Εδώ και λίγες ημέρες, η κυβέρνηση των ΗΠΑ ανακοίνωσε επιβολή εμπορικών δασμών σε αρκετές χώρες ανά το παγκόσμιο, ανάμεσα τους και η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Παρά το γεγονός ότι η εξέλιξη των πραγμάτων ακολουθεί μια δυναμική διαδικασία και τα δεδομένα είναι ρευστά, αναμφίβολα ένας εμπορικός πόλεμος θα πλήξει αρκετές χώρες.
Οι αρχικοί δασμοί οι οποίοι ανακοινώθηκαν από τον Αμερικανό πρόεδρο διαφέρουν αναλόγως και του εμπορικού ελλείμματος των ΗΠΑ με άλλα κράτη. Στην περίπτωση της ΕΕ, οι αρχικές ανακοινώσεις επιβολής εμπορικών δασμών είναι της τάξης του 20%. Αυτό ουσιαστικά σημαίνει πως τα ευρωπαϊκά προϊόντα τα οποία εξάγονται από τα κράτη μέλη της ΕΕ θα είναι αυτομάτως κατά 20% υψηλότερα σε ό,τι αφορά την τελική τους τιμή, συγκριτικά με το τι ισχύει μέχρι σήμερα. Είναι ξεκάθαρο πως τα ευρωπαϊκά προϊόντα θα είναι πιο ακριβά ή λιγότερο ανταγωνιστικά σε οικονομικούς όρους και ενδεχομένως όχι τόσο προσιτά για το μέσο αμερικανικό νοικοκυριό. Ακολούθησε την περασμένη Τετάρτη νέα απόφαση από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, βάσει της οποίας για τις επόμενες 90 ημέρες οι πρόσθετοι τιμωρητικοί δασμοί -και για τις χώρες της ΕΕ- θα είναι 10%, μέχρι να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις για κάποια συμφωνία.
Οι σχέσεις ΗΠΑ – ΕΕ
Για το 2024, το εμπορικό έλλειμμα των Ηνωμένων Πολιτειών προς την ΕΕ ανερχόταν περίπου στα 235 δισ. ευρώ. Οι εισαγωγές ευρωπαϊκών προϊόντων από τις ΗΠΑ ήταν πολύ υψηλότερες από τις εξαγωγές. Ειδικότερα, οι εισαγωγές ευρωπαϊκών προϊόντων στις ΗΠΑ για το 2024 ανέρχονταν στα 605 δισ. ευρώ, ενώ οι εξαγωγές αμερικανικών προϊόντων προς την ΕΕ ανέρχονταν στα 370 δισ. ευρώ.
Επομένως, αυτό που είναι σημαντικό να τονίσουμε είναι πως οι χώρες οι οποίες θα πληγούν άμεσα από την επιβολή των εμπορικών δασμών εκ μέρους των ΗΠΑ είναι τα κράτη μέλη της ΕΕ τα οποία έχουν εμπορικό πλεόνασμα με τις ΗΠΑ.
Αρκετά κράτη μέλη της ΕΕ με ισχυρό εξαγωγικό προσανατολισμό έχουν και εμπορικό πλεόνασμα με τις ΗΠΑ. Μεταξύ αυτών και οι μεγαλύτερες οικονομίες της ΕΕ, όπως είναι η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία. Διαχρονικά, οι ΗΠΑ διατηρούσαν εμπορικό έλλειμα με τις προαναφερθείσες χώρες καθώς οι χώρες αυτές εξήγαγαν πολύ περισσότερα προϊόντα απ’ ότι εισήγαγαν από τις ΗΠΑ.
Επομένως, η επιβολή δασμών της τάξης του 20% (ή έστω 10% για το επόμενο τρίμηνο) θα πλήξει τον εξαγωγικό τους τομέα και κατ’ επέκταση το ΑΕΠ τους. Το ίδιο ισχύει και για τις χώρες της Βόρειας Ευρώπης αλλά και κάποιες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης οι οποίες επίσης διαχρονικά διατηρούσαν εμπορικό πλεόνασμα με τις ΗΠΑ.
Οι κυπριακές εξαγωγές
Ακριβώς επειδή κάποιες χώρες της ΕΕ έχουν εμπορικό πλεόνασμα με τις ΗΠΑ ενώ άλλες χώρες εμπορικό έλλειμα, η επιβολή εμπορικών δασμών από τις ΗΠΑ αναμένεται να πλήξει κάποια κράτη μέλη της ΕΕ πιο πολύ και δυσανάλογα, συγκριτικά με άλλα κράτη. Στην περίπτωση της Κύπρου, η χώρα μας διαχρονικά είχε εμπορικό έλλειμα με τις ΗΠΑ. Δηλαδή, εξάγουμε λιγότερα κυπριακά προϊόντα απ’ ότι εισάγουμε αμερικανικά προϊόντα.
