Το έργο του GREAT SEA INTERCONNECTOR, προηγουμένως αποκαλούμενο EUROASIA INTERCONNECTOR, είναι από ένα από τα πιο πολυσυζητημένα έργα τους τελευταίους μήνες.

Μέχρι πρότινος, αν είχα να επιλέξω μια φράση η οποία να χαρακτήριζε το έργο αυτό, θα ήταν η αδιαφάνεια… Έχω αλλάξει πλέον άποψη. Σήμερα θα χρησιμοποιούσα τις φράσεις άγνοια και επιφανειακή προσέγγιση.

Και αυτό, παρόλο που υπήρξε το τελευταίο χρονικό διάστημα σειρά θεσμικών δηλώσεων για το έργο.
Διάβασα τις τελευταίες εβδομάδες για «ενεργειακό highway που δεν θα έχει κίνηση», «να μην υποκύψει στις πιέσεις η Κυπριακή Δημοκρατία» και για «αυτόκλητους μη εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους του Υπουργού Οικονομικών», κοκ.

Ας δοκιμάσουμε να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά…

«Μεγαλύτερη και βαθύτερη»

Το έργο αφορά ηλεκτρική διασύνδεση της Κύπρου με την Κρήτη (Ελλάδα) σε πρώτη φάση και σε δεύτερη φάση σύνδεση της Κύπρου με το Ισραήλ και ξεκίνησε και παραμένει μέχρι σήμερα (;) ως ένα ιδιωτικό έργο, με αμιγώς εμπορική σκοπιά. Προηγουμένως περιελάβανε και τη σύνδεση Κρήτης και Αττικής, αλλά αυτή αναλήφθηκε εξ ολοκλήρου από τον Ελλαδίτη Διαχειριστή και πλέον υλοποιείται (είναι προς το τέλος της υλοποίησης του) ως διακριτό έργο.

Γενικά ομιλούντες, οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις μεταξύ των χωρών της ΕΕ είναι ουσιαστικό ζητούμενο για την εσωτερική αγορά ενέργειας, εξού και η ΕΕ τις στηρίζει και τις χρηματοδοτεί. Η Κύπρος, όμως, είναι νησί και απομακρυσμένο από την Ευρώπη. Συνεπώς, πρόκειται για έργο ειδικών χαρακτηριστικών.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε ο προηγούμενος φορέας υλοποίησης, πρόκειται για τη μεγαλύτερη (1.208km) και βαθύτερη (έως 3.000m) διασύνδεση HVDC στον κόσμο. Εάν μου επιτρέπεται, το «μεγαλύτερη» και «βαθύτερη» μού δημιουργούν μια περαιτέρω έγνοια. Κλείνει η παρένθεση.
Με βάση τον σχεδιασμό, το έργο θα έχει συνολική δυναμικότητα 1000 MW (περίπου τα 2/3 της δυναμικότητας του συμβατικού κυπριακού ηλεκτρικού συστήματος) σε πρώτη φάση και 2000 MW σε δεύτερη φάση.

Το αρχικό εκτιμώμενο κόστος υπολογίστηκε στο 1.5 δισ. ευρώ για την α’ φάση (Κύπρος – Κρήτη) και άλλο 1 δισ. για τη β’ φάση (Κύπρος – Ισραήλ). Σύμφωνα με νεότερες πληροφορίες, το εκτιμώμενο κόστος της α’ φάσης (Κύπρος – Κρήτη) ανέβηκε στα 1.9 δισ. ευρω.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, λόγω του ότι η σύνδεση εντάχθηκε στα έργα κοινού ενδιαφέροντος (περί το 2012), θα συνεισφέρει 657 εκ. ευρω ως χορηγία. Από κει και πέρα, υπάρχουν και 100 εκ. ευρώ της Κυπριακής Δημοκρατίας, τα οποία ακόμη δεν κατάλαβα πώς θα χρησιμοποιηθούν. Είχα διαβάσει για άτοκο δάνειο, ύστερα άκουσα για συμμετοχή στην κεφαλαιουχική δομή, αλλά δεν είμαι βέβαιος.

