Το ταξίδι του Νίκου Χριστοδουλίδη και η συνάντηση με το Τζο Μπάιντεν – η πρώτη που είχε Κύπριος Πρόεδρος για 26 χρόνια – και τα όσα συμφωνήθηκαν πολύ εύκολα μπαίνουν στο ράφι και μετατρέπονται σε μία ανάμνηση εάν δεν γίνουν έγκαιρα οι σωστές κινήσεις. Η αλλαγή διακυβέρνησης στις ΗΠΑ δημιουργεί εκ των πραγμάτων ένα ερωτηματικό τι μπορεί να προκύψει την επόμενη ημέρα, κυρίως σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής.

Στη Λευκωσία υπάρχει αισιοδοξία ότι η αλλαγή διακυβέρνησης στις Ηνωμένες Πολιτείες και η άνοδος του Ντόναλντ Τραμπ στην εξουσία δεν θα επιφέρει οποιεσδήποτε αναταράξεις στις σχέσεις των δύο χωρών. Σίγουρα, η όποια αλλαγή διακυβέρνησης επηρεάζει και την εξωτερική πολιτική, όσο δε στην περίπτωση της Κύπρου όπου μόλις πρόσφατα κατάφερε να φτιάξει το δικό της ξεχωριστό φάκελο συνεργασίας με τις ΗΠΑ.

Ο στόχος που είχε τεθεί από πλευράς κυπριακής κυβέρνησης προωθώντας την αναβάθμιση των σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν εξαρχής η δημιουργία μιας δομής συνεργασίας η οποία να έχει συνέχεια και να μην έχει το δικό της ξεχωριστό αποτύπωμα. Η κυπριακή διπλωματία ήθελε η αμερικανοκυπριακές σχέσεις να έχουν μια δική τους οντότητα και να μην αποτελούν τμήμα ενός άλλου φακέλου.

Βασικό ζητούμενο ήταν να ξεφύγουν οι σχέσεις ΗΠΑ-Κύπρου από τον παράγοντα Τουρκία. Γιατί για δεκαετίες, ένεκα και των πολιτικών που ακολουθούσαν διαδοχικές κυπριακές κυβερνήσεις και ένεκα των ειδικών (οικονομικών) σχέσεων που είχαν αναπτυχθεί με τη Ρωσία και αριθμό Ρώσων ολιγαρχών, στην Ουάσιγκτον έβλεπαν την Κύπρο σε σχέση με τα συμφέροντά τους στην Τουρκία. Αυτοί οι παράγοντες λειτουργούσαν αποτρεπτικά στο να γίνουν μεγαλύτερα ανοίγματα συνεργασίας.

Η σταδιακή αναβάθμιση των σχέσεων με το Ισραήλ και οι τριμερείς συμμαχίες που αναπτύχθηκαν με τη συμμετοχή της Ελλάδας συνέβαλαν στο να αρχίσει σταδιακά να βλέπει και η Λευκωσία με διαφορετικό μάτι την Ουάσιγκτον και να προσπαθεί να κτίζει μια άλλη σχέση. Οι άριστες σχέσεις ανάμεσα στην πρώτη κυβέρνηση Τραμπ και τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Νετανιάχου συνέβαλαν στο να βοηθηθεί και η Κύπρος και να μπει πιο βαθιά στο παιχνίδι της συνεργασίας Κύπρου-ΗΠΑ.

Επιστέγασμα αυτού του πρώτου κύκλου προσπαθειών ήταν το ταξίδι του τότε Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο στη Λευκωσία. Ένα ταξίδι μερικών ωρών αλλά με ουσιαστικό περιεχόμενο όσον αφορά τα όσα είχαν συμφωνηθεί. Ο τότε Αμερικανός ΥΠΕΞ επισκέφθηκε το νησί στις 12 Σεπτεμβρίου 2020.

Κατά τη διάρκεια της τότε επίσκεψης συζητήθηκαν οι διμερείς σχέσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κύπρο, οι οποίες παρουσιάζουν μίαν αξιοσημείωτη αναβάθμιση σε διάφορους τομείς και πάντα στη βάση μιας θετικής προσέγγισης, όπως εξάλλου προκύπτει με τη συμμετοχή της Κύπρου στο στρατιωτικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα των ΗΠΑ IMET, τη μερική άρση του αμερικανικού εμπάργκο πώλησης μη φονικών όπλων στην Κύπρο, αλλά και την υπογραφή του Μνημονίου Συναντίληψης μεταξύ Κύπρου και ΗΠΑ για την εγκαθίδρυση στην Κύπρο εκπαιδευτικού Κέντρου για θέματα ασφάλειας, με την ονομασία CYCLOPS (Cyprus Center for Land, Open Seas and Port Security).

