Τρωτά σημεία στα μέτρα προστασίας της ΕΕ κατά των συστημικών επιζήμιων φορολογικών πρακτικών από πολυεθνικές εταιρείες διαπιστώνει σε ειδική έκθεσή του το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ).

Για την ετοιμασία της έκθεσης έγινε δειγματοληπτικός έλεγχος στην Κύπρο, την Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο, τη Μάλτα και τις Κάτω Χώρες.

Όπως σημειώνεται στην έκθεση, οι πρακτικές επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού με τις οποίες οι πολυεθνικές εταιρίες εκμεταλλεύονται τα κενά και τις διαφορές στα φορολογικά συστήματα των κρατών μελών της ΕΕ, αποτελούν στην ουσία πρακτικές εταιρικής φοροαποφυγής, οι οποίες στο τέλος επιβαρύνουν τους υπόλοιπους φορολογούμενους.

Συνοπτικά, όπως σημειώνεται σε δελτίο Τύπου του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου, ορισμένες εκτιμήσεις θέλουν τις απώλειες φορολογικών εσόδων στην ΕΕ λόγω της μετατόπισης εταιρικών κερδών να φτάνουν μέχρι και τα 100 δις ευρώ ετησίως. Για να αντιμετωπίσει αυτό το φαινόμενο, η ΕΕ έχει αναπτύξει μια πρώτη γραμμή άμυνας κατά των επιζήμιων φορολογικών πρακτικών, ωστόσο η Κομισιόν θα πρέπει να καλύψει τα κενά που υπάρχουν στα εργαλεία που έχει στη διάθεση της η ΕΕ.

Το κλιμάκιο ελέγχου εξέτασε τον τρόπο με τον οποίο η οδηγία της ΕΕ για την καταπολέμηση της φοροαποφυγής, η 5η τροποποίηση της οδηγίας για τη διοικητική συνεργασία (DAC 6) και η οδηγία για τους μηχανισμούς επίλυσης φορολογικών διαφορών σχεδιάστηκαν από την Επιτροπή και εφαρμόστηκαν στην Ιρλανδία, την Κύπρο, το Λουξεμβούργο, τη Μάλτα και τις Κάτω Χώρες την περίοδο 2019-2023.

Ειδικότερα, οι ελεγκτές διαπιστώνουν πως τα αμυντικά μέτρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά των επιζήμιων φορολογικών καθεστώτων και της εταιρικής φοροαποφυγής έχουν ενισχυθεί, χωρίς ωστόσο να καλύπτουν όλα τα κενά.

Ο λόγος για αυτά τα κενά είναι ακριβώς το ότι η ΕΕ μπορεί να δημιουργήσει μόνο μια «πρώτη γραμμή άμυνας», καθώς «οι χώρες της ΕΕ είναι αυτές που έχουν τον πρωτεύοντα ρόλο σε θέματα άμεσης φορολογίας». Επίσης, ακόμα και τα μέτρα που θέσπισε η ΕΕ δεν είναι άτρωτα καθώς «τα κράτη μέλη ερμηνεύουν διαφορετικά τα αμυντικά μέτρα και δεν διαθέτουν κοινό πλαίσιο παρακολούθησης των επιδόσεων».

«Με τα επιζήμια φορολογικά καθεστώτα από τη μία και την εταιρική φοροαποφυγή από την άλλη δεν είναι καθόλου εύκολο να διασφαλιστεί ότι οι φόροι καταβάλλονται εκεί όπου πραγματοποιούνται τα κέρδη», τόνισε η Ildikó Gáll-Pelcz, μέλος του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου και αρμόδια για την έκθεση.

Σύμφωνα με τις διαπιστώσεις των ελεγκτών, οι πολυεθνικές εταιρείες αναπτύσσουν και χρησιμοποιούν πολύπλοκες στρατηγικές φορολογικού σχεδιασμού, ώστε να μειώσουν τους φόρους που καταβάλλουν, και το κάνουν εκμεταλλευόμενες τα κενά και τις αναντιστοιχίες στα φορολογικά συστήματα των διαφόρων χωρών. Όταν η δυνατότητα αυτή χρησιμοποιείται για σκοπούς επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού διαμορφώνεται πλέον μια επιζήμια πρακτική εταιρικής φοροαποφυγής.

Ο επιθετικός φορολογικός σχεδιασμός στην ΕΕ μπορεί να οδηγήσει σε αθέμιτο ανταγωνισμό μεταξύ των εταιρειών και σε άνισους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών, με αποτέλεσμα τις απώλειες φορολογικών εσόδων να την πληρώνουν τελικά οι υπόλοιποι φορολογούμενοι, καταβάλλοντας ακόμη περισσότερους φόρους.

Προστίθεται, η Κομισιόν και τα κράτη μέλη καταβάλλουν ελάχιστες προσπάθειες για να ελέγξουν κατά πόσον τα αμυντικά τους μέτρα αποφέρουν καρπούς, ενώ υπάρχει καθυστέρηση με τις ολοκληρωμένες αξιολογήσεις και των τριών οδηγιών.

(ΚΥΠΕ)