Σε τουλάχιστον δυο περιπτώσεις η Κύπρος παρουσιάζεται σε πρακτικά διαπραγμάτευσης να είναι θετική στην προσθήκη της αμφιλεγόμενης πρόνοιας για παρακολούθηση ηλεκτρονικών συσκευών δημοσιογράφων, όταν κατά την κρίση κυβερνητικών υπηρεσιών τίθενται λόγοι εθνικής ασφαλείας.
Τα εν λόγω πρακτικά αποτυπώνουν περιεχόμενο συζητήσεων που έγιναν στις 22 του περασμένου Νοεμβρίου για τον υπό προώθηση ευρωπαϊκό κανονισμό που ρυθμίζει την Ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης της Ευρώπης (European Media Freedom Act -EMFA) και συγκεκριμένα τις πρόνοιες υπό τις οποίες μπορεί να τεθεί νόμιμα υπό παρακολούθηση ένας λειτουργός του γραπτού και ηλεκτρονικού Τύπου. Καταγράφουν θέσεις των ευρωπαϊκών κρατών για την επίμαχη προσθήκη περί «εθνικής ασφαλείας» (μετά από πρόταση της Γαλλίας). Το σχετικό κείμενο έχει διαρρεύσει, ενώ τέθηκε ενώπιον του «Φ».
Στο έγγραφο, λοιπόν, σημειώνεται, μεταξύ άλλων, για την επίμαχη προσθήκη στο άρθρο 4 του κανονισμού: « (…) εξέφρασαν την ίδια άποψη Ιταλία, Κύπρος, Ελλάδα, Σουηδία, καθώς και Φινλανδία και Μάλτα, ιδίως όσον αφορά τη διατήρησή του». Σε άλλο σημείο, πάντα σε ό,τι αφορά το επίμαχο θέμα που επιτρέπει την παρακολούθηση δημοσιογράφων εφόσον κριθεί ότι συντρέχουν λόγοι εθνικής ασφάλειας, η Κύπρος μαζί με τη Γαλλία και τη Φινλανδία, παρουσιάζονται να μην είναι ελαστικές αναφορικά με το ενδεχόμενο να αφαιρεθεί η πρόνοια περί «εθνικής ασφαλείας».
Πληθώρα δημοσιευμάτων ευρωπαϊκών ΜΜΕ αναφέρουν τα ίδια για τη στάση που τήρησε η Κύπρος μαζί με άλλες έξι ευρωπαϊκές χώρες (Ιταλία, Γαλλία, Κύπρος, Ελλάδα, Μάλτα, Σουηδία και Φινλανδία). Σχετικά ρεπορτάζ φιλοξενούνται στις ιστοσελίδες Euobserver, Ζeit.de, DerStandard.at, Disclose, Infolibre.es και Times Of Malta.
Όπως ανέφερε χθες ο «Φ», οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των τριών αρμόδιων οργάνων της ευρωπαϊκής Ένωσης (τρίλογος) για τον κανονισμό που ρυθμίζει την Ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης της Ευρώπης(European Media Freedom Act -EMFA), είναι στο τελικό στάδιο. Στις καθοριστικές αυτές επαφές συμμετέχουν το Συμβούλιο της Ευρώπης, το Ευρωκοινοβούλιο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Η τελική συζήτηση μεταξύ των αρμόδιων οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα γίνει την προσεχή Παρασκευή. Εφόσον ο συγκεκριμένος ευρωπαϊκός κανονισμός λάβει έγκριση, θα υπερισχύει των εθνικών νομοθεσιών των κρατών-μελών της ΕΕ.
Αυτό που ανησυχεί δεν είναι μόνο το γεγονός ότι σε ένα νομοθέτημα που προοριζόταν να διασφαλίσει την ελευθεροτυπία γίνεται ρητή αναφορά για παρακολούθηση ηλεκτρονικών συσκευών δημοσιογράφων (έστω υπό πέντε προϋποθέσεις). Όπως σημειώσαμε και χθες, η ανησυχία εντείνεται από την προσθήκη πρόνοιας που φέρεται να προώθησε η Γαλλία και αναφέρει: «Το παρόν άρθρο δεν θίγει την ευθύνη των κρατών-μελών για την προστασία της εθνικής ασφάλειας». Ακριβώς η πιο πάνω αναφορά εγείρει συζητήσεις στον δημοσιογραφικό κόσμο. «Ποιος καθορίζει πότε τίθεται θέμα εθνικής ασφάλειας; Ποια είναι η ερμηνεία αυτής της αναφοράς;», είναι ερωτήματα που θέτουν δημοσιογράφοι με τους οποίους μιλήσαμε. Όπως γίνεται αντιληπτό, το θέμα που τίθεται από δημοσιογράφους διεθνώς είναι ότι η ερμηνεία μπορεί να γίνεται κατά το δοκούν από κυβερνητικές υπηρεσίες.
