Η νέα υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου Ελληνική Κυβέρνηση, έλαβε γνώση του «Σχεδίου Μακαρίου» μια βδομάδα μετά την επίδοση στον αντιπρόεδρο Κιουτσούκ του μνημονίου με τα «13 σημεία». Σε μια περίοδο, που οι εσωτερικές εξελίξεις στην Ελλάδα έδιναν και έπαιρναν, αφού στις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου, το κόμμα της Ένωσης Κέντρου» δεν είχε εξασφαλίσει απόλυτη πλειοψηφία και ο Παπανδρέου προκήρυξε νέες εκλογές για τον Φεβρουάριο του ’64, τις οποίες και κέρδισε πανηγυρικά σχηματίζοντας αυτοδύναμη Κυβέρνηση.

Η κίνηση Μακαρίου αναστάτωσε πολιτικούς και διπλωματικούς κύκλους στην ελληνική πρωτεύουσα, με τον Πρωθυπουργό Παπανδρέου να τη θεωρεί ύποπτη και να καταλογίζει στον Μακάριο πρόθεση υπονόμευσης της Κυβέρνησής του. Κατά τον Νίκο Κρανιδιώτη (άρθρο στο «Βήμα» Αθηνών 28/1/1979), «η υποβολή των «13 σημείων», «δεν απέκρυπτε ότι ο Παπανδρέου θεωρούσε τα γεγονότα της Κύπρου σαν μια τρομερά επικίνδυνη ενέργεια, αλλά και σαν πολιτική ενέργεια του Αρχιεπισκόπου εναντίον του». Αυστηρή επί τούτου, ήταν και η αναφορά, σε κατοπινή επιστολή, του Παπανδρέου προς τον Μακάριο, ο οποίος δικαιολογήθηκε απαντώντας (1/3/64), με το ότι οι ενέργειές του «οφείλονταν στις αγγλικές παροτρύνσεις» και ότι «αυτός ήτο και ο λόγος της εν τινι σπουδή και μάλιστα εις μεταβατικήν περίοδον διά την Ελλάδα υποβολής των προτάσεών μου». Το δυστύχημα, όμως, για την ελληνική πλευρά ήταν, ότι η επιρροή των Εγγλέζων προς τον Μακάριο ήταν τόσο μεγάλη, που καθυπότασσε το εθνικό συμφέρον, αλλά και το προσωπικό παροιμιώδες καλογερίστικο πείσμα του ακόμα. Είναι φανερό, ότι χρησιμοποίησε και στην περίπτωση αυτή την κρημνοβασία, που ήταν γι’ αυτόν μέθοδος πολιτικής και τρόπος ζωής. Κι αυτό, δεν δίσταζε να το λέει και δημόσια. «Αυτή ήταν η στρατηγική μου», είπε στην Οριάννα Φαλάτσι, το Νιόβρη του 1974, και πρόσθεσε: «Θέλω να πω, ότι πάντα μού άρεσε να οδηγώ τον εαυτό μου στην άκρη του γκρεμού και μόνον τότε να σταματώ. Σταματούσα την τελευταία στιγμή, γιατί συνειδητοποιούσα την ύπαρξη του γκρεμού! Υπελόγιζα και το τελευταίο εκατοστό»!..

Δυστυχώς, όμως, για την Κύπρο και τον Ελληνισμό γενικότερα, η κρημνοβασία είχε επιπτώσεις και για τον ίδιο.

>ΓΕΕΘΑ: «Λίαν προσεχώς αναμένονται γεγονότα»

Ως αποτέλεσμα της κατάστασης που δημιουργήθηκε με την υποβολή των «13 σημείων» και των έντονων ανησυχιών της ελληνικής Κυβερνήσεως, ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ, στρατηγός Ιωάννης Πιπιλής, υπέβαλε, μετά από εξουσιοδότηση, στο Υπουργείο Εθνικής Αμύνης εκτενή «επιτελική μελέτη», για την κατάσταση στην Κύπρο και τις διαγραφόμενες προοπτικές.

