Είναι ίσως η πρώτη φορά στην πολιτική ιστορία της Κύπρου που μια εκλογική μάχη συγκεντρώνει τόσο μεγάλο ενδιαφέρον, οι όποιες προβλέψεις δύνανται και να αποβούν λανθασμένες και ακόμα και σήμερα κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος. Κατάφεραν οι ευρωεκλογές να μετατραπούν σε ένα κομβικό σημείο με ένα νέο πολιτικό χάρτη να γεννιέται από αύριο.
Το διακύβευμα σ’ αυτές τις εκλογές δεν έχει καμιά σχέση με το παρελθόν και όλες τις προηγούμενες ανάλογες αναμετρήσεις για την ανάδειξη μελών του ευρωκοινοβουλίου. Το δεδομένο ποια κόμματα μοιράζονται για τις έξι έδρες στο ευρωκοινοβούλιο σ’ αυτή την εκλογική αναμέτρηση έπαψε να ισχύει από καιρό. Και σύμφωνα με όλες τις μετρήσεις κοινή γνώμης που έχουν προηγηθεί η σημερινή ημέρα όχι μόνο μπορεί να κρύβει εκπλήξεις αλλά μπορεί να αποτελέσει προοίμιο μιας σειράς αλλαγών στα πολιτικά πράγματα της Κύπρου. Εξέλιξη οποία με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα επηρεάσει και την «αμέτοχη» σ’ αυτή την εκλογική διαδικασία κυβέρνηση.
Στις σημερινές εκλογές, χωρίς να υπάρχει σίγουρο και δεδομένο, το ενδιαφέρον στρέφεται προς τρεις κατευθύνσεις: α) Η κλασική μάχη ΔΗΣΥ-ΑΚΕΛ για την πρωτιά και το γόητρο, β) Ο λεγόμενος ενδιάμεσος χώρος και που στέκεται σήμερα ενάμιση χρόνο μετά τις προεδρικές, και γ) Η άνοδος της ακροδεξιάς και η ψήφος διαμαρτυρίας.
Στις ευρωεκλογές του 2019 Δημοκρατικός Συναγερμός και ΑΚΕΛ είχαν καταφέρει να κινηθούν εκ του ασφαλούς διατηρώντας τα κεκτημένα. Με 29,02% ο πρώτος και 27,49% το δεύτερο και εκλέγοντας και από δύο ευρωβουλευτές, ήταν για τα δύο μεγάλα κόμματα του τόπου μια τυπική εκλογική διαδικασία, ανάμεσα βουλευτικές, που τους έδινε την δυνατότητα να κοιτάξουν που στέκονται. Εξάλλου μαζί είχαν καταφέρει να συγκεντρώσουν το 56,5% των εγκύρων ψήφων. Ποσοστό που επιβεβαίωνε την ισχύ τους.
Μετά το 2004, όταν στις πρώτες ευρωεκλογές ο ΔΗΣΥ (υπό την ηγεσία Νίκου Αναστασιάδη) είχε ανατρέψει τις προβλέψεις, η πρωτιά της παράταξης σ’ αυτής της μορφής εκλογές θεωρείτο από όλους δεδομένη. Ακόμα και στο ΑΚΕΛ το παραδέχονταν. Σήμερα, ωστόσο, η γενική εκτίμηση (όπως καταγράφεται και μέσα από μετρήσεις) προβλέπεται μια αμφίρροπη μάχη ανάμεσα στους δύο μεγάλους. Ο νικητής θα κριθεί στις λεπτομέρειες:
1. Το εύρος της δυσαρέσκειας που συνεχίζει να υπάρχει εντός του Συναγερμικού κόσμου μετά τις Προεδρικές του ’23, και σε ποιο βαθμό οι παραδοσιακοί ψηφοφόροι θα επιλέξουν να «τιμωρήσουν» του κόμμα τους, έχοντας δύο επιλογές που είναι η αποχή (μαλακή τιμωρία) και ψήφιση άλλου κόμματος ή προσώπου (σκληρή τιμωρία).
