Συμπληρώνονται φέτος 30 χρόνια από τον θάνατο του σπουδαίου Κύπριου εκπαιδευτικού και συγγραφέα Παύλου Ξιούτα. Με αυτή την αφορμή αναδημοσιεύουμε αποσπάσματα από μια συνέντευξη του που έδωσε στην Μαρία Θεμιστοκλέους και δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Ο Αγών», στην οποία μιλά για την νεολαία. Οι ιδέες και οι απόψεις του για τους νέους παραμένουν διαχρονικές και επίκαιρες μέχρι σήμερα.
Ο κ. Ξιούτας αρχίζει με μια διαπίστωση:
«Ένα από τα κύρια παράπονα των σημερινών γεροντοτέρων όσον αφορά την νεολαία η οποία όπως λένε έχει χαλάσει, από την ιστορία της ζωής αποδεικνύεται λανθασμένο. Από εγωισμό, δεν μπορούν να παραδεχθούν ότι η νέα γενιά με την φυσική εξέλιξη της ζωής και των κοινωνιών είναι σαφώς καλύτερη από τις παλαιότερες γενιές.
Πρέπει να αντιληφθούμε εξάλλου ότι το περιβάλλον, το σύμπαν και η ανθρώπινη κοινωνία ειδικότερα διέπονται από κάποιο ντετερμινισμό. Κάποιαν δηλαδή αιτιολογία που και στην προκειμένη περίπτωση δικαιολογεί την εξέλιξη της νεολαίας.
Μέσα στην εξέλιξη αυτή διαπιστώνουμε ότι κάποτε οι νέοι μας γίνονται αναιδείς ή θρασείς… τελοσπάντων δεν συμπεριφέρονται όπως θα θέλαμε εμείς οι… «τέλοιοι»!!
Για αυτή τους τη συμπεριφορά υπάρχουν ασφαλώς αιτίες τις οποίες μπορούμε να δούμε πιο κάτω αναλυτικότερα».
Μπορούμε να σταθούμε λίγο στο θέμα των ανακατατάξεων στους κόλπους της νεολαίας, σε σχέση με την εξέλιξη της ζωής γενικά;
Πρέπει να παραδεχθούμε ότι εάν οι νέοι δεν γίνουν καλύτεροι από εμάς τους γεροντότερους, τότε κοινωνική πρόοδος δεν υπάρχει. Πρόοδος ζωής δεν υπάρχει, αλλά οπισθοδρόμηση.
Όμως η ιστορία της ζωής μας δείχνει ότι η ζωή δεν πάει πίσω αλλά προχωρεί έστω και με αργά βήματα. Άρα, λόγω του φαινομένου αυτού της ζωής φαίνεται ότι οι νέοι έχουνε δίκαιο. Δεν είναι χειρότεροι από μας, αλλά καλύτεροι εφόσον η ζωή προχωρά… Να ένα συμπέρασμα που ο εγωισμός των γεροντοτέρων δεν αφήνει να δουν. Δεν τους αφήνει να δουν ότι δεν ζούμε σίγουρα. Ζούμε σ’ ένα πέλαγος γνώσεων ασυγκρίτως μεγαλύτερο από ’κείνο που είχε ο άνθρωπος στο παρελθόν. Οι τελευταίοι αιώνες, είναι αναμφίβολα αιώνες αλματικής προόδου. Για να είναι όμως αιώνες προόδου σημαίνει ότι η κάθε νεολαία ήταν καλύτερη από την προηγούμενη.