Πάντως, η Κυπριακή Δημοκρατία ξεκαθάρισε χθες με επίσημο τρόπο ότι οι προαναφερθείσες αναφορές για τη στάση της Κύπρου και η επίκληση στο πρακτικό, αποτελούν προϊόν παρανόησης. Ο κυβερνητικός Εκπρόσωπος, Κωνσταντίνος Λετυμπιώτης, στη χθεσινή καθιερωμένη συνάντησή του με τους δημοσιογράφους, κι αναφερόμενος στο χθεσινό πρωτοσέλιδο δημοσίευμα του «Φ», στο οποίο καταγράφονταν τα ευρήματα Ευρωπαίων δημοσιογράφων, είπε: «Έχει διαρρεύσει ένα πρακτικό το οποίο δεν αποτυπώνει την τοποθέτηση της Κυπριακής Δημοκρατίας και θα ήταν ορθότερο να ζητηθεί και η επίσημη τοποθέτηση γιατί θα μπορούσε να αποφευχθεί η παρανόηση από την αρχή».
Εδώ να σημειωθεί ότι ο «Φ» προχθές έθεσε τις πληροφορίες για τη στάση της Κυπριακής Δημοκρατίας υπόψιν της εκπρόσωπου του υπουργείου Παιδείας και του υφυπουργείου Πολιτισμού στην Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η τελευταία εξέφραζε και τις θέσεις της κυπριακής κυβέρνησης στις επίμαχες συζητήσεις. Αναφέραμε, συγκεκριμένα, ότι η Κύπρος παρουσιάζεται να τάσσεται υπέρ της αμφιλεγόμενης πρόνοιας για παρακολούθηση δημοσιογράφων για λόγους εθνικής ασφαλείας. Δεν μας απάντησε. Αρκέστηκε να αναφέρει ότι η Κύπρος ακολούθησε με την πλειονότητα των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης τη γραμμή της ισπανικής προεδρίας.
Σε άλλο σημείο των τοποθετήσεών του, ο κ. Λετυμπιώτης, διαβεβαίωσε ότι «αυτό που η Κυπριακή Δημοκρατία έχει συζητήσει είναι την περαιτέρω θωράκιση των λειτουργών των ΜΜΕ και των ιδίων των ΜΜΕ». Ο κ. Λετυμπιώτης έδωσε εντελώς διαφορετική εικόνα για τη στάση της Κύπρου στη συνεδρίαση της 22ας Νοεμβρίου: «Για να είμαστε συγκεκριμένοι, στη συνεδρία της Επιτροπής στις 22 Νοεμβρίου, η Κυπριακή Δημοκρατία, μαζί με την ισπανική προεδρία, στήριξε τη συμπερίληψη των εξής δύο δικλίδων ασφαλείας υπέρ των δημοσιογράφων. Το πρώτο είναι η υποχρέωση εξασφάλισης προηγούμενης δικαστικής εξουσιοδότησης για θέματα παρακολούθησης και δεύτερο, την υποχρέωση περιοδικής αναθεώρησης της χρήσης παρεμβατικού λογισμικού. Και στην Κυπριακή Δημοκρατία υπάρχουν πολύ συγκεκριμένες πρόνοιες της νομοθεσίας που πρέπει να άπτονται ζητημάτων εθνικής ασφάλειας και τρομοκρατίας (…) θα πρέπει να υπάρχουν τεκμηριωμένα στοιχεία ότι ο οποιοσδήποτε θα μπορεί να συμβάλλει στην απειλή της εθνικής ασφάλειας ή τρομοκρατικών επιθέσεων για να τεθεί σε εφαρμογή αυτή η πρόνοια».
Ο κυβερνητικός Εκπρόσωπος, λίγο πριν ολοκληρώσει τις αναφορές του για το εν λόγω θέμα, έκανε πάλι λόγο για κακή ερμηνεία των θέσεων της Κύπρου: «Αυτό το οποίο συζητούμε είναι η αποσπασματική περιθωριοποίηση πτυχής μιας μεγάλης προσπάθειας που γίνεται από πλευράς ΕΕ ως προς την προστασία και την ανεξαρτησία των ΜΜΕ, πτυχή που δεν αποδίδεται ορθά ως προς τη θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας, αφού ακριβώς το αντίθετο έχει εκφράσει».