2. Η δυνατότητα του ΑΚΕΛ να πάρει και σ’ αυτές τις εκλογές ψηφοφόρους πέραν του σκληρού του πυρήνα, αλλά και το πόσο πέτυχε το εγχείρημα «τουρκοκυπριακή ψήφος» (μέσω της οποίας αποκτούσε ένα συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι του αντιπάλου του).
Μια εκλογική αναμέτρηση οποία θα κατατάξει (ανεξαρτήτως ποσοστών) τα δύο κόμματα στην ίδια θέση που βρίσκονται, η ζωή θα συνεχίσει ως είχε. Μια αλλαγή της πρωτιάς σημαίνει ότι το μεν ΑΚΕΛ μετατρέπεται σε κυρίαρχο του πολιτικού παιχνιδιού (σε συνδυασμό με μια πιθανή επικράτηση στις τοπικές εκλογές που διεξάγονται επίσης σήμερα) και πλέον επίκεινται ακόμα πιο δύσκολες ημέρες στην Πινδάρου. Η Συναγερμική ηγεσία επιχείρησε ένα δυνατό ντεμαράζ τις τελευταίες ημέρες, ακριβώς για να αποτρέψει νέες δυσάρεστες καταστάσεις.
Το «απατηλό όνειρο» του τρίτου πόλου
Από τέλη του περασμένου αιώνα και για σχεδόν δύο δεκαετίες μία επαναλαμβανόμενη συζήτηση στο πολιτικό πεδίο της Κύπρου ήταν ο ενδιάμεσος χώρος και κατά πόσο στον άξονα μιας κοινής αντίληψης/θέσης στο Κυπριακό θα μπορούσε ενωμένος να αποτελέσει ένα ισχυρό τρίτο πόλο απέναντι στο δίδυμο ΔΗΣΥ-ΑΚΕΛ.
Ακόμα και τις ευρωεκλογές του ’19, Δημοκρατικό Κόμμα, ΕΔΕΚ και Δημοκρατική Παράταξη είχαν καταφέρει να συγκεντρώσουν από κοινού ένα αριθμό ψήφων που τους έδινε τη δυνατότητα να είναι ένας τρίτος πόλος. Το ΔΗΚΟ με 13,80%, η ΕΔΕΚ με 10,58% και η ΔΗΠΑ με 3,80% αποτελούσαν μια δύναμη της τάξης του 28,2% και εάν έμπαιναν στην «παρέα» και οι Οικολόγοι τότε η ισχύς του αυξανόταν κατά 3,3% και έφτανε το 31,5%.
Πέραν από κάποιες κατά καιρούς συνεργασίες τους σε προεδρικές εκλογές δεν πέτυχαν ποτέ να συνενωθούν και το όνειρο του τρίτου πόλου αποδείχθηκε απατηλό. Ωστόσο στις προεδρικές του ’23 κατάφεραν τα τρία κόμματα (ΔΗΚΟ-ΕΔΕΚ-ΔΗΠΑ) να βρεθούν στην εξέδρα του νικητή χωρίς την παρουσία κάποιου από τους δύο μεγάλους. Χωρίς ωστόσο να υπάρξει κάποια συνέχεια, και η κάθε πολιτική δύναμη τράβηξε το δικό της – κομματικό- δρόμο.
Το ΔΗΚΟ πλέον δεν αισθάνεται την άνεση της τρίτης θέσης, όπως συνέβαινε διαχρονικά σ’ όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις. Η διατήρηση της τρίτης θέσης αποτελεί για το κόμμα το διακύβευμα αυτών των εκλογών και το μεγάλο στοίχημα που καλείται να κερδίσει προσωπικά ο Νικόλας Παπαδόπουλος. Γιατί απώλεια της τρίτης θέσης σε συνδυασμό με χαμηλά ποσοστά θα είναι ένα προοίμιο μιας νέας δύσκολης περιόδου για το κεντρώο κόμμα.
