Το είπαμε πολλές φορές: Ο Γενικός Ελεγκτής δεν έχει καμία εκτελεστική εξουσία. Ελέγχει τις δημόσιες δαπάνες και όπου διαπιστώνει παρανομία, παρατυπία, σπατάλη, διαφθορά, υποβάλλει έκθεση στην αρμόδια Αρχή για τα ευρήματα του ελέγχου με εισηγήσεις για καλύτερη και νόμιμη διαχείριση. Εισηγήσεις μόνο.

Δεν έχει την εξουσία ούτε να επιβάλει τις εισηγήσεις του, ούτε να ασκήσει διώξεις σε παρανομούντες. Και αυτοί που έχουν την εκτελεστική εξουσία μπορούν να πάρουν μέτρα για να προστατεύσουν το δημόσιο χρήμα ή μπορούν να αγνοήσουν τις εισηγήσεις του και να συνεχίσουν να κάνουν ό,τι νομίζουν οι ίδιοι σωστό.

Αυτό το σύστημα λειτουργούσε μια χαρά επί δεκαετίες. Ο Γενικός Ελεγκτής ή η Γενική Ελέγκτρια υπέβαλλε τις εκθέσεις του/της, η εκτελεστική εξουσία τις έβαζε στο συρτάρι και συνέχιζε τη δράση της. Όταν ανέλαβε ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης είχε την άποψη, την είπε και δημοσίως, ότι ο μόνος τρόπος για να είναι πιο αποτελεσματικός ο έλεγχος των δημοσίων δαπανών και η αντιμετώπιση της διαφθοράς είναι η ενημέρωση των πολιτών.

Όταν το 2015, ρωτήθηκε σε συνέντευξη στο Φιλελεύθερο, αν διαπιστώνει πως η κατάσταση είναι καλύτερη ή χειρότερη από ότι την περίμενε, είπε: «Χειρότερη. Αν και γνώριζα ότι υπήρχε πολλή βρωμιά. Τώρα γνώρισα το κατεστημένο καλύτερα, βλέπω πως συνασπίζονται όλοι άμα σε βρουν μπροστά τους». Σε μια διάλεξή του, το 2017, με θέμα τη διαφθορά είχε πει ότι «όποιος ήθελε να καταχραστεί τη θέση του, μπορούσε να το πράξει. Είχε και ευκαιρίες, και σχεδόν μια πλήρη διασφάλιση ατιμωρησίας».

Υπό αυτές τις συνθήκες, φαίνεται να εργάστηκε για να επιβάλει τη διαφάνεια ως μέτρο κατά της διαφθοράς και της ατιμωρησίας. Άλλωστε, το είχε πει στη συνέντευξη: «Ο έλεγχος από την εποχή του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη ήταν ακριβώς αυτός, να ενημερώνει τους πολίτες οι οποίοι όντας ήδη ενημερωμένοι για τους ασκούντες δημόσια εξουσία, να τους ασκούν κριτική». Όμως, αυτή η τακτική του είναι το πρόβλημα όλων των άλλων. Όλων, δηλαδή, όσων θέλουν να κρύβουν από τους πολίτες όσα στρέφουν εναντίον τους την κοινή γνώμη. Τις απατεωνιές τους, δηλαδή.

Το είπε πολύ χαρακτηριστικά ο Γενικός Εισαγγελέας σε μια από τις δημόσιες κόντρες τους, το 23, πριν αποφασίσει να πάει στο Ανώτατο να ζητήσει την παύση του για «ανάρμοστη συμπεριφορά». «Έχουμε μια Ελεγκτική Υπηρεσία που είναι λαλίστατη», είχε πει ο κ. Σαββίδης. Αυτό είναι το πρόβλημα! Έστω, όμως, ότι είναι σωστή η διαπίστωσή του. Γιατί να μην είναι λαλίστατη; Η ουσία είναι αν η Ελεγκτική Υπηρεσία είναι λαλίστατη επειδή βγάζει στη φόρα τη διαφθορά και όχι αν ως λαλίστατη εκθέτει όσους έμαθαν να κρύβουν τα ευρήματα της εκτεταμένης διαφθοράς και της διαπλοκής, που μαστίζουν την κυπριακή κοινωνία και την Πολιτεία. Και αυτό που θα έπρεπε να απασχολεί κάθε έντιμο αξιωματούχο και πολιτικό είναι αν ως λαλίστατη Ελεγκτική Υπηρεσία συνέβαλε στην αντιμετώπιση της διαφθοράς περισσότερο ή λιγότερο από τη σιωπηλή Ελεγκτική Υπηρεσία η οποία αποδεχόταν να κρύβονται οι εκθέσεις της στα συρτάρια των κυβερνήσεων και των θεσμών.

Το ερώτημα μπορεί να απαντηθεί σε ένα βαθμό από το Ανώτατο Δικαστήριο στις 18 Σεπτεμβρίου. Αλλά, αν δικαιωθεί ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης και άρα θα συνεχίσει να είναι «λαλίστατος» και με απόφαση Δικαστηρίου, η πολιτική εξουσία έχει «Σχέδιο Β». Είναι ο εκσυγχρονισμός της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, που ανακοίνωσε προχτές ότι θα προωθήσει. Η κυβέρνηση αποφάσισε, λέει, την ίδρυση Ελεγκτικού Συμβουλίου, το οποίο θα απαρτίζεται από τον Γενικό Ελεγκτή ως πρόεδρο, τον Βοηθό Γενικό Ελεγκτή ως αντιπρόεδρο και τρία μέλη.

Πρέπει, όμως, να εξηγηθεί τι και ποιον εξυπηρετεί αυτός ο εκσυγχρονισμός. Για ποιον ουσιαστικό λόγο θα γίνει η αλλαγή. Επειδή η Ελεγκτική Υπηρεσία δεν εκτελεί σωστά τα καθήκοντά της; Επειδή δεν είναι αποτελεσματική, δεν κάνει τους ελέγχους που πρέπει, δεν είναι ικανοί αυτοί που την διευθύνουν και θα πάνε τρεις άλλοι πιο ικανοί; Ή, μήπως, γιατί πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος να μην είναι λαλίστατη; Να μην ελέγχει όσα ελέγχει και να μην ενημερώνει τους πολίτες για όλα αλλά μόνο επιλεκτικά; Όσα αποφασίσει το Συμβούλιο στο οποίο θα έχουν την πλειοψηφία τρεις διορισμένοι σύμβουλοι, ίσως και Πολιτικά Εκτεθειμένα Πρόσωπα, για να έχουν βολικότερη κρίση για το τι πρέπει να βγαίνει στη φόρα και τι να μπαίνει στο συρτάρι.