Είναι πλέον ξεκάθαρο πως έπονται σημαντικές εξελίξεις στο Κυπριακό. Αυτό το παραδέχονται σε Λευκωσία και Αθήνα και το επιβεβαιώνει και με τις δημόσιες δηλώσεις του ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης. Η πίεση των εξελίξεων βγάζει εκ νέου στην επιφάνεια τις σημαντικές διαφωνίες που υφίστανται σε επίπεδο συγκυβέρνησης σ’ ό,τι αφορά το Κυπριακό.

Η αποκάλυψη του «Φ» για τη δυσφορία εντός ΕΔΕΚ για τα όσα η «δική τους» υπουργός είχε αναφέρει σε διάρκεια ομιλία της σε σχέση με το Κυπριακό και τη μορφή λύσης, έρχονται στην πράξη να επιβεβαιώσουν την ύπαρξη σημαντικών διαφωνιών στο κυβερνητικό στρατόπεδο σε σχέση με το Κυπριακό. Είναι παράλληλα εμφανές ότι και ανάμεσα στις άλλες συνιστώσες της κυβέρνησης Χριστοδουλίδη υπάρχουν σημαντικές αποκλίσεις όσον αφορά το Κυπριακό γενικά αλλά και σ’ ό,τι έχει να κάνει με τη μορφή λύσης του προβλήματος.

Στη γνωστή της επιστολή προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, της 10η Ιουλίου 2024, η Πρόεδρος του Δημοκρατικού Συναγερμού ζητούσε ευθέως όπως ο Νίκος Χριστοδουλίδης προχωρήσει και απορρίψει ευθέως τις προσεγγίσεις των κυβερνητικών εταίρων του που αποκλίνουν από τη συμφωνημένη λύση του Κυπριακού. Έγραφε στην τέταρτη της εισήγηση: «Τη σαφή και δημόσια απόρριψη από την κυβέρνηση και εσάς προσωπικά, προτάσεων που κατατίθενται στο Εθνικό Συμβούλιο και από συνιστώσες της συγκυβέρνησης και ακολούθως δημοσιοποιούνται, και οι οποίες κάνουν λόγο για απόρριψη της ΔΔΟ με Πολιτική Ισότητα, ή, για μονομερές κλείσιμο των οδοφραγμάτων. Τέτοιες προτάσεις ειδικά από κόμματα που συμμετέχουν στην κυβέρνησή σας, δίνουν άλλοθι στην τουρκική προπαγάνδα, μάς εκθέτουν στην ευρωπαϊκή και διεθνή κοινότητα και αφαιρούν το συγκριτικό πλεονέκτημα της δικής μας πλευράς να πορεύεται στη βάση της νομιμότητας, των συγκλίσεων και των ψηφισμάτων του ΟΗΕ».

Παρά το γεγονός ότι η σύντομη συζήτηση που ακολούθησε επικεντρώθηκε στο εάν η Αννίτα Δημητρίου λειτούργησε ή όχι θεσμικά αποστέλλοντας και δημοσιοποιώντας την επιστολή ενώ ο ΠτΔ βρισκόταν στην Αθήνα, παραμερίστηκε η συζήτηση της ουσίας των ζητημάτων που έθετε η Πρόεδρος του ΔΗΣΥ και κυρίως το ξεκαθάρισμα των θέσεων του ίδιου του Νίκου Χριστοδουλίδη έναντι των όσων υποστηρίζουν οι εταίροι στην κυβέρνηση.

Αλλά και από πλευράς ΑΚΕΛ υπήρξαν κατ’ επανάληψη τοποθετήσεις με τις οποίες, άμεσα ή έμμεσα, υποδείκνυαν στον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη ότι θα πρέπει να ξεκαθαρίσει το τι πραγματικά πρεσβεύει στο Κυπριακό και εάν υιοθετεί ή όχι τα υποστηρίζουν οι εταίροι στην κυβέρνηση. Στο τελευταίο Εθνικό Συμβούλιο, που πραγματοποιήθηκε στις 5 Ιουλίου 2024 ο Γενικός Γραμματέας του ΑΚΕΛ, Στέφανος Στεφάνου είχε κατά τις παρεμβάσεις του επισημάνει πως «δεν μπορούμε να αλλάξουμε τις Συμφωνίες Κορυφής» εννοώντας τη λύση Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας.

