Αποκαλυπτικό το 9σέλιδο σημείωμα στο Διπλωματικό και Ιστορικό Αρχείο του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, ημερομηνίας 18 Σεπτεμβρίου 1956
Η εκπαίδευση υπήρξε ανέκαθεν πυλώνας της εθνικής ταυτότητας και του πολιτισμού της ελληνικής κοινότητας της Κύπρου. Ωστόσο, κατά την περίοδο του Αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-1959, η Βρετανική Διοίκηση επέβαλε σκληρά μέτρα καταστολής, τα οποία έπληξαν ανεπανόρθωτα την ελληνική παιδεία στο νησί. Το κλείσιμο εκατοντάδων σχολείων και η στέρηση της εκπαίδευσης για δεκάδες χιλιάδες μαθητές αποτέλεσαν μια από τις πλέον οδυνηρές συνέπειες της βρετανικής πολιτικής.
Το παρόν άρθρο, βασισμένο σε αρχειακό υλικό της εποχής, καταγράφει τις επιπτώσεις αυτών των μέτρων και αναδεικνύει το μέγεθος της εκπαιδευτικής κρίσης που προκλήθηκε από τις πολιτικές της αποικιοκρατικής διοίκησης.
Την ανεπανόρθωτη ζημιά που υπέστη η Παιδεία της Ελληνικής κοινότητας, την εντοπίζουμε σε 9σέλιδο σημείωμα στο Διπλωματικό και Ιστορικό Αρχείο του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, ημερομηνίας 18 Σεπτεμβρίου 1956.
Μεταξύ άλλων, αναφέρει και τα ακόλουθα: «Κατά τας αρχάς του σχολικού έτους υπήρχον εν λειτουργία 827 σχολαί, εξ ών 70% είναι ελληνικαί. Εκ τούτων, μέχρι του μηνός Απριλίου 1956, 376 ελληνικά δημοτικά σχολεία εκλείσθησαν υπό των βρετανικών Αρχών διότι εις τα κτίρια των ανευρέθησαν ανηρτημέναι ελληνικαί σημαίαι. Συνεπεία του κλεισίματος των ως άνω ελληνικών σχολών στοιχειώδους εκπαιδεύσεως, 50.600 Έλληνες μαθηταί, επί συνόλου 60.000, έμειναν άνευ εκπαιδεύσεως και 1100 διδάσκαλοι άνευ εργασίας. Κατά το σχολικό έτος 1953-1954, τελευταίον έτος δι΄ό υπάρχουν επίσημα στοιχεία, υπηρετούν εν συνόλω 1333 διδάσκαλοι εις τα ελληνικά δημοτικά σχολεία. Συνεπώς προς απόφασιν του Γραφείου Παιδείας της Κυπριακής Κυβερνήσεως, οι μαθηταί των κλεισθέντων σχολείων δεν ηδύνταντο να λάβουν απολυτήριον, όπερ εσήμαινεν ότι οι μαθηταί ούτοι θα υπεχρεούντο να επαναλάβουν το σχολικόν έτος καθ’ ό εφοίτησαν ελλειπώς. Ήτοι επί συνόλου 60,000 μαθητών της στοιχειώδους εκπαιδεύσεως, εφοίτησαν ελλειπώς συνεπεία των βρετανικών μέτρων 50.600 μαθηταί, ήτοι το 84.5% αυτών.
