Η χθεσινή είδηση του Bloomberg για συμφωνία της γαλλικής επενδυτικής εταιρείας Meridiam με τον ΑΔΜΗΕ για αγορά του 49.9% της εταιρείας ειδικού σκοπού Great Sea Interconnector ενεργοποίησε και πάλι το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης σε Κύπρο και Ελλάδα για την ηλεκτρική διασύνδεση.

Η αξιοπιστία του πρακτορείου δεν αμφισβητείται, ωστόσο δεν υπήρξε έως αργά χθες επιβεβαίωση -ούτε διάψευση- από μέρους της Meridiam ή του ΑΔΜΗΕ για την ύπαρξη συμφωνίας. Άλλωστε, αναφέρεται και στο δημοσίευμα ότι οι δύο πλευρές ερωτήθηκαν αλλά δεν θέλησαν να κάνουν οποιοδήποτε σχόλιο.

Από τις διαθέσιμες πληροφορίες είναι ασφαλές να γραφεί ότι δεν υπάρχει τελική δεσμευτική συμφωνία για αγορά από το γαλλικό επενδυτικό ταμείο του 49.9% των μετοχών του Great Sea Interconnector. Φαίνεται όμως να υπάρχει γραπτή πρόθεση της Meridiam να αγοράσει και του ΑΔΜΗΕ να της πωλήσει μετοχικό κεφάλαιο στην εν λόγω εταιρεία, η οποία διεκδικεί την άδεια των ρυθμιστικών Αρχών Κύπρου και Ελλάδας, ώστε να διαδεχθεί τον ΑΔΜΗΕ στον ρόλο του φορέα υλοποίησης της ηλεκτρικής διασύνδεσης.

Για την πραγματοποίηση το προηγούμενο διάστημα επαφών μεταξύ των δύο οργανισμών για συνεργασία είχαν γράψει τις τελευταίες μέρες και ΜΜΕ στην Ελλάδα. Έως χθες, όμως, δεν είχε γραφεί στον ελλαδικό Τύπο για επικείμενη πώληση μετοχών του GSI στη Meridiam και μάλιστα σε τόσο ψηλό ποσοστό.

Η Συμφωνία Παραχώρησης

Ενδιαφέρον προκαλείται ως προς τη βάση πάνω στην οποία κτίζεται η συνεργασία ΑΔΜΗΕ και Meridiam. Tο Bloomberg έγραψε ότι η οργανική δομή του Great Sea Interconnector θα βασιστεί στους όρους του Concession Agreemnet (Συμφωνία Παραχώρησης) που έχουν συμφωνήσει τα δύο μέρη μεταξύ τους.

Η Συμφωνία Παραχώρησης που έχουν συμφωνήσει οι δύο οργανισμοί είναι όμως η ίδια Συμφωνία Παραχώρησης που κατέθεσε ο ΑΔΜΗΕ προς έγκριση στη ΡΑΕΚ ή πρόκειται για ένα διαφορετικό έγγραφο;

Θυμίζουμε πως ο αμερικανικός συμβουλευτικός οίκος Curtis, Mallet-Prevost, Colt & Mosle LLP, ο οποίος αξιολόγησε για λογαριασμό της κυπριακής Κυβέρνησης τη Συμφωνία Παραχώρησης που κατέθεσε ο ΑΔΜΗΕ για τη μετατροπή του GSI σε φορέα υλοποίησης της διασύνδεσης, προειδοποίησε το κυπριακό κράτος ότι αυτή είναι μονομερώς προνομιακή για τον ΑΔΜΗΕ και υπονομεύει τα συμφέροντα των όποιων μετόχων του GSI. Πρόετρεψε δε την Κυπριακή Δημοκρατία να μην αποδεχθεί αυτό το προσχέδιο συμφωνίας και να μην επενδύσει στην GSI αν το Concession Agreemen δεν διαφοροποιηθεί ουσιωδώς.

Όπως έγραψε ο Φιλελεύθερος, ο νομικός σύμβουλος που εργοδότησε η Κυπριακή Δημοκρατία αποφάνθηκε ότι «η εταιρεία GSI αντιμετωπίζεται (σ.σ. από τον ΑΔΜΗΕ) ως εργολαβία τύπου EPCI (Engineering, Procurement, Construction and Installation)» και όχι ως συνιδιοκτησία ή κοινοπραξία εταιρειών. Και όπως συμπεραίνει ο αμερικανικός οίκος, «η GSI (και οι μέτοχοι του) θα αναλάβει όλες τις τυπικές υποχρεώσεις ενός αναδόχου έργου δηλαδή τις υποχρεώσεις ενός εργολάβου, αλλά δεν θα απολαμβάνει τα δικαιώματα ενός συνιδιοκτήτη.

Συνεπώς είναι πολύ σημαντικό να διευκρινιστεί αν η Meridiam έχει αποδεχθεί αυτή τη Συμφωνία Παραχώρησης ή κάποια διαφορετική.