Οι υποδείξεις των ηγετών των δύο μεγαλυτέρων κομμάτων που συναποτελούν και την πλειοψηφία στη Βουλή δεν έβγαιναν από το πουθενά. Στηρίζονταν στις δημόσιες και άλλες τοποθετήσεις που γίνονταν από πλευράς των κομμάτων της συγκυβέρνησης. Ενώ παράλληλα επιχειρούσαν να ασκήσουν και μιας μορφής πίεση προς την κατεύθυνση του Προέδρου Χριστοδουλίδη (χωρίς αυτή η πίεση να έχει κάποιο συγκεκριμένο περιεχόμενο).

Ο Πρόεδρος του Δημοκρατικού Κόμματος, Νικόλας Παπαδόπουλος, σε ομιλία του στις 17 Ιουλίου 2024, αφού εξέφρασε τη στήριξή του στις προσπάθειες του Προέδρου Χριστοδουλίδη για εξεύρεση λύσης σημείωσε και τα εξής: «Το ο Δημοκρατικό Κόμμα παραμένει προσηλωμένο στην επίτευξη μιας λύσης που πρέπει να προνοεί τη μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε ένα λειτουργικό, ομοσπονδιακό, και κανονικό κράτος, απελευθερωμένο από την τουρκική κατοχή, απαλλαγμένο από τον τουρκικό στρατό και πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης, ένα κράτος που μπορεί να είναι το «σπίτι» του συνόλου του κυπριακού λαού, Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων, Μαρωνιτών, Αρμένιων και Λατίνων».

Παρά το γεγονός ότι το ΔΗΚΟ δεν θα έλεγε κάποιος ότι είναι ένθερμος υποστηρικτής μιας λύσης ΔΔΟ εντούτοις, τουλάχιστον στις δημόσιες τοποθετήσεις που γίνονται από πλευράς του κόμματος, υπάρχει μια σχετική στήριξη. Εξάλλου δύο από τους ηγέτες του κόμματος (Σπύρος Κυπριανού και Τάσσος Παπαδόπουλος) είχαν εργαστεί ως Πρόεδροι της Δημοκρατίας για λύση ΔΔΟ.

Πιο ξεκάθαρος ενδεχομένως από τους τρεις εταίρους στην κυβέρνηση Χριστοδουλίδη ως προς τη ΔΔΟ είναι ο Μάριος Καρογιάν. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατικής Παράταξης κατά την ομιλία του στη Βουλή, στις 15 Ιουλίου 2024, αφού σημείωσε ότι η ΔΔΟ ήταν «ένας οδυνηρός συμβιβασμός» διερωτήθηκε εάν «θέσουμε ζήτημα για αλλαγή του στρατηγικού μας στόχου υπάρχει κανένας που να μας εγγυάται ότι θα πετύχουμε κάτι καλύτερο». Ενώ απευθυνόμενος προς συγκυβερνώντες εταίρους και όχι μόνο ο Μ. Καρογιάν υπέδειξε πως δεν μπορεί «να δίνουμε άλλοθι στην Τουρκία προκρίνοντας τάχατες Λύση Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας, απορρίπτοντας, όμως, στην ουσία, όλα τα συστατικά της στοιχεία».