Συγκεκριμένα, το 2024 η αξία των κυπριακών εξαγωγών στις ΗΠΑ ανερχόταν με βάση τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας Κύπρου στα 53,3 εκ. ευρώ, ενώ η συνολική αξία των εισαγωγών αμερικανικών προϊόντων στη χώρα μας ήταν στα 246 εκ. ευρώ.
Οι κυπριακές εξαγωγές στις ΗΠΑ επικεντρώνονται κυρίως σε προϊόντα τα οποία έχουν να κάνουν κυρίως με τη ναυτιλία και τη γεωργία. Περίπου 30 εκ. ευρώ αφορούν κυπριακές εξαγωγές προϊόντων που σχετίζονται με τη ναυτιλία. Επομένως, οι άμεσες επιπτώσεις από την επιβολή εμπορικών δασμών εκ μέρους των ΗΠΑ, στην Κύπρο δεν αποκλείονται, όμως δεν αναμένεται να είναι ουσιαστικές.
Έμμεσες επιπτώσεις
Ωστόσο, υπάρχουν και οι έμμεσες επιπτώσεις, τις οποίες κανένας δεν μπορεί να εκτιμήσει με ακρίβεια. Μια ενδεχόμενη έμμεση επίπτωση έχει να κάνει με το πλήγμα που θα επιφέρουν οι εμπορικοί δασμοί, τόσο στη συνολική ευρωπαϊκή οικονομία, όσο και σε κάθε κράτος μέλος της ΕΕ ξεχωριστά, με το οποίο η Κύπρος έχει ισχυρές οικονομικές σχέσεις.
Για παράδειγμα, ένα πλήγμα στη γερμανική και γαλλική οικονομία θα οδηγήσει σε συρρίκνωση του ΑΕΠ των χωρών αυτών των οποίων η ανάπτυξη ήταν ήδη υποτονική. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, τα εισοδήματα των Γερμανών, Γάλλων και άλλων Ευρωπαίων πολιτών θα συρρικνωθούν, θα περιορίσουν τις καταναλωτικές τους δαπάνες και ενδεχομένως το πλήγμα στις κυπριακές εξαγωγές σε κράτη μέλη της ΕΕ να είναι αρνητικό.
Άνοδος τιμών
Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο το οποίο πρέπει να αναφερθεί είναι και το ζήτημα της αύξησης του πληθωρισμού. Δυστυχώς, ο εμπορικός προστατευτισμός μέσω της επιβολής δασμών θα οδηγήσει σε αύξηση των τιμών.
Τα αμερικανικά προϊόντα στην Ευρώπη θα γίνουν πιο ακριβά. Μια ενδεχόμενη επιβολή δασμών από την ΕΕ σε αμερικανικά προϊόντα θα πλήξει κυρίως τους καταναλωτές στις χώρες οι οποίες εισάγουν αμερικανικά προϊόντα.
Όπως αναφέραμε και πιο πάνω στην περίπτωση της Κύπρου, η αξία των αμερικανικών εισαγωγών στη χώρα μας για το 2024 είναι της τάξης των 246 εκ. ευρώ και εξ αυτών 152 εκ. ευρώ αφορούν εισαγωγές για εξαρτήματα αεροσκαφών.
Ωστόσο, ένας εγχώριος παραγωγός ή μεταπωλητής ο οποίος εισάγει στην πρώτη περίπτωση πρώτες ύλες από τις ΗΠΑ και στη δεύτερη προϊόντα από τις ΗΠΑ για πώληση στην εγχώρια αγορά, προφανώς θα μετακυλήσει το αυξημένο κόστος στην τελική τιμή πώλησης και επομένως στον καταναλωτή. Πέραν από τις εισαγωγές εξαρτημάτων και ανταλλακτικών αεροσκαφών από τις ΗΠΑ, η κυπριακή οικονομία εισάγει και άλλα προϊόντα σε μικρότερη αξία.
Η ανησυχία για τον τουρισμό
Ένας άλλος τομέας που ενδεχομένως να πληγεί είναι αυτός του τουρισμού, όπου μια πιθανή συρρίκνωση των εισοδημάτων των Ευρωπαίων πολιτών μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένες τουριστικές ροές, δαπάνες και διανυκτερεύσεις.