Διαπραγματεύσεις στις 27/12

Ανεξαρτήτως της εξέλιξης που θα έχουν οι διαπραγματεύσεις ΑΔΜΗΕ – Meridiam, η κυπριακή Κυβέρνηση δηλώνει προσηλωμένη στην απόφαση να διπαραγματευτεί με την ελληνική Κυβέρνηση και τον σημερινό φορέα υλοποίησης μία διαφορετική Συμφωνία Παραχώρησης, η οποία θα αντιμετωπίζει την Κύπρο (εφόσον συμμετάσχει στην GSI) ως συνιδιοκτήτη του έργου, το οποίο την αφορά άμεσα.

Και η συμμετοχή – συνιδιοκτησία θα πρέπει να διασφαλίζει στην κυπριακή Κυβέρνηση ουσιαστικό ρόλο και λόγο στο έργο, τόσο κατά τη φάση της κατασκευής, όσο και στη φάση της πολυετούς λειτουργίας του.

Αν η βασική αυτή προϋπόθεση δεν ικανοποιηθεί, η Κυβέρνηση δεν πρόκειται να αποδεχθεί την αγορά μετοχικού κεφαλαίου στην GSI, όπως μας ελέχθη κατηγορηματικά από αρμόδια πηγή. Αυτό άλλωστε εισηγείται και νομικός σύμβουλος του κράτους, οι Curtis, Mallet-Prevost, Colt & Mosle LLP, με τη σύμφωνη θέση και της Νομικής Υπηρεσίας της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Πληροφορούμαστε δε, ότι θα ξεκινήσουν στις 27 Δεκεμβρίου διαπραγματεύσεις ομάδας τεχνοκρατών της Κυπριακής Δημοκρατίας με τεχνοκράτες της ελληνικής Κυβέρνησης, με συμμετοχή ενδεχομένως και εκπροσώπων του ΑΔΜΗΕ. Αντικείμενο της συζήτησης θα είναι οι σοβαρές παρατηρήσεις των Curtis, Mallet-Prevost, Colt & Mosle LLP αναφορικά με τη Συμφωνία Παραχώρησης, αλλά όχι μόνο επί αυτού του εγγράφου.

Ανησυχούν και οι τεχνικές προκλήσεις του έργου

Ο Φιλελεύθερος πληροφορείται ότι η κυπριακή πλευρά ανησυχεί έντονα (ως εν δυνάμει επενδυτής στην GSI) και για την πιθανότητα οι τεχνικές προκλήσεις του έργου, που εν μέρει επιβεβαιώθηκαν μέσα από τεχνική μελέτη που ετοίμασε αμερικανικός εξειδικευμένος οίκος, να ανεβάσουν σημαντικά το τελικό κόστος της κατασκευής, να μειώσουν τη διάρκεια λειτουργίας της διασύνδεσης (το ρυθμιστικό πλαίσιο της ΡΑΕΚ προβλέπει 35 χρόνια) αλλά και να μειώσουν τις πιθανότητες ευτυχούς και έγκαιρης κατάληξης του έργου.

Το Bloomberg επισήμανε χθες πως η ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου – Κρήτης θα είναι μία από τις μεγαλύτερες παγκοσμίως, με καλώδιο υψηλής τάσης μήκους 1.200 χιλιομέτρων, που θα τοποθετηθεί σε θαλάσσια βάθη έως και 3.000 μέτρων. Αν και ο ΑΔΜΗΕ αλλά και η Nexans (που κατασκευάζει το καλώδιο) διαβεβαίωσαν τις κυπριακές Αρχές ότι όλες οι δοκιμές του καλωδίου της γαλλικής εταιρείας έδειξαν πως είναι διασφαλισμένη η αντοχή του σε τέτοια βάθη και πιέσεις, ο αμερικανικός οίκος που εξέτασε από τεχνικής άποψης το έργο επισήμανε αρκετές επιφυλάξεις και παρατηρήσεις, που κατά τον ίδιο δεν επιτρέπουν σιγουριά σε όσους θα επενδύσουν στην ηλεκτρική διασύνδεση μέσω του Great Sea Interconnector.

Ποια είναι η Meridiam

Η Meridiam είναι παγκόσμιος επενδυτής και διαχειριστής περιουσιακών στοιχείων με έδρα το Παρίσι και ειδικεύεται στην ανάπτυξη, χρηματοδότηση και διαχείριση μακροπρόθεσμων έργων δημόσιας υποδομής. Είναι ο βασικός επενδυτής στο έργο NeuConnect, την πρώτη ηλεκτρική διασύνδεση μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Γερμανίας που βρίσκεται ήδη στην φάση της κατασκευής.

Διαχειρίζεται περισσότερα από 22 δισ. δολάρια περιουσιακών στοιχείων, έχοντας παρουσία σε 56 χώρες. Εστιάζει σε κρίσιμες δημόσιες υπηρεσίες, τη βιώσιμη κινητικότητα και τις καινοτόμες λύσεις χαμηλών ανθρακούχων εκποµπών, ενώ επενδύει και σε βιώσιμες μικρομεσαίες επιχειρήσεις.