Βασίλκα Πέτροβα Χατζήπαπα: «Συνομιλία με το Σύμπαν», εκδόσεις Γκοβόστη, 2022.

Η Βασίλκα Πέτροβα Χατζήπαπα γεννήθηκε, μεγάλωσε και σπούδασε στη Σόφια, αλλά ζει ανάμεσά μας για πάνω από τέσσερις δεκαετίες. Όπως είναι φυσικό, στην ποίησή της απαντώνται βουλγάρικες, αλλά και κυπριακές αφετηρίες, εμπνεύσεις, εναύσματα και αισθητικές καταβολές. Πρωτοπαρουσιάστηκε στο κυπριακό αναγνωστικό κοινό το 1983 με τη συλλογή “Γουλιά αέρα», ενώ ακολούθησε «H μοναδική λέξη» το 2010 και η «Συνομιλία με το Σύμπαν» το 2022.

Στη συλλογή του 2010 δέσποζε ο διπολισμός μεταξύ νόστου πατρίδας και ερωτικής Θεματικής. Στη νέα συλλογή του 2022, που θα προσπαθήσω να παρουσιάσω στη συνέχεια, το θεματικό δίπολο που κυριαρχεί έχει να κάμει με τη θλίψη από τη μια και την υπαρξιακή αναζήτηση και αγωνία από την άλλη.

Η Β.Π.Χ. θεματοποιεί συχνά τη θλίψη στο νέο της βιβλίο, εμπνέεται από αυτήν και δημιουργεί μέσω της. Ενεργοποιείται από τη θλίψη αισθητικά, συναισθηματικά, ενστικτωδώς και αντανακλαστικά. Καθιστά τη θλίψη δημιουργό και κινητήριο δύναμη για δημιουργία. Η θλίψη την τρέφει αλλά και την κατατρύχει, καθώς λίγα περιθώρια αφήνονται στην ανάταση, στην αναπτέρωση, στην ελπίδα, την προσδοκία και την χαρά.

Από την άλλη, ο έτερος θεματικός πυλώνας που έχει να κάμει με τις υπαρξιακές αναζητήσεις, εκτείνεται σε δύο επίπεδα, ως απολογισμός ζωής από τη μια και ως παρακαταθήκη για τις γενιές που ακολουθούν από την άλλη. Τα όσα ανέφερα ήδη θα προσπαθήσω, να στοιχειοθετήσω στη συνέχεια με την παράθεση ενδεικτικών αποσπασμάτων από την ποίηση της Β.Π.Χ.

Ώρα όμως ν΄ αρχίσουμε την πλοήγηση μέσα στη γαληνεμένη θάλασσα των στίχων της Β.Π.Χ. Αρχίζω μ’ ένα ευσύνοπτο χαμηλόφωνο ποίημα που μου θύμισε το μυθιστόρημα του Κούντερα «Η βραδύτητα»: «Τώρα πια θέλω να ζήσω αργά. / Τα δευτερόλεπτα σαν λεπτά. / Τα λεπτά σαν ώρες. / Τις ώρες σαν ημέρες. / Τις μέρες σαν χρόνια. / Να χορτάσω τον αέρα / των στιγμών – χρόνων. / Μέχρι τέλους». (σελ. 19)

Όπως προανέφερα ήδη, αρκετά από τα ποιήματα της συλλογής ενέχουν χαρακτήρα απολογισμού μίας ζωής: «Θα ήθελα να έχω έναν Θεό / προσωπικό, / να κάθεται πλάι μου / να μου σκουπίζει τα δάκρυα. / Να με κοιμίζει με το παραμύθι / του άπειρου γαλαξία / του μέλλοντος – / που να τον περπατώ / με τα παιδιά μου αντάμα / και με τα παιδιά τους. / Αίθουσα αποχαιρετισμού / να μην υπάρχει πουθενά». (σελ. 30)

Άλλοτε πάλι, το ποίημα – απολογισμός ενέχει και χαρακτήρα αποχαιρετισμού: «Θα χτίσω σπίτι / σε σχεδία από πεύκο. / Ανάμεσα στους κορμούς θα φυτέψω / λουλούδια και λαχανικά. / Θα μεγαλώσω κυπαρίσσια και λεύκες, / θα καλλιεργήσω / σμέουρα και κεράσια. / Θα σας αποχαιρετήσω. / Με τη σχεδία μετά, / κουρασμένη, θα κατεβώ τον ποταμό / τον ήρεμο και τον γαληνεμένο / προς το παρελθόν». (σελ. 58)