Ωστόσο, θα πρέπει να τονίσουμε πως, στην περίπτωση της τουριστικής βιομηχανίας, σημαντικό μέρος των τουριστικών αφίξεων μας προέρχεται από το Ηνωμένο Βασίλειο, στο οποίο οι αμερικανικοί δασμοί είναι της τάξης του 10% και όχι 20% όπως ήταν η αρχχική απόφαση του Τραμπ για τα κράτη μέλη της ΕΕ. Με τη νέα απόφαση, της περασμένης Τετάρτης, για τις επόμενες 90 ημέρες θα είναι 10% και ο πρόσθετος δασμός που θα επιβαρύνει ευρωπαϊκά προϊόντα που θα εξάγονται στις ΗΠΑ. Για το ίδιο διάστημα δεν θα ισχύσουν ούτε οι δεσμοί-αντίμετρα που είχε ανακοινώσει η ΕΕ την Τετάρτη.
Προστασία χαμηλόμισθων και ευάλωτων
Με βάση τα μέχρι στιγμής στοιχεία, η αξία των εισαγωγών και εξαγωγών αμερικανικών προϊόντων στην κυπριακή οικονομία δεν είναι μεγάλη και η οποιαδήποτε άμεση επίπτωση θα είναι ελεγχόμενη.
Την ίδια ώρα, όμως, δεν μπορεί να παραγνωρίσει κανείς τις επιπτώσεις του έμμεσου αντικτύπου από την ταυτόχρονη επιβολή εμπορικών δασμών μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ.
Το διμερές εμπόριο μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ μετά την επιβολή εμπορικών δασμών αναμένεται να συρρικνωθεί. Αυτό θα πλήξει πρωτίστως τους εγχώριους παραγωγούς και δη στην περίπτωση της Ευρώπης τα κράτη μέλη της ΕΕ, τα οποία εξάγουν σημαντικό μέρος των προϊόντων τους στην αμερικανική αγορά. Αυτό αναμένεται να οδηγήσει σε μείωση εισοδημάτων των εργαζομένων και σε αλυσιδωτές αρνητικές επιπτώσεις στις εθνικές οικονομίες.
Την ίδια ώρα, θα πρέπει να ληφθούν μέτρα προστασίας των καταναλωτών από ενδεχόμενες αυξήσεις τιμών σε προϊόντα. Δυστυχώς, δεν είναι η πρώτη φορά στην Κύπρο που παρατηρείται το φαινόμενο της αδικαιολόγητης αύξησης τιμών σε προϊόντα όταν οι συνθήκες ευνοούν τέτοια φαινόμενα, όπως βιώσαμε στη μετά-πανδημική κρίση. Και δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η κερδοφορία των επιχειρήσεων ως προς το ΑΕΠ με βάση τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας για τα έτη 2021 και 2022 ανήλθε σε επίπεδα ρεκόρ ενώ την ίδια ώρα οι απολαβές των εργαζομένων συρρικνώθηκαν.
Αυτή τη στιγμή είναι ώρα η κυβέρνηση να εφαρμόσει τις αναγκαίες πολιτικές οι οποίες θα προστατεύσουν τα εισοδήματα των χαμηλόμισθων και των ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού μέσω της διασύνδεσης τέτοιων πολιτικών με το κόστος διαβίωσης και ιδιαίτερα με το Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.
Θα πρέπει να γίνεται συνεχής παρακολούθηση τιμών από τις αρμόδιες υπηρεσίες ώστε να μην υπάρξουν αδικαιολόγητες και ατεκμηρίωτες αυξήσεις προϊόντων από τις επιχειρήσεις. Εκεί και όπου διαπιστώνονται αδικαιολόγητες αυξήσεις τιμών το κράτος θα πρέπει να επιβάλει και τις ανάλογες ποινές.
Ταυτόχρονα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα πρέπει να δρομολογηθούν πολιτικές και πρωτοβουλίες στο πρότυπο του προγράμματος SURE κατά τη διάρκεια της πανδημικής κρίσης, που στόχο είχε τη στήριξη των εργαζομένων και της απασχόλησης. Είναι ειδικά σε τέτοιες περιόδους κρίσεων που τέτοιες πρωτοβουλίες και πολιτικές θα έχουν ουσιαστικό ρόλο και σκοπό, ώστε να προστατευθούν οι εργαζόμενοι από ατυχείς πολιτικές αποφάσεις οι οποίες προκαλούν αρνητικό αντίκτυπο στην αγορά εργασίας.
*Υπεύθυνος Τμήματος Οικονομικών Μελετών ΣΕΚ