Η ΕΔΕΚ αποτελεί ένα επίσης ερωτηματικό γι’ αυτές τις εκλογές καθώς θα διαφανεί εάν θα κινηθεί χαμηλά ή εάν ακόμα έχει αντοχές. Στη διάρκεια της πενταετίας καταγράφησαν ουκ ολίγα στο χώρο των σοσιαλιστών που αναμένεται να αφήσουν το στίγμα τους στο εκλογικό αποτέλεσμα.
Ο Μάριος Καρογιάν τοποθέτησε εντέχνως χαμηλά τον πήχη σ’ αυτή την εκλογική διαδικασία λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη το εκλογικό εκτόπισμα της ΔΗΠΑ. Ζητούμενο σ’ αυτή τη διαδικασία, και μέσα σε ένα περιβάλλον αρνητικό για τον ενδιάμεσο χώρο, είναι να διατηρήσει τη δύναμή του. Και παράλληλα να αποτρέψει τις πιέσεις που δεχόταν από όμορες δυνάμεις μέσα από τη λογική της «χαμένης ψήφου». Όσο δε για τους Οικολόγους, η σημερινή ψηφοφορία θα δείξει εάν η επάνοδος Γιώργου Περδίκη θα μπορεί ανατρέψει τα δεδομένα.
Η εύνοια της διαμαρτυρίας
Κοινό χαρακτηριστικό σε όλη την επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου σήμερα διεξάγονται (ή ολοκληρώνονται οι εκλογές) είναι το ευνοϊκό κλίμα που υπάρχει για την ακροδεξιά. Αυτή η τάση καταγράφεται και στην Κύπρο όπου η ακροδεξιά, όπως αυτή εκφράζεται από το ΕΛΑΜ, να κινείται μέσα σ’ ένα άκρος γ’ αυτήν ευνοϊκό κλίμα. Το ’19 έμεινε ένα βήμα από του να πετύχει το στόχο της εκλογής ευρωβουλευτή έχοντας εξασφαλίσει το 8,25%. Σήμερα, ωστόσο, όλοι θεωρούν ως δεδομένη την εκλογή ΕΛΑΜίτη ευρωβουλευτή.
Τι άλλαξε στο μεταξύ; Η στρατηγική που ακολούθησε το ακροδεξιό κόμμα της Κύπρου εκμεταλλευόμενο τις συνθήκες όπως είχαν διαμορφωθεί: α) στο χώρο του ΔΗΣΥ την περίοδο πριν και μετά τις προεδρικές του ’23 φέρνοντας προς το μέρος του παραδοσιακούς ψηφοφόρους που είτε αποστασιοποιήθηκαν ψηφίζοντας Χριστοδουλίδη είτε ενοχλήθηκαν με την ανοικτή στήριξη προς τον προεδρικό υποψήφιο του ΑΚΕΛ, και β) το μεταναστευτικό και τα όποια προβλήματα και αντιδράσεις προκαλούνται ευρύτερα μέσα στην κοινωνία.
Στο κάδρο των ευρωεκλογών υπάρχουν κι άλλες πολιτικές δυνάμεις ή σχηματισμοί που ευελπιστούν να «τσιμπήσουν» ψήφους διαμαρτυρίας από τις παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις. Το ΒΟΛΤ Κύπρου εμφανίζεται αυτή τη στιγμή να είναι βρίσκεται σε καλύτερη θέση από τους λοιπούς νεοφανείς σχηματισμούς. Η πολυσυλλεκτικότητα που φαίνεται να έχει τόσο στους Ελληνοκύπριους αλλά και στους Τουρκοκύπριους δεν αποκλείεται να του δώσει ένα καλό εκλογικό αποτέλεσμα το οποίο μπορεί να αποτελέσει γερή βάση για την μετέπειτα πορεία του κινήματος. Το δάκτυλο στο βάζο με το μέλι βάζει – τουλάχιστον κατά τις προβλέψεις – και ένας από μεμονωμένους υποψήφιους. Εάν ο Φειδίας Παναγιώτου καταφέρει τελικά να κινηθεί ψηλά τότε θα είναι κάτι πρωτοφανές για τα εκλογικά δεδομένα της Κύπρου αφού ποτέ στο παρελθόν μεμονωμένος υποψήφιος δεν κατάφερε να πάρει πέραν από μια χούφτα ψήφων.
