Ασκήσεις επί χάρτου και σενάρια επί σεναρίων για τα μέλη της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών, προτού κλειδώσουν αύριο Δευτέρα την τελική φόρμουλα με την οποία θα καταργήσουν τις πολλαπλές συντάξεις στους κρατικούς αξιωματούχους, σε μια προσπάθεια να αρθούν οι στρεβλώσεις που παρατηρούνται εδώ και δεκαετίες.

Παρόλο που στην αυριανή συνεδρία της Επιτροπής θα τεθούν ξανά προς συζήτηση τα δύο νομοσχέδια που κατέθεσε το ΥΠΟΙΚ για να παραχωρούνται εφάπαξ φιλοδωρήματα στους κρατικούς αξιωματούχους όταν αποχωρούν από τη θέση τους, τα οποία θα φορολογούνται με 15%, είναι δεδομένο πως αυτά δεν θα περάσουν τον σκόπελο της Βουλής.

Η συζήτηση θα διεξαχθεί παρουσία του υπουργού Οικονομικών Μάκη Κεραυνού, ο οποίος θα επιχειρήσει να διασκεδάσει τις ανησυχίες που εξέφρασαν οι βουλευτές επί των νομοσχεδίων και παράλληλα θα προτάξει τα οφέλη που θα προκύψουν από τις κυβερνητικές προτάσεις, όπως υποστηρίζουν ο ίδιος και οι συνεργάτες του.

Προχωρούν με προτάσεις νόμου

Όπως δείχνουν τα δεδομένα, οι βουλευτές αφού βάλουν στα συρτάρια τα νομοσχέδια της Κυβέρνησης, θα προωθήσουν κάποιες από τις προτάσεις νόμου των κομμάτων, από τις δώδεκα που εκκρεμούν στη Βουλή εδώ και χρόνια.

Οι εισηγητές των προτάσεων νόμου θεωρούν πως με τις δικές τους προτάσεις θα καλύπτονται με περιορισμούς και οι υφιστάμενοι κρατικοί αξιωματούχοι, κάτι το οποίο απαιτούσαν εδώ και καιρό. Άλλωστε, η απουσία ρύθμισης από τα νομοσχέδια για τους υφιστάμενους αξιωματούχους αποτελεί τον βασικό λόγο για τις έντονες αντιδράσεις που υπάρχουν από τα κόμματα, περιλαμβανομένου και των συγκυβερνώντων.

Ο υπουργός Οικονομικών έχει διαμηνύσει πολλές φορές πως, λόγω του δικαστικού προηγούμενου, δεν μπορούν να υπάρξουν ρυθμίσεις για τους σημερινούς αξιωματούχους, καθώς κάτι τέτοιο θα ήταν αντίθετο το Σύνταγμα και θα οδηγούσε σε ακύρωση της όποιας νομοθεσίας θα ψηφιζόταν. Κάτι το οποίο είχε υποδείξει αρκετές φορές η Νομική Υπηρεσία σε διάφορες γραπτές νομικές γνωματεύσεις προς το Υπουργείο Οικονομικών.

Στόχος των μελών της Επιτροπής Οικονομικών είναι το ζήτημα με τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα των κρατικών αξιωματούχων να κλείσει πριν από το Πάσχα.

Κλειδώνουν τα σημερινά ωφελήματα

Επί της ουσίας, η σύνταξη που θα κερδηθεί από τους υπουργούς, υφυπουργούς, βουλευτές και δημάρχους από την 1.6.2026 και μετέπειτα θα καταβάλλεται στο 65ο έτος της ηλικίας τους (αυτή που θεμελιώθηκε προ της ημερομηνίας αυτής θα καταβάλλεται στο 60ο έτος, όπως προβλέπει σήμερα η νομοθεσία).

Εξάλλου, για πρόσωπα που λαμβάνουν σύνταξη λόγω υπηρεσίας στα αξιώματα του Προέδρου της Δημοκρατίας, Προέδρου της Βουλής, υπουργού, υφυπουργού και βουλευτή, ήδη προβλέπεται στη νομοθεσία ότι αυτή αναστέλλεται αν διοριστούν σε άλλο δημόσιο αξίωμα ή θέση στην Κύπρο και αυτό αφορά και σύνταξη που θεμελίωσαν πριν το νέο νόμο, στο συγκεκριμένο αξίωμα.

Παράλληλα, εισάγεται και ανώτατο όριο σύνταξης σε περίπτωση υπηρεσίας σε περισσότερα του ενός αξιώματα ή θέσεις στη Δημοκρατία, ώστε η σύνταξη αθροιστικά από όλα τα αξιώματα και θέσεις που θα κερδίζεται μετά την νέα νομοθεσία να μην υπερβαίνει το όριο των 2/3 των υψηλότερων απολαβών. Σύνταξη που έχει θεμελιωθεί προηγουμένως δεν επηρεάζεται και θα καταβάλλεται επιπρόσθετα.