Το μαύρο κουτί

Η πρώτη συμφωνία κατανομής του κόστους επιτεύχθηκε από τις ρυθμιστικές αρχές το 2017 και προβλέπει ανάληψη κόστους κατά τα 2/3 από την Κύπρο και από την Ελλάδα κατά το 1/3, αφού κρίθηκε πως το έργο εξυπηρετεί κατά κύριο λόγο το κυπριακό ηλεκτρικό σύστημα.

Καθώς εξέπνεε η ημερομηνία ουσιαστικής προόδου των εργασιών στο πλαίσιο των όρων χρηματοδότησης του ως έργου κοινού ενδιαφέροντος, υπήρχε διαπίστωση ότι ο προηγούμενος φορέας υλοποίησης δυσκολευόταν να βρει τα αναγκαία υπολειπόμενα κεφάλαια για το όλο εγχείρημα.

Αποτέλεσμα των πιέσεων και διαβουλεύσεων ήταν η αποχώρηση του προηγούμενου φορέα υλοποίησης (με το αζημίωτο, όπως γράφουν δημοσιογραφικές πληροφορίες, οι οποίες μιλούν για συμφωνία αποχώρησης με αποζημίωση 45 εκ. ευρω) και συμφωνία παραχώρησης του ρόλου του φορέα υλοποίησης στον ΑΔΜΗΕ, ο οποίος κατά πλειοψηφία ανήκει στο ελληνικό Δημόσιο.

Κανένας δεν αμφισβητεί ότι πρόκειται για ένα τεχνικά πολύπλοκο έργο, με πολλές πτυχές και πάρα πολλές τεχνικές και χρηματοοικονομικές αβεβαιότητες. Είναι ένα θέμα το πολύπλοκο και είναι άλλο θέμα η αντιμετώπισή του ως μαύρο κουτί.

Πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις είμαι υπέρ της απομόνωσης λεπτομερειών, που σε αυτή τη φάση αποτελούν θόρυβο, και στην αποκωδικοποίηση του προβλήματος / κατανόηση βασικών πτυχών του και της δυναμικής του, χωρίς να χαθούμε στην πολυπλοκότητα των λεπτομερειών.

Το CAPEX και το O&M Cost

Παρόλο που είμαι βέβαιος ότι τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα, ας ξεκινήσουμε από τα βασικά και θεμελιώδη. Προτιμώ να έχω κατανοήσει με ικανοποιητικό τρόπο τη δυναμική και τις βασικές παραμέτρους ενός προβλήματος, ακόμη και στο 70%, παρά να προσπαθήσω να διαμορφώσω άποψη επί ενός ζητήματος το οποίο μού είναι μαύρο κουτί.

Κάθε έργο, ακόμη και αυτής της εμβέλειας και πολυπλοκότητας, έχει δύο σημαντικές συνιστώσες κόστους. Το κόστος της κεφαλαιουχικής επένδυσης (CAPEX) και το κόστος που προκύπτει μετά την αποπεράτωσή του, το οποίο μπορεί συχνά να αναφέρεται ως κόστος λειτουργίας και συντήρησης (OPEX ή O&M cost).

Τα τελευταία δύο, συχνά έχουν κάποια συσχέτιση, αλλά μόνο ως ένα βαθμό. Δηλαδή, στη συγκεκριμένη περίπτωση εκτιμώ πως υπάρχει αναγκαιότητα συντήρησης του συστήματος της υποδομής (καλώδιο, ενώσεις, υποσταθμοί κοκ) για να είναι λειτουργική, ανεξαρτήτως της έντασης χρήσης της. Και υπάρχει και ασφαλώς το λειτουργικό κόστος, το οποίο είναι άμεσα συνδεδεμένο με την ένταση χρήσης του.