Αντίκτυπος και στο Λόφο
Η Κύπρος, σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρώπη, έχει και την ιδιαιτερότητα του να «μην συμμετέχει» η κυβέρνηση σ’ αυτές τις εκλογές. Οι οδηγίες που έφυγαν από το Προεδρικό προς κυβερνητικά στελέχη αλλά και του κατά τόπους πυρήνες που συνεχίζουν να δραστηριοποιούνται και μετά τις προεδρικές εκλογές ήταν αρκούντως ξεκάθαρες: αποφυγή εμπλοκής στον προεκλογικό και να κρατήσουν αποστάσεις.
Φαινομενικά αυτή η προσέγγιση μπορεί να θεωρηθεί ως μια κίνηση της κυβέρνησης να μην εμπλακεί στον προεκλογικό καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Στην πράξη όμως αυτή η κίνηση βάζει τρικλοποδιά σε συγκεκριμένα κόμματα ευνοώντας κάποια άλλα. Την ώρα που το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, στο οποίο ο Νίκος Χριστοδουλίδης ανήκει, δίνει μια μάχη και ζητούσε τη στήριξη όλων.
Η «αμέτοχη» στάση της κυβέρνησης σ’ αυτές τις εκλογές δεν σημαίνει και κάτι επί της ουσίας, και ούτε αυτό θα επιμετρήσει αύριο-μεθαύριο όταν θα επισημοποιηθεί το αποτέλεσμα. Αντίθετα οι κυβερνητικοί πονοκέφαλοι θα έρθουν μετεκλογικά και θα είναι από τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις: (α) Κάποιοι στα κόμματα της συγκυβέρνησης είναι έτοιμοι από καιρό να θέσουν φορτώσουν το όποιο εκλογικό αποτέλεσμα στη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση Χριστοδουλίδη, (β) Μια αρνητική εκλογική εξέλιξη για τον ΔΗΣΥ θεωρείται σίγουρο ότι θα ενισχύσει τις δυνάμεις εκείνες που θεωρούν ότι η πτώση οφείλεται και στη μη ξεκάθαρη αντιπολιτευτική στάση του κόμματος, και θα ενισχυθούν οι δυνάμεις εκείνες που απαιτούν ορατή και συνάμα σκληρή αντιπολίτευση προς την κυβέρνηση, και (γ) Μια γενική επικράτηση του ΑΚΕΛ (σε ευρωεκλογές και τοπική αυτοδιοίκηση) θα οδηγήσει σε μια εφ’ όλης της ύλης αντιπαράθεση.
Το κομματικό πεδίο όπως θα διαμορφωθεί μετεκλογικά θα τεστάρει σε μεγάλο βαθμό και τις αντοχές της κυβέρνησης Χριστοδουλίδη η οποία δεν αποκλείεται να κληθεί να βρει λύσεις μέσα σ’ ένα «εχθρικό περιβάλλον». Η λογική του «δεν έχουν άλλες επιλογές» και θα ψηφίσουν αυτά που παίρνει στη βουλή η κυβέρνηση, μάλλον θα πρέπει να αναθεωρηθούν σε περίπτωση αλλαγής του πολιτικού χάρτη της Κύπρου. Γιατί μπορεί ναι μεν οι ευρωεκλογές δεν διαφοροποιούν τους συσχετισμούς δυνάμεων εντός της βουλής, αλλά σίγουρα μπορεί να διαφοροποιήσουν τις τάσεις πολλών. Και είναι αυτό που μπορεί να φέρει την κυβέρνηση Νίκου Χριστοδουλίδη προ δυσκολιών στο εσωτερικό και χωρίς να μπαίνει καν το Κυπριακό στο κάδρο. Γιατί και εκεί οι εξελίξεις θα είναι κάτι που θα τεστάρει τις κυβερνητικές αντοχές.