Μεγάλη Εβδομάδα που είναι και προσφέρονται οι αφορμές για κάποιες σκέψεις. Ο πιο βολικός τρόπος να προσπερνούμε τα πραγματικά διλήμματα ή και προβλήματα της ζωής, ακόμα και την ίδια τη ζωή από την αυθεντικότητά της, είναι να συμβιβάζουμε την πληκτική καθημερινότητά μας με γενικότητες που έχουν να κάνουν με την κοινωνία, την πολιτική, την παιδεία, την θρησκεία και ό,τι άλλο.

Στο παρόν έχουμε την τύχη να εκτοξεύονται οι ευαισθησίες για την πόλη, τα χωριά, τα οικιστικά προβλήματα, την αναρχία της δόμησης, τα περιβαλλοντικά, τα κλιματολογικά και όλα όσα αφορούν πάσαν νόσο που τόσο αθεράπευτα μάς προσβάλλει στο σήμερα σ’ επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης.

Ακριβώς, μέσα από την παγίδα που υποκρύβουν οι τόσο βολικές κατά τα άλλα γενικότητες, παραμένει μοναδική η ικανότητά μας να μετατρέπουμε την πραγματικότητα σε ιδέες, σχέδια, νοήματα και ό,τι άλλο μπορεί να εμπερικλείει ο φθηνός λόγος και να την αφήνουμε να εκπίπτει και να κατρακυλά από την ουσία και το πραγματικό περιεχόμενό της.

Αυτό που ονομάζουμε πόλεις και που θέλουμε να τις αναγάγουμε σε τόσο ονειρεμένες μέσα από ευφάνταστες υποσχέσεις, ενόψει και εκλογών, είναι όλα αυτά τα τσιμεντένια διαμερίσματα και οικοδομήματα – τόσο άναρχα δομημένα – που εκεί μέσα κάποιοι άνθρωποι, συνάνθρωποί μας αν μπορούμε να τους αντικρίσουμε έτσι – πονάνε, χαίρονται, ερωτεύονται, το παλεύουν ακόμα και για τον επιούσιο… Αυτή η καθημερινότητά τους έχει τόσο μεγάλη απόσταση απ’ όλες αυτές τις γενικότητες, τον φλύαρο και συνθηματικό λόγο, που τόσο πληθωρικά αρθρώνεται τώρα, υπό μορφή υποσχέσεων για επίγειους παραδείσους.

Ακόμα και αυτό που λέμε «Μεγάλη Εβδομάδα», κινδυνεύει να περνά πια ως μια άλλης μορφής γενικότητα στη ζωή μας. Δεν διανοούμαστε σχεδόν καθόλου ν’ απαντήσουμε πραγματικά τι θα πει Μεγάλη Εβδομάδα. Για τους πολλούς η απάντηση είναι σχεδόν αυτονόητη. Κάτι σαν διακοπές, περασμένες αν όχι και ξεχασμένες αναμνήσεις, κάτι που παίζει στο ρομαντικό ή και φολκλορικό. Την Μ. Παρασκευή μπορούμε να θυμηθούμε τις λυπητερές καμπάνες, την νύκτα της Ανάστασης ν’ αναβιώνουν – όσο βέβαια αντέχουν κι αυτά – τα έθιμα με το κερί στο χέρι, το τσούγκρισμα των αυγών, με αποκορύφωμα το πασχαλινό τραπέζι, που είναι και όλα τα λεφτά…

Τι μπορεί να σημαίνουν, αλήθεια, όλα αυτά, ιδιαίτερα για το σημερινό μοναχικό άνθρωπο, που έχει απωλέσει το ίδιο το πρόσωπό του και με τόσα «προσωπεία» που κουβαλά, παραμένει κατακερματισμένος στη μάζα της απροσωπίας…

Ακόμα και η Μεγάλη Εβδομάδα μετατρέπεται σε μια γενικότητα ή ακόμα και σ’ ένα απλό ιδεολόγημα. Η πορεία από το Πάθος στην Ανάσταση, παύει να είναι τόσο χειροπιαστή ως βίωμα και εμπειρία. Και όμως, αυτή η Εβδομάδα καθιστά τον Θεό τόσο επώνυμο και λειτουργεί ως ένα άλλο μεγάλο «σκάνδαλο» – όχι απ’ όλο αυτό το συρφετό που βιώνουμε σήμερα – που έχει να κάνει με το πώς ο θάνατος πατείται θανάτω… (θανάτω θάνατον πατήσας). Σ’ αυτή την οντολογική διάσταση, ο Θεός προσκαλεί τον άνθρωπο σε μια σχέση ερωτική, ενός μανικού έρωτα… Σε μια τόσο χειροπιαστή πραγματικότητα ζωής.