Μέμφονται τον Μακάριο και για την απόρριψη του Σχεδίου για άμεση Ένωση, χωρίς δηλαδή την έγκριση της Τουρκίας. Τα γεγονότα, όπως τα αφηγείται ο εμπνευστής του, τότε υπουργός Άμυνας της Ελλάδας, Πέτρος Γαρουφαλιάς, στο βιβλίο του «Ελλάς και Κύπρος. Τραγικά Σφάλματα, Ευκαιρίες που Χάθηκαν (1964 – 1965)», σ.186-209, έχουν εν συντομία ως εξής:

 Στις 19.8.1964 σε Συμβούλιο της Στέμματος υπό την προεδρία του βασιλιά Κωνσταντίνου και με συμμετοχή του πρωθυπουργού Γεώργιου Παπανδρέου, των υπουργών Σταύρου Κωστόπουλου Εξωτερικών και Πέτρου Γαρουφαλιά Εθνικής Αμύνης, καθώς και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Παναγιώτη Κανελλόπουλου, έγινε δεχτό Σχέδιο του Γαρουφαλιά για μονομερή ανακήρυξη της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα, χωρίς προηγούμενη συμφωνία με την Τουρκία.

Σύμφωνα με αυτό σε καθορισμένη ημερομηνία η κυπριακή Βουλή θα ανακήρυσσε την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα και η ελληνική Βουλή θα υιοθετούσε αυτήν την απόφαση. Στις 20.8.1964 ο Γαρουφαλιάς συνοδευόμενος από τον υπουργό Εξωτερικών της Κύπρου Σπύρο Κυπριανού, ο οποίος έτυχε να βρίσκεται τότε στην Αθήνα και είχε αποδεχτεί ανεπιφύλακτα το Σχέδιο Γαρουφαλιά, ταξίδεψε στην Λευκωσία. Σε σύσκεψη στο Προεδρικό ο Κύπριος υπουργός Άμυνας Πολύκαρπος Γεωρκάτζης και ο Σπύρος Κυπριανού υποστήριξαν ενθέρμως το Σχέδιο και ο Πρόεδρος Μακάριος το αποδέχτηκε κατ’ αρχήν. Ενδόμυχα όμως είχε κάποιους δισταγμούς, γι’ αυτό κατά τις ιδιαίτερες συνομιλίες του με τον Γαρουφαλιά, που διήρκεσαν ως την 1 μετά τα μεσάνυχτα, ζήτησε να δεσμευτεί η Ελλάδα ότι δεν θα έδινε εδαφικά ανταλλάγματα προς την Τουρκία μετά την Ένωση. Για να εξουδετερώσει μάλιστα τέτοιο ενδεχόμενο, ρώτησε τον Γαρουφαλιά αν μπορούσε για κάποιο χρονικό διάστημα να παραμείνει αντιβασιλέας, να κυβερνά δηλαδή την Κύπρο εν ονόματι του Βασιλέως της Ελλάδας, όπως κυβερνούσε την Ινδία, ο Άγγλος αντιβασιλέας.

Ο Γαρουφαλιάς εξήγησε ότι αυτό δεν ήταν δυνατό και ο Μακάριος δεν ξανάκανε λόγο γι’ αυτό. Έχοντας την ίδια έγνοια, την επομένη, 21.8.1964, ζήτησε «όπως η κυπριακή Βουλή παραμείνει σε λειτουργία επί ένα εξάμηνο, για να πεισθεί απόλυτα ο κυπριακός λαός πως η ελληνική κυβέρνηση δεν θα δώσει μετά την Ένωση βάσεις στην Τουρκία ως αντάλλαγμα». (Γαρουφαλιάς, σ. 201). Μεταξύ Μακαρίου και  Γαρουφαλιά συμφωνήθηκε να συναντηθούν ξανά το απόγευμα της 21ης Αυγούστου 1964 για να επεξεργαστούν τις λεπτομέρειες της εφαρμογής του Σχεδίου. Όμως, κατά την απογευματινή συνάντησή του με τον Μακάριο ο Γαρουφαλιάς βρήκε αρνητικό τον Αρχιεπίσκοπο. Εδώ πολλοί αποσιωπούν το πιο κρίσιμο σημείο της όλης ιστορίας.

