Ανάμεσα στις 24 κυπριακές ταινίες που προβάλλονται σε όλη την Κύπρο από την Κυπριακή Ταινιοθήκη είναι και πολιτική ταινία «Κύπρος η άλλη πραγματικότητα», των Θέκλας Κίττου και Λάμπρου Παπαδημητράκη.

Το ντοκιμαντέρ, που είχε λογοκριθεί το 1978 γιατί «εμπεριείχε υλικόν δυνάμενον να προσβάλει τα θρησκευτικά, εθνικά ή πολιτικά συναισθήματα των κοινοτήτων» προβάλλεται την Παρασκευή 29 Νοεμβρίου στο Υφαντουργείο στη Λευκωσία στην παρουσία των σκηνοθετών.

Δύο χρόνια μετά την εισβολή το ντοκιμαντέρ για την Κύπρο είχε συγκλονίσει το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 1976 και 1,5 χρόνο μετά, ήρθε να ταρακουνήσει την κλειστή κυπριακή επαρχία. Η ταινία είχε αποσπάσει δύο σημαντικά βραβεία, είχε διαγράψει λαμπρή σταδιοδρομία στην Ελλάδα με 500.000 θεατές, είχε προκαλέσει διαδηλώσεις και θυελλώδεις συζητήσεις και οι τολμηροί δημιουργοί της όταν τραβούσαν το πρώτο πλάνο εκείνη την ταραγμένη εποχή, ήταν μόλις 26 χρονών.

Τα γυρίσματα κράτησαν δύο ολόκληρα χρόνια. Με ελάχιστα οικονομικά μέσα. Με μια μηχανή BOLEX που δανείστηκαν από το σωματείο Σύγχρονος Κινηματογράφος, ένα πουλμανάκι– το οποίο εστάλη από τον παραγωγό Γιώργο Παπαλιό– που τους άφηνε στο δρόμο, με ρετάλια από negative που λάβαιναν από την Ελλάδα, με ένα πάπλωμα για να κοιμούνται το καλοκαίρι κάτω από τον κυπριακό βαθυμπλέ ουρανό και με ένα εν τω γίγνεσθαι δίκτυο λαϊκών ανθρώπων που όταν έπιανε κρύο άνοιγαν τα σπίτια τους και τους πρόσφεραν φαϊ και ένα στρώμα.

Εξασφάλιζαν το βιοπορισμό τους από κινηματογραφήσεις γάμων, προβολές ταινιών, ακόμα και πλανοδιοπώληση. Ήταν ένα «αντάρτικο» σινεμά που κατέγραψε το ιστορικό γίγνεσθαι σε ενεστώτα χρόνο, όπως τόνισε ο Διευθυντής του Ιστορικού Αρχείου Λεμεσού Μίμης Σοφοκλέους κατά την προβολή της ταινίας στη Λεμεσό, πριν από λίγες μέρες. 

Όπως σημειώνουν οι σκηνοθέτες «αφεθήκαμε να μπούμε χωρίς προκατάληψη μέσα στην καρδιά του προβλήματος.  Διαμορφωθήκαμε βλέποντας κατάματα τη σκληρή αλήθεια μέσα στα συντρίμια των ψυχών και των σωμάτων.

Διαμορφώναμε την ταινία σιγά-σιγά και η ταινία διαμόρφωνε εμάς…» κι έτσι μπόρεσαν «να βγάλουν το μέικ-άπ από το κυπριακό ζήτημα, να πουν ότι το νησί παραμένει δέσμιο της αποικιοκρατικής αλλοτρίωσης και για τον τρελό χορό των πολυεθνικών μονοπωλίων πάνω στο τραυματισμένο σώμα του, να καταγγείλουν την πολιτική της ελληνικής και κυπριακής ηγεσίας που οδηγεί ‘ντε φάκτο’ στη διχοτόμηση, με την αποδοχή της ανταλλαγής των πληθυσμών και να κάνουν μια ταινία όλο κουράγιο για πολλές αλήθειες πάνω σε πολλά ψέματα…» (από τις κριτικές στον ελληνικό Τύπο).