Αναφέρθηκα όμως και στη θλίψη ως βασικό θεματικό επίκεντρο στη νέα ποιητική δουλειά της Β.Π.Χ. Και θέλω να διευκρινίσω ότι αυτή δεν τυγχάνει μονοσήμαντης διαχείρισης. Η ποιήτρια αρπάζει την ελπίδα από κάθε χαραμάδα, όπου κι αν αχνοφέγγει, όπου κι αν ξεπροβάλλει, δειλά ή θαρραλέα: «Σαν νοιάζεσαι κάποιου, ποτέ και πουθενά / δεν σ’ αγγίζει / της μοναξιάς το μαύρο φτερό». (σελ. 53)

Επιστρέφω όμως στην υπαρξιακή αγωνία, αλλά και την σημπαντικότητα των προσεγγίσεων της ποιήτριας: «Αν τα σώματα σε σφαίρα συγχωνευθούν / σαν σκαντζόχοιροι διψασμένοι, χωρίς αγκάθια… /…Αν δεν υπάρχει τέλος, / επειδή τα πάντα, / απλά ρέουν… / …Τέλος αν γινόμαστε / φώτα μεγάλα, χρωματιστά / και σαν φώτα μόνο / μέχρι τον επόμενο γύρο / στον νέο μας κόσμο / να συνεχίσουμε. / Αν …». (σελ. 74) Είναι πράγματι αξιέπαινο με τι αισθητική ενάργεια σκιαγραφείται το αέναο της ανθρώπινης ύπαρξης. Την ίδια ώρα, στο αμέσως επόμενο ποίημα «Συνομιλία με το Σύμπαν» (σελ. 75) η Β.Π.Χ. συνομιλεί με το μέλλον μέσω των τεσσάρων εγγονών της.

Όμως η Β.Π.Χ. δεν γράφει μόνο ενδοσκοπική ποίηση. Γράφει και ποίηση που διακρίνεται από μια βαθιά αίσθηση της οικουμενικότητας του κόσμου, και από την ανάγκη για πανανθρώπινη αλληλεγγύη: «Καθώς αναπνέω / χιλιάδες άλλοι δυσκολεύονται. / Καθώς πίνω τα φάρμακά μου / χιλιάδες άνθρωποι / αφήνουν την τελευταία τους πνοή». (σελ. 94)

Πέραν των πιο πάνω βέβαια οι στίχοι της Β.Π.Χ. παραμένουν βαθιά ενδοσκοπικοί σε όλη την ποιητική της πορεία. Και σχεδόν κατά κανόνα η ενδοσκόπηση περιβάλλεται και από μια λυρική αύρα: «H ψυχή μου μια βυθισμένη εκκλησία / στον βυθό φράγματος… / …Κάθισε κι εσύ πλάι μου / εδώ στην ακτή. / Να περιμένουμε / της επόμενης μέρας την ανατολή / τα πνιγμένα λόγια / να αναδυθούν». (σελ. 103)

Η Β.Π.Χ. είναι προικισμένη με μια ευαισθησία που συγκινεί και προκαλεί μέγα σέβας. Διαθέτει και ενεργοποιεί μια ευαισθησία ύψιστου βαθμού, μια ευαισθησία που αγγίζει τον ουρανό: «Την ψυχή μου / τη μουσκεμένη με δάκρυα / άπλωσα / για να στεγνώσει. / Σκλήρυνε. / Έγινε εύθραυστη. / Φοβάμαι τώρα / να την αγγίξω». (σελ. 125)

Παρουσιάζοντας τη συλλογή « Η μοναδική λέξη» του 2010 είχα χαρακτηρίσει την ποίηση της Β.Π.Χ. «βαθιά αισθαντική, ιδιαίτερα χαμηλόφωνη, υπογείως εσωτερική και γενικά μια γλυκιά γαληνεμένη ποίηση ωριμότητας». (Φιλ. 23/10/2011) Το μόνο που έχω να προσθέσω, υπό το φως της νέας συλλογής, είναι και τα σπαράγματα σπαραγμού που εμπεριέχει αυτή η ποίηση.

g.frangos@cytanet.com.cy