Την 9η κατά σειρά ποιητική συλλογή του ο Λούης Περεντός τη βλέπει σαν μια συμβολική στάση στα πενήντα χρόνια από τό 1973 που κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο. Τότε, μάλιστα, ο «Φιλελεύθερος» φιλοξένησε συνέντευξή του, κάτι που όπως λέει ο ίδιος του έδωσε θάρρος. «Η δημιουργία δεν έχει αρχή και τέλος. Ό,τι μπορεί να κάνει ο άνθρωπος που έχει θέληση θα το φέρει σε πέρας. Η ανάγκη για επικοινωνία, για συμμετοχή, για προσφορά κάνουν τον ενεργό πολίτη χρήσιμο και δημιουργικό. Η εμπειρία των δεκαετιών που πέρασαν και η αγωνία που έφεραν τα γεγονότα, τόσο σε προσωπικό όσο και σε εθνικό επίπεδο, ζύμωσαν τις εσωτερικές μου χορδές κι έφεραν το αποτέλεσμα της ελεύθερης πια έκφρασης, αφού μέχρι προ λίγων χρόνων εργαζόμουν. Κι όταν εργάζεσαι υπάρχουν οι αδηφάγοι περιορισμοί στο να λες τα πράγματα όπως πρέπει», σχολιάζει.

Η ποίηση λειτουργεί ως μέσο αυτογνωσίας; Η ποίηση σε φέρνει κοντά στο μακρινό σου εγώ. Σου βάζει διλήμματα και σου ανοίγει διαδρομές. Πορευόμενος πρέπει να αντιληφθείς πού σε κατευθύνει, διαφορετικά θα καβαλήσεις το καλάμι. Η διαπίστωση ότι δεν υπάρχει παρθενογένεση στην τέχνη σε προσγειώνει κάθε φορά που γνωρίζεις δημιουργούς σπουδαίους τους οποίους αγνοούσες. Η «τοποθέτηση» του εγώ σου εκεί που του τάζει η καταγωγή και εκεί που σε οδηγούν τα οράματά σου θα δώσουν στο τέλος το έργο που κι εσύ το αξίζεις και η πατρίδα σου θα είναι περήφανη.

Χρειάζεστε ένα δυνατό συναίσθημα για να γράψετε ένα ποίημα; Το συναίσθημα είναι κυρίαρχο, κυρίως στον ποιητικό λόγο, τουλάχιστον στην απαρχή της συγγραφής. Μπορεί να προϋπάρχει ανάλογη γνώση ή εμπειρία σε ένα θέμα, αλλά η συγγραφή χρειάζεται και τη συναισθηματική φόρτιση για  να προχωρήσει. Στη δική μου περίπτωση το συναίσθημα αποφέρει άμεσες διαδικασίες. Σε λίγα μόνο λεπτά μπορεί και να δώσει τον καλύτερό μου εαυτό. Η ενασχόλησή μου με ένα ποίημα, μετά την καταγραφή του, είναι σπάνια. Θέματα δομής και έκφρασης, στην ηλικία των εβδομήντα πέντε, δεν με απασχολούν. Αν δεν έχω βρεί μέχρι τώρα το ύφος μου, τότε καλύτερα να περιοριστώ στην ανάγνωση άλλων.

Δυο ποιήματα της συλλογής είναι αφιερωμένα στον λογοτέχνη Φοίβο Σταυρίδη. Τι σας συνέδεε μαζί του; Με το Φοίβο Σταυρίδη γνωριζόμαστε από τις αρχές του εβδομήντα. Γείτονες και οικογενειακοί φίλοι. Ταξιδέψαμε πολύ. Κάναμε κοινούς αγώνες για πολλά. Μου γνώρισε σπουδαίους ανθρώπους του πνεύματος. Εκδίδαμε, μαζί με άλλους φίλους, περιοδικά. Βοηθήσαμε στη δημιουργία του Ιστορικού Αρχείου του δήμου Λάρνακας. Καταφέραμε να δοθεί το σημαντικό του αρχείο στον δήμο, δημιουργώντας το Ίδρυμα Φοίβου Σταυρίδη – Αρχεία Λάρνακας. Με δική του παρότρυνση ξεκίνησα να μαζεύω και να σαρώνω φωτογραφίες και έγγραφα από οικογένειες, σωματεία, εκπαιδευτήρια. Μέχρι τώρα έχω γύρω στα 80.000 αντίγραφα, τα οποία θα εμπλουτίσουν το Ιστορικό Αρχείο του δήμου.

-«Χαμένος χρόνος δεν υπήρξε» είναι ο τίτλος ενός ποιήματος. Νιώθετε ότι ζήσατε μια ζωή πλήρη; Και βέβαια είμαι πλήρης σ’αυτό. Μου άρεσε πάντα να κάνω πολλά πράγματα και χωρίς  χρονικούς περιορισμούς. Η έλλειψη υποδομών και πολιτικής για τον πολιτισμό στην Κύπρο με έφεραν στην απόφαση να κάνω ό,τι μπορώ από μόνος μου. Συνεχώς έτρεχα για πολλά σχετικά (Κατακλυσμός, ίδρυση θεατρικών ομάδων, Ένωση Λογοτεχνών, μπουάτ, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, ιστολόγια κ.ά.), αυτά πέραν των οικογενειακών και επαγγελματικών μου υποχρεώσεων. Αν όλα αυτά είναι χαμένος χρόνος, τότε θα ήμουν άδικος προς την ίδια τη ζωή. Με σύνθημα το «μπορώ, πιστεύω, αύριο» προχώρησα και παράπονο δεν έχω κανένα.

«Λίγο πριν, πολύ μετά», Σελ. 99