Τον Φεβρουάριο του 1959 στις συνομιλίες της Ζυρίχης για εξεύρεση λύσης στο Κυπριακό που υπογράφηκαν τον ίδιο μήνα στο Λονδίνο, οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας και της Τουρκίας Κωνσταντίνος Καραμανλής και Ατνάν Μεντερές ανέλαβαν, σε συνεργασία με την Αγγλία μυστικές δεσμεύσεις έναντι του ΝΑΤΟ, για τη μελλοντική Κυπριακή Δημοκρατία που θα δημιουργείτο αλλά δεν τις ανακοίνωσαν στον κυπριακό λαό.

Οι συμφωνίες προέβλεπαν ταυτόχρονα την παραχώρηση ορισμένων διευκολύνσεων και εγκαταστάσεων στην Κύπρο προς το ΝΑΤΟ και ειδικότερα τους Αμερικανούς, τις οποίες απολαμβάνουν και σήμερα ακόμη μέσω ή εκτός των Βρετανικών Bάσεων που ανήκει ως χώρα στο ΝΑΤΟ.

Εξετάζοντας όσα μεσολάβησαν τα τελευταία 65 χρόνια δεν προκύπτει σαφής μαρτυρία ότι οι συμφωνίες αυτές, μπορεί να κρατήθηκαν μακριά  από τον κυπριακό λαό δημόσια, αλλά όχι και από τον πρώτο Πρόεδρο της Κύπρου, Αρχιεπίσκοπο Μακάριο ή αν του ανακοινώθηκαν, αλλά τις κράτησε ο ίδιος, ως απόρρητες, και επέλεξε να μη τις ανακοινώσει στο λαό. Στο σημείο αυτό μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν παρ’ όλον που όταν ένας αναλύσει τις ενέργειες του Μακαρίου, μπορεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι είχε ενημερωθεί ή γνώριζε τα πάντα ή κάτι από αυτά.

Κατά καιρούς έρχονταν στην επιφάνεια από δημοσιογράφους και πολιτικούς  στοιχεία γύρω από το θέμα των δεσμεύσεων που ανέλαβαν οι τρεις χώρες, αλλά ο ίδιος ο Μακάριος τηρούσε, μπορεί να λεχθεί «ύποπτη ή παραπλανητική σιγή» αποφεύγοντας να σχολιάσει τουλάχιστον δημόσια κρατώντας μακριά από τον κόσμο, επίσημα τουλάχιστον, όσα γίνονταν.

Η όλη συμπεριφορά του Μακαρίου έναντι του ΝΑΤΟ αργότερα με την τουρκική ανταρσία και το σχέδιο Άτσεσον, αλλά και η βιασύνη του να εντάξει την Κύπρο στο Κίνημα των Αδεσμεύτων υποδηλούν ότι  ίσως γνώριζε και έσπευσε να απομακρύνει την Κύπρο από το άρμα της Βορειατλαντικής Συμμαχίας, όπως αποκαλείτο το ΝΑΤΟ καθώς εισερχόταν σε ένα Κίνημα που του επέτρεπε να υποδύεται ηγετικό ρόλο μαζί με τον Νάσερ της Αιγύπτου και τον Τίτο της Γιουγκοσλαβίας.

Στις δεσμεύσεις αναφέρονται για παράδειγμα οι πτήσεις των κατασκοπευτικών αμερικανικών αεροπλάνων U2 από την Κύπρο, που έγιναν γνωστές αργότερα, για επίβλεψη της συνθήκης ειρήνης στη Μέση Ανατολή και ιδιαίτερα στο Σινά, μετά τον πόλεμο Ισραήλ- Αράβων το 1967, αλλά και η χρήση των Βάσεων και άλλων εγκαταστάσεων στο νησί, για μεταφορά αμερικανικών ενισχύσεων στον πόλεμο του Κόλπου, στις αρχές της δεκαετίας του 1990.

Ακόμα κατά καιρούς αναφέρθηκε ότι η Κύπρος έπαιρνε και χρήματα (ένα εκατομμύριο δολάρια το χρόνο) από τους Αμερικανούς-ΝΑΤΟ για χρήση του εδάφους της για μυστικούς σκοπούς της ΣΙΑ, όπως ο ραδιοσταθμός του Καραβά, Γερολάκκου και σήμερα της Λευκωσίας.

