Η δεύτερη Διακυβερνητική Κύπρου και Ελλάδας ήταν σύνοδος ουσίας και όχι επικοινωνίας, καθώς οι συμμετέχοντες υπουργοί μπήκαν στα βαθιά για θέματα που βρίσκονται στη διμερή ατζέντα. Νίκος Χριστοδουλίδης και Κυριάκος Μητσοτάκης φρόντισαν μέσα από τις δημόσιες τοποθετήσεις τους να στείλουν διπλό μήνυμα προς πολλαπλούς αποδέκτες εντός και εκτός.

Καθόλου τυχαίο το μήνυμα των δύο ηγετών ότι οι δύο κυβερνήσεις βρίσκονται σε  απόλυτη ευθυγράμμιση. Μήνυμα το οποίο απευθύνεται σε ελληνόφωνο ακροατήριο σε Λευκωσία και Αθήνα, και κυρίως σ’ όσους εδώ και καιρό αναζητούν προβλήματα τόσο σε επίπεδο προέδρου-πρωθυπουργού όσο και σε επίπεδο κυβερνήσεων.

Το δεύτερο τους μήνυμα απευθύνεται προς την Άγκυρα αλλά και ευρύτερα σε ΕΕ και ΗΠΑ και έχει να κάνει με τη γεωστρατηγική σημασία των δύο χωρών στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Διαμήνυσαν πως τόσο στην ΕΕ όσο και στο ΝΑΤΟ (αναφορά όχι τυχαία που έχει να κάνει με ένα θέμα που βρίσκεται εσχάτως στην επικαιρότητα) γνωρίζουν ότι οι δύο χώρες αποτελούν πυλώνες ασφάλειας στην περιοχή.

Τι συζητήθηκε: Στις δηλώσεις του ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης ο οποίος εξέφρασε ικανοποίηση για τη διαχρονική πρόοδο σε ζητήματα εθνικού ενδιαφέροντος η οποία επεκτείνεται και σε θέματα εσωτερικής διακυβέρνησης. Στη συνέχεια αναφέρθηκε, ενδεικτικά, σε ορισμένους από τους τομείς που συζητήθηκαν κατά τη σημερινή Σύνοδο. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν η ψηφιακή πολιτική, η Πολιτική Προστασία με την υπογραφή μνημονίου για τον αριθμό έκτακτης ανάγκης 112, η Υγεία, με την υπογραφή συμφωνιών για τη διενέργεια μεταμοσχεύσεων πνευμόνων και νεφρού, αλλά και το περιβάλλον και η κλιματική αλλαγή. Παράλληλα, συζητήθηκαν οι ελλείψεις που παρουσιάζονται σε ανθρώπινο δυναμικό, αλλά και η κοινωνική ένταξη και προστασία δικαιωμάτων ανθρώπων με αναπηρία. Στο επίκεντρο βρέθηκαν και τα θέματα της Παιδείας.

Ουσίας και όχι επικοινωνίας: Ο Έλληνας πρωθυπουργός ανέφερε ότι οι συζητήσεις είναι πολύ συχνές γιατί οι δύο χώρες ευθυγραμμίζουν τις εθνικές τους επιδιώξεις και ακολουθούν ένα κοινό βηματισμό στο δρόμο της ειρήνης, της ανάπτυξης της ευημερίας. “Ωστόσο αυτή η δεύτερη διακυβερνητική σύνοδος είναι ένα ξεχωριστό γεγονός, θέσαμε από την αρχή ως στόχο να ενισχύσουμε τις σχέσεις μας με θεσμικό χαρακτήρα, αυτές είναι συζητήσεις ουσίας και όχι επικοινωνίας”, τόνισε.

Ευνοϊκό κλίμα για Κυπριακό: Σύμφωνα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, το κοινό πνεύμα στα ελληνοτουρκικά μπορεί να ευνοήσει την επανέναρξη των συνομιλιών στο Κυπριακό. Για το Κυπριακό μίλησε για ευνοϊκή δυναμική για επανάληψη των συνομιλιών μετά από μια μακρά περίοδο ακινησίας, προσθέτοντας ότι χάρη στις συντονισμένες προσπάθειες Αθήνας και Λευκωσίας «έχουμε κάποιες ενδείξεις προόδου». Υπέδειξε ότι η Ελλάδα θα είναι μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας για τη διετία 2025-2026 και είναι μια ακόμη ευκαιρία να έρθουν στο προσκήνιο τα εθνικά δίκαια.

Για τα ελληνοτουρκικά: Ο Κ. Μητσοτάκης μίλησε για «κοινή οπτική» προσθέτοντας ότι το ήπιο κλίμα μπορεί να ευνοήσει και την επανεκκίνηση των συνομιλιών, αλλά «δεν συνεπάγεται αυτόματα και τη μεταβολή των θέσεων της Τουρκίας». Παραμένουμε, είπε, ακλόνητοι και εμείς σε θέματα κυριαρχίας και διεθνούς δικαίου και δικαίου της θάλασσας. “Όποιος, όμως, διαθέτει επιχειρήματα δεν πρέπει να διστάζει να τα καταθέτει σε έναν ειλικρινή διάλογο. Για αυτό και αντιμετωπίζουμε με αυτοπεποίθηση τα ήρεμα νερά στα ελληνοτουρκικά. Στην προοπτική αυτή να ανοίξουν και ήρεμοι ορίζοντες για την ευρύτερη περιοχή. Ήδη, άλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι, οι ευρωπαϊκές σχέσεις της Άγκυρας εξετάζονται πλέον μέσα από το πρίσμα σχέσεών της με την Ελλάδα και την Κύπρο”, ανέφερε.

Γεωπολιτικό αποτύπωμα: Ο Νίκος Χριστοδουλίδης στις δικές του δηλώσεις είπε ακόμα ότι «Κύπρος και Ελλάδα έχουμε κατορθώσει να αξιοποιήσουμε την ιδιότητά μας ως κράτη μέλη της ΕΕ στο νοτιοανατολικό σύνορο της Ευρώπης. Δύο κράτη με άριστες σχέσεις με την γείτονες μας, αποδεικνύοντας στην πράξη ότι αποτελούμε πυλώνες  ευημερίας, ασφάλειας και σταθερότητας και έχουμε κατορθώσει με πράξεις και όχι με λόγια να ενισχύσουμε το γεωπολιτικό μας αποτύπωμα στην ανατολική Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή προωθώντας αμοιβαία οφέλη και υλοποιώντας συγκεκριμένες πρωτοβουλίες».