Απαιτείται ψυχραιμία και υπομονή για τους ιδιοκτήτες φωτοβολταϊκών συστημάτων οικιακής χρήσης, με ripple control (τηλεχειρισμός για αυτόματη αποσύνδεση από τους Διαχειριστές Μεταφοράς και Διανομής), υποδεικνύει με δημόσια παρέμβασή του οπρόεδρος του ΕΤΕΚ Κωνσταντίνος Κωνσταντή.

«Οι ιδιοκτήτες των οικιακών συστημάτων διαμαρτύρονται και όχι αδικαιολόγητα. Απαιτείται όμως ψυχραιμία και υπομονή», αναφέρει σε σημερινό του άρθρο.

Και προσθέτει: «Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι για να έχει κάποιος μια αξιόπιστη εικόνα για το όφελος του φωτοβολταϊκού του συστήματος, πρέπει να αξιολογήσει τη λειτουργία του για τουλάχιστον 12 μήνες. Και αυτό γιατί, για έξι έως οκτώ μήνες, περίοδος κατά την οποία παρουσιάζεται υψηλή ζήτηση ενέργειας, όχι μόνο δεν θα έχει αποκοπές, αλλά θα πιστώνεται κιλοβατώρες τις οποίες θα συμψηφίσει τους επόμενους μήνες. Προφανώς, για να αξιολογηθεί κατά πόσο η επένδυσή του ήταν συμφέρουσα θα πρέπει να εξετάσει τη συνολική διάρκεια ζωής του φωτοβολταϊκού. Ακόμη και αν θεωρηθεί ότι οι αποκοπές θα παραμείνουν και σταδιακά θα αυξάνονται όσο αυξάνεται η διείσδυση των ΑΠΕ, το φωτοβολταϊκό στέγης για ιδιοκατανάλωση εξακολουθεί, γενικά, να είναι μια συμφέρουσα επένδυση. Απλώς, ο χρόνος απόσβεσής του, αντί για τρία με τέσσερα χρόνια, θα είναι πέντε με έξι».

Οι μισοί καταναλωτές;

Σε άλλο σημείο, ο πρόεδρος του ΕΤΕΚ επισημαίνει: «Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε τον κόσμο που είτε αδυνατεί είτε δεν είναι εφικτό να εγκαταστήσει φωτοβολταϊκά. Μιλάμε για περισσότερο από το 50% του πληθυσμού της χώρας μας. Συμβαίνει επίσης και το εξής: H διείσδυση των ΑΠΕ, συμπεριλαμβανομένου του συμψηφισμού της ενέργειας που παράγεται και της ενέργειας που καταναλώνεται (net metering), δημιουργεί αφανές κόστος (externalities) σε καταναλωτές που δεν έχουν φωτοβολταϊκό σύστημα, καθώς αυξάνει την τιμή της συμβατικής κιλοβατώρας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η μείωση του βαθμού χρήσης των συμβατικών μονάδων παραγωγής ενέργειας. Θέση μας είναι ότι το κράτος οφείλει να μεριμνήσει και γι’ αυτούς τους πολίτες ή καλύτερα πρώτα γι’ αυτούς».

Και προτείνει: «Οι ενεργειακές κοινότητες οι οποίες θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν οικονομίες κλίμακας αλλά και λύσεις αποθήκευσης θα μπορούσαν να είναι μια διέξοδος, αλλά έχουμε κάνει βήματα προς αυτή την κατεύθυνση;».

Για το πολυσυζητημένο θέμα των ημερών, για την αποθήκευση πράσινης ενέργειας, ο κ. Κωνσταντή επισημαίνει: «Όσον αφορά την αποθήκευση, εννοείται πως είμαστε θετικοί. Αλλά τόση όση απαιτείται και όπως πρέπει, ειδικά αν πρόκειται να επιδοτηθεί από τον φορολογούμενο. Διαφορετικά, θα πρέπει να εξηγηθεί γιατί ο φορολογούμενος ή ο καταναλωτής που δεν έχει φωτοβολταϊκό σύστημα θα πρέπει να επιδοτεί ή να πληρώνει ακριβότερο ρεύμα για να μειωθούν οι αποκοπές των μεγάλων εμπορικών ΑΠΕ που πωλούν στην τιμή της ΑΗΚ, ανεξαρτήτως του κόστους τους, ή για να μην έχουν καθόλου αποκοπές τα μικρά φωτοβολταϊκά στέγης. Απαιτείται, δηλαδή, να υπάρχει ισορροπία.

»Κάτι το οποίο χρήζει ιδιαίτερης προσοχής είναι η όλη συζήτηση να μην οδηγήσει σε πολιτική υπερ-επιδότησης και αλόγιστη εγκατάσταση οικιακών μπαταριών (συσσωρευτών). Αυτό δεν είναι κάτι που αφορά την οικονομική πτυχή του θέματος αλλά τους κινδύνους έκρηξης ή ανάφλεξης του συστήματος, εάν δεν τηρούνται αυστηρά οι οδηγίες συντήρησης. Εκτός εάν κάποιοι θεωρούν ότι από τη μία μέρα στην άλλη τα νοικοκυριά θα αποκτήσουν κουλτούρα σχολαστικής συντήρησης αυτού του είδους εξοπλισμού».