Από κει και πέρα, υπάρχουν και δύο βασικές πηγές εσόδων για το έργο. Η μια αφορά πάγια έσοδα, τα οποία δεν συνδέονται με τη χρήση της ηλεκτρικής διασύνδεσης και μπορούν να θεωρηθούν ότι καλύπτουν κυρίως την κεφαλαιουχική επένδυση και η άλλη θα αφορά τέλος επί του ηλεκτρικού ρεύματος το οποίο θα χρησιμοποιεί τη διασύνδεση, είτε ως εισαγόμενο ρεύμα, είτε ως εξαγόμενο ρεύμα και υποθέτω και κάποιες άλλες πιο πολύπλοκές παραλλαγές αυτού, στις περιόδους υψηλής χρήσης.

Βασικά ερωτήματα για την ηλεκτρική διασύνδεση και τη λειτουργία της

Ας πάμε τώρα σε κάποιες βασικές παραμέτρους και ερωτήματα.

  • Το έργο θα είναι αυστηρά ρυθμιζόμενο και, αν κατάλαβα καλά, έχει καθορισμένο βαθμό απόδοσης επενδυμένου κεφαλαίου, εγκεκριμένο από τις ρυθμιστικές αρχές. Ποιο είναι αυτό;
  • Συμπεριλαμβανομένης της απόδοσης αυτής, ποιο το ύψος των ετήσιων χρηματοροών ως υποχρέωση που αφορά την Κύπρο, οι οποίες αφορούν μόνο το κόστος κεφαλαιουχικής δαπάνης και συντήρησης;
  • Και αφού είμαστε σε αυτή την ενότητα, θα ήθελα να ήξερα κάποιες λεπτομέρειες σε σχέση με τη διακυβέρνηση και τη λήψη αποφάσεων μεταξύ ΡΑΕ (Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, στην Ελλάδα) και ΡΑΕΚ. Υποθέτω πως κάθε αρχή θα μπορεί να ρυθμίζει τα της χώρας της. Αλλά, προφανώς υπάρχουν και κοινά θέματα. Θα συναποφασίζουν; Σε περίπτωση διαφωνίας τι θα γίνεται;
  • Ποια είναι η διάρκεια της υποχρέωσης απόσβεσης της κεφαλαιουχικής επένδυσης, δηλαδή της καταβολής πάγιου, ανεξαρτήτως της χρήσης και ποιο θα είναι το αρχικό ύψος αυτής;
  • Ποια η εκτιμώμενη ωφέλιμη διάρκεια ζωής του έργου, πριν παρουσιαστούν ανάγκες αντικατάστασης, που υπερβαίνουν τη συνήθη συντήρηση;
  • Πότε θα ξεκινήσει η καταβολή πάγιου από τους πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας και ποιο το ύψος του (λεν θα είναι ένα τέλος ανά καταναλωθείσα κιλοβατώρα) στο βασικό σενάριο; Ποιο μπορεί να είναι στο χείριστο σενάριο;
  • Ποιο είναι ένα λογικό και ρεαλιστικό ετήσιο κόστος συντήρησης και λειτουργίας (συχνά εκφράζεται ως % επί της κεφαλαιουχικής δαπάνης); Ή, διαφορετικά, ποια είναι τα υπολογιζόμενα ετήσια στοιχεία λειτουργικού κόστους και κόστους συντήρησης;
  • Ποιο είναι το εκτιμημένο μέσο τέλος (fee) ή μια τιμή εκκίνησης επί της εισαγόμενης ή και εξαγόμενης κιλοβατώρας; Θα υπάρχει άνω ή και κάτω ρυθμιζόμενο όριο; Θα είναι δυναμικό; Ποιο μπορεί να είναι αυτό;
  • Με τι φορτία (ποσότητες μεταφερόμενης ενέργειας) και για ποιο κόστος χρήσης μπορεί κανείς να πετύχει το break even των λειτουργικών δαπανών (O&M); Είναι ρεαλιστικό ένα τέτοιο σενάριο, λαμβάνοντας υπόψη τη δυναμική των δύο αγορών ηλεκτρισμού; Ποια η πιθανότητα τα έσοδα από τη χρήση του αγωγού να μην καλύπτουν το λειτουργικό κόστος (O&M);
  • Στην περίπτωση του αισιόδοξου σεναρίου: Δηλαδή, αν η μεσοσταθμική χρήση υπερβαίνει το 75% της χωρητικότητας, ποια θα είναι η επίπτωση (αναμενόμενη μείωση στο πάγιο που θα πληρώνουν οι καταναλωτές);