Κατά τας αρχάς του σχολικού έτους 1955-1956 υπήρχον εγγεγραμμένα εις τα μητρώα της Κυπριακής Κυβερνήσεως 35 σχολαί Μέσης Παιδείας, εξ ών 16 ήσαν κοινοτικαί και 13 ιδιωτικαί, άπασαι τελούσαι υπό διεύθυνσιν Ελλήνων Κυπρίων και με μαθητάς Έλληνες Κύπριοι, αλλ’ ή διεύθυνσις δεν ησκείτο από Έλληνας Κυπρίους, αλλ’ από πρόσωπα άλλης εθνικότητος (π.χ. από Αμερικανούς, Άγγλους, κλπ). Εκ τούτων, 6 κοινοτικαί σχολαί, αι μεγαλύτεροι της Νήσου (εν Λευκωσία, Λεμεσώ, Αμμοχώστω, Πάφω, Κυρηνεία και Λευκονοίκω) και δυο ιδιωτικαί (εν Κυρηνεία και Πάφω), ήτοι εν συνόλω 8, διεγράφησαν εκ των μητρώων ή εκλείσθησαν κατόπιν αποφάσεως της Κυπριακής Κυβερνήσεως και παραμένουν κλεισταί μέχρι το τέλους του σχολικού έτους. Μέχρι των αρχών Απριλίου 1956, 31 σχολαί Μέσης Παιδείας αναγκάσθησαν να κλείσουν προσωρινώς, κατόπιν αποφάσεων των Σχολικών Εφορειών των, λόγω των αυστηρών μέτρων τα οποία ελαμβάνοντο εναντίον των μαθητών υπό των Αρχών. Μέχρι της ως άνω ημερομηνίας, 19 σχολαί εκ των 31 ήρχισαν εκ νέου λειτουργούν αλλ’ ανωμάλως.
Εκ του μέτρου της διαγραφής εκ των μητρώων των σχολών Μέσης Παιδείας των 4 μεγάλων κοινοτικών σχολών Μέσης Παιδείας επλήγησαν 170 καθηγηταί και 4470 μαθηταί. Εκ του κλεισίματος αφ’ ενός τεσσάρων σχολών βάσει διαταγής του Κυβερνήτου και 27 σχολών Μέσης Παιδείας βάσει αποφάσεως των σχολικών των Εφορειών, εξ ών 19 επανελειτούργησαν αλλ’ ανωμάλως, επλήγησαν μέχρι των αρχών Απριλίου 1956, 379 καθηγηταί και 10.000 περίπου μαθηταί. Κατά τας αρχάς Απριλίου 1956, πλην των ως άνω σχολών αι οποίαι είχον διαγραφή εκ των μητρώων ή κλεισθή δι’ αποφάσεως του Κυβερνήτου, αι έτεραι 8 σχολαί παρέμεναν κλεισταί βάσεις αποφάσεως των σχολικών Εφορειών των. Σημειωτέον ότι μετά την επαναλειτουργίαν των ως άνω 19 σχολών, ο αριθμός των φοιτησάντων ήτο κατά πολύ μικρότερος του αρχικού. Και τούτο λόγω του φόβου των γονέων συνεπεία των μέτρων των Αρχών κατά των μαθητών. Ήτοι εκ του συνόλου των σχολών Μέσης Παιδείας, ανερχομένων εις 16.000, εφοίτησαν ελλειπώς, συνεπεία των υπό της Κυβερνήσεως ληφθέντων μέτρων, 14.500, ήτοι 90.6%. Εις το χρονικόν διάστημα από 1η Απριλίου 1955 μέχρι 31 Αυγούστου 1956 ο αντίκτυπος των μέτρων των βρετανικών Αρχών στην Κύπρο επί των μαθητών υπήρξε ο κάτωθι:
Κατεδικάσθησαν εις πρόστιμα και εγγυήσεις 433 μαθητές
Εις ραβδισμούς 32 μαθητές
Εις εντοπισμόν 3 μαθητές
Εις φυλακίσεις διαφόρου χρονικής διάρκειας 51 μαθητές
Εις προσωποκρατήσεις 39 μαθητές
Εις διαφόρους ποινάς 142 μαθητές
Εφονεύθησαν 4 μαθητές
Σύνολο 704 μαθητές