Οι διαμαρτυρίες για την λογοκρισία

Τον Ιούνιο του 1978 η ταινία υποβλήθηκε στην Κυπριακή Επιτροπή Λογοκρισίας. Αίφνης με βάση το άρθρο 6Α, των κατασταλτικών «Cinematograph films Censorship regulations, 1953», που το γενικό τους πνεύμα οι Άγγλοι είχαν θεσπίσει το 1931, απαγορεύτηκε η προβολή με την αιτιολογία ότι η ταινία «εμπεριέχει υλικόν δυνάμενον να προσβάλει τα θρησκευτικά, εθνικά ή πολιτικά συναισθήματα των κοινοτήτων» ότι «εμπεριέχει σκηνές, αίτινες θεωρούνται ανεπιθύμητοι εις την Δημοκρατίαν από πολιτικής ή κοινωνικής απόψεως» και ότι «απεικονίζει εγκλήματα ή σεξουαλικά θέματα κατά τρόπον κλονίζοντα τα δημόσια ήθη και την δημόσιαν τάξιν».

Θύελλα διαμαρτυριών ακολούθησε την απόφαση. Διακόσιοι και πλέον πολίτες όρθωσαν την φωνή τους εναντίον της πρωτοφανούς στέρησης της  ελευθερίας έκφρασης. Ανάμεσά τους, το μεγαλύτερο μέρος της κυπριακής διανόησης: ποιητές, συγγραφείς, ιστορικοί, καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι, δικηγόροι, καθηγητές επιστήμονες… Παρά ταύτα, υποχρέωσαν τους δύο σκηνοθέτες να φυγαδεύσουν την ταινία στο εξωτερικό και χρειάστηκαν πέντε χρόνια πολιτικοί και δικαστικοί αγώνες για να δικαιώσουν τους δημιουργούς αυτής της συγκλονιστικής μαρτυρίας.

Η ταινία πήρε άδεια τον Μάρτιο του 1983. Έκανε επίσημη πρεμιέρα τον Ιούλιο στον Κινηματογράφο ΖΗΝΑ. Την προλόγισε ο τότε Σύμβουλος του Προέδρου της Δημοκρατίας για Πολιτιστικά Θέματα Πέτρος Στυλιανού, ο οποίος διακήρυξε ότι: «Είχαμε κι εξακολουθούμε να έχουμε ηθικό αλλά και νομικό καθήκον να εγκύψουμε πάνω στους κραδασμούς της ψυχής της νεώτερης κυπριακής γενιάς, να τους αφουγκραστούμε, για να μπορέσουμε να χαράξουμε επανατροφοδοτούμενοι, σαφέστερη και αντικειμενικώτερη γραμμή πλεύσης…»

Κατά την πρεμιέρα της ταινίας ο αλησμόνητος ποιητής Λεύκιος Ζαφειρίου σε ομιλία του είχε σημειώσει:

 « … το τραγελαφικό είναι ότι  σε μια Κύπρο ημικατεχόμενη, με 40.000 Τούρκους στρατιώτες, Εγγλέζικες βάσεις και την θάλασσά της ξέφραγο αμπέλι στις ορέξεις της πολυεθνικής δύναμης, με το νότιο τμήμα της από Αγιάναπα ίσαμε Πάφο ‘μεταποιημένο’ σε τουριστικό παζάρι, η Επιτροπή Λογοκρισίας βρήκε μια κινηματογραφική ταινία ‘κοινωνικά και πολιτικά επικίνδυνη’! Τι πιο επικίνδυνο κοινωνικά και πολιτικά υπάρχει για μια κοινωνία, όταν οι εισβολείς εξοπλίζονται με σύγχρονο πολεμικό υλικό ενώ τα μέλη της γεύονται την τουριστική μαριχουάνα απνευστί και ένα μεγάλο μέρος της νεολαίας μιμείται και θαυμάζει, ανέκκλητα ίσως, τον αμερικάνικο τρόπο ζωής, δίχως μπούσουλα;»