  • Σε ποιο κόστος δανεισμού είναι βασισμένο το βασικό σενάριο βιωσιμότητας και τι δείχνει η ανάλυση ευαισθησίας εάν ο δανεισμός είναι υψηλότερος;
  • Ποιος είναι ο εκτιμώμενος χρόνος αποπεράτωσης του έργου;
  • Τι θα γίνει αν παρατηρηθούν ουσιαστικές καθυστερήσεις στον χρόνο υλοποίησης και κυρίως στο κόστος υλοποίησης; Ποιες οι ασφαλιστικές δικλίδες ότι δεν θα μεταφερθούν στον Κύπριο καταναλωτή ή φορολογούμενο; Ποιο είναι το πλάνο Β, αν, τελικά, εκ των πραγμάτων αποδειχθεί μεσούσης της κατασκευής ή πριν την κεφαλαιοποίηση όλου του οφέλους πως το έργο δεν είναι βιώσιμο;
  • Ποιο είναι το μέγιστο ρίσκο που μπορεί να αναλάβει η Δημοκρατία; Μπορεί να ασφαλιστεί; Πώς αλλάζει αυτό τη δομή του κόστους; Είναι αντίστοιχο του εκτιμώμενου ειδικού ή γενικού οφέλους ή προοπτικής;
  • Κάτω από ποιες προϋποθέσεις και πόσο ρεαλιστική είναι η μείωση στην τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας ανά κιλοβατώρα να υπερβαίνει μεσοσταθμικά, με ένα συντελεστή ασφαλείας, την επιβάρυνση για την αποπληρωμή της πάγιας επένδυσης του έργου;
    Εδώ να ανοίξουμε μια παρένθεση και να πούμε πως η ύπαρξη και μόνο της διασύνδεσης, ανεξαρτήτως της έντασης χρήσης της, διαφοροποιεί τη δυναμική της αγοράς, τόσο ως προς τον καθορισμό της τιμής εκκαθάρισης για κάποια μισάωρα αν δεν κάνω λάθος (αυτό προϋποθέτει ότι θα επιτραπεί ανά μισάωρα να μην λειτουργεί συμβατικός σταθμός και η ζήτηση να καλύπτεται από εγχώρια ΑΠΕ και εισαγόμενο ρεύμα. Θα επιτραπεί κάτι τέτοιο (;), καθώς εισέρχονται θέματα ευστάθειας και αξιοπιστίας του ηλεκτρικού συστήματος κλπ), όσο και ως προς την στρατηγική μείωση της τιμής πώλησης που παράγεται από εγχώρια εμπορικά φωτοβολταικά πάρκα;
  • Ποιες οι ασφαλιστικές δικλίδες να μην πάμε στο άλλο άκρο και να μην οδηγήσουμε σε λουκέτο συνετούς εγχώριους επενδυτές και επιχειρηματίες στον τομέα της ενέργειας; Ανοίγω παρένθεση και σημειώνω κάτι που μου μετέφερε φίλος, του οποίου ζήτησα τη γνώμη για το άρθρο αυτό: «Αν δούμε τις μέσες τιμές χονδρικής, όπως αυτές διαμορφώνονται στην Ελλάδα, είμαστε περίπου στα 8 σεντ την kwh. Προφανώς έχουμε πλέον και αρκετές ώρες που η τιμή μειώνεται πολύ, στα 2-4 σεντ την kwh, έως και μηδενίζεται». Κλείνει η παρένθεση. Επαρκούν αυτά από μόνα τους;
    Καλώς ή κακώς δοκιμάζουμε να αξιολογήσουμε ποιοτικά και με αδρά ποσοτικά κριτήρια ένα εκ της φύσης του πολύπλοκο έργο με διάρκεια ζωής 20 – 30 χρόνων, με τα δεδομένα όμως του σήμερα.
  • Ποια η επίπτωση του εξηλεκτρισμού της οικονομίας ή της αύξησης της διείσδυσης του ηλεκτρικού αυτοκινήτου την επόμενη δεκαετία στις πιο πάνω παραμέτρους και ερωτήματα;
  • Επίσης, με δεδομένο πως οι πόροι είναι πεπερασμένοι, κάθε στρατηγική επιλογή θα πρέπει να εξετάζεται πάντοτε συγκρινόμενη με τις υπάρχουσες εναλλακτικές. Η εγχώρια αποθήκευση και η ηλεκτρική διασύνδεση είναι ανταγωνιστικές λύσεις ή θα μπορούσαν να συνυπάρχουν;