Κατά την διάρκειαν του τελευταίου σχολικού έτους, συνελήφθησαν και εκρατήθησαν άνευ συγκεκριμένης κατηγορίας 9 καθηγηταί της Μέσης Παιδείας. Εστερήθησαν της αδείας εξασκήσεως επαγγέλματος 4 Κύπριοι καθηγηταί Μέσης Παιδείας. Κατά τα έτη 1955-1956 απηλάθησαν 11 Έλληνες καθηγηταί εξ Ελλάδος. Εκ των εις Κύπρον εις σχολάς Μέσης Παιδείας υπηρετησάντων κατά το παρελθόν σχολικόν έτος 132 καθηγητών Ελλήνων υπηκόων, εις 91 αι βρετανικαί Αρχαί ηρνήθησαν ν’ ανανεώσουν την άδειαν παραμονής των εν Κύπρω. Έτεροι δε 33 ανεχώρησαν εκ της νήσου διότι είχον πληροφορηθή ότι δεν επρόκειτο να δοθή εις αυτούς παράτασις της αδείας παραμονής των. Δι’ ουδένα των ούτω εκδιωχθέντων καθηγητών διετυπώθη συγκεκριμένη κατηγορία ή προεβλήθη λόγος εξηγών την λήψιν του ως άνω μέτρου. Μόλις την 24.7.1956 και κατόπιν διαμαρτυριών του ΟΕΛΜΕΚ (Οργανισμός Ελλήνων Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης Κύπρου) εδηλώθη υπό εκπροσώπου της Κυπριακής Κυβερνήσεως ότι οι Έλληνες καθηγηταί «παρενέβαλλον την πολιτικήν διαπαιδαγώγησιν εις την ακαδημαϊκήν διδασκαλίαν των. Εσκεμμένως επεδόθησν εις την προαγωγήν των ελληνικών αξιώσεων διά την προσάρτησιν της νήσου. Εκαλλιέργησαν μεταξύ των μαθητών των μίσος κατά της Βρετανίας και της εν τη νήσω εγκαθιδρυμένης Κυβερνήσεως». Αι γενικαί και αναπόδεικτοι αυταί αιτιάσεις αποτέλεσαν την τάσιν εφ’ ής εστηρίχθη το μέτρον της εκδιώξεως εκ της νήσου των εξ Ελλάδος καθηγητών, όπερ έσχεν ως αποτέλεσμα την δημιουργίαν κενού εις το διδακτικόν προσωπικόν των σχολών Μέσης Παιδείας τοιούτου, ώστε η κανονική λειτουργία αυτών να καθίσταται ήδη ανέφικτος. Συνεπεία των μέτρων τα οποία ελήφθησαν υπό των βρετανικών Αρχών κατά των σχολείων Μέσης Παιδείας υπήρξεν και η δημιουργία σοβαρού ελλείμματος εις τα έσοδά των. Τούτο υπελογίσθη διά 15 ελληνικά σχολεία Μέσης Παιδείας εις ₤43.711 διά το σχολικό έτος 1955-1956.

Δέον να σημειωθή ότι σκληρότης των βρετανικών μέτρων εξεδηλώθη κατά των ελληνικών μόνον σχολείων στοιχειώδους και Μέσης Παιδείας. Ουδέν τουρκικόν σχολείον εκλείσθη και ουδείς διδάσκαλος, καθηγητής ή μαθητής τουρκικού σχολείου εθίγη ουδέ κατ’ ελάχιστον, έστω και αν ανήρτων την τουρκικήν σημαίας εις τα κτίρια των. Η εις βάρος της ελληνικής Παιδείας διάκρισις εξεδηλώθη και νομοθετικώς εις τας Ανακοινώσεις της Κυπριακής Κυβερνήσεως υπ’ αριθ. 675 και 678 του έτους 1956 αίτινες εδημοσιεύθησαν εις το φύλλον 3954 της 21.6.1956. Κατ’ αυτάς εις την υπό της Κυπριακής Κυβερνήσεως επιχορηγουμένην ελληνικήν Ανωτέραν Σχολήν Πολεμίου επετράπη η πρόσληψις μόνον καθηγητών Κυπρίων Βρετανών υπηκόων. Ενώ προκειμένου περί των υπό της Κυπριακής Κυβερνήσεως επιχορηγουμένων τουρκικών σχολών Μέσης Παιδείας ουδείς τοιούτος περιορισμός τίθεται, ήτοι επιτρέπεται και η πρόσληψις Τούρκων καθηγητών εκ Τουρκίας”. […]

