Μαρία Σιακαλλή, «Αδέσποτη», εκδόσεις Baranga, 2022.

Η Μαρία Σιακαλλή γράφει ποίηση εδώ και αρκετά χρόνια. Ποιήματά της περιλαμβάνονται σε συλλογικές εκδόσεις, δικοινοτικές ανθολογίες ε/κ και τ/κ ποίησης, ενώ έχουν μεταφραστεί και σε αρκετές γλώσσες. Ωστόσο, η πρώτη ατομική ποιητική της συλλογή κυκλοφόρησε μόλις το 2022 υπό τον τίτλο «Αδέσποτη».

Η συλλογή παρουσιάζει μια αξιοπρόσεκτη ιδιομορφία, είναι δίγλωσση. Τα ποιήματα της Μ.Σ. δημοσιεύονται και στα ελληνικά και στα τούρκικα. Αν κρατήσει κανείς το βιβλίο από τη μια πλευρά, βλέπει τη μια γλώσσα. Κι αν το κρατήσει από την …ανάποδη βλέπει την άλλη.

Η ποιήτρια γράφει, κατά βάση, ποίηση εσωτερικού χώρου, ποίηση δωματίου και ενδοσκόπησης. Μιας ενδοσκόπησης που κινείται κυρίως στο κόσμο των αισθημάτων, των αισθημάτων του πόνου, της αγάπης, μα και της πίκρας και της απογοήτευσης. Η Μ.Σ. δεν φείδεται συναισθημάτων, ούτε εξομολογητικών τόνων. Αναμετράται συχνά με τον εαυτό της. Και το πράττει ευθαρσώς, με ειλικρίνεια και χωρίς καμιά επιτήδευση.

Η ποιήτρια αυτοπροσδιορίζεται ιδιοσυγκρασιακά, συναισθηματικά, βιωματικά, αναδεικνύοντας έτσι το δικό της modus vivendi: «Μια νοσταλγία με ενώνει πάντα / με κάθε ψυχή που γεύτηκα / σώμα που άγγιξα / χώμα που αγάπησα… /…Σε κάθε φωλιά αφήνω ένα κομμάτι μου. / Για να έχω πάντα /  ένα λόγο να γυρίζω / και ένα λόγο για να φεύγω πάλι». (σελ. 22)

Η Μ.Σ. είναι πασιφανώς μια δοτική προσωπικότητα. Αφιερώνεται, η ίδια και το ποιητικό της έργο, σε μια ιδέα, ένα σκοπό, ένα όραμα, ένα ιδανικό, πρωτίστως ουμανιστικό. Να πως προσδιορίζει μέσα από τους στίχους της αυτή τη δοτικότητα μέχρι και την αυτοθυσία: «Τι όμορφη νύχτα που είμαι εγώ. / Γαλήνια, σιωπηλή. / Όσο εσείς κοιμάστε / εγώ προστατεύω τα όνειρα σας… / …Τι όμορφος φοίνικας που είμαι εγώ. / Κάηκα και γεννήθηκα χίλιες και μία φορές. / Εσείς φοβάστε τη φωτιά / εγώ με φωτιά λούζομαι». (σελ. 26)

Κάποτε μάλιστα αναζητεί οράματα, αξίες, αρχές και ιδανικά μέσα από τις αντιθέσεις και τις αντιφάσεις της ζωής. Και πάντα μέσα από τη δική της εσωτερική διύλιση και τον δικό της αυτοπροσδιορισμό: «Είμαι ένας νεκροθάφτης / που δουλεύει υπερωρίες, / παρανοϊκά καμουφλαρισμένος / να εγκυμονεί οράματα». (σελ. 8)

Στο ίδιο υφολογικό μοτίβο κινείται και η ερωτική ποίηση της Μ.Σ., με δοτικότητα, τρυφερότητα και θαλπωρή: «Το μόνο που ξέρω από θάλασσα / είναι πως σε κάθε άγγιγμά της εξατμίζομαι. / Εσύ από την άλλη της έχεις δώσει απλόχερα / τους έρωτες σου και όλα τα όνειρά σου από παιδί. / Αν γινόμουν αλμυρό νερό ή κύμα που σπάει στο καράβι, / θα μ΄ έβαζες άραγε και μένα σε μια ιστορία θαλασσινή;». (σελ. 12)