Εκεί που τα πράγματα είναι ξεκάθαρα εναντίον της ΔΔΟ είναι στο στρατόπεδο των σοσιαλιστών της ΕΔΕΚ με πρώτο τον Μαρίνο Σιζόπουλο. Σε ανακοίνωσή της ΕΔΕΚ με αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων από την τουρκική εισβολή ανέφερε και τα εξής: «Δυστυχώς όμως, η διολίσθηση του Κυπριακού, με τη μορφή ανεπίτρεπτων υποχωρήσεων, αποδεικνύει και την ανεπάρκεια και αναποτελεσματικότητα της πολιτικής της πλευράς μας, από την εποχή που η πολιτική του «καλού παιδιού» επέτρεψε την διείσδυση της διχοτομικής, συνομοσπονδιακής «λύσης» της Διζωνικής – Δικοινοτικής Ομοσπονδίας στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Είναι αδιανόητο, τόσα χρόνια οι εκάστοτε ηγεσίες μας να έχουν κάνει σημαία τη «λύση» ΔΔΟ, παρά τις επανειλημμένες αποτυχίες, τόσο στη διαδικασία, όσο και επί της ουσίας και παρά το ότι, το μόνο αποτέλεσμα είναι να υποχωρεί η πλευρά μας και να αποκτά κεκτημένα η τουρκική πλευρά».

Η κάθετη διάσταση απόψεων ανάμεσα σε ΕΔΕΚ και Πρόεδρο Χριστοδουλίδη σ’ ότι αφορά το Κυπριακό φάνηκε προ ημερών από την αντίδραση που σημειώθηκε για ομιλία της Υπουργού Γεωργίας, Μαρίας Παναγιώτου. Στέλεχος της ΕΔΕΚ, στενή συνεργάτης του Μαρίνου Σιζόπουλου, αλλά εδώ και ενάμιση χρόνο μέλος της κυβέρνησης Χριστοδουλίδη, όπου ξεκίνησε ως Επίτροπος και αναβαθμίστηκε σε λιγότερο από ένα χρόνο σε Υπουργό.

Στην ομιλία της η Μαρία Παναγιώτου λειτούργησε ως μέλος της κυβέρνησης Χριστοδουλίδη και όχι ως στέλεχος της ΕΔΕΚ. Και ως εκ τούτου έκανε αναφορά στην κυβερνητική θέση στο Κυπριακό, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από  επίσημες ομιλίες. Στη δική της ομιλία η Μ. Παναγιώτου ανέφερε μεταξύ άλλων: «Όπως ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης διαμηνύει επανειλημμένα, μόνη βιώσιμη λύση είναι η λύση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα, όπως περιγράφεται στα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών. Η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη είναι στοχοπροσηλωμένη σε ένα ειρηνικό και ευρωπαϊκό μέλλον για την Κύπρο που θα διασφαλίζει τα δικαιώματα όλων των Κυπρίων (Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων, Μαρωνιτών, Αρμενίων και Λατίνων), τις αρχές του διεθνούς δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Σε αυτή τη γραμμή και σε αυτές τις αρχές είναι που πορευόμαστε. Επίκεντρο των προσπαθειών του Προέδρου είναι η άρση του αδιεξόδου και η επανέναρξη των συνομιλιών από εκεί που διακόπηκαν το καλοκαίρι του 2017 στο Crans-Montana. […] Ο Πρόεδρος συνεχίζει έμπρακτα τις προσπάθειες για δημιουργία ενός ευνοϊκού κλίματος για επανέναρξη των συνομιλιών, όπως είναι τα μονομερή 14 μέτρα προς όφελος των Τ/κ συμπολιτών μας, αλλά και η εποικοδομητική προσέγγιση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Προσέγγιση που επέτρεψε υιοθέτηση συμπερασμάτων, τα οποία δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μια αμοιβαία επωφελή κατάσταση πραγμάτων στις ευρωτουρκικές σχέσεις, νοουμένου ότι θα γίνουν βοηθητικά βήματα στο Κυπριακό εντός του συμφωνημένου υπό τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) πλαισίου».