Γ.Φράγκος: «Γενικά και αόριστα επικαλείται λόγους εθνικής ασφαλείας»
Έντονος ήταν ο πρόεδρος της Ένωσης Συντακτών, Γιώργος Φράγκος, σε χθεσινές δηλώσεις του στον «Φ» για το επίμαχο άρθρο του κανονισμού. Δήλωσε συγκεκριμένα: «Η Ένωση Συντακτών από θέσεις αρχής κινούμενη εδώ και πέρα από έναν χρόνο, ενώ άρχισε να κυοφορείται η εν λόγω πράξη που θα ψηφίσει το Ευρωκοινοβούλιο την Παρασκευή, με συντονισμένες ενέργειες, μέσω της Διεθνούς και Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων, στις οποίες ανήκει, προσπάθησε να αποτρέψει την υιοθέτηση της επίμαχης πρόνοιας. Και αναφέρομαι στο άρθρο 4 που γενικά και αόριστα επικαλείται λόγους εθνικής ασφαλείας, προκειμένου τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα δημοσιογράφων να τυγχάνουν παρακολούθησης.
Οι ούτω καλούμενες ασφαλιστικές δικλίδες που τίθενται, ουδόλως διασκεδάζουν τις ανησυχίες μας. Αντιθέτως, τυχόν υιοθέτηση της πιο πάνω ρύθμισης δημιουργεί δυνητικούς κινδύνους για την ελευθεροτυπία και τη διερευνητική δημοσιογραφία. Δεν είναι η πρώτη φορά που οι δημοσιογράφοι υπήρξαν θύματα υπερβάλλοντα ζήλου ή τυπολατρικής εφαρμογής κανονιστικών διατάξεων. Όλη η δημοσιογραφική κοινότητα της Ευρώπης, δεκάδες δημοσιογραφικές Ενώσεις που ανήκουν στις δυο Ομοσπονδίες, τάσσονται αναφανδόν ενάντια στην συγκεκριμένη ρύθμιση. Αυτό πρεσβεύουμε κι εμείς.
Με λύπη σημειώνουμε ότι στις χώρες που παρουσιάζονται ως οι πιο ένθερμοι θιασώτες του επίμαχου άρθρου συγκαταλέγεται και η Κύπρος, μαζί με την Ελλάδα, τη Φινλανδία, τη Γαλλία, την Ιταλία, τη Σουηδία και τη Μάλτα. Εξάλλου, η Κύπρος δεν έχει και την καλύτερη έξωθεν μαρτυρία επί τούτου. Ας μην ξεχνάμε ότι στο πολύ πρόσφατο παρελθόν η χώρα μας κατηγορήθηκε ως εξαγωγέας λογισμικών παρακολούθησης». Η Ένωση Συντακτών Κύπρου με ανακοίνωση που είχε εκδώσει στις 11 Σεπτεμβρίου, είχε απορρίψει «τη θέση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σχετικά με την Ευρωπαϊκή Πράξη για την Ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης (EMFA)». Σημείωνε και τότε ότι «η αόριστη επίκληση των “κινδύνων εθνικής ασφάλειας” μπορεί να καταστήσει ανεφάρμοστο το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Έντονη ανησυχία της Επιτροπής Δεοντολογίας
Το χθεσινό πρωτοσέλιδο δημοσίευμα του «Φ» προκάλεσε και την αντίδραση της Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας (ΕΔΔ), η οποία εξέφρασε «την έντονη ανησυχία της για τις πληροφορίες που δημοσιεύονται σήμερα (σ.σ. χθες) στην εφημερίδα “Ο Φιλελεύθερος”, σύμφωνα με τις οποίες η Κύπρος στηρίζει την “πρωτοφανή” πρόνοια για παρακολουθήσεις δημοσιογράφων, από κυβερνητικές υπηρεσίες πληροφοριών». Προσθέτει ότι με δεδομένες τις πληροφορίες που δημοσιεύονται, θα συζητήσει τρόπους παρέμβασης προς την Προεδρία της Δημοκρατίας, τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες και τους ευρωβουλευτές, «ώστε η Κύπρος να τερματίσει άμεσα την στήριξη της πρωτοφανούς αυτής πρόνοιας (…)». Η ΕΔΔ σημειώνει ότι έχει ενώσει τη φωνή της με άλλα Συμβούλια Τύπου στην ΕΕ, τα οποία στηρίζουν τις προσπάθειες να αποτραπεί συμπερίληψη της συγκεκριμένης αναφοράς στο τελικό κείμενο.