Κάποιοι υποστηρίζουν ότι έχει εκλείψει από τη νεολαία μας το πατριωτικό φρόνημα επιμένοντας ότι οι νέοι δεν ενδιαφέρονται για το εθνικό μας πρόβλημα, αλλά αρκούνται να σκοτώνουν το χρόνο τους σε ντισκοτέκ και άλλα κέντρα αναψυχής. Πιστεύετε ότι η άποψη αυτή ευσταθεί;
Απ.: Υπάρχει και εδώ μια αιτιολογία. Σήμερα, σε παγκόσμια κλίμακα και κυρίως σε μικρότερους λαούς όπως η Κύπρος, η κύρια επιδίωξη του ανθρώπου είναι η οικονομική αυτάρκεια και ανεξαρτησία. Πώς να αποκτήσει δηλαδή περισσότερες «εικοσάρες». Όταν λοιπόν αυτό το πράγμα επιβάλλεται ως κοινωνική αξία πρώτης γραφής, είναι αστείο πράγμα να ζητάμε από τη νεολαία ιδεώδη και ιδεολογίες. Αφού η επιβαλλομένη από την πολιτεία, από την κοινωνία, την οικογένεια αρχή είναι η οικονομική αυτάρκεια. Άρα το πρώτο πράγμα που έχει να σκεφθεί ο άνθρωπος αφού «ανοίξουν τα μάτια του», που ακούει διαρκώς και ζει διαρκώς είναι πώς να αποκτήσει «εικοσάρες». Πώς θέλουμε λοιπόν αυτός ο άνθρωπος ο οποίος απασχολείται κατά 80-90% στο να αποκτήσει «εικοσάρες», να γυρίσει το κεφάλι του και να σκεφθεί την πατρίδα;!»
Πιστεύετε ότι οι νέοι του 1955 είχαν το πατριωτικό φρόνημα πιο ανεπτυγμένο παρά η δική μας γενιά;
Απ.: «Σίγουρα η νεολαία σε 30 χρόνια δεν αλλάζει τόσο ριζικά ώστε η μεν να είναι πατριωτική και πολιτική και η δε να είναι άπατρις και αδιάφορη. Είναι γελοίο πράγμα να το σκεφθούμε αυτό και είναι έξω από την κοινωνιολογική πραγματικότητα. Τι συμβαίνει όμως; Τότε βρέθηκαν οι παράγοντες οι οποίοι διοχέτευσαν αυτό που λέγεται νέος και νεανική νοοτροπία προς την πολιτική κατεύθυνση και έπεισαν τους νέους εκείνους ότι έτσι πρέπει να γίνει για να αποκτήσει ο τόπος ελευθερία και οι ίδιοι αξιοπρέπεια και καλύτερη ζωή. Αυτό είναι το μυστικό. Ενώ τα ημιελεύθερα 30 σχεδόν χρόνια πείθουν το αντίθετο. Ότι δηλαδή δεν χρειάζεται παρά ένας διάλογος ή τέλος – πάντων μια συμφέρουσα πολιτική εκκρεμότης και το πρώτο που έχει να σκεφθεί είναι πώς να αποκτήσει «εικοσάρες».
Επιπλέον απόδειξη τούτου είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος των μαχητών της ΕΟΚΑ, της ελευθερίας δηλαδή της Κυπριακής, ήταν μαθητές κατηχητικών. Ήταν μαθητές οι οποίοι είχαν την αποκλειστική επίδραση ορισμένων ενθουσιωδών δασκάλων θρησκευόντων, οι οποίοι βρήκαν το γόνιμο έδαφος της μάλλον απλοϊκής χριστιανικής σκέψης για να το κατευθύνουν προς τον αγώνα και την ελευθερία και το επέτυχαν!»
– Σήμερα νομίζετε ότι μπορεί να επιτευχθεί αυτό;
– Είναι ασφαλώς δυσκολότερο στις μέρες μας λόγω του ότι κυριαρχεί η ιδέα της οικονομικής ανεπάρκειας και ανεξαρτησίας παρά η ιδέα του αγώνα. Και είναι δύσκολο να βγάλεις από το νου και την ψυχή του νέου την πραγματικότητα την οποία του δίνει ο πλούτος της ευμάρειας. Δεν σημαίνει όμως ότι ο νέος μας έχασε τα αγωνιστικά του προσόντα. Κάθε άλλο!
