Ο Αντώνης ήταν ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας. Στην καθημερινή του ρουτίνα, τα βάσανα του, τα προσωπικά του θέματα υγείας, τη φτώχεια του, μέλος πολυμελούς οικογένειας. Με ένα εισιτήριο στο χέρι, κάπου επίμονα ήθελε να πάει. Στη δουλειά, εκδρομή, οπουδήποτε επιθυμούσε να μεταβεί με το πλοίο της γραμμής το οποίο χιλιάδες κόσμου χρησιμοποιεί καθημερινά. Προσβεβλημένη όλη η ναυτοσύνη , προσβεβλημένη η ανθρώπινη ύπαρξη από το τραγικό βίντεο του εγκλήματος, ως τελευταία ανάμνηση για την οικογένεια του. Η τελευταία βουτιά. Καρέ καρέ οι σπρωξιές, η απόγνωση και ο θάνατος σε μερικά δευτερόλεπτα. Τον Αντώνη τον μάθαμε μετά θάνατο, τον θρηνήσαμε, καταδικάσαμε και συνεχίζουμε τη ζωή μας. Όλη αυτή ο οργή, η πλημμέλεια καθήκοντος από καπετάνιο, λιμενικούς, ακόμα και θεατές, μήπως δεν αντανακλούν στην καθημερινότητα; Όταν συνηθίσεις το τέρας αρχίζεις να του μοιάζεις, είπε κάποτε ο πάντα επίκαιρος Μάνος Χατζηδάκης. Τα οικονομικά προβλήματα, η συσσωρευμένη οργή, η έλλειψη επαγγελματισμού, η πίεση, οι αντιδράσεις και οι ποικίλες μορφές εκτόνωσης, δημιουργούν «Αντώνηδες» και «μέλη πληρώματος» εν δυνάμει εγκληματίες. Ας αναλογιστούμε, πόσοι «Αντώνηδες» σπρώχνονται καθημερινά σε μια προπέλα και απλά το συνηθίσαμε.
Α.Δ.