Οι αντιδράσεις εντός ΕΔΕΚ έδειξαν το χάσμα που υφίσταται στους κόλπους της συγκυβέρνησης και το οποίο πάει πέρα από τη μορφή της λύσης του Κυπριακού. Γιατί εξάλλου είναι πολύ καλά γνωστή και η αντίδραση της ΕΔΕΚ στο θέμα των οδοφραγμάτων. Ακόμα και πρόσφατα, εντός του Εθνικού Συμβουλίου, ο Μαρίνος Σιζόπουλος επανέλαβε ότι θα πρέπει να κλείσει το οδόφραγμα της Δερύνειας. Αυτή τη φορά επικαλέστηκε το ξεπούλημα ε/κ περιουσιών στα κατεχόμενα, σε άλλες περιπτώσεις έπαιρνε αφορμή από τις επισκέψεις Ελληνοκυπρίων, κ.λπ.

Αναταράξεις από Αθήνα

Καθώς το Κυπριακό μπαίνει σε μια περίοδο κινητικότητας ανεβαίνει και ο δείκτης ευαισθησίας όσον αφορά δηλώσεις και τοποθετήσεις ιδιαίτερα από πλευράς Αθήνας. Γι’ αυτό και νωρίτερα αυτή την εβδομάδα προκλήθηκε ένας μικρός πανικός με αφορμή τοποθέτηση του Έλληνα Κυβερνητικού Εκπροσώπου. Η τοποθέτηση του Παύλου Μαρινάκη ότι εκείνο που θα πρέπει να αναμένεται στη συνέχεια στο Κυπριακό είναι πρόταση λύσης, σήμανε συναγερμό στη Λευκωσία καθ’ ότι θα οδηγούσε, όπως και οδήγησε σε λανθασμένες ερμηνείες. Και τελικά μετά από αρκετά κινητοποίηση και εξηγήσεις το θέμα λύθηκε γιατί δεν είναι πρόταση λύσης αλλά πρόταση επί της διαδικασίας.

Είναι σίγουροι ότι θα έρθουν εξελίξεις

Εκείνο στο οποίο συμφωνούν τόσο η Λευκωσία όσο και η Αθήνα είναι πως σύντομα θα έρθουν εξελίξεις στο Κυπριακό. Αυτό, ωστόσο, θα διαφανεί μετά την πρόσκληση του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών προς τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη και τον Ερσίν Τατάρ. Το ότι ο Σεπτέμβρης αλλά ενδεχομένως και ο Οκτώβρης θα είναι περίοδος κινητικότητας στο Κυπριακό θεωρείται από τώρα δεδομένο και όλες οι πλευρές το παραδέχονται. Ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, ο οποίος εδώ και μερικούς μήνες κινείται πολύ στο χώρο των Ηνωμένων Εθνών σε συνέντευξη του στον ελληνικό ραδιοφωνικό σταθμό «Real FM» τόνισε πως «ανεξαρτήτως των δηλώσεων ή των επιχειρήσεων που γίνονται από την πλευρά της Τουρκίας, εκείνο το οποίο είναι σημαντικό – και έχω μια βιώσιμη ελπίδα, μια μικρή αισιοδοξία…ότι θα καταφέρουμε να ξεκινήσουν οι συζητήσεις για το Κυπριακό – είναι να υπάρξει μια λύση η οποία θα είναι βιώσιμη, θα είναι ωφέλιμη και αμοιβαία αποδεκτή».

Ερωτηθείς «για ποιο λόγο να ξανανοίξουμε τώρα την ιστορία του Κυπριακού» με τον δημοσιογράφο να παρατηρεί πως «ούτε οι Κύπριοι έχω την εντύπωση ότι δεν το θέλουν», ο Γιώργος Γεραπετρίτης υπογράμμισε πως έχει μια διαφορετική άποψη και πως βρίσκεται σε απόλυτη συνέργεια και σύμπνοια με την Κυπριακή Δημοκρατία. «Εκείνο το οποίο ισχύει πράγματι είναι ότι για μακρό χρόνο υπήρξε μια απόλυτη ακινησία και αδράνεια στο Κυπριακό» είπε και πρόσθεσε πως όταν ανέλαβε πριν από ένα χρόνο και με την εντολή του Πρωθυπουργού και βεβαίως σε ταύτιση με την Κυπριακή Δημοκρατία, καταβλήθηκε προσπάθεια αναβάθμισης του Κυπριακού στην ατζέντα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και στην ατζέντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.