Τι πρέπει να γίνει;
Πρέπει να πείσουμε τον καθένα να σκεφθεί ότι ο άνθρωπος είναι είτε το θέλουμε είτε ότι το μεγαλειωδέστερο ον στο σύμπαν. Αυτός δημιούργησε τα πάντα. Αυτός είναι το κέντρο της ομορφιάς και της απεραντοσύνης, του έθνους της πατρίδας, της φυλής. Αυτό λοιπόν το μεγαλειώδες ον πρέπει να μην το κατανοούμε. να μην βλέπουμε το εξαιρετικό του μεγαλείο και να καταδεχόμαστε να το προσβάλλουμε με μικρότητες και κουτσομπολιά, απάτες και αγραμματοσύνες.
Αν λοιπόν από την οικογένεια, το σχολείο και την κοινωνία, ακολουθηθεί αυτή η γραμμή αγωγής για το μεγαλείο του ανθρώπου το οποίο κατ’ ουδένα λόγο δεν μπορεί και δεν πρέπει να αμαυρώνεται με μικροπράξεις, τότε σίγουρα στη ψυχή του νέου θα κυριαρχεί η ιδεολογία του «μεγάλου». Η ιδεολογία της «εικοσάρας» θα είναι ένα παράπλευρο ασήμαντο μπροστά στο ιδεώδες μεγαλείο του ανθρώπου. Αν μάθουμε από μικρό τον νέο ότι είναι μια ανεξάρτητη μονάδα μεγαλειώδης και τον πείσουμε με τις πράξεις τις δικές μας, όχι πια με κούφια λόγια τότε θα δούμε ότι από μωρό θα νοιώθει την περηφάνια του «μεγάλου ανθρώπου» και δεν θα καταδέχεται τις μικρότητες που τον περιβάλλουν.
Μήπως κάπου ευθύνεται και το σχολείο;
– «Αν σκεφθούμε ότι ο δάσκαλος έχει μια τάξη με 30 εφήβους από τη φύση τους και από την ίδια τη ζωή ανθρώπους περισσότερο ενστικτώδεις και ορμητικούς παρά ήρεμους και ψύχραιμους όπως η αφεντιά του δασκάλου και δούμε ότι ο ένας δάσκαλος από την έδρα του μοιράζει την επιρροή στους μαθητές που ο κάθε ένας έχει το 1/30 της ολοκληρωτικής επιρροής του δασκάλου, τότε θα δούμε πόσο ασήμαντη είναι η επίδραση του σχολείου στη δημιουργία σωστού νέου και ανθρώπου που θα επιφέρει την ταχύτερη πρόοδο της ζωής. Κι’ αν όμως συμβεί το αντίθετο και καταφέρει ο δάσκαλος να εμφυτεύσει κάποιες αρχές στο παιδί, η πραγματικότητα της κοινωνίας στην οποία θα βγει αργότερα για να ζητήσει δουλειά, του επιβάλλει αν θέλει να επιβιώσει να ενεργεί εντελώς αντίθετα απ’ όσο του είχαν διδάξει περί ηθικής και τιμιότητας. Η ζωή η ίδια προσδίδει το αντίθετο. Άρα η ζωή μου λέει την αλήθεια κι’ όχι ο «αφηρημένος» δάσκαλος που διδάσκει θεωρητικά σε κάποιαν έδρα με το δίκαιο του θα συμπεράνει! Αν υποθέσουμε ότι ο νέος μας εισχωρεί, εξασφαλίζοντας δουλειά σε κάποιο κυβερνητικό γραφείο και επιμένει να δουλεύει σκληρά και υπεύθυνα σύμφωνα με τα όσα ο δάσκαλος του είχε διδάξει περί εργασίας, ηθικής και τιμιότητας, το μόνο που θα καταφέρει είναι να εκδιωχθεί από τον φαύλο αυτό κύκλο που λέγεται κρατική ή ιδιωτική εργοδοτική μηχανή ή να καταντήσει το κλωτσοσκούφι σε κάθε εργαζόμενη ομάδα. Θα συνωμοτήσουν όλοι οι άλλοι εναντίον του αν είναι εργατικός και τίμιος και γενικά θα είναι ο περιφρονημένος άνθρωπος εκτός και αν γίνει άβουλος δούλος του προϊσταμένου του… Πώς θέλουμε λοιπόν σ’ αυτό το κλίμα οι νέοι να γίνουν ιδεατοί και πρότυπα μιμήσεως για τους άλλους; Θα γίνουν και αυτοί κάτι ανάλογο!»