Παραδείγματα συντάξεων

Λόγω της περιπλοκότητας του θέματος και των πολλών νομοθεσιών που πρέπει να τροποποιηθούν, κυκλοφόρησε στη Βουλή έγγραφο εργασίας, το οποίο περιλαμβάνει σειρά παραδειγμάτων για να μπορούν να κατανοήσουν οι βουλευτές τις αλλαγές που θα επέλθουν. Βάσει του σημειώματος, οι προτάσεις νόμου δεν επηρεάζουν κανέναν που μέχρι την 1η Ιουνίου 2026 κατέχει αξίωμα, πλην όσων είναι εν ενεργεία και δεν θεμελίωσαν πλήρως τη σύνταξη τους. Παράλληλα, εντάσσεται ως ελάχιστη αμοιβή τα €500.

Στο σημείωμα περιλαμβάνονται τα εξής παραδείγματα:

  • Ο Α δημόσιος υπάλληλος εκλέγεται βουλευτής την 1η Ιουνίου 2026. Όση σύνταξη συσσώρευσε από την υπηρεσία του μέχρι την 31η Μαΐου 2026 δεν επηρεάζεται. Το αν θα αποποιηθεί ή όχι τη σύνταξη είναι άλλο ζήτημα, προσωπικό ή, αν προκύψει, και νομοθετικό.
  • Ο Β δημόσιος υπάλληλος εκλέγεται βουλευτής την 1η Ιουνίου 2031. Όση σύνταξη συσσώρευσε από την υπηρεσία του μέχρι την 31η Μαΐου 2026 δεν επηρεάζεται. Η σύνταξη όμως που συσσωρεύτηκε από την 1η Ιουνίου 2026 μέχρι την 31η Μαΐου 2031 αναστέλλεται. Το αν θα αποποιηθεί ή όχι τη σύνταξη που θεμελίωσε μέχρι την 31η Μαϊου 2026 είναι άλλο ζήτημα, προσωπικό ή, αν προκύψει, και νομοθετικό.
  • Στην περίπτωση που ο Β δημόσιος υπάλληλος επανεκλέγεται το 2036. Το 2038 διορίζεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ως υπουργός. Το 2043, σε ηλικία 66 ετών δεν επαναδιορίζεται. Εκείνη τη στιγμή, οι συντάξεις που προκύπτουν μετά την 1η Ιουνίου 2026, του δημοσίου υπαλλήλου από την 1η Ιουνίου 2026 μέχρι την 31 Μαΐου 2031, του βουλευτή από την 1η Ιούνιου 2031 μέχρι την 28η Φεβρουαρίου του 2038, του υπουργού από την 1η Μαρτίου 2038 μέχρι την 28η Φεβρουαρίου του 2043 συνυπολογίζονται και ο συγκεκριμένος θα πάρει για σύνταξη τα 2/3 της υψηλότερης μισθοδοσίας του.
  • Ο ίδιος Β δημόσιος υπάλληλος αποφασίζει να διεκδικήσει τη θέση του αντιδημάρχου Αγλαντζιάς και εκλέγεται. Για παράδειγμα, η σύνταξη του που λαμβάνει από την 1η Μαρτίου 2038 είναι ύψους 4,370 ευρώ. Η αντιμισθία του αντιδημάρχου είναι στα 2340 ευρώ. Τότε ενεργοποιείται η ελάχιστη αμοιβή. Και επειδή η αντιμισθία είναι χαμηλότερη από την σύνταξη του, στο τέλος του μήνα ο συγκεκριμένος θα παίρνει τη σύνταξη του πλην την αντιμισθία + την ελάχιστη αμοιβή (4370-2340+500 = 2530) συν την αντιμισθία 2340 του δηλαδή 4.870 ευρώ.
  • Το 2044 ο Β δημόσιος υπάλληλος δεν επαναδιεκδικεί. Την επόμενη μέρα, η σύνταξη του αντιδημάρχου θα συνυπολογίζεται και θα παίρνει σύνταξη, τα 2/3 του υψηλότερου του μισθού, τα οποία υπολογίζεται στα 4,370 ευρώ.
  • Το ίδιο πρόσωπο το 2049 σε ηλικία 79 χρόνων διορίζεται επίτροπος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και πάλι θα ενεργοποιηθεί η πρόνοια της ελάχιστης αμοιβής. Σε αυτή την περίπτωση, επειδή η αντιμισθία είναι υψηλότερη από τη σύνταξη θα ισχύσει το εξής: Για παράδειγμα, εάν η σύνταξη είναι στα 4,720 ευρώ (πήρε ΑΤΑ, αυξήσεις κλπ) και η αντιμισθία είναι 7,200 ευρώ. Άρα, ο συγκεκριμένος θα λαμβάνει κάθε μήνα 7700 ευρώ. Την αντιμισθία συν την ελάχιστη αμοιβή.
  • Το 2054 το συγκεκριμένο πρόσωπο, σε ηλικία 84 χρόνων, αποφασίζει να αποχωρήσει, τότε θα υπολογίζεται όλες οι συντάξεις και θα λαμβάνει τα 2/3 της υψηλότερης σύνταξης.
  • Σε άλλη περίπτωση, υπάλληλος στη Cyta διορίστηκε υπουργός την 1η Μαρτίου 2023. Από εκείνη τη μέρα, σύμφωνα με τα παραδείγματα, θα παίρνει σύνταξη για την υπηρεσία του στον ημικρατικό οργανισμό. Την 1η Μαρτίου 2028 επαναδιορίζεται υπουργός και εξαντλεί και τη 2η πενταετία. Ο συγκεκριμένος, όταν θα κλείσει τα 60 του χρόνια, το 2037, θα παίρνει σύνταξη που θεμελίωσε από την 1η Μαρτίου 2023 μέχρι την 31η Μαΐου 2026 και ύστερα από πέντε χρόνια θα συμπληρώσει τη σύνταξη που θεμελίωσε από την 1η Ιουνίου 2026 μέχρι την 28 Φεβρουαρίου 2038.
  • Άλλο παράδειγμα αφορά περίπτωση προσώπου που γεννήθηκε το 2000. Το 2027 διορίζεται στη δημόσια υπηρεσία ενώ το 2041 εκλέγεται βουλευτής, το 2046 επανεκλέγεται και το 2048 διορίζεται υπουργός. Το 2054, το συγκεκριμένο πρόσωπο παραιτείται από υπουργός και εκλέγεται ευρωβουλευτής. Το 2064 επανεκλέγεται στην ευρωβουλή. Από το 2027 μέχρι το 2064 θα απολαμβάνει το μισθό που προνοείται από κάθε θέση που υπηρετεί. Το 2064 δεν επαναδιεκδικεί. Για ένα χρόνο, μέχρι να γίνει 65 χρόνων, δεν θα παίρνει σύνταξη. Το 2065, για να «βγει» η σύνταξη θα συνυπολογιστούν όλα και θα πάρει τα 2/3 των υψηλότερων οφελημάτων.