Η ποίηση της παραμένει και στην ερωτική θεματική απλή, λιτή, ευσύνοπτη, λακωνική. Ποίηση με καθαρότητα εννοιών, εικόνων, χρωμάτων και συναισθημάτων. Και δεν θεματοποιεί  μόνο την ερωτική ευφορία και ανάταση. Στέκεται με σεβασμό και στη φθορά, την πικρά. Από την προσέγγιση της δεν ελλείπει ούτε η σαρκαστική έφεση: «Έρωτα ανίκητε στην μάχη! / Μοιάζεις πια με ταινία του Σαρλώ! / Χωρίς χρώμα, χωρίς φωνή! / Για να γελάει κανείς… / (Κι ας κλαίει…)» (σελ. 11)

Γενικά όμως, οι ανθρώπινες σχέσεις, οι διαπροσωπικές σχέσεις, την απασχολούν πολύ. Η πολλή συνάφεια, που έλεγε κι ο Καβάφης, δεν την αφήνει αδιάφορη: «Μην ψάχνεις τη μοναξιά στον άστεγο, / αυτός έχει το σκύλο του. / Την μοναξιά θα την δεις στα άδεια μάτια των φίλων σου. / Στο άψυχο σώμα της κυρίας / που κάθεται δίπλα σου στο λεωφορείο». (σελ. 34)

Η ποίηση της Μ.Σ. την ίδια ώρα κρύβει ένα δυναμισμό και μια υποδόρια επαναστατικότητα που εντυπωσιάζουν με την έντασή τους. Αυτής της υφής η επαναστατικότητα είναι, πιστεύω, ακόμα πιο αποτελεσματική. Διότι δεν πραγματώνεται κραυγαλέα, διακηρυκτικά και με πόζα, αλλά με αποφασιστικότητα και αυτόδηλη αυτοπεποίθηση: «Εγώ δεν ερωτεύομαι εδώ. / Είναι πολλή η ασχήμια. / Μα όταν βλέπω παιδιά πιο όμορφα από τους γονείς τους / ονειρεύομαι πως καίνε το σπίτι / και έστω και λίγο δροσίζομαι». (σελ. 37)

Οδεύοντας προς το τέλος αυτής της παρουσίασης, θα ήθελα ν’ αναφερθώ και σ΄ ένα δείγμα, ένα σπάραγμα από την ποιητική της.. Να πως σημασιολογεί το ρόλο της ποίησης και τω ποιητών στη ζωή μας, όχι ως αισθητικό στολίδι, αλλά ως βάθρο αγώνα: «Για τον μικρό πρίγκηπα / θα σου λέω παραμύθια και θα παίζω κρυφτό / μέχρι να θυμώσεις. / Γιατί σε καιρούς ειρήνης δεν γεννιούνται / μεγάλοι ποιητές». (σελ.24)

Θέλω να τελειώσω αυτή την παρουσίαση μ’ ένα ποίημα που αναφέρεται στην Κωνσταντινούπολη, εκεί που πέρασε μεγάλο μέρος των σπουδών της η ποιήτρια. Η πόλη προβάλλει ως μνημείο του παγκόσμιου πολιτισμού, υπερεθνική, κοσμοπολίτικη και θελκτική για όλους και για όλα της τα κάλλη, πολιτισμικά, ιστορικά και άλλα. Θα χαρακτήριζα τους στίχους που ακολουθούν ως ποίημα της υπέρβασης και της καθολικότητας: «Εκεί που η δύση σμίγει με την ανατολή / το παρελθόν με το παρόν / και η μνήμη με τη λήθη / στις πόλεις της Πόλης / γυρνώ και ξαναγυρνώ / μέχρι να με κάνει δική της / γιατί Αυτή δεν είναι κανενός.». (σελ. 29)

g.frangos@cytanet.com.cy

ΥΓ. Η στήλη «Κυπριακή Ποίηση» θα επανέλθει τον προσεχή Οκτώβριο