον μικρόκοσμο των πραγμάτων, αναδεικνύοντάς τον σε συγκινησιακή πρόσληψη συμπαντικής δημιουργίας και ποιητικής ανάτασης: «Αυτή είναι η τέχνη της ποίησης. Να βρίσκεις στα απλά, τα μικρά και τα καθημερινά μεγάλες συγκινήσεις». Όπως η ίδια τις αποκαλύπτει και τις μεταπλάθει ποιητικά μέσα από τρυφερές συντροφιές, φοιτητικές περιπέτειες και γνωριμίες συνανθρώπων, φυσικές ομορφιές, μυρίπνοες ευωδίες και γευστικές απολαύσεις, επισκέψεις στα γειτονικά σπίτια και αξέχαστες διακοπές στα χωριά των παππούδων και των γιαγιάδων, θεαματικά ηλιοβασιλέματα και κατανυκτικά φεγγαρόφωτα, ταξιδιωτικές εντυπώσεις σε κοντινές και μακρινές πολιτείες, αντικατοπτρισμούς χρωμάτων, εύηχες σιωπές και σιγηλούς κραδασμούς μέσα από την αισθητική αέναων υπαρξιακών αναζητήσεων και τις μεταρσιώσεις του ευαίσθητου ψυχισμού της.
Ακολουθώντας την από τις πρώτες περιδιαβάσεις μέχρι τους ακροτελεύτιους βηματισμούς της, την ενωτιζόμαστε να ανάγει τα καθημερινά και τα επουσιώδη σε τελετουργικές όψεις ζωής, καταφάσκοντας τις χαρές των εκπλήξεών της και αναπέμποντας δοξαστικές Ωδές στη σοκολάτα, τον καφέ και στο γαλατοπούρεκκο, στο «ηλιούδιν» και στο σκυλί της, όπως εμφαίνουν οι τίτλοι των αντίστοιχων χρονογραφημάτων. Πρωταγωνιστές, ωστόσο, των ενατενίσεων και των καταγραφών της είναι και άλλα μικρότερα ή μεγαλύτερα ζώα, που τα συνδέει με θρησκευτικές παραδόσεις, ιστορικούς σταθμούς και συναισθηματικές καταστάσεις. «Οι γάτες της Αγίας Ελένης», που ανακαλούν τη φερώνυμη εκκλησία της Τόχνης, γενέτειρα του δασκάλου προπάππου της, και όπου Ελληνοκύπριες και Τουρκοκύπριες άναβαν κερί στη χάρη της. Αν οι «Ελέφαντες προ των Πυλών» του Καρχηδόνιου Αννίβα παραλληλίζονται με τον «ελέφαντα» αργοκίνητο αυτοκίνητο του θείου, «Ο ελέφαντας που χόρευε “λαμπάντα”, ανάβει τη λαμπάδα της μνήμης και της περισυλλογής, για να φωτίσει προηγούμενους και τωρινούς πολέμους: «Τείχη και καθεστώτα που πέφτουν. Πόλεμος στον Κόλπο, Αφγανιστάν, Ιράκ. Δύο δεκαετίες αργότερα κι ο κόσμος δεν σταμάτησε να καίγεται. Εξεγέρσεις, πόλεμοι, κύματα μεταναστών, τσουνάμια δικτατορικών καθεστώτων!». Ενώ στο χρονογράφημα «Ξέρω γιατί το πουλί κελαηδεί στο κλουβί» αλληγορικός ο συμβολισμός της σκλαβωμένης πατρίδας στη συνεχιζόμενη τουρκική κατοχή. Παραβολικός και ο τίτλος «Φεγγάρια μακρινά…» ενός άλλου χρονογραφήματος με τα υπαινικτικά αποσιωπητικά ενός ηλικιωμένου στο οδόφραγμα της Λήδρας, απαντώντας στην ερώτηση «Τι λες, θα έχουμε λύση αυτήν την φορά;»: «Έχουμεν, ξι-έχουμεν κόρη μου, τα χρόνια επήαν, οι ανθρώποι εφύαν τζι εμείς ακόμα καθούμαστεν δαμαί τζιαι συνομιλούμεν». Όπως περίπου θα έλεγε και η φίλη «στο σπίτι απέναντι», αναπλάθοντας «το πατρικό της στην Αμμόχωστο, σπίτια φίλων και συγγενών, τα περιβόλια με τις δεξαμενές και τους ανεμομύλους».
Φέρτε όμως μπροστά τις «πίσω σελίδες» της Δένας Αναξαγόρου και περι-διαβάστε τις σε ωραία νοερά ταξίδια…