Εύκολη υπόθεση (αν θέλουν) η σύνταξη στο 65ο έτος

Οι δύο από τις δώδεκα προτάσεις νόμου αναμένεται να εγκριθούν από το νομοθετικό σώμα χωρίς να υπάρχει ο κίνδυνος να αναπεμφθούν οι νόμοι από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Πρόκειται για την πρόταση νόμου με την οποία οι βουλευτές και οι υπουργοί θα λαμβάνουν σύνταξη στο 65ο έτος της ηλικίας τους, αντί στο 60ο έτος που είναι σήμερα.

Επίσης, αφορά την πρόταση νόμου για την οικειοθελή αποποίηση της σύνταξης από τους κρατικούς αξιωματούχους, όταν αναλαμβάνουν κάποιο νέο κρατικό αξίωμα.

Η λύση που προκρίνουν τα κόμματα βασίζεται σε παρόμοια ρύθμιση που έγινε για τους δημόσιους υπαλλήλους το 2012 και η οποία κρίθηκε ότι ήταν νομικά θωρακισμένη. Συγκεκριμένα, η ρύθμιση που προωθείται προβλέπει ότι από την ημερομηνία που θα καθορίζει ο νέος νόμος οι αξιωματούχοι του κράτους, εκλελεγμένοι και μη, θα παίρνουν το ποσοστό της σύνταξης όπως κατοχυρώθηκε με την προηγούμενη νομοθεσία, που αντιστοιχεί στη θητεία που έκαναν. Για παράδειγμα, αν ένας βουλευτής την ημέρα που θα αλλάξει ο νόμος έχει εκτίσει τα 4/5 της θητείας του, θα πάρει τα 4/5 της σύνταξης στα 60 του έτη και το 1/5 στα 65 του χρόνια.

Επίσης, εάν βουλευτής έχει εκτίσει το 1/3 της θητείας του τότε στην ηλικία των 60 χρόνων θα πάρει το 1//3 της σύνταξης και τα 2/3 στα 65 του χρόνια.

Δηλαδή, με αυτό τον τρόπο, διασφαλίζονται τα συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα που θα κατοχυρώσουν μέχρι την 1η Ιουνίου του 2026. Ουσιαστικά, οι προτάσεις των κομμάτων δεν επηρεάζουν κανέναν που μέχρι την 1η Ιουνίου 2026 κατέχει αξίωμα, πλην όσων είναι εν ενεργεία και δεν θεμελίωσαν πλήρως τη σύνταξη τους.