Είκοσι χρόνια μετά την κυκλοφορία της «Νυχτερίδας», της πρώτης περιπέτειας του ντετέκτιβ του Χάρι Χόλε, και ενώ στις κινηματογραφικές αίθουσες προβάλλεται αυτές τις ημέρες η ταινία «Ο χιονάνθρωπος», ο Τζο Νέσμπο βρέθηκε στην Αθήνα για να συζητήσει, στο κατάμεστο αμφιθέατρο της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση, με τους δημοσιογράφους Μαριλένα Αστραπέλλου και Γιώργο Νάστο.
Άμεσος, χαλαρός, με έξυπνο χιούμορ, αφοπλιστική ειλικρίνεια και πιο ώριμος από ποτέ, ο Νορβηγός σούπερ σταρ της σύγχρονης αστυνομικής λογοτεχνίας βρέθηκε ξανά μπροστά στο φανατικό του κοινό που τον υποδέχτηκε με ενθουσιώδες χειροκρότημα και τον αποχαιρέτησε με ένα ζεστό χαμόγελο.
Ο συγγραφέας έφτασε στη Στέγη από την Κάλυμνο, όπου τις προηγούμενες εβδομάδες έκανε αναρρίχηση. Μιλώντας για το μυθιστόρημά του «Η δίψα», που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, ο Νέσμπο εξήγησε το πώς ξεκίνησε η ενδέκατη περιπέτεια του Χάρι Χόλε.
Η Ελλάδα, και ιδιαίτερα η Κάλυμνος, είναι για τον Jo Nesbo αγαπημένος προορισμός στον οποίο φροντίζει να επιστρέφει όσο πιο συχνά μπορεί. Η Κεντρική Σκηνή της Στέγης (χωρητικότητας 1.000 ατόμων) που φιλοξένησε την εκδήλωση γέμισε σε ταχύτατο χρόνο, καθώς ήδη πριν από τις 5 το απόγευμα είχαν σχηματιστεί μεγάλες ουρές στην είσοδο για την παραλαβή του πολυπόθητου δελτίου εισόδου.

Ο βασιλιάς του σκανδιναβικού αστυνομικού μίλησε για όλα: για τη διασκευή του Μάκμπεθ, το αγαπημένο του καφέ όπου περνά πολλές ώρες γράφοντας, την αστυνομική λογοτεχνία, για τον διάσημο ήρωά του Χάρι Χόλε και τη μελλοντική του πορεία, για το τελευταίο του μυθιστόρημα, τη Δίψα, που πήρε τον τίτλο του αφού ολοκληρώθηκε η συγγραφή του, για τη μεταφορά του Χιονάνθρωπου στο σινεμά, για την ηθική που αλλάζει όπως και η εποχή μας, για τη φύση του κακού και τι το υποκινεί. Αναφέρθηκε στο κομμάτι της βίας που χρησιμοποιεί εκτεταμένα στα μυθιστορήματά του ως ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας που αφηγείται. Είπε χαρακτηριστικά ότι οι αστυνομικές ιστορίες είναι ο τόπος συνάντησης του ατόμου με την κοινωνία.
Μεταξύ άλλων, οι δύο δημοσιογράφοι που τον «ανέκριναν» για μιάμιση ώρα τού είχαν ετοιμάσει και κάποιες εκπλήξεις: Ένα βίντεο στο οποίο ο ίδιος μιλάει για το ποδόσφαιρο και τη δύναμή του να ενώνει όλο τον κόσμο, καθώς και ένα βίντεο κλιπ από τα χρόνια που συμμετείχε στο μουσικό συγκρότημα Di Derre κέρδισαν τα χειροκροτήματα του κοινού.

«Ο δολοφόνος στη «Δίψα» πάσχει από το σύνδρομο Renfield. Δεν είναι βαμπίρ, αλλά του αρέσει να πίνει αίμα. Πρόκειται για το αντίθετο του Χάρι Χόλε: είναι κάποιος που θέλει να έρθει τόσο κοντά σου, ώστε να σου πιει το αίμα» αναφέρει ο συγγραφέας.
Ο Νέσμπο δέχτηκε ότι η «Δίψα» θυμίζει την «Πείνα» του Κνουτ Χάμσουν, του Νορβηγού μυθιστοριογράφου που τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1920: «Πρόκειται για την ίδια ιστορία: μια ιστορία που ξεφεύγει από κάθε έλεγχο. Μερικά από τα θέματά της είναι στην πρώτη γραμμή της δράσης, άλλα πρέπει να τα αναζητήσουμε στις λεπτομέρειες. Το κεντρικό ζήτημα είναι ότι συνεχώς αναμένεται κάτι να συμβεί».

«Δεν μπορώ να το πω με βεβαιότητα, αλλά μολονότι οι σκανδιναβικές κοινωνίες είναι κοινωνίες συναίνεσης, δεν πηγαίνουν στο εσωτερικό τους όλα καλά. Τα αγκάθια των οικογενειακών σχέσεων, τα ναρκωτικά, αλλά και το ερώτημα για το πώς γεννιέται η εγκληματικότητα σε τόσο τακτοποιημένες κοινωνίες ερμηνεύουν ενδεχομένως την άνθιση του αστυνομικού μυθιστορήματος» αναφέρει ο συγγραφέας.
«Στη Νορβηγία ειδικότερα συμβαίνει και κάτι άλλο. Είμαστε ακόμη εξαρτημένοι από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κατά τη διάρκεια του οποίου άλλοι συνεργάστηκαν με τους ναζί κι άλλοι τους αντιστάθηκαν. Κι αυτό μας πηγαίνει στην ιστορία και στο τι σκέφτονταν τις κρίσιμες εποχές οι άνθρωποι για πράγματα που σήμερα είναι λυμένα. Εκείνο που επιδιώκω, ο ίδιος ως συγγραφέας, είναι η κατανόηση του ακατανόητου, είτε το ακατανόητο ταυτίζεται με το έγκλημα είτε με οτιδήποτε άλλο» καταλήγει ο Τζο Νέσμπο.