Κατά επόμενα τέσσερα χρόνια οι δύο χώρες φρόντιζαν να συντηρούν αυτή τη νέα κατάσταση πραγμάτων που δημιουργήθηκε κτίζοντας στα όσα συμφωνούνταν και προχωρώντας πάρα κάτω. Οι αλλαγές που προήλθαν στο μεταξύ στη διακυβέρνηση των ΗΠΑ, με την ανάληψη της εξουσίας από τον Τζο Μπάιντεν (το 2020) και εν συνεχεία στην Κύπρο από το Νίκο Χριστοδουλίδη (το 2023) ήταν ένα τεστ για τις διμερείς σχέσεις, αλλά φάνηκε ότι αυτές κινούνται σε ένα διαφορετικό δρόμο απ’ ότι στο παρελθόν.

Από τον Μάρτη του 2023 ξεκίνησε μια συντονισμένη προσπάθεια από την κυβέρνηση Χριστοδουλίδη προκειμένου από τη μια ενισχύσει την επικοινωνία με την Ουάσιγκτον και να διευρύνει τον κύκλο συνεργασίας της Κύπρου με τις ΗΠΑ. Εγχείρημα όχι και τόσο εύκολο καθώς η κυβέρνηση Μπάιντεν προσέγγιζε την περιοχή με ένα διαφορετικό φακό απ’ ότι η κυβέρνηση Τραμπ, προηγουμένως.

Οι εξελίξεις στην Μέση Ανατολή, η τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς εναντίον του Ισραήλ και η έναρξη του πολέμου στη Γάζα, έφεραν μια ανατροπή και στο πως η Ουάσιγκτον προσέγγιζαν την περιοχή και ειδικότερα την Ιερουσαλήμ υπό την πρωθυπουργία Νετανιάχου. Το ανθρωπιστικό δράμα στη Γάζα και η αναζήτηση τρόπων αντιμετώπισής τους έφερε τη Λευκωσία και την Ουάσιγκτον να επικοινωνούν στην ίδια γλώσσα.

Ενώ στη Λευκωσία διάφοροι ξένοι διπλωμάτες σχολίαζαν ειρωνικά την κυπριακή πρόταση για τη δημιουργία ενός ανθρωπιστικού διαδρόμου (πείθοντας μάλιστα και μερίδα των κυπριακών μέσων ενημέρωσης και πολιτικούς ότι επρόκειτο για μια φούσκα) στις ΗΠΑ έβλεπαν πως αυτό θα μπορούσε να υλοποιηθεί. Σπεύδοντας την ίδια ώρα να κάνουν και υποδείξεις προς τις Βρυξέλλες γιατί δεν έλαβε υπόψη της τη συγκεκριμένη πρόταση. Αναγκάζοντας και την πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, να σπεύσει στην Κύπρο για να μάθει περισσότερα για την «Αμάλθεια».

Η συμφωνία για στρατηγικό διάλογο που υπέγραψαν νωρίτερα φέτος οι υπουργοί Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών και Κυπριακής Δημοκρατίας ήταν το επιστέγασμα αυτής της προσπάθειας. Ήδη πραγματοποιήθηκε η πρώτη συνάντηση ανάμεσα στις δύο χώρες, με ουσιαστικά αποτελέσματα και για τις δύο χώρες. Η πρόσκληση Μπάιντεν προς Χριστοδουλίδη για να πάει στον Λευκό Οίκο ήρθε να επισφραγίσει αυτή τη συνεργασία των δύο χωρών.

Το εκλογικό αποτέλεσμα της 5ης Νοεμβρίου ήγειρε και πάλι το ερώτημα: τι θα συμβεί με τις κυπροαμερικανικές σχέσεις και πόσο αυτές μπορεί να επηρεαστούν από την αλλαγή ενοίκου στο Λευκό Οίκο που σημαίνει και νέο προϊστάμενο στην αμερικανική διπλωματία.

Ευστόχως ο Κύπριος Υπουργός Εξωτερικών, Κωνσταντίνος Κόμπος, υπέδειξε σε δηλώσεις του πως «το διπλωματικό κοντέρ δεν μηδενίζεται». Αυτό που σαφώς διαμήνυε ο ΥΠΕΞ είναι πως τα όσα επιτυγχάνονται σε διπλωματικό επίπεδο και όσα έχουν γίνει μέχρι στιγμής δεν θα διαφοροποιηθούν και θα συνεχίσουν να υλοποιούνται.

Μιλώντας στο Omega ο Κ. Κόμπος σχολίασε την εκλογή Τραμπ σε σχέση με κυπροαμερικανικές σχέσεις. Ο ΥΠΕΞ είπε η σχέση μας με τις ΗΠΑ θα βασιστεί σε όσα έχουν προηγηθεί και πως η δική μας πλευρά έχει επαφές με Ρεπουμπλικάνους Γερουσιαστές οι οποίοι θα έχουν ρόλο στη νέα κατάσταση πραγμάτων.  Πρόσθεσε επίσης ότι  ο στρατηγικός διάλογος Κύπρου – ΗΠΑ ξεκίνησε επι διακυβέρνησης Ρεπουμπλικάνων και συνεχίστηκε επι διακυβέρνηση δημοκρατικών, οπόταν δεν τίθενται σε κίνδυνο οι σχέσεις των δύο χωρών. Καταληκτικά για αυτό το ζήτημα είπε ότι γεγονός το ο Ερντογάν διατηρεί καλή σχέση με τον Τραμπ δεν μας ανησυχεί καθώς  η Κύπρος δε ανταγωνίζεται τον ρόλο της Τουρκιάς.