Αλλες πρόνοιες των απορρήτων δεσμεύσεων που ανέλαβαν οι κυβερνήσεις Βρετανίας, Ελλάδας και Τουρκίας, δεν εγνώσθησαν, παρ’ όλον ότι κατά καιρούς οι Αμερικανοί χρησιμοποιούσαν παράλληλα το αεροδρόμιο Λάρνακος για πτήσεις ελικοπτέρων τους στη Βηρυτό, κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στο Λίβανο στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και του πολέμου στο Ιράκ το 2003.

Ωστόσο, τότε ανακοινωνόταν ότι η κυπριακή κυβέρνηση έδινε τη συγκατάθεση της χωρίς να υπάρξει ποτέ άρνηση, ενώ δεν ανακοινώθηκε δημόσια ότι αυτό, μαζί με τις πτήσεις των κατασκοπευτικών αεροπλάνων τους αποτελούσαν συμβατικές υποχρεώσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας, που είχαν αναλάβει ουσιαστικά γι’ αυτήν η Ελλάδα και η Τουρκία και τις δέχθηκε ο Πρόεδρος Μακάριος.

Σε απόρρητα έγγραφα προ της υπογραφής των συμφωνιών στο Λονδίνο που δεν δημοσιεύθηκαν το 1959 αναφέρεται επί λέξει ότι μεταξύ των υποχρεώσεων που θα αναλάβει η πρώτη κυβέρνηση της Κύπρου από τη Βρετανία «θα είναι η περιφρούρηση της απολαυής από την Κυβέρνηση των ΗΠΑ ορισμένων ευκολιών και εγκαταστάσεων στην Κύπρο». Αυτό σήμαινε ότι οι Βρετανοί είχαν παραχωρήσει στους Αμερικανούς διευκολύνσεις, όταν η νήσος ήταν αποικία τους και αυτές οι διευκολύνσεις θα συνεχίζονταν και από την Κυπριακή Δημοκρατία. Ποιες ήταν ποτέ δεν ανακοινώθηκαν σε λεπτομέρεια ποτέ, ούτε από τις κατά καιρούς κυβερνήσεις της δεξιάς στην Κύπρο ούτε από τη μοναδική κυβέρνηση του ΑΚΕΛ- Αριστεράς του Δημήτρη Χριστόφια, το οποίο οργάνωνε κατά καιρούς μαζικές πορείες εναντίον των Βάσεων και δεν δεχόταν μύγα στο σπαθί της γύρω από το όλο  θέμα.

Ακόμα ούτε και στα έγγραφα που τέθηκαν στον Πρόεδρο Μακάριο όταν επισκέφθηκε την Ουάσιγκτον το 1962, ως προσκεκλημένος του Τζον Κένεντι, περιλήφθηκαν οι πρόνοιες αυτών των παραχωρήσεων και όπως φαίνεται στα έγγραφα που παρέθεσα για την επίσκεψη του Προέδρου στον Τζον Κένεντι, στον «Φιλελεύθερο» πρόσφατα, οι πρόνοιες καλύφθηκαν  με μαύρο μαρκαδόρο, ώστε να μη είναι διακριτές. Όμως οι Αμερικανοί είχαν στο χέρι επιστολή του Προέδρου Μακαρίου με την οποία τους διαβεβαίωνε ότι θα μπορούσαν να έχουν τα ίδια δικαιώματα στο νησί όπως επί Αγγλοκρατίας.

Σε συμφωνημένο πρακτικό των Υπουργών Εξωτερικών της Βρετανίας, της Ελλάδας και της Τουρκίας που δημοσιεύει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στο Αρχείο του (Τόμος Γ’ σελίδα 435), το οποίο ο ίδιος κατατάσσει μεταξύ των εγγράφων που υπογράφηκαν στις 19 Φεβρουαρίου 1959, αλλά δεν δόθηκε στη δημοσιότητα ποτέ, αναφέρεται επί λέξει στην Τρίτη παράγραφο:

«3. Η Κυβέρνησις του Ηνωμένου Βασιλείου ετόνισεν ότι μεταξύ των υποχρεώσεων ας η Δημοκρατία της Κύπρου θα αναλάβη εκ της Κυβερνήσεως του Ηνωμένου Βασιλείου, θα είναι η περιφρούρησις της απολαυής υπό της Κυβερνήσεως των ΗΠΑ ωρισμένων ευκολιών και εγκαταστάσεων εν Κύπρω”.