   Αναλύοντας τους καθοριστικούς παράγοντες των των όσων γίνονταν στην Κύπρο, ο στρατηγός  επισήμανε «την στρατηγικήν ισχύν της Τουρκίας», αλλά και «την ισχύν των Άγγλων εις την Μεσόγειον». Ο Ι. Πιπιλής συνόψισε τις εισηγήσεις του σε ένα ιδιαίτερο «Ενημερωτικό σημείωμα», στο οποίο τόνιζε: «Εσχάτως η κατάστασις επί του Κυπριακού εξελίσσεται επί τα χείρω, κυρίως λόγω της σημειουμένης τουρκικής δραστηριότητας, προβλέπεται δε επιδείνωσις ταύτης, κατόπιν της από 30/11/63 ενάρξεως εφαρμογής του «Σχεδίου Μακαρίου», αφορώντος εις την πολιτικήν διευθέτησιν του Κυπριακού ζητήματος, εις τοιούτον βαθμόν ώστε, λίαν προσεχώς να αναμένονται γεγονόταΑπαιτείται σοβαρά ηθική και υλική ενίσχυσις του δυναμικού ελληνοκυπριακού στοιχείου. Η Ελλάς, ανεξαρτήτως της θελήσεώς της, θα αναγκασθεί εκ των πραγμάτων να εμπλακεί εις την Κύπρον. Ως εκ τούτου, απαιτείται ανάλογος εθνική προπαρασκευή».  

   Η «Μελέτη Πιπιλή» διαβιβάστηκε και στο Υπ. Εξωτερικών. Η Κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου φαίνεται να συμφωνούσε μ’ αυτήν, όμως ήταν προσωρινή, απροετοίμαστη και αμέτοχη στους μακαριακούς σχεδιασμούς. Βρέθηκε, ουσιαστικά, μπροστά σε de factoγεγονότα. O ΥΠΕΞ Σοφ. Βενιζέλος, ειδικά, αμφέβαλλε ακόμη και κατά πόσο οι πληροφορίες των στρατιωτικών από την Κύπρο, στις οποίες στηρίχτηκε η Μελέτη του, άγγιζαν και τις πραγματικές προθέσεις του Μακαρίου. Είναι φανερό, δηλαδή, πως η ελληνική Κυβέρνηση κατεχόταν από έντονη καχυποψία έναντι του Κυπρίου Προέδρου. Σημειώνω, συναφώς, και την κατηγορηματική δήλωση Βενιζέλου στις 23/11/63, ότι: «Η Αθήνα δεν ευνοεί τροποποιήσεις στο μεταβατικό καθεστώς του νησιού».  

   Στην Κύπρο, ενήμεροι για το «Σχέδιο Μακαρίου» ήταν και οι τομεάρχες της «Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων» με αρχηγό τον υπ. Εσωτερικών Πολ. Γιωρκάτζη, ο οποίος είχε το ψευδώνυμο «Ακρίτας», με το οποίο παρέμεινε τελικά γνωστή και Ιστορία η Οργάνωση. Ο «Ακρίτας», ο οποίος στις διαταγές του βεβαίωνε για την ύπαρξη επαγρύπνησης, αποποιείτο κάθε ευθύνης για την έκρηξη στον ανδριάντα του ήρωα Δράκου, αλλά γεγονός παραμένει, ότι η εγκληματική αυτή ενέργεια αυτή πυροδότησε νέες εντάσεις μεταξύ ενόπλων Ελλήνων και Τούρκων, με κύρια στοιχεία το μίσος, το πάθος και την εκδικητικότητα.

   Στα μέσα Δεκεμβρίου, οι δυνάμεις του «Ακρίτα» και της Τ.Μ.Τ., τίθενται σε επιφυλακή, με περιπολίες στους δρόμους των ελληνικών και τουρκικών συνοικιών, με τους Τούρκους να αποκαλύπτουν πια καθαρά τις επιθετικές προθέσεις τους. «Η Αστυνομία και τα μέλη της ΕΟΚΑ», ‘εγραφε, το τριήμερο 14-16/12, η «Χαλκίν Σεσί», ιδιοκτησία του Κιουτσούκ, «υπό το πρόσχημα των ασκήσεων, έχουν περικυκλώσει τις τ/κ συνοικίες», για να προσθέσει απειλητικά: «Ακριβώς κι εμείς, αυτή τη στιγμή περιμένουμε. Η επέμβαση της Τουρκίας, αν δεν γίνει αύριο, θα γίνει μεθαύριο…Εμείς έχουμε υπολογίσει από καιρό, με ποιο τρόπο θα προστατέψουμε τα δικαιώματά μας. Ας αρχίσουν να μιλούν τα λαθραία όπλα και τότε βλέπουμε»!..