Τόσο στο Υπουργείο Εξωτερικών όσο και απέναντι στο Λόφο του Προεδρικού γνωρίζουν πολύ καλά πως υπάρχει μια σημαντική ευκαιρία για την Κύπρο προκειμένου να δείξει μέσα από σωστή και συστηματική δουλειά τη γεωστρατηγική χρησιμότητα της για τις Ηνωμένες Πολιτείες.  Μια σειρά από έργα τα οποία έχουν ξεκινήσει καταδεικνύουν πως η γεωστρατηγική σημασία της Κύπρου δεν περνά απαρατήρητη από τους Αμερικανούς. Έργα τα οποία θα αφήσουν το δικό τους όφελος για την Κύπρο με την πάροδο του χρόνου.

Δεν μπαίνει στον φάκελο Κυπριακού

Για δεκαετίες η Κύπρος έβλεπε τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ μέσα από τον φάκελο Κυπριακό και αυτό, όπως γίνεται κοινά αποδεκτό σε διπλωματικούς και πολιτικούς διαδρόμους, λειτουργούσε αποτρεπτικά ως προς την εμβάθυνση των σχέσεων αυτών.

Μέσα στον τελευταίο ένα χρόνο, τουλάχιστον, αυτή η προσέγγιση έχει διαφοροποιηθεί και κινείται κάπως αντίστροφα σε σχέση με το παρελθόν. Μπαίνουν μπροστά οι διμερείς σχέσεις, η συνεργασία σε διάφορα επίπεδα και μέσω αυτής τη οδού αποκομίζει η Λευκωσία και κέρδη στο Κυπριακό. Όπως φάνηκε και στη συνάντηση με Μπάιντεν αυτό που θέλουν να δουν οι ΗΠΑ είναι ένα κανονικό κράτος στην Κύπρο, και μετά τη λύση του προβλήματος, το οποίο να μπορούν να συνεργάζονται και να υλοποιούν πολιτικές.

Ο παράλληλος σημαντικός διάλογος

Στις πλείστες περιπτώσεις, διεθνώς, η προσοχή είναι πάντα στραμμένη στο πόσο καλές είναι οι σχέσεις σε επίπεδο ηγεσιών των χωρών και ποιες επαφές έχουν μεταξύ τους οι κυβερνήσεις σε επίπεδο Προέδρων, Υπουργών, Πρωθυπουργών. Έτσι κατά κανόνα άλλες επαφές, για παράδειγμα με νομοθέτες, περνούν κάτω από τα ραντάρ της δημοσιότητας, αλλά να είναι εξίσου σημαντικές.

Στις αρχές Οκτωβρίου, πριν ακόμα μπει στην ατζέντα η επίσκεψη Χριστοδουλίδη στον Λευκό Οίκο, βρέθηκαν στην Κύπρο μια ομάδα Γερουσιαστών η οποία επισκέφθηκε την αεροπορική βάση Ανδρέας Παπανδρέου. Εκεί έγινε και η συνάντηση του Προέδρου Χριστοδουλίδη μαζί τους και συζήτησαν ένα ευρύ φάσμα ζητημάτων από την κατάσταση στην περιοχή, το ρόλο που μπορεί να παίξει η Κύπρος, αλλά και για τις επικείμενες αμερικανικές εκλογές και το ενδεχόμενο αλλαγής διακυβέρνησης.

Οι επαφές Γερουσιαστών και άλλων νομοθετών περνούν πολλές φορές απαρατήρητες, αλλά ο ρόλος τους στην Ουάσιγκτον δεν παύει από του να είναι εξίσου σημαντικός.  Τουλάχιστον στην περίπτωση της Κύπρου αποδείχθηκε καταλυτικός ο ρόλος των Αμερικανών Γερουσιαστών και Βουλευτών οι οποίοι εργάστηκαν συστηματικά προκειμένου να αλλάξει το κλίμα και να ληφθούν αποφάσεις βαρύνουσας σημασίας για την Κύπρο, όπως είναι η απόφαση για άρση του εμπάργκο όπλων που ήταν σε ισχύ για σχεδόν πέντε δεκαετίες.

Για τη Λευκωσία η διατήρηση σχέσεων με τους Αμερικανούς νομοθέτες προερχόμενους τόσο από τους Ρεπουμπλικάνους όσο και από του Δημοκρατικούς είναι εξίσου σημαντικό με την επικοινωνία που έχει με την αμερικανική κυβέρνηση. Γνωρίζει πολύ καλά πως οι Γερουσιαστές και οι Βουλευτές μπορεί να ανοίξουν πόρτες οι οποίες δεν ανοίγουν και τόσο εύκολα, ενώ την ίδια ώρα μπορούν να κρατήσουν τις γέφυρες επικοινωνίας ανάμεσα σε απερχόμενους και επερχόμενους κυβερνώντες.