Εξαιρετικής σημασίας εξέλιξη η οποία αποτελεί επισφράγισμα της αναβάθμισης του ρόλου της Κύπρου ως στρατηγικού εταίρου των ΗΠΑ, χαρακτηρίζουν ΔΗΣΥ, ΔΗΚΟ και ΔΗΠΑ την απόφαση του Αμερικανού Προέδρου να δώσει πρόσβαση της Κυπριακής Δημοκρατίας στο αμερικανικό οπλοστάσιο. Στην αντίπερα όχθη το ΑΚΕΛ εκφράζει επιφυλάξεις και δηλώνει ότι αναμένει ενημέρωση από τον Πρόεδρο.
Η πρόεδρος του ΔΗΣΥ Αννίτα Δημητρίου σε δήλωση της σημείωσε πώς πρόκειται για μια εξαιρετικά σημαντική εξέλιξη, στην περαιτέρω εμβάθυνση των διμερών σχέσεων και στην ενίσχυση της συνεργασίας σε θέματα άμυνας και ασφάλειας.
«Μια εξέλιξη, η οποία έγινε δυνατή μετά το πρώτο και αποφασιστικό βήμα της άρσης του εμπάργκο πώλησης όπλων που επιτεύχθηκε το 2019», αναφέρει και εκφράζει την ικανοποίηση της για την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, από τις ΗΠΑ, ως αξιόπιστου στρατηγικού εταίρου στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου για την προώθηση της σταθερότητας και της ασφάλειας.
«Οι νέες προοπτικές που διανοίγονται για τη χώρα μας, επιβεβαιώνουν τη διαχρονική θέση του Δημοκρατικού Συναγερμού για έναν συνεπή δυτικό προσανατολισμό, που ενισχύει την ικανότητα της Κύπρου να οικοδομεί ισχυρές συμμαχίες», ανάφερε η Αννίτα Δημητρίου.
Την διακήρυξη του Αμερικανού Προέδρου χαιρέτισε με ανάρτηση του και ο τέως πρόεδρος του ΔΗΣΥ Αβέρωφ Νεοφύτου.
Ενημέρωση γύρω από το θέμα αναμένει το ΑΚΕΛ όπως αναφέρει στην ανακοίνωση του, στην οποία υπενθυμίζει την επιβολή εμπάργκο πώλησης όπλων στην Κυπριακή Δημοκρατία που ήταν το θύμα της τουρκικής εισβολής.
«Το ΑΚΕΛ αναμένει να ενημερωθεί μέσα σε ποιο πλαίσιο και με ποιους όρους οι ΗΠΑ προχώρησαν σ’ αυτή την απόφαση, δεδομένης της υποστήριξης της κυβέρνησης Χριστοδουλίδη στο διαβόητο νόμο Ρούμπιο-Μενέντεζ. Νόμος ο οποίος εξυπηρετεί τα γεωστρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ στην περιοχή της Α. Μεσογείου και της Μ. Ανατολής απαιτώντας από την Κυπριακή Δημοκρατία την καταστροφή των σχέσεων της με σημαντικά κράτη, όπως τη Ρωσία και τη Κίνα», αναφέρει και σημειώνει ότι
«η εξωτερική πολιτική της χώρας πρέπει να κατορθώνει κερδίζει στήριξη και σύμμαχους για την πατρίδα μας και όχι το αντίθετος».
Ιστορικό ορόσημο με πολλαπλά οφέλη, χαρακτηρίζει την ένταξη της Κύπρου στα τρία βασικά αμυντικά προγράμματα των ΗΠΑ, το ΔΗΚΟ.
«Αναβαθμίζει γεωπολιτικά και αναδεικνύει την αναγνώριση του σημαντικού ρόλου της ΚΔ ως πυλώνα σταθερότητας και ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο. Ενισχύει την αξιοπιστία της ΚΔ στη διεθνή σκηνή. Αποτελεί ορόσημο για την εθνική άμυνα. Παρέχει τη δυνατότητα στη χώρα μας ν’ ανταποκριθεί στις σύγχρονες προκλήσεις ασφάλειας με τρόπο αποτελεσματικό, ευέλικτο και οικονομικά βιώσιμο», αναφέρει.