   Η ένταση, δηλαδή, ήταν στο απροχώρητο, με το Υπουργικό Συμβούλιο να διακόπτει τις συνεδρίες του. «Η συνεδρία του Υπουργικού, που έγινε μια βδομάδα πριν τα γεγονότα της 21ης Δεκεμβρίου», έγραψε στην εφημερίδα του πολύ μετά τα γεγονότα ο Κιουτσούκ, «ήταν πολύ σύντομη. Ο Μακάριος σηκώθηκε και διάβασε την επιστολή των προτάσεών του που είχε υποβάλει σε μένα, σαν να μην ήξεραν τίποτε οι υπουργοί γι’ αυτήν. Κατέληξε λέγοντας, ότι δεν θα γίνουν άλλες συνεδριάσεις μέχρις ότου θα έστελνα την απάντησή μου. Μετά τη συνεδρία, πήγα στο δωμάτιό του και τον προειδοποίησα να παύσει «να παίζει με τη φωτιά», όμως, με τα γλυκά του λόγια και το ψεύτικο χαμόγελο, ήθελε να με καθησυχάσει…».

Άγκυρα: «Οι Τ/κ θα κάμουν ό,τι  πούμε εμείς»…

Ενώ οι εξελίξεις οδηγούσαν φανερά στη σύγκρουση, στις 19/12/63 έγινε συνάντηση στο Παρίσι των υπουργών Εξωτερικών Κύπρου, Ελλάδας και Τουρκίας, οι οποίοι, αφού συζήτησαν την κρίση, αποφάσισαν έναρξη διαλόγου μεταξύ Μακαρίου και Κιουτσούκ, αλλά με τη διευκρίνιση του Τούρκου ΥΠΕΞ Φεριτούν Ερκίν, ότι: «Οι Τ/κ θα κάμουν ό,τι πούμε εμείς, δεν έχουν δική τους γνώμη και βούληση. Και σ’ αυτή την περίπτωση θα δεχθούμε τη συζήτηση, αλλά μέσα στα πλαίσια του Συντάγματος». Ο Έλληνας ΥΠΕΞ Σοφοκλής Βενιζέλος επέμενε σε διαπραγματεύσεις, «για να αποφευχθούν πράξεις βίας», ενώ ο Κύπριος ΥΠΕΞ Σπύρος Κυπριανού, δεν ήταν τόσο αισιόδοξος γιατί, όπως είπε, «δεν έγινε εντελώς σαφής η ακριβής μορφή και η βάση των εισηγήσεων που η τουρκική Κυβέρνηση έχει πρόθεση να κάμει στον Κιουτσούκ».

   Το κάπως καλό κλίμα που δημιουργήθηκε από τη συνάντηση των Παρισίων, το διέλυσε αμέσως η Τουρκία: Μόλις επέστρεψε στην Άγκυρα ο Ερκίν, έδωσε αμέσως εντολή στον Κιουτσούκ να απορρίψει μία προς μία τις προτάσεις Μακαρίου, δηλώνοντας, μάλιστα, ότι «απόφαση της Τουρκίας είναι να ευνοήσει διαπραγματεύσεις, υπό τον όρο ότι ο Αρχιεπίσκοπος θα απέσυρε τις προτάσεις του». Υπήρξε, δηλαδή υπαναχώρηση, με την τουρκική, μάλιστα, στάση να σκληρύνεται τις επόμενες μέρες αφού, ενώ ο Πρωθυπουργός Ισμέτ Ινονού υποστήριζε την ανάγκη να συγκρατηθούν τα πράγματα, οι στρατιωτικοί επέμεναν στην άμεση εφαρμογή σχεδίου προς τη διχοτόμηση. Με τις εξελίξεις αυτές, η συνάντηση των Παρισίων ήταν στον αέρα. Με πλέον σπαραξικάρδιο στη συνέχεια, το ότι ο Σ. Βενιζέλος, απευθυνθείς στο Βρετανό συνάδελφό του Μπάτλερ για τη διευκρίνιση των αγγλικής στάσης, πήρε τη διαβεβαίωση πως, «ουδέποτε το Φόρειν Όφφις δεν είχε εγκρίνει την ενέργεια του Μακαρίου»!Όπως έγραψε, μάλιστα, ο Χρ. Ξανθόπουλος Παλαμάς, που ήταν παρών στη συνάντηση αυτή («Διπλωματικό τρίπτυχο, σελ. 146), «ακούοντας αυτά ο Βενιζέλος έγινε έξω φρενών, γιατί διέκρινε ανειλικρίνεια στη στάση της Λευκωσίας, αλλά και γιατί έκρινε ότι, χωρίς αναπόφευκτη ανάγκη, πηγαίναμε σε καινούργια κρίση, που μοιραία θα παρέσυρε και την Ελλάδα».