– Μιλώντας για ινδάλματα κ. Ξιούτα, παρατηρούμε ότι οι νέοι μας δεν έχουν πια σαν ινδάλματα κάποιους ήρωες, αγωνιστές ή κάποιους καθηγητές τους… παρά ψάχνουν τα είδωλα του στο πρόσωπο κάποιου ηθοποιού ή ποδοσφαιριστή. Γιατί κατά τη γνώμη σας συμβαίνει αυτό;»
– Κάθε άνθρωπος είτε το θέλει είτε όχι, είτε κυριαρχείται από το «ΕΓΩ» του είτε το κατευθύνει με το μυαλό του. Και εδώ είναι ο πολιτισμός. Να κυβερνούν δηλαδή τα «άνω». Το μυαλό. Και να χαλιναγωγούν τα ένστικτα. Το συναίσθημα, την καρδιά, το «ΕΓΩ».
Κάθε άνθρωπος έχει είτε το θέλει είτε όχι ένα ψυχολογικό πρότυπο προς το οποίο τείνει. Αν είναι πολύ φτωχός και δίδει σημασία στα πλούτη, θα έχει έναν πλούσιο ως πρότυπο τον οποίον θα τείνει να μιμηθεί. Αν σφύζει από δύναμη και είναι φίλαθλος, θα έχει ένα παλαιστή ή κάποιο αθλητή ως πρότυπο. Αν είναι εγγράμματος και του αρέσουν τα βιβλία και τα γράμματα θα έχει ως πρότυπο ένα δάσκαλο, έναν σοφό. Το ψυχολογικό πρότυπο, είναι δηλαδή μια απόρροια της εκάστοτε ψυχικής ή υλικής καταστάσεως του ανθρώπου και είτε το θέλουμε είτε όχι πάντοτε υπάρχει.
Πώς θέλετε να έχει ο νέος πραγματικά πατριωτικά, μεγαλειώδη ιδεώδη όταν το σπίτι του τον διδάσκει ολοφάνερα ότι το πρώτον πρότυπο που πρέπει να έχει είναι ο πλούτος; Πώς θέλετε να του εμπνεύσει τη δύναμη της τάξεως του ως νεολαίας, ένα σπίτι το οποίο είναι διαρκής απαγόρευση;
Ένας κλοιός δηλαδή υπερπροστασίας που του ρουφά κάθε μέρα την ωραιότερη τάση του να ζήσει ελεύθερος και ανεξάρτητος και να δράσει ως οντότης και σαν ξεχωριστή προσωπικότητα αφού τον σκλαβώνει η κακώς νοουμένη στοργή των γονιών;
– Πώς θέλετε αυτό το πρότυπο του άνδρα, του μεγαλειώδους νέου να είναι μεγαλειώδες όταν η μάνα και ο πατέρας είναι τόσο «μικροί» που δεν του εμπνέουν πίστη σ’ αυτό το μεγαλείο του ανθρώπου αλλά συνεχώς τον απασχολούν με μικροπράγματα και κουτσομπολιά εναντίον του Α ή του Β;
Γιατί λοιπόν δεν κατηγορούμε τους εαυτούς μας εμείς οι παλαιότεροι γι’ αυτήν την αθλίαν συμπεριφοράν απέναντι στα παιδιά μας και κατηγορούμε εκ των υστέρων τους νέους διότι είναι επιθετικοί, αναιδείς και εγωιστές;»
Θα ήθελα να θίξουμε τώρα ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο, το οποίο συνοψίζεται στις σχέσεις των δυο φύλων στους κόλπους και πάλιν της νεολαίας μας.