Το ΕΛΑΜ επισημαίνει ότι η απόφαση του Λευκού Οίκου να εγκρίνει την παροχή αμυντικών ειδών και υπηρεσιών προς την Κυπριακή Δημοκρατία αποτελεί μια ιδιαίτερα θετική εξέλιξη για την πατρίδα μας, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην ενίσχυση της αμυντικής θωράκισης του νησιού και αποτελεί απτή απόδειξη της περαιτέρω εμβάθυνσης των σχέσεων μας με τις ΗΠΑ και τον δυτικό κόσμο.
«Σε σχέση με την ανακοίνωση του ΑΚΕΛ για το εν λόγω θέμα, αποδεικνύει για ακόμα μια φορά τις παρωχημένες και επικίνδυνες τους αντιλήψεις, που αν εφαρμοστούν θα οδηγήσουν την Κύπρο στην απομόνωση», σημειώνει το ΕΛΑΜ.
Ο πρόεδρος της ΔΗΠΑ Μάριος Καρογιάν σημειώνει σε γραπτή δήλωση του πώς πρόκειται για μια απόφαση-ορόσημο που εδραιώνει τη θέση της χώρας μας ως στρατηγικό και αξιόπιστο εταίρο των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ανατολική Μεσόγειο.
>> Ανησυχία από το κατοχικό καθεστώς
Ανησυχία εξέφρασε το «υπουργείο εξωτερικών» στα κατεχόμενα σε γραπτή ανακοίνωσή του, μετά την απόφαση του απερχόμενου Προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν να εγκρίνει την παροχή αμυντικών ειδών και υπηρεσιών προς την Κυπριακή Δημοκρατία. Έκανε δε λόγο για “τραγελαφική” απόφαση.
Το «υπεξ» υποστήριξε ότι η κίνηση αυτή θα επηρεάσει αρνητικά τις ευαίσθητες ισορροπίες στο νησί και στην ευρύτερη περιοχή, κάτι που δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα κανενός, όπως σημείωσε. Πρόσθεσε πως θα λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα, σε συνεργασία με τη «μητέρα πατρίδα» Τουρκία, για την προστασία της ασφάλειας του ‘τουρκοκυπριακού λαού’».
Στην ανακοίνωση αναφέρεται πως «η απόφαση των ΗΠΑ που επιτρέπει στην Κύπρο να αγοράζει στρατιωτικό εξοπλισμό και υπηρεσίες, είναι τραγελαφική, ειδικά όταν παρουσιάζεται ως συνεισφορά στην παγκόσμια ειρήνη».
Το «υπεξ» κατηγορεί την ελληνοκυπριακή πλευρά ότι προσπαθεί να εμφανιστεί ως θύμα, ενώ είναι αυτή, όπως υποστηρίζει, που ευθύνεται για τις εξελίξεις της περιόδου 1963-1974. Επιπλέον, ισχυρίζεται ότι η «ειρηνευτική επιχείρηση» του 1974, όπως αποκαλεί την τουρκική εισβολή, ήταν αυτή που “σταμάτησε την αιματοχυσία και εξασφάλισε την ειρήνη” στην περιοχή.
Το «υπεξ» προειδοποιεί ότι η απόφαση των ΗΠΑ θα οδηγήσει σε κλιμάκωση της “κούρσας εξοπλισμών από την ε/κ πλευρά, σαν να προετοιμάζεται για πόλεμο». Επίσης, εκφράζει λύπη για το γεγονός ότι οι προειδοποιήσεις σχετικά με τις επικίνδυνες συνέπειες των “διμερών στρατιωτικών συνεργασιών της ελληνοκυπριακής πλευράς, όπως αναφέρει, δεν έχουν ληφθεί υπόψη.