   Στ’ αλήθεια, όμως. Ποιος μπορεί να πιστέψει, πως ο Άρθουρ Κλαρκ δεν συνεργάστηκε με τον Μακάριο για τα «13 σημεία», χωρίς τη γνώση και κατεύθυνση από το Λονδίνο; Μπορούσε ως διπλωμάτης να ενεργεί αυτόβουλα; Ασφαλώς όχι… Ακόμα ένας «θρίαμβος» κι αυτός, για την αγγλική δολιότητα.    

   Τα όπλα είχαν πλέον το λόγο στην Κύπρο, με βάση την κατάσταση αυτή. Με τους Τούρκους πανέτοιμους από κάθε πλευρά, τον Μακάριο να ζει στην πλάνη της αγγλικής υποστήριξης, ακόμα και στρατιωτικής σε περίπτωση βίαιης σύγκρουσης και με την Ελλάδα να είναι βέβαιη για την ανειλικρίνεια Μακαρίου, να ανησυχεί και να προβληματίζεται για το πού όδευαν τα πράγματα, τον δε «Ακρίτα» -τη δύναμη που, υποτίθεται, αποτελούσε το δυναμικό ατού του Μακαρίου- να ουρανοβατεί. Να φάσκει και αντιφάσκει, με ανεδαφικές και αληλλοσυγκρουόμενες τοποθετήσεις, που άλλο τι δεν πρόδιδαν, παρά μόνο έλλειψη σχεδίου από μέρους της και σωστού προγραμματισμού. Μιλούσε για στόχο του αγώνα την αυτοδιάθεση, αλλά, ταυτόχρονα, τη συναρτούσε με την εκ προοιμίου απαλλαγή της Κύπρου, «από όλας εκείνας τας προνοίας του Συντάγματος και των Συμφωνιών, π.χ. Συνθήκες Εγγυήσεως και Συμμαχίας, αι οποίαι εμποδίζουν την ελευθέραν και αδέσμευτον έκφρασιν και εφαρμογήν των επιθυμιών του και οι οποίες εγκυμονούν κινδύνους εξωτερικής επεμβάσεως». Έβαζε, δηλαδή, το αμάξι, μπροστά από το άλογο…

Το πιστολίδι στην Ερμού και το όργιο αίματος που ακολούθησε

Τη θρυαλλίδα των ένοπλων συγκρούσεων μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων στην Κύπρο, άναψε ένα αιματηρό επεισόδιο στην τότε εμπορικότερη οδό της Λευκωσίας, την Ερμού. Συνοπτικά τα γεγονότα:

 «Ήταν δυόμισι το πρωί του Σαββάτου 21 Δεκεμβρίου 1963, όταν πενταμελής περίπολος Ελλήνων αστυνομικών, υπό τον λοχίαΑργύρη Θεοφάνους, πουπεριπολούσε στην οδό Ερμού, αντελήφθη ύποπτο αυτοκίνητο. Το σταμάτησε, ζήτησε να το ελέγξει, αλλά οι επιβαίνοντες δύο Τούρκοι και μια Τουρκάλα, αρνήθηκαν.

Η Τουρκάλα, που ήταν η γνωστή ιερόδουλη της Λευκωσίας Σαλιχά Χασάν Εμιραλί, (Τζεμαλιέ), στη σύγχυση που ακολούθησε, βρήκε την ευκαιρία, έτρεξε δίπλα στην τουρκική συνοικία και, σε χρόνο ρεκόρ, οδήγησε στον τόπο του επεισοδίου εκατοντάδες έξαλλους Τούρκους, πολλούς από αυτούςένοπλους. Αυτοί περικύκλωσαν αμέσως και με απειλητικές διαθέσεις τους Έλληνες αστυνομικούς,οι οποίοι, προ του κινδύνου να δολοφονηθούν, ζήτησαν μέσω ασυρμάτου βοήθεια.Ατυχώς, η «βοήθεια» που έφτασε ήταντρεις Τούρκοι, ένας αξιωματικός και δυο αστυνομικοί.