>Μέχρι τον Απρίλιο του 1956 οι Βρετανοί έκλεισαν 376 ελληνικά δημοτικά σχολεία γιατί ύψωσαν την ελληνική σημαία
>50.600 Έλληνες μαθητές επί συνόλου 60.000, έμειναν άνευ εκπαιδεύσεως και 1100 διδάσκαλοι άνευ εργασίας
Περαιτέρω το έγγραφο του ελληνικού ΥΠΕΞ σημειώνει:
«Ήδη επί των σχολείων της Κύπρου, τόσο της στοιχειώδους, όσο και της Μέσης Παιδείας επικρέμαται η απειλή του άμεσου ή έμμεσου κλεισίματος, όπερ θα δύναται να διατάξη ο Κυβερνήτης κατ’ ουσίαν ανεξελέγκτως. Την σημασίαν αυτή της απειλής δύναται να αντιληφθή τις ευκόλως όταν έχει υπ’ όψιν ότι σήμερον εις την Νήσον επικρατεί κατάστασις ελάχιστα συντελούσα εις την διατήρισιν της ψυχικής ηρεμίας των μαθητών. Συνεχώς διεξάγονται έρευναι από τα βρετανικά στρατεύματα και δυνάμεις ασφαλείας εις τας οδούς, τας οικίας, τα εκκλησίας, κλπ. Συνεχώς επιβάλλονται περιορισμοί κυκλοφορίας και περιορισμοί κατ’ οίκον. Συνεχώς ισχύει απαγόρευσις κυκλοφορίας των ποδηλάτων. Τούτο δε δια την Κύπρον, όπου εντός των πόλεων δεν υπάρχει άλλο λαϊκόν μέσον μεταφοράς, αποτελεί μέτρον ιδιαιτέρως σκληρόν.
Ανά βήμα οι μαθηταί βλέπουν τα όπλα των Βρετανών στρατιωτικών προτεταμένα έναντίον των και γνωρίζουν ότι οιονδήποτε επεισόδιον και αν συμβή θα εκσπάση η οργή των δυνάμεων ασφαλείας επ’ αυτών. Γνωρίζουν οι μαθηταί ότι γίνονται εκτελέσεις νέων Ελλήνων Κυπρίων και μάλιστα προσφάτως εγκαταλειψάντων τα μαθητικά θρανία. Γνωρίζουν ότι και όταν ακόμη αδίκως συλληφθούν και αθωωθούν από το δικαστήριον συλλαμβάνονται υπό τας αστυνομίας και εγκλείονται εις στρατόπεδον. Γνωρίζουν ότι δεν είναι σπάνιαι αι περιπτώσεις κακής μεταχειρίσεως και βασανισμού μαθητών υπό των οργάνων της βρετανικής διοικήσεως και του στρατού. Γνωρίζουν ότι οι καθηγηταί των συλλαμβάνονται και εγκλείονται εις τα φυλακάς ή εις τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως ή απελαύνονται αναιτίως.
Γνωρίζουν ότι ο Εθνάρχης Μακάριος της Κύπρου και οι προκαθήμενοι της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Κύπρου έχουν εκτοπισθή ή περιορισθή. Τέλος γνωρίζουν ότι η βρετανική διοίκησις αρνείται εις τον λαόν της νήσου, εις ον και αυτοί ανήκουν, την ελευθερίαν και το δικαίωμα να διαθέση εαυτόν, ήτοι την πραγματοποίησιν των ιδεωδών εκείνων με τα οποία, ως Έλληνες, εγεννήθησαν, ανετράφησαν και ζουν».