Παρατηρούμε ότι οι σχέσεις των δύο φύλων απελευθερώνονται όλο και περισσότερο με τον καιρό με αποτέλεσμα να βρίσκουν εμπόδιο και πολέμιο την Κυπριακή νοοτροπία. Ακόμη κι αν πρόκειται για αθώα φιλία! Είναι τελικά επιβλαβής ή όχι η οικειότητα αυτή που φέρνει όλο και πιο κοντά τους νέους των δύο φύλων;
– Πολύ ειλικρινά ομιλούντες, η αγωγή των κοριτσιών στον τόπο μας είναι τελείως διεστραμμένη και υποκριτική! Οι σχέσεις των δύο φύλων στη νεολαία δεν μπορούν να είναι σχέσεις δύο Νορβηγών ή δύο Σουηδών. Και ο λόγος είναι απλούστατος. Ζούμε ακόμα στην Τουρκοκρατία, με Τουρκοκρατική νοοτροπία. Δηλαδή το κορίτσι μας πρέπει να έχει κρυμμένο το πρόσωπο του και την ψυχή του με φερετζέδες. Ο δε άνδρας, ο νέος πρέπει να είναι ο κακομοίρης Ινδός ή ο Ανατολίτης που πρέπει να δει το πρόσωπο της γυναίκας του την ημέρα του γάμου! Αυτή η νοοτροπία είναι η κύρια αιτία της κακής σχέσεως των δύο φύλων.
Η έλλειψη άνετης ζωής μεταξύ δύο ετεροφύλων στην Κύπρο και οι διαρκείς προτροπές της μάνας ή του πατέρα προς την κόρη με τις στερεότυπες νουθεσίες «πρόσεχε, πρόσεχε», σαν πως τα πάντα να κρίνονται από μια μεμβράνη παρθενίας ή όχι, είναι βασική αιτία της ύπουλης, υποκριτικής και ψεύτικης σχέσης των δύο φύλων.
Είναι τόσο μεγάλη η ψυχολογική καταπίεση πάνω στα κορίτσια και είναι τόσο μεγάλη η δύναμη που χρειάζεται για να καταπιεσθούν οι φυσικοί πόθοι που σπρώχνουν τόσο το θηλυκό, όσο και το αρσενικό στην ερωτική ένωση. Σκεφθείτε τι αγώνα συγκρατήσεως καθημερινόν έχει ο κακόμοιρος ο νέος να κάνει, μέχρι που να παντρευτεί για να χαλιναγωγήσει την πληθώρα των καθημερινών πόθων που του ξεσηκώνουν τη ψυχή!
Η θεωρία της αγνότητας χρειάζεται περισσότερη από ανθρώπινη δύναμη για να πραγματοποιηθεί.
Απόδειξη, οι ρασοφορεμένοι εκπρόσωποι της θεωρίας της αγνότητας, που σε πλείστα σημεία βάζουν στην πάντα την αγνότητα την οποίαν διδάσκουν σε όλους τους άλλους εκτός για τον εαυτό τους! Άρα πρέπει να εκτιμούμε μεν την αγνότητα ως ένα σοβαρό ασφαλώς χαρακτηριστικό της ζωής του νέου, αλλά πρέπει να λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη και την φυσική σύσταση του ανθρώπου με τις επιθυμίες του! Πρέπει να αντιληφθούμε ότι και αυτός ο άνθρωπος που προχώρησε στην ικανοποίηση των φυσικών του ενστίκτων, έκανε κάτι ανθρώπινο!!!
Όλο αυτό το απελπιστικά περιοριστικό της προσωπικότητας της νεολαίας μας, είναι η παρεξηγημένη αντίληψη περί των σχέσεων των ανθρώπων, και ιδιαιτέρως των νέων. Νομίζω πρέπει να αλλάξει ριζικώς η στάση των γονιών, του σχολείου και της κοινωνίας απέναντι στην υποκριτική και διεστραμμένη αυτή αντίληψη περί των σχέσεων. Πρέπει να δούμε στις ορθές διαστάσεις τις σχέσεις αυτές. Η αθανασία της υπάρξεως και της ζωής στηρίζεται στον υγιή έρωτα.