Ο Γαρουφαλιάς μαρτυρεί ότι το πρωί της 21ης Αυγούστου περιχαρής τηλεφώνησε στην Αθήνα ότι το Σχέδιό του έγινε δεχτό από τον Αρχιεπίσκοπο. Όμως λίγες ώρες πριν από την απογευματινή συνάντησή του με τον Μακάριο και προτού ακόμη γνωσθεί στην Αθήνα η μεταστροφή του Αρχιεπισκόπου, ο Γαρουφαλιάς ειδοποιήθηκε τηλεφωνικώς ότι ο Παπανδρέου εγκατέλειψε το Σχέδιο της άμεσης Ένωσης και ότι ο ίδιος έπρεπε να «απαγκιστρωθεί» από την συμφωνία του με τον Μακάριο και να επιστρέψει στην Αθήνα (Γαρουφαλιάς, σ.198 – 200). Εκείνος λοιπόν που επέφερε καίριο πλήγμα κατά του Σχεδίου για ανακήρυξη της Ένωσης χωρίς προηγούμενη συμφωνία με την Τουρκία ήταν ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου. Ο λόγος;  Φοβήθηκε πιθανή εμπλοκή της Ελλάδας σε πολεμικές περιπέτειες, αφού οι Αμερικανοί αρνούνταν να προσφέρουν εγγυήσεις ότι θα συγκρατούσαν την Τουρκία.

Πολύ διαφωτιστικό γι’ αυτό είναι ένα απόρρητο αμερικανικό έγγραφο με ημερομηνία 23.8.1964, το οποίο ο Άτσεσον απευθύνει στον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, Ντην Ρασκ, και στους Αμερικανούς πρέσβεις στην Άγκυρα, την Αθήνα και το Λονδίνο. Σε εισήγηση του απεσταλμένου του Παπανδρέου στην Γενεύη, Ιωάννη Σωσσίδη, να παρεμποδίσει ο 6ος Αμερικανικός Στόλος τουρκική εισβολή στην Κύπρο μετά την ανακήρυξη της Ένωσης χωρίς προηγούμενη συμφωνία με την Τουρκία ο Άτσεσον, όπως αναφέρεται στο έγγραφο, είπε: «Νομίζουμε ότι αυτό (η μονομερής ανακήρυξη της Ένωσης) θα μπορούσε να είναι στο έπακρον επικίνδυνο. Καταστήσαμε, επίσης, σαφές ότι για την πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών θα ήταν αδιανόητο αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις να εμπλακούν σε μάχη  με τουρκικές δυνάμεις για να εμποδίσουν [τουρκική] επέμβαση στην Κύπρο.» (Βλέπε φωτοτυπία του εγγράφου στο: Άντης Ροδίτης, Κουράγιο Πηνελόπη, σ.502-503).

 Ο Γαρουφαλιάς εικάζει ότι η μεταστροφή του Μακαρίου οφείλεται στο ότι  Αρχιεπίσκοπος είχε ήδη πληροφορηθεί την εγκατάλειψη του Σχεδίου του από τον Έλληνα Πρωθυπουργό. Ο Μακάριος, όμως, εξήγησε σε συνεργάτες του και στον πρέσβη Μενέλαο Αλεξανδράκη ότι υποψιάστηκε πως με την κήρυξη της Ένωσης και την αυτοκατάλυση του κυπριακού κράτους οι Αμερικανοί και οι Βρετανοί θα πίεζαν την ελληνική κυβέρνηση να κάμει παραχωρήσεις προς την Τουρκία, για να αποφευχθεί ελληνοτουρκικός πόλεμος, και η Ελλάδα, στην επικράτεια της οποίας θα βρισκόταν πια η Κύπρος, θα πρόσφερε στην Τουρκία ό,τι είχε εισηγηθεί προηγουμένως ο Άτσεσον. Οι υποψίες του Μακαρίου ήταν βάσιμες. Πράγματι, στην επιστολή προς Παπανδρέου, 20.8.1964, ο Άτσεσον έγραφε ότι οι Αμερικανοί, θα δέχονταν μονομερή ανακήρυξη της Ένωσης, μόνο αν η ελληνική κυβέρνηση δεσμευόταν ότι θα παραχωρούσε την Καρπασία στην Τουρκία μετά την Ένωση. (Βλέπε την επιστολή στο: Νίκος Κρανιδιώτης, Ανοχύρωτη Πολιτεία, τ.1, σ. 232-234). Το περιεχόμενο της επιστολής είχε γνωστοποιήσει στον Μακάριο ο γιος του Έλληνα Πρωθυπουργού, Ανδρέας Παπανδρέου.

    Από τα πιο πάνω προκύπτει το ερώτημα. Γιατί δεν είναι αξιοκατάκριτος ο Γ. Παπανδρέου, που πρώτος θεώρησε επικίνδυνο το Σχέδιο για άμεση Ένωση και το εγκατέλειψε, και είναι αξιοκατάκριτος ο Μακάριος, που, ακόμη κι αν δεν το απέρριπτε, δεν θα μπορούσε να το εφαρμόσει μονομερώς;

*Φιλόλογος, συγγραφέας του βιβλίου Ιστορία του Κυπριακού: Τα Χρόνια μετά την Ανεξαρτησία, 1960-2023