Η καταγραφή των γεγονότων στο πιο πάνω σημαντικό έγγραφο, αποτυπώνει με σαφήνεια το βάρος της αποικιοκρατικής πολιτικής και των κατασταλτικών μέτρων που εφαρμόστηκαν εις βάρος της ελληνικής εκπαίδευσης του νησιού. Το κλείσιμο σχολείων, η δίωξη μαθητών και εκπαιδευτικών, καθώς και η οικονομική ασφυξία που επιβλήθηκε στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, δεν ήταν απλώς συγκυριακές αποφάσεις, αλλά μέρος μιας γενικότερης στρατηγικής ελέγχου και καταστολής της ελληνικής παιδείας στην Κύπρο. Οι αριθμοί που παρουσιάζονται δεν αποτυπώνουν μόνο τις υλικές και θεσμικές απώλειες αλλά και το ψυχολογικό και κοινωνικό κόστος που υπέστη η μαθητική και εκπαιδευτική κοινότητα. Αντίξοες οι συνθήκες, όμως η δίψα για γνώση και η διατήρηση της εθνικής ταυτότητας παρέμειναν ισχυρά κίνητρα για τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς. Η ιστορική μνήμη αυτών των γεγονότων αποτελεί πολύτιμη παρακαταθήκη, υπενθυμίζοντας πως η παιδεία υπήρξε ανέκαθεν θεμέλιο της εθνικής συνείδησης και της διεκδίκησης δικαιωμάτων. Οι θυσίες των μαθητών και των εκπαιδευτικών κατά την περίοδο όπου έδρασε η ΕΟΚΑ, αποτελούν διαχρονικό σύμβολο αγώνα για την ελευθερία, τη δικαιοσύνη και το δικαίωμα στη μόρφωση.
Οι επιπτώσεις των Βρετανικών μέτρων στην Ελληνική Παιδείακατά την τετραετία που έδρασε η ΕΟΚΑ
Η βρετανική βαναυσότητα
Καταγραφόταν στον Τύπο
Εκτενή ρεπορτάζ στις επιπτώσεις των βρετανικών μέτρων στην ελληνική εκπαίδευση, αφιέρωναν κατά τη διάρκεια του Αγώνα της ΕΟΚΑ, διάφορες εφημερίδες όπως: «Φιλελεύθερος», «Έθνος», “Cyprus Mail” και “Times of Cyprus”. Μάλιστα, η σοβαρότητα της κατάστασης εκείνη την περίοδο, αποτυπώνεται σε πλήθος δημοσιευμάτων.
Σε άρθρο, το Σεπτέμβριο του 1956, ο «Φιλελεύθερος» ανέφερε χαρακτηριστικά: «Η παιδεία της Ελληνικής Κοινότητας δέχεται άνευ προηγουμένου πλήγμα, με δεκάδες χιλιάδες μαθητές να στερούνται το δικαίωμα στη μόρφωση».
Στις 4 Νοεμβρίου 1956, η ίδια εφημερίδα δημοσιεύσει άρθρο με τίτλο «Η Σχολική Εφορεία Λευκωσίας ζητεί την απελευθερωσιν του κ. Νίκου Κρανιδιώτη και της Δ/δος Ουρανίας Κοκκίνου». Όπως αναφέρει, η Σχολική Εφορεία Λευκωσίας προωθεί επιστολή στον Κυβερνήτη με αίτημα την απελευθέρωση του Καθηγητή Νίκου Κρανιδιώτη από τα κρατητήρια Κοκκινοτριμιθιάς, καθότι δεν είχε διαπιστωθεί οποιαδήποτε κατηγορία εις βάρος του και ούτε είχε προσαχθεί σε οποιαδήποτε δίκη και της δ/νος Ουρανίας Κοκκίνου, καθώς η υπηρεσία της κρίνεται απαραίτητη για την ομαλή λειτουργία του Παγκυπρίου Γυμνασίου. Δριμεία διαμαρτυρία προς τον Διευθυντή της Παιδείας, κατατέθηκε τόσο γραπτώς όσο και προφορικώς από τον Πρόεδρο της Σχολικής Εφορείας, Θ. Δέρβη και τον Γραμματέα Σ. Ευαγγελίδη για τις πολλές παρεμβάσεις των δυνάμεων ασφαλείας εντός δημοτικών σχολείων και ιδιαιτέρως για την ανήκουστη συμπεριφορά ορισμένων οργάνων στο Πρότυπο Σχολείο Αντωνίου και Ευγενίας Θεοδότου. Τονίζουν στον Κυβερνήτη ότι αν συνεχιστεί αυτή η συμπεριφορά η κατάσταση δύναται να χειροτερεύσει.
