Την προσεχή Πέμπτη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να μειώσει κατά 25 μονάδες τα βασικά επιτόκια για την Ευρωζώνη, για δεύτερη φορά μετά το πρώτο βήμα που έγινε τον Ιούνιο με μείωση 0,25% – σωρευτικά η μείωση θα είναι 0,50% σε διάστημα τριών μηνών.
Η μεγάλη συζήτηση όμως έχει να κάνει με το κατά πόσο και με ποιο χρονοδιάγραμμα θα συνεχιστεί η χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής το επόμενο διάστημα, καθώς η ΕΚΤ καλείται να ακροβατήσει ανάμεσα στην αποστολή της να οδηγήσει τον πληθωρισμό στο 2% και τον κίνδυνο ύφεσης στις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρωζώνης.
Ωστόσο, θα χρειαστούν πολλές γενναίες μειώσεις για να φθάσει (αν υπάρχει τέτοια πρόθεση) το κόστος δανεισμού στα επίπεδα Ιουνίου 2022, που ήταν μηδενικό και ουσιαστικά ο πελάτης πλήρωνε μόνο το περιθώριο κέρδους της τράπεζας.
Αυτό που μάλλον θα δούμε στη συνέχεια είναι τα επιτόκια της ΕΚΤ να μειώνονται σταδιακά έως και το δεύτερο εξάμηνο 2025, σε ένα επίπεδο της τάξης του 2% – 2,5%, σύμφωνα με δηλώσεις στελεχών της ΕΚΤ και τις εκτιμήσεις οικονομολόγων.
Πώς θα επιδράσουν οι αποφάσεις
Όσον αφορά στην επίδραση που θα έχει η αποκλιμάκωση των επιτοκίων στους Κύπριους δανειολήπτες, αυτή εξαρτάται από την κατηγορία δανείου που αποπληρώνει o οφειλέτης, καθώς και από τον χρόνο κατά τον οποίο εκταμιεύτηκε το δάνειο.
Για να γίνει κατανοητό τι θα σημαίνει στους δανειολήπτες η επικείμενη απόφαση της ΕΚΤ να μειώσει το επιτόκιο κατά 0,25%, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει ανακοινώσει η Κεντρική το μέσο επιτόκιο αγοράς για στεγαστικό δάνειο (νέα δάνεια ή αυτά για τα οποία έγιναν επαναδιαπραγματεύσεις) ήταν τέλος Ιουλίου στο 4,59%.
Αν το υπόλοιπο δανείου είναι €200.000 και περίοδος αποπληρωμής τα 20 χρόνια, η δόση είναι €1.275 και στο ενδεχόμενο μείωσης των επιτοκίων κατά 0,25% η δόση θα μειωθεί στα €1.245, δηλαδή περίπου €30. Τον Ιούνιο του 2022, πριν αρχίσει ο ανοδικός κύκλος των επιτοκίων, το μέσο επιτόκιο που πλήρωνε ο πελάτης ήταν 2,30% και η μηνιαία δόση του ήταν €1.040.
Πέρα από τα νέα δάνεια που έχουν δοθεί ή έγινε επαναδιαπραγμάτευση των όρων σύμβασης, υπάρχουν και αυτά που χρονολογούνται αρκετά χρόνια πριν και το επιτόκιο είναι πολύ μεγαλύτερο. Υπάρχουν δανειολήπτες που πληρώνουν στεγαστικό δάνειο με επιτόκιο 7% ή 6,75%, κάτι που συνεπάγεται μηναία δόση για υπόλοιπο δανείου €200.000 και 20 χρόνια αποπληρωμής στα €1.553 ή €1.520, ανάλογα με το ύψος του επιτοκίου. Οι συγκεκριμένοι πελάτες τον Ιούνιο του 2022 πλήρωναν κατά μέσο όρο δόση €1.060, αν ληφθεί υπόψη ότι το επιτόκιο ήταν 2,5%.
Σταδιακά, με τις αυξήσεις των επιτοκίων από την ΕΚΤ η μηναία δόση αυξήθηκε περίπου €500. Επομένως, τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ θα πρέπει να μειωθούν πέντε ή έξι φορές, αν οι μειώσεις είναι της τάξης των 25 μονάδων βάσης η κάθε μία (ή λιγότερες αν οι μειώσεις είναι μεγαλύτερου μεγέθους), για να έχουν οι συγκεκριμένοι δανειολήπτες πραγματικό οικονομικό όφελος.
Η επιλογή του σταθερού επιτοκίου
Οι τράπεζες εν μέσω του ανοδικού κύκλου των επιτοκίων έχουν προσαρμόσει και τα προϊόντα που προσφέρουν στους πελάτες τους και προωθούν στεγαστικά δάνεια με επιλογή σταθερού επιτοκίου για τα πρώτα χρόνια ή για όλη τη διάρκεια του δανείου.
Αυτό σημαίνει ότι η οποιαδήποτε μείωση των επιτοκίων γίνει την Πέμπτη από το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ δεν θα επηρεάσει αυτό τον τύπο δανείων γιατί ο πελάτης έχει «κλειδώσει» συγκεκριμένο επιτόκιο για χρονικό διάστημα 3, 5 ή 10 χρόνια.
H πλειονότητα των επιχειρηματικών δανείων, σύμφωνα με την Κεντρική Τράπεζα, είναι συνδεδεμένα με το επιτόκιο διατραπεζικής αγοράς Euribor και τα εν λόγω δάνεια κατέγραψαν γρήγορες προσαρμογές έναντι των αυξήσεων των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ.
Μακροπρόθεσμα, η εξέλιξη του Euribor θα εξαρτηθεί από τον ρυθμό των μειώσεων των επιτοκίων από την ΕΚΤ. Αν, όμως, υπάρξουν τελικά μόνο άλλες δύο μειώσεις επιτοκίων ως το τέλος του χρόνου, η πτώση του Euribor θα μπορούσε να επιβραδυνθεί. Αν και η αβεβαιότητα σχετικά με το πού θα βρίσκεται το Euribor 12μήνου στο τέλος του έτους είναι υψηλή, η πρόβλεψη των περισσότερων αναλυτών είναι ότι θα βρεθεί γύρω στο 3% – 3,5% στο τέλος του 2024.