Εξάλλου στη συμφωνία Κυρίων που υπέγραψαν οι Καραμανλής και Μεντερές και η οποία επίσης δεν δόθηκε στη δημοσιότητα (αντίγραφο τους εξασφάλισα από το βρετανικό αρχείο) μαζί με τα άλλα έγγραφα μετά την υπογραφή των συμφωνιών της Ζυρίχης στο Λονδίνο, αναφέρεται ότι  «η Ελλάδα και η Τουρκία θα υποστηρίξουν την είσοδο της Δημοκρατίας της Κύπρου στο ΝΑΤΟ» και ότι «η εγκατάσταση βάσεων του ΝΑΤΟ στη νήσο, ως και η σύνθεση τους εξαρτάται από τη συμφωνία των δύο κυβερνήσεων».

Ωστόσο, ο Μακάριος, από τον οποίο «οι δυο Κυβερνήσεις», δεν θα ζητούσαν τη συγκατάθεση του,  ήγειρε το θέμα του ΝΑΤΟ και μάλιστα πρότεινε στους Αμερικανούς ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ, αλλά αυτοί αρνήθηκαν σύμφωνα με μαρτυρία του Κύπριου διπλωμάτη Ανδρεστίνου Παπαδόπουλου που δημοσίευσε στον «Φιλελεύθερο» σε άρθρο του στις 15.6.2018. Ο κ. Παπαδόπουλος ανέφερε ότι συζήτησε το θέμα Κύπρος-ΝΑΤΟ, με τον πρόεδρο Μακάριο στο Κίνγκστον της Ιαμαϊκής, κατά τη διάσκεψη της Κοινοπολιτείας. Έγραψε ο Κύπριος πρέσβης και παραθέτω όλο το απόσπασμα: «Ρώτησα λοιπόν τον Μακαριότατο πώς φθάσαμε σε αυτή την κατάσταση και πρόσθεσα «δεν είσαστε εσείς που λέγατε ότι ανήκουμε στον Δυτικό κόσμο»;

Η απάντηση του Μακαριότατου ήταν ότι το 1965 είχε προτείνει στους Αμερικάνους την ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ και αυτοί αρνήθηκαν.  Αυτό μού το επιβεβαίωσε στην Ουάσινγκτον και ο εκεί Πρέσβης μας Νίκος Δημητρίου, τον Σεπτέμβριο του 1976, λέγοντάς μου ότι ως απεσταλμένος του Μακαρίου ενήργησε ο τότε Υπουργός Οικονομικών, Ρένος Σολομίδης.  Τον Αύγουστο το 1977, συνάντησα τον κ. Σολομίδη στη Λευκωσία και μου ανέφερε ότι όντως αυτός ήταν που ήγειρε το θέμα στον Αμερικανό Πρέσβη και όχι ο ΥΠΕΞ Σπύρος Κυπριανού, λόγω των καλών σχέσεων που είχε ο ίδιος με ης ΗΠΑ.

Η απάντηση των Αμερικάνων ήταν αρνητική, προφανώς λόγω αντιδράσεων Τουρκίας.

Το θέμα της ένταξης της Κύπρου στο ΝΑΤΟ χρονολογείται από το 1959, όταν έγιναν οι Συμφωνίες για την εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και το Ηνωμένο Βασίλειο ενημερώθηκε. Τότε, τόσο ο Μακάριος όσο και ο Γρίβας έδωσαν το πράσινο φως για ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ.  Τούτο ανέφερε το 1975 ο Μακάριος στον Γιώργο Ιακώβου και του το επιβεβαίωσε αργότερα ο Ευάγγελος Αβέρωφ στη Γερμανία, όπου ο κ. Ιακώβου υπηρετούσε ως Πρέσβης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτή η πληροφορία ήταν μέρος ενημέρωσης που έκανε ο Γιώργος Ιακώβου, όταν ήταν Υπουργός Εξωτερικών σε σύσκεψη στο Υπουργείο, παρισταμένου και του τότε διευθυντή Πολιτικών Υποθέσεων, Ηλία Υψαρίδη».