«Καταδίκη δημοδιδασκάλου» ήταν ο τίτλος επιστολής που απέστειλε την 1η Δεκεμβρίου 1956, ο Έλληνας Πρόξενος Α. Ι. Φρυδάς προς το επί των Εξωτερικών Β. Υπουργείο, Β’ Πολιτική Διεύθυνση, ενημερώνοντας πως σύμφωνα με άρθρο της εφημερίδας ‘Φιλελεύθερος’ καταδικάστηκε Έλληνας δημοδιδάσκαλος διότι, όπως αναφέρεται, «δεν εξήλειψεν συνθήματα αναγεγραμμένα εις τον τοίχον του σχολείου του. Σημειωτέον ότι, ως εγνώρισεν ήδη υμίν το Γενικόν τούτο Προξενείον, το Γραφείο Παιδείας της Κυπριακής Κυβερνήσεως έχει εκδώσει εγκύκλιον δυνάμει της οποίας οι δημοδιδάσκαλοι δεν υποχρεούνται εις απάλειψιν των συνθημάτων τα οποία άνευ υπαιτιότητός των αναγράφονται εις τα σχολεία των. Ο δικαστής όμως εθεώρησεν ως τακτοποιούμενος με την συνείδησίν του, προσθέσας κατά την έκδοσιν της αποφάσεως δι’ ής κατεδίκασεν εις πρόστιμον 5 λιρών τον δημοδιδάσκαλον Γεώργιον Στεφανίδην ότι ελπίζει το πρόστιμον να καταβληθεί από του Γραφείου Παιδείας». Η περίπτωση αυτή, καταλήγει η επιστολή, είναι ενδεικτική της ασυναρτησίας, η οποία διέπει την εν Κύπρω Αγγλική Διοίκηση.
«Μαθήματα εις μαθητάς κρατουμένους» ήταν ο τίτλος επιστολής που απέστειλε στις 3 Δεκεμβρίου 1956 ο Γενικός Πρόξενος Άγγελος Σ. Βλάχος προς το επί των Εξωτερικών Β. Υπουργείο, Β’ Πολιτική Διεύθυνση ενημερώνοντας ότι σύμφωνα με κυβερνητική ανακοίνωση, πρόκειται να αρχίσουν μαθήματα στους έγκλειστους μαθητές στο Στρατόπεδο Κοκκινοτριμιθιάς με την επισήμανση ότι θα διδάσκουν κρατούμενοι καθηγητές. «Σημειωτέον ότι από πολλών ήδη μηνών τα ελληνικά μέλη του Συμβουλίου των Φυλακών είχον εισηγηθή την καθιέρωσιν τοιούτων μαθημάτων των, αλλά τώρα μόλις αι βρετανικαί Αρχαί έτρεξαν να επιτρέψουν ταύτα και δη δοκιμαστικώς».
Τον Απρίλιο του 1956, στο πρωτοσέλιδο του «Έθνους» διαβάζουμε πως «50.600 Έλληνες μαθητές στερούνται το δικαίωμα στη γνώση – Πρωτοφανής εκπαιδευτική κρίση στην Κύπρο». Στις 2 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, η ίδια εφημερίδα γράφει πως «ο Επαρχιακός Εκπαιδευτικός Λειτουργός Λευκωσίας και Κυρηνείας εξετέλεσεν την Παρασκευή 30 Νοεμβρίου, ετέραν επίσκεψιν εις το στρατόπεδον Κοκκινοτριμιθιάς, μεταφέρων ποσότητα σχολικών βιβλίων και τετραδίων, παραχωρηθέντων μέσω της καλής διαθέσεως του Γραμματέως της Σχολικής Εφορείας Λευκωσίας και των Διευθυντών του Παγκυπρίου Γυμνασίου και του Εμπορικού Λυκείου Λευκωσίας. Αναμένεται ότι θα γίνει τώρα άμεσος έναρξις ωρισμένων μαθημάτων υπό κρατουμένων καθηγητών».