Εξυπηρετεί, εν τέλει, το δημόσιο συμφέρον ή όχι;

Βάζοντας, λόγω χώρου, μια άνω τελεία στην ανάλυση αυτή, διαπιστώνω πως αντιμετωπίζω τον GREAT SEA INTERCONNECTOR ως ένα ιδιωτικό έργο με αμιγώς εμπορική σκοπιά. Θα έπρεπε όμως; Σε αυτό δεν έχω απάντηση. Το έργο έχει αδιαμφισβήτητη γεωστρατηγική σημασία και οφείλουμε να ομολογήσουμε και κάποια γεωστρατηγικά ρίσκα.

Συναφώς, αποφέρει οφέλη όπως της ενεργειακής ασφάλειας, της αύξησης των επιλογών και των προοπτικών που διανοίγει. Και εδώ να εκφράσω το ερώτημα, αφού ο κύριος φορέας αποπληρωμής της κεφαλαιουχικής επένδυσης του έργου θα είναι ο καταναλωτής ηλεκτρισμού, γιατί να επιβαρύνεται λιγότερο αυτός που χρησιμοποιεί ΑΠΕ για ιδιοκατανάλωση; Η ενεργειακή ασφάλεια και το γεωστρατηγικό όφελος δεν αφορά όλους μας;

Ένα είναι βέβαιο: Καθώς οδεύουμε προς το 2050, οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις γίνονται ολοένα και πιο σημαντικές σε αντίθεση με έργα ΦΑ. Επίσης, είναι βέβαιο ότι η διασύνδεση θα αλλάξει το status quo μιας αγοράς με ετήσιο κύκλο εργασιών της τάξης του 1 δισ., με το οποίο κάποιοι βολεύονται. Να πω την αμαρτία μου, εμένα η έγνοια μου είναι πως εκ του αποτελέσματος «δεν το έχουμε» με τα μακροπρόθεσμα, πολύπλοκα και δαπανηρά… Άλλο όμως αυτό.

Κλείνοντας, παραδέχομαι πως δεν έχω απάντηση αν τελικά το έργο εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, πώς θα μπορούσα άλλωστε να είχα…

Αυτό που δυσκολεύομαι να αποδεχθώ είναι πως, τόσα χρόνια μετά την ένταξη της ηλεκτρικής διασύνδεσης στα έργα κοινού ενδιαφέροντος, με την στήριξη της Πολιτείας, μετά από εγκαίνια στην παρουσία του ΠτΔ και αρμοδίων Υπουργών, μετά την πολύκροτη αλλαγή φορέα υλοποίησης, μετά που έχω διαπιστώσει πως η ηλεκτρική διασύνδεση προβλέπεται σε όλους τους στρατηγικούς ενεργειακούς σχεδιασμούς της χώρας και πως το μοντέλο αγοράς ηλεκτρισμού που τελικά επιλέξαμε θεωρεί την υλοποίηση της διασύνδεσης δεδομένη, ακόμη συζητούμε και δεν έχουν πολυαπαντηθεί τα ερωτήματα και οι προβληματισμοί που συνοπτικά αναπτυχθήκαν στο άρθρο αυτό (και άλλα τόσα που για σκοπούς οικονομίας χώρου δεν ανέπτυξα…).

Διατηρώ μια κρυφή ελπίδα πως έχουν απαντηθεί και απλά δεν το ξέρω. Επ’ αγαθώ η διάψευση της απαισιοδοξίας, που λέει και ο Θ. Τάσιος.

Μηχανολόγος Μηχανικός Dipl Eng, MBA
(Οι απόψεις που εκφράζονται είναι προσωπικές).