Στην περιοχή προσέτρεξε κληθείςκαι ο αστυνομικός διευθυντής ΛευκωσίαςΜιχαλάκης Παντελίδης, την ώρα ακριβώς που η Τζεμαλιέ κτυπούσε στο κεφάλι τον Θεοφάνους… με τοτακούνι του παπουτσιού της και ένα τούρκικο αυτόματο «κακάρισε», με στόχο τους αστυνομικούς και τον Παντελίδη. Όλοι τότε ανέσυραν τα πιστόλια τους και, στην ανταλλαγή πυροβολισμών που ακολούθησε, σκοτώθηκε τόσο η Τζεμαλιέ, όσο και ο ένας Τούρκος από τους επιβαίνοντες στο ύποπτο αυτοκίνητο. Τελικά, οι Έλληνες αστυνομικοί μπόρεσαν να επιστρέψουν ασφαλείς στον κοντινό αστυνομικό σταθμό Πύλης Πάφου.Μεταξύ αυτών, και ο συμπολεμιστής στο κρησφύγετο του Μαχαιράτου ήρωα της ΕΟΚΑ Γρηγόρης Αυξεντίου, Αυγουστής Ευσταθίου. Επέβαινε  σε «Λαντ Ρόβερ», με επικεφαλής Τούρκο λοχία, ο οποίος διέταξε τον ομόφυλό του οδηγό να κατευθυνθεί προς την τουρκική συνοικία. Ο Αυγουστής, από πλευράς του, προέτρεπε τον οδηγό να πάει προς την Πύλη Πάφου, όμως, επειδήαυτός αρνείτο, ο Αυγουστής τον απείλησε ανασύροντας το πιστόλι του, οπότε ο Τούρκος συμμορφώθηκε. Βέβαιο είναι ότι, στην περίπτωση που το αστυνομικό όχημα πήγαινε στην τουρκική συνοικία, ηζωή τόσο του Αυγουστή, όσο και δεύτερου Έλληνα αστυνομικού που ήταν μαζί του, θα διέτρεχαν άμεσο κίνδυνο».

Γ. Γρίβας: «Κατάργηση, όχι τροποποίηση συμφωνιών»

Ο αρχηγός της ΕΟΚΑ, στρατηγός Γ. Γρίβας Διγενής, ήταν κάθετα αντίθετος στην τροποποίηση του Συντάγματος και τόνιζε την ανάγκη κατάργησής του συνόλου των Συμφωνιών Ζυρίχης. Σε δηλώσεις του, όπως και σε γραπτές και προφορικές επαφές με τον Γιωρκάτζη, προειδοποιούσε για ελλοχεύοντες κινδύνους. Στις δηλώσεις του (1/12/1963), αφού επεσήμαινε πως «πάσα προσπάθεια δέον να κατατείνει εις την κατάργησιν των Συμφωνιών», προειδοποιούσε: «Έχω την γνώμην, ότι αι επιδιωκόμεναι εμβαλωματικαί λύσεις είναι εξαιρετικώς επικίνδυνοι, επισημαίνων τον εκ τούτων επαπειλούμενον σοβαρότατον κίνδυνον. Διότι πιστεύω ακραδάντως, ότι αι τοιαύται λύσεις σκοπόν έχουν να κατευνάσουν τον ελληνικόν κυπριακόν λαόν, ανανήψαντα ήδη και αντιληφθέντα πού τον οδηγούν αι Συμφωνίαι, ου μόνον δεν θα επιφέρουν θετικόν τι αποτέλεσμα, αλλά και θα ενταφιάσουν το Κυπριακόν».

Ο στρατηγός έκαμε, επίσης, δραματική έκκληση στον Γιωρκάτζη: «Προς Θεού, μην κτυπήσετε τους Τούρκους. Χρειάζεται στρατιωτική και διπλωματική προετοιμασία. Εάν τους κτυπήσετε, δεν θα λυθεί το Κυπριακόν»…Το μήνυμα Γρίβα διαβιβάστηκε σε στενό συνεργάτη του Γιωρκάτζη, ο οποίος απάντησε: «Οι Τούρκοι είναι ασυγκράτητοι. Δεν μπορούμε να μην τους κτυπήσουμε»!..

Η απόφαση, δηλαδή, ήταν προειλημμένη.