Επιστολή με τίτλο «Μέτρα κατά της Παιδείας» αποστέλνεται στις 5 Δεκεμβρίου 1956 προς το επί των Εξωτερικών Β’ Υπουργείο, Β’ Πολιτική Διεύθυνση από το Ελληνικό Γενικό Προξενείο της Ελλάδος με υπογραφή του Γενικού Προξένου Άγγελου Σ. Βλάχου, συνοδευόμενο από απόκομμα της εφημερίδας ‘Cyprus Mail’, στο οποίο δημοσιεύεται απόφαση των βρετανικών Αρχών, ότι «απαγορεύεται στους Καθηγητές του Εμπορικού Λυκείου Λάρνακος να εξασκήσουν το επάγγελμα του καθηγητού εν Κύπρω. Η ως άνω απόφασις αποτελεί συνέχειαν των μέτρων τα οποία ελήφθησαν υπό της Κυβερνήσεως όταν διεπιστώθη ότι ηλεκτρικόν σύρμα, χρησιμοποιηθέν προς πυροδότησιν βόμβας κειμένης πλησίον του σχολείου, κατέληγεν εις παράθυρον μιάς αίθουσας διδασκαλίας τούτου».
Στις 6 Δεκεμβρίου 1956, η Εφημερίδα ‘Times of Cyprus’ δημοσίευσε πληροφορία «περί σύλληψης στην Πάφο του διδασκάλου Τ. Παναγίδη και περί υποβολής διαμαρτυριών προς τον Κυβερνήτην διά την ενέργειαν ταύτην των βρετανικών οργάνων. Λόγος της συλλήψεως ήτο η άρνησις του διδασκάλου όπως απαλείψη συνθήματα αναγραφέντα εις τον τοίχον του σχολείου του». Εξάλλου, όπως προκύπτει από το απόκομμα της εφημερίδας ‘Φιλελεύθερος’, με την ίδια ημερομηνία, «αι βρετανικαί αρχαί διέταξαν την αποβολήν 14 μαθητών των δυο ανωτέρων τάξεων του Παγκυπρίου Εμπορικού Λυκείου Λάρνακος, των οποίων η λειτουργία είχεν απαγορευθή προ 15θημέρου, ως ποινή διά την υπό των μαθητών της Σχολής ταύτης οργανωθείσης απεργίας διαμαρτυρίας δια την καταδίκην.

Τέλος, η εφημερίδα “Times of Cyprus”, στις 10 Οκτωβρίου 1956, έκανε λόγο για «μια σκληρή πολιτική που στοχεύει στη φίμωση της ελληνικής παιδείας». Στις 12 Δεκεμβρίου δε, η ίδια εφημερίδα, γράφει πως το Σχολείο της Ορμήδειας θα κλείσει από τον Διευθυντή Εκπαίδευσης ως αποτέλεσμα επαναλαμβανόμενων δράσεων απειθαρχίας από νεαρούς μαθητές.

Η εκπαιδευτική κρίση που προκλήθηκε από τα βρετανικά κατασταλτικά μέτρα κατά τη διάρκεια του Αγώνα της ΕΟΚΑ άφησε ανεξίτηλα σημάδια στη μαθητική και ακαδημαϊκή κοινότητα της Κύπρου. Οι συλλήψεις εκπαιδευτικών, η αποβολή μαθητών, οι διώξεις διδασκάλων και οι μαζικές σχολικές διακοπές αποτέλεσαν ένα σκληρό πλήγμα στην Ελληνική Παιδεία του νησιού.
Ωστόσο, παρά τις αντιξοότητες, ο ελληνικός εκπαιδευτικός κόσμος αντέδρασε με σθένος, επιδιώκοντας να διατηρήσει ζωντανή τη μόρφωση και την εθνική ταυτότητα των νέων. Ο Τύπος της εποχής κατέγραψε με λεπτομέρεια τη σοβαρότητα της κατάστασης, αναδεικνύοντας τις αδικίες και τις πιέσεις που ασκήθηκαν. Η περίοδος αυτή αποτελεί μία από τις πιο δύσκολες στιγμές στην ιστορία της κυπριακής εκπαίδευσης, αλλά παράλληλα μια μαρτυρία αντοχής και αντίστασης απέναντι στην αποικιοκρατική καταπίεση.
*Υποψήφια Διδάκτωρ – Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας – Πανεπιστήμιο Κύπρου