To 20% των εργαζομένων στην Κύπρο ήταν χαμηλόμισθοι ενώ στο σύνολο της ΕΕ  ήταν  14,7% το 2022 έναντι 16,2% το 2018.

Οι χαμηλόμισθοι είναι εργαζόμενοι που κερδίζουν τα δύο τρίτα ή λιγότερο από τις διάμεσες ακαθάριστες ωριαίες αποδοχές στη χώρα εργασίας.

Σύμφωνα με έκθεση της Eurostat, το μερίδιο των χαμηλόμισθων ήταν υψηλότερο μεταξύ των γυναικών παρά των ανδρών το 2022 (17,1% έναντι 12,6%).  Οι χαμηλόμισθοι αντιπροσώπευαν περίπου το ένα τέταρτο (25,2%) των εργαζομένων κάτω των 30 ετών.

Στις μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες το ποσοστό αυτό ήταν χαμηλότερο, 12,1% μεταξύ των εργαζομένων ηλικίας 30-49 ετών και 13,4% άνω των 50 ετών. Όσο χαμηλότερο είναι το επίπεδο εκπαίδευσης ενός ατόμου, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα να είναι χαμηλόμισθος.

Το 2022, το 27,5% των εργαζομένων στην ΕΕ με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο ήταν χαμηλόμισθοι, σε σύγκριση με το 17,5% των εργαζομένων με μεσαίο επίπεδο εκπαίδευσης και το 4,8% των εργαζομένων με υψηλό μορφωτικό επίπεδο. Το ποσοστό των χαμηλόμισθων διέφερε σημαντικά μεταξύ των χωρών της ΕΕ το 2022.

Το υψηλότερο ποσοστό παρατηρήθηκε στη Βουλγαρία (26,8%), ακολουθεί η Ρουμανία (23,9%), Λετονία (23,3%), Ελλάδα (21,7%), Εσθονία (21,2%) και Κύπρος (20,0%). 

Αντίθετα, λιγότερο από το 10% των εργαζομένων ήταν χαμηλόμισθοι στην Πορτογαλία (1,8%), τη Σουηδία (4,1%), τη Φινλανδία (6,5%), την Ιταλία (8,8%), τη Σλοβενία ​​(9,4%) και τη Γαλλία και τη Δανία (9,7% και οι δύο).

Η μεγαλύτερη απόκλιση στο ανώτερο άκρο της κατανομής των ακαθάριστων μηνιαίων κερδών το 2022 καταγράφηκε στην Κύπρο. Αυτό σημαίνει ότι ποσοστό 10% των καλύτερα αμειβόμενων εργαζόμενων στην Κύπρο κέρδισαν 2,5 φορές περισσότερα από τον διάμεσο μισθό.

Την Κύπρο ακολουθούν η Βουλγαρία, η Πορτογαλία και η Ρουμανία (με αναλογία 2,4 η καθεμία), η Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο και η Λετονία (όλες με αναλογία 2,2) καθώς και η Ουγγαρία (2,1). Αντίθετα, η Σουηδία και το Βέλγιο (και οι δύο με αναλογία 1,6) κατέγραψαν τις χαμηλότερες αναλογίες ακολουθούμενες από τη Φινλανδία και τη Δανία (1,7 και